to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

15:45 | 28.01.2020

Κοινωνία

#GDtrial: «Με βάση το πραγματικό καταστατικό θεμελιώνεται η αρχή του αρχηγού»

Συνεχίστηκε την Τρίτη η δίκη της Χρυσής Αυγής με τις αγορεύσεις των Παναγιώτη Σαπουντζάκη και Θοδωρή Θεοδωρόπουλου, συνηγόρων Πολιτικής Αγωγής των συνδικαλιστών του ΠΑΜΕ και του ΚΚΕ, οι οποίοι δέχθηκαν επίθεση από χρυσαυγίτικο τάγμα.


Γεμάτο ήταν το ακροατήριο καθώς μέλη του ΠΑΜΕ και του ΚΚΕ βρέθηκαν μαζικά στο δικαστήριο. Στο ακροατήριο βρέθηκαν ο βουλευτής του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας, Γιάννης Δελής, το μέλος της διοίκησης της ΓΣΕΕ με τις δυνάμεις του ΠΑΜΕ, Γιώτα Ταβουλάρη, ο πρόεδρος του Συνδικάτου Μετάλλου του Πειραιά, θύμα σε μια από τις συσχετισμένες υποθέσεις και μάρτυρας κατηγορίας στη Δίκη, Σωτήρης Πουλικόγιαννης. Παρών ήταν και ο πολιτικός επιστήμονας καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Ηλίας Νικολακόπουλος.

«Πλήρης ομολογία Μιχαλολιάκου η ανάληψη της πολιτικής ευθύνης»

«Με βάση το πραγματικό του καταστατικού που προσκόμισε ο γνώστης της Χ.Α., Ψαρράς θεμελιώνεται η αρχή του αρχηγού. Πρόκειται για μια αρχή που επίσημα τοποθετείται σε αντίθεση απ τη θεμελιώδη αρχή της Δημοκρατίας του 508 πΧ του Κλεισθένη της πλειοψηφίας», τόνισε κατά τη συνέχεια της αγόρευσής του (28/1/2020) ο Π. Σαπουντζάκης, δικηγορος των συνδικαλιστών του ΠΑΜΕ στη δίκη της εγληματικής οργάνωσης των νεοναζί.

Όπως ανέφερε μεταξύ άλλων ο κ. Σαπουντζάκης: «Πρόκειται για μια αρχή που επίσημα τοποθετείται σε αντίθεση απ τη θεμελιώδη αρχή της Δημοκρατίας του 508 πΧ του Κλεισθένη της πλειοψηφίας. Οι αρχές του ναζισμού περιγράφονται στο βιβλίο του Χίτλερ «Ο Αγών μου». Φύρερ σημαίνει οδηγός-αρχηγός. Το ναζιστικό κόμμα διαπνέεται απ την αρχή του αρχηγού. Είναι ένα είδος υπερανθρώπου που κυριαρχεί επί του κομματος. Στην πρακτική του οδήγησε στην κατάλυση της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, εξολόθρευση των Εβραίων και την κατατρομοκράτηση του λαού. Δεύτερον τον 30/38 προσάρτησε την Αυστρία και εν συνεχεία κατέσφαξε και υποδούλωσε λαούς σε όλη τη Ευρώπη και την Β. Αφρική. Στην χώρα μας η κοκκινόμαυρη σβάστικα κατέσφαξε τον ελληνικό λαό, όσοι αντιστάθηκαν, με κύριο αιμοδότη το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, και όσοι δεν αντιστάθηκαν. Εκατοντάδες οι νεκροί από πείνα και εκτελέσεις. Οι ναζί στηρίχθηκαν στους ντόπιους δωσιλόγους.

Το αναγνωστέν καταστατικό απεδείχθη από την μαρτυρία του Δ. Ψαρρά ότι ήταν καταστατικό της ΧΑ απ τις αρχες του 80. Το επικαλούμενο απ αυτή 22/8/2012 που κατατέθηκε 30/8/2012 στον ΑΠ αποτελεί τον φερεντζέ τον ναζιστών για να καλύψει το πραγματικό της πρόσωπο. Συνεπώς διείπετο απ το ναζιστικό καταστατικό. Στο δικαστήριο εισφέρθησαν όλα τα στοιχεία.

1ον Το από 5/2/88 στο τεύχος 60 αναφέρει το καταστατικό.
2ον Τεύχος 34 Μαρτίου 1988 το περιοδικό της ΧΑ όπου παραδέχεται ότι είναι ο ναζισμός η ιδεολογία της και η βία.
3ον Το καταστατικό αυτό ταυτίζεται με τα ευρεθέντα στο σπίτι του Παππά στα Ιωάννινα, που δεν πρόλαβε να αδειάσει.
4ον Μεγάλα αποσπάσματα στις 28/10/90 και 2/7/1998 είχαν δημοσιευθεί στην ελευθεροτυπία. Ουδέποτε η ΧΑ διέψευσε τα δημοσιεύματα [...]

Όλες οι αντιλήψεις σε κάθε επίπεδο πολιτικό, κοινωνικό, οικονομικό παραμένουν αναλλοίωτες μέχρι σήμερα, eν αντιθέσει λοιπόν με τα όσα κατέθεσαν εδώ περί ακραίων που αποχώρησαν απ την οργάνωση. Όπως είχει πει ο μάρτυρας Ηλ. Σταύρου: "Ήξερα καλά τις συνέπειες εάν έστω διαφοροποιούμουν. Με μήνυμα της Ουρανίας μου είπε ότι ο αρχηγός δεν επιθυμεί την αποχώρησή μου. Παρά το ότι εξέφρασα την επιθυμία μου να απομακρυνθώ χωρίς να θέσω σε κίνδυνο το κόμμα δέχθηκα απειλές έμμεσες και άμεσες για τη ζωή μου. Εξηγεί στη συνέχεια τι έγινε και κατέεθεσε αυθορμήτως. Ηλ. Σταύρου «Η δολοφονία Φύσσα δεν μου έκανε εντύπωση, ήδη με απειλούσαν για τη ζωή μου". 

Μια άλλη μαρτυρία πρέπει να αναφερθεί είναι η μαρτυρία του Συνταγματολόγου Αλιβιζάτου. Στην επ'ακροατηρίω κατάθεση του ανέφερε ότι του επιτέθηκε ομάδα ΧΑτών με επικεφαλής τον Παναγιώταρο σε συζήτηση στη Βουλή για την απονομή ιθαγένειας σε τέκνα μεταναστών. Όπου τον αποκάλεσαν Λεβί και στον ιερέα που ήταν παρών του είπαν θα σου ξυρίσουμε τα γένια. Αυτό αναφέρεται για να καταδείξει την υποκρισία ότι δεν πρόκειται για χριστιανούς. Η όρκιση του Ηλ. Σταύρου στη μικρότερη μέρα του χρόνου στο Φαλακρό όρος, απολύτως συνάδει με παγανισμό. Σε αντίθεση με την εισαγγελική πρόταση, εικόνες με στελέχη που χαιρετούν ναζιστικά-παραδοχή του Μιχαλολιάκου ότι «είμαστε η σπορά των ηττημένων του ‘45» όταν όλοι γνωρίζουν ότι ήττηθηκαν οι ναζί το ’45. Ομολογεί ξεκάθαρα λοιπόν ότι είναι ναζιστές.

Ακόμα, λέει η κα Εισαγγελέας, είναι ποινικώς αδιάφορο αν είναι ναζιστές. Γιατί όμως ενδιαφερόμαστε για το εάν άλλαξαν ιδεολογία το ’92; Προφανώς γιατί θέλουν να αποτινάξουν τη ρετσινιά του ναζισμού διότι ο ναζισμός με τη βία, με την κατάλυση της δημοκρατίας, με τη δράση των ΤΕ, είναι έννοιες συνωνυμες. Το γνωρίζουν αυτό όλοι σε κάθε γωνιά του πλανήτη. Να κάνουμε και μία παρένθεση. Λένε ότι είναι εθνικιστές. Ο πατριωτισμός που είναι η αγάπη προς την πατρίδα διακρίνεται προς την έννοια του εθνικισμού. Ο εθνικισμός όμως διακρίνεται για την ιδέα ανωτερότητας της φυλής οι Έλληνες, οι Γερμανοί, οι Γάλλοι και όσοι άλλοι θεωρούνται εθνικιστές. Όμως δεν είναι καν εθνικιστές, είναι ναζιστές ταυτίζονται με το ναζισμό του Χίτλερ. Ούτε λοιπόν εθνικιστές είναι. Αναφερόμαστε στη συνέντευξη του Μιχαλολιάκου στον Χατζηνικολάου όπου αναφέρει ότι ανέλαβε το πολιτικό κόστος. Το πολιτικό κόστος δε σε ρωτάει, είναι κάτι αντικειμενικό όχι υποκειμενικό.

Στη συνέχεια, αγόρευσε ο συνήγορος Θ. Θεοδωρόπουλος, από την πολιτική αγωγή των συνδικαλιστών του ΠΑΜΕ.

Μεταξύ άλλων υπογράμμισε:

"1-.Το βασικό ερώτημα που τίθεται είναι:

Η ανθρωποκτονία του Π. Φύσσα, οι απόπειρες ανθρωποκτονίας κατά των κομμουνιστών συνδικαλιστών και του Αιγύπτιου ψαρά (καθώς και οι συνεξεταζόμενες υποθέσεις της απόπειρας ανθρωποκτονίας στο στέκι «Αντίπνοια», των επικίνδυνων σωματικών βλαβών κλπ στις υποθέσεις Συνεργείο, στην Ιεράπετρα κλπ) είναι το αποτέλεσμα δράσης μεμονωμένων ατόμων που έδρασαν ως «ιδιώτες» και εκτός πλαισίου της Χρυσής Αυγής ή αντίθετα είναι το προϊόν οργανωμένων επιθέσεων που ανέλαβαν να εκτελέσουν ειδικές ομάδες, τα τάγματα εφόδου ή ομάδες κρούσης ή ομάδες ασφάλειας, που δρούσαν από συστάσεώς τους στα πλαίσια της ναζιστικής οργάνωσης, η οποία λειτουργούσε με απόλυτη στρατιωτική πειθαρχία, πίστη και υπακοή στον Αρχηγό και την ηγεσία, χωρίς μάλιστα μορφασμό και αντιλογία;

Πρόκειται δηλαδή για μεμονωμένα περιστατικά ή για έργο της κατά το βούλευμα εγκληματικής οργάνωσης «Χρυσή Αυγή»; Θα μπορούσαν ποτέ να τελεστούν τα εγκλήματα αυτά από τους συγκεκριμένους δράστες, με τον γνωστό πλέον τρόπο με τον οποίο τελέστηκαν, εάν αυτοί δεν ενεργούσαν στο πλαίσιο της οργάνωσης; Η τοποθέτηση μου περιλαμβάνει κατά σειρά τα ακόλουθα θέματα:

1) ορισμένα νομικά ζητήματα (Παλέρμο, αντίκρουση αυτοτελών ισχυρισμών κατηγορουμένων, αρ. 187 ΠΚ με ό,τι περιλαμβάνει, ενδεχόμενος/διαζευκτικός δόλος, συναυτουργία και από κοινού απόπειρα –που έχει κάποια θέματα- και ορισμένες σκέψεις για την απλή συνέργεια)
2) επιμέρους συνεκδικαζόμενες υποθέσεις (υπόθεση ΠΑΜΕ, υπόθεση Αιγυπτίων ψαράδων, υπόθεση Φύσσα)
3) Μετά είναι οι συνεξεταζόμενες υποθέσεις [δράση της ΧΑ στο κέντρο της Αθήνας, «Αντίπνοια», «Συνεργείο», υπόθεση Κουσουρή και άλλες]
4) Εγκληματική οργάνωση. Υλοποιήθηκαν ή όχι όλα τα παραπάνω στο πλαίσιο της εγκλ. οργάνωσης;

Στο τεράστιο αποδεικτικό υλικό που συγκεντρώθηκε στην προδικασία – με την ιδιαίτερη συμβολή των αρμοδίων οργάνων (ανακριτών και εισαγγελέων), πέραν από τις όποιες σημαντικές παραλείψεις που αφορούν πχ. τη μη άσκηση ποινικών διώξεων και σε άλλα άτομα ή τη μη άσκηση ποινικής δίωξης σε ήδη κατηγορούμενους και για άλλα αδικήματα, πχ. για ηθική αυτουργία σε επί μέρους πράξεις, όπως αναλυτικά εξέθεσε και ο συνάδελφος Κ. Παπαδάκης, προστέθηκε το αποτέλεσμα του πολυετούςακροαματικού ελέγχου.

Αυτό το υλικό της αποδεικτικής διαδικασίας που προέκυψε από τις καίριες ερωτήσεις της κας. Προέδρου, των Δικαστών (Τακτικών και Αναπληρωτών), αλλά και των δικηγόρων της Πολιτικής Αγωγής (που προσκόμισαν επιπλέον σωρεία κρίσιμων εγγράφων), είναι κρίσιμο. Fωτίζει και αναδεικνύει πτυχές, πλευρές και αποχρώσεις ενδιαφέρουσες του υλικού της δικογραφίας, σε τέτοιο σημείο, ώστε να μπορεί το Δικαστήριο αξιολογώντας το υλικό αυτό, συνεκτιμώντας τα όσα λένε ή δεν λένε οι μάρτυρες και οι κατηγορούμενοι, ακόμα και τους μορφασμούς τους, τη στιγμιαία σιωπή ή την απάντηση, όχι στην ερώτηση, αλλά σε οτιδήποτε άλλο, όλα αυτά βοηθούν το Δικαστήριο στη διαμόρφωση της δικανικής του πεποίθησης, τόσο για την ενοχή, όσο και για την ποινή.

Το υλικό αυτό υπάρχει. Δεν ήταν μοιραίο να υπάρχει. Προέκυψε, όσο ήταν δυνατό, από τις φιλότιμες προσπάθειες των προαναφερομένων παραγόντων της Δίκης. Σε δίκες σαν την παρούσα, θα μπορούσε να ειπωθεί, ότι κύρια σημασία κατέχει η παραγωγή του υλικού αυτού, με την ανάλογη ιδιαίτερη συμβολή του καθενός και δευτερευόντως ακόμα και η αγόρευση, που ωστόσο και αυτή μπορεί να έχει σημαντική συμβολή στη διαμόρφωση της δικανικής πεποίθησης του Δικαστή. Αγορεύσεις που δεν στηρίζονται στο αποδεικτικό υλικό – που είναι το άπαν – μικρή σημασία έχουν.

Η δίκη αυτή είναι ιστορικής σημασίας, το μέγεθός της οποίας ίσως δεν μπορούμε να συλλάβουμε σήμερα. Το βέβαιο είναι ότι η απόφαση που θα εκδοθεί δεν αφορά μόνο τους διαδίκους, μα την Ελλάδα ολόκληρη κι όχι μόνο. Εξ αντικειμένου, στο σκεπτικό της, θα υπάρχει αναφορά όχι μόνο στο παρόν, δηλαδή στον χρόνο που διαπράχθηκαν τα εγκλήματα, αλλά και στο παρελθόν, δηλαδή στη χρονική περίοδο που η υλοποίηση της ναζιστικής ιδεολογίας -που αποτελεί το κίνητρο των εγκλημάτων που το Δικαστήριό σας διερευνά -, τόση καταστροφή, τόση ανείπωτη οδύνη προκάλεσε στην ανθρωπότητα και το λέμε σήμερα όπου χθες ήταν η επέτειος μνήμης του Ολοκαυτώματος. Θα υπάρχει αναφορά και αξιολόγηση της ναζιστικής ιδεολογίας και πράξης, που προκάλεσε εκατομμύρια θύματα, σε σχέση με την τέλεση των συγκεκριμένων εγκλημάτων – της ιδεολογίας που έθαψε στα νεκροταφεία τα δικαιώματα, τις ελευθερίες, τον πολιτισμό, που προκάλεσε απερίγραπτο τρόμο, που εξευτέλισε την ανθρώπινη ύπαρξη.

Ταυτόχρονα, οι τεράστιες συνέπειες της ιστορικής σας απόφασης θα έχουν προεκτάσεις στο μέλλον και στη ζωή της νέας γενιάς, που κινδυνεύει, πέραν των άλλων, από έναν ζόφο, που έρχεται από τα παλιά, με δήθεν εκσυγχρονισμένο ενίοτε λόγο, που απλώνεται παντού και πυκνώνει. Η απόφασή σας, ναι μεν δεν μπορεί να αντιμετωπίσει ολοκληρωτικά το φαινόμενο, είναι όμως βέβαιο πως θα αποτελέσει σημαντικό σημείο αναφοράς όχι μόνο για τον λαό μας, αλλά και για επιστήμονες, διανοούμενους, ερευνητές κ.λπ. που θα σκύψουν στο μέλλον πάνω από αυτήν, προσπαθώντας να κατανοήσουν τις αιτίες που ανέκοψαν ή επιτάχυναν την εξέλιξη του φαινομένου.

Σε κάθε γραμμή, σε κάθε παράγραφο των πρακτικών της απόφασης, σε κάθε πρόταση του σκεπτικού της, είναι σίγουρο ότι θα υπάρχει ένα ιστορικό αποτύπωμα, αυτός της δικής σας ευθύνης, αυτό της δικής μας συμβολής. Ο καθένας μας τοποθετήθηκε και θα τοποθετηθεί. Ανεξίτηλα θα καταγραφεί για πάντα η θέση του καθένα. Κανείς μας -ούτε εσείς- δε ζει εκτός κοινωνίας. Μες στην πολυπλοκότητά της, η κοινωνική πραγματικότητα μάς διαπερνά και μας επηρεάζει. Κυρίως μας επηρεάζουν οι κυρίαρχες ιδέες, αντιλήψεις, φιλοσοφικές θέσεις και τάσεις. Όμως εδώ έχουμε φτάσει σε ένα σημείο κρίσιμο, που η απόφαση που θα εκδώσετε, με τον τεράστιο αντίκτυπο και τις προεκτάσεις της, θα επηρεάσει και διαμορφώσει συνειδήσεις, θα συμβάλει στον καθορισμό της κατεύθυνσης των πράξεων χιλιάδων ανθρώπων, θα επηρεάσει και θα συγκαθορίσει, μαζί με την άγρυπνη στάση του αγωνιζόμενου λαού μας, την ίδια την ιστορία. Ορισμένα νομικά ζητήματα όπως η Σύμβαση του Παλέρμο. Κατά τη μειοψηφία που με απασχολεί ιδιαίτερα ως προς τα πεπραγμένα της.

Σχετικά με τους από 07/11/2019 αυτοτελείς ισχυρισμούς των κατηγορουμένων Ν. Μιχαλολιάκου κ.λ.π. αναφέρουμε τα ακόλουθα:

1. Κατά τη μειοψηφία του παραπεμπτικού βουλεύματος και τους κατηγορουμένους, το έγκλημα που τυποποιείται στο αρ. 187 παρ. 1 του ΠΚ δεν στοιχείται προς την έννοια του οργανωμένου εγκλήματος, όπως αυτό ορίζεται, μεταξύ άλλων στη σύμβαση του Παλέρμο -υποστηρίζεται ότι ο Νομοθέτης θα έπρεπε να έχει καταστρώσει το αδίκημα της εγκληματικής οργάνωσης (187 παρ. 1 ΠΚ), με περιεχόμενο σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη σύμβαση του Παλέρμο. Αν δε ο Νομοθέτης δεν έχει πράξει τούτο, τότε «...τα δικαστήρια, εφαρμόζοντας τις θεμελιώδεις για το Ποινικό Δίκαιο αρχές της νομιμότητας και της αναλογικότητας, οφείλουν να «ακυρώνουν» τις ασύμβατες προς τα διεθνή αυτά νομικά κείμενα επιλογές, προσθέτοντας εκείνα τα ελλείποντα από εθνικούς νομικούς ορισμούς στοιχεία». Η παραπάνω άποψη αντικρούεται, απολύτως αιτιολογημένα, από τη μελέτη του καθηγητή Νικολάου Λίβου, με τον τίτλο ζητήματα ερμηνείας του άρθρου 187 ΠΚ - με αφορμή το υπ’ αρ. 215/2015 βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, δηλ. το παραπεμπτικό βούλευμα για την παρούσα υπόθεση που δημοσιεύτηκε στα Ποινικά Χρονικά (ΞΕ σελ. 310 επ.).

Αναφέρεται εκεί: Ότι η προαναφερόμενη άποψη, που νομίζω προήχθη με τον προηγούμενο νόμο, έτσι όπως διατυπώνεται, υπερβαίνει τα δογματικώς εσκαμμένα, κυρίως διότι με αυτήν υποστηρίζεται ότι ο Δικαστής οφείλει να περιενδυθεί το ρόλο του Νομοθέτη και να «προσθέσει» ο ίδιος στις προς εφαρμογήν διατάξεις τα ελλείποντα από τους εθνικούς ορισμούς στοιχεία!

Μάλιστα, η μειοψηφία σύμφωνα με τον κ. καθηγητή δέχεται ότι o διαλαμβανόμενος στη Σύμβαση του Παλέρμο ορισμός του οργανωμένου εγκλήματος δεν υπερισχύει απλώς ερμηνευτικά, ως αναπόσπαστο πλέον μέρος του εσωτερικού δικαίου, αλλά ότι η υπεροχή της Συμβάσεως σημαίνει, πολύ περισσότερο, «...ότι όλα τα εθνικά όργανα, ιδίως τα δικαστήρια, οφείλουν να την εφαρμόζουν άμεσα, είτε ερμηνεύοντας κατάλληλα (σύμφωνα με τη Σύμβαση) το εθνικό δίκαιο, είτε παραμερίζοντας διατάξεις του, που θέτουν όρους ασυμβίβαστους με τη Σύμβαση». Ως εξαγόμενο από τις θέσεις αυτές συμπέρασμα προκύπτει ότι «....ο Δικαστής, ελέγχοντας την ουσιαστική βασιμότητα της κατηγορίας συγκροτήσεως και εντάξεως κάποιου σε εγκληματική οργάνωση του άρθρου 187 του Π.Κ., η οποία αποδόθηκε με βάση τον ορισμό της εγκληματικής οργάνωσης που υιοθετεί ο Ποινικός Κώδικας, οφείλει με βάση την αρχή της νομιμότητας, για την ουσιαστική κατάφαση της κατηγορίας, να λάβει υπ’ όψη του τον ορισμό της (κυρωθείσης) Συμβάσεως του Παλέρμο και να προσθέσει στα αναγκαία στοιχεία για την πλήρωση της νομοτυπικής μορφής του αδικήματος και δη στην υποκειμενική του υπόσταση, τον προβλεπόμενο από τη διεθνή σύμβαση σκοπό της εγκληματικής οργάνωσης {δηλαδή την φράση} να ποριστεί, αμέσως ή εμμέσως, οικονομικό ή άλλο υλικό όφελος».

Στην επιχειρηματολογία αυτή, όσο κι αν θελήσει κανείς να της πιστώσει πρωτοτυπία και έναν σπάνια εμφανιζόμενο στην νομολογία μας σεβασμό προς τις διεθνείς συμβάσεις, οφείλει από την άλλη πλευρά να της χρεώσει σειρά σοβαρών λογικών, συστηματικών και ερμηνευτικών σφαλμάτων».

2. Στην περίπτωση που ο εθνικός νομοθέτης δεν έχει προσαρμόσει ακόμα το εσωτερικό δίκαιο σε διεθνή σύμβαση ή το έχει πράξει μη συμμορφούμενος, δεν είναι σύμφωνα με τη μελέτη «…έργο του εθνικού δικαστή να αξιολογεί ο ίδιος την συμμόρφωση > της εσωτερικής εννόμου τάξεως στις πρόνοιες των διεθνών συμβάσεων και, σε περίπτωση που κρίνει ότι τούτο δεν συμβαίνει, να εφαρμόζει ιδία πρωτοβουλία και απ’ ευθείας, μάλιστα δε επικαλούμενος την αρχή της νομιμότητος, τις διατάξεις της σύμβασης.
Οι εν λόγω ρυθμίσεις δεν μπορούν ποτέ να εφαρμοσθούν ευθέως, αφού δεν διαθέτουν κανονιστική αυτοτέλεια και ρυθμιστική πληρότητα, αλλά και για τον πρόσθετο λόγο ότι οι κανόνες των διεθνών συμβάσεων δεν συνιστούν κυρωτικούς, αλλά, το πολύ, πρωτεύοντες κανόνες. Ως τέτοιοι δημιουργούν στον εθνικό νομοθέτη υποχρέωση συμμόρφωσης, ποτέ όμως στον εθνικό δικαστή υποχρέωση άμεσης εφαρμογής (με την εξαίρεση εκείνων στους οποίους καταστρώνονται θεμελιώδεις ελευθερίες). Αποδέκτης, επομένως, των υπό συζήτηση κανόνων των διεθνών συμβάσεων είναι πάντοτε το κράτος και ποτέ ο εθνικός δικαστής.

Αλλά και αυτή ταύτη η απορρέουσα από τις διεθνείς συμβάσεις υποχρέωση συμμόρφωσης του εθνικού νομοθέτη, δεν έχει την έννοια ότι αυτός οφείλει να ακολουθήσει πιστά και απαρεγκλίτως το γράμμα των διατάξεών τους. Οφείλει οπωσδήποτε (ως minimum) να προσαρμόσει την εσωτερική νομοθεσία σε αυτό, αλλά κανείς δεν τον υποχρεώνει να περιορισθεί σε μόνο τούτο, όταν κατά την εκτίμησή του οι ανάγκες της χώρας επιβάλλουν να τεθεί σε ισχύ, προς την κατεύθυνση των συμβάσεων, ένα ευρύτερο κανονιστικό βεληνεκές. Υπό την έννοια αυτή, κύριοι δικαστές, στο νόημα της διατάξεως του άρθρου 187 § 1 Π.Κ. εμπίπτει αναμφιλέκτως και το οργανωμένο έγκλημα μαφιόζικου τύπου, αφού και κατά το γράμμα και κατά την απόβλεψη του ιστορικού νομοθέτη, καμιά εγκληματική οργάνωση, ανεξαρτήτως του χαρακτήρα και της λειτουργίας της, δεν εξαιρείται της υπαγωγής της στην εν λόγω διάταξη.

Αυτό είναι εν προκειμένω το κρίσιμο σημείο, η βαρύτητα του οποίου παραγνωρίζεται από την μειοψηφία. Εάν αυτό δεν συνέβαινε, εάν δηλαδή ορισμένες οργανώσεις μαφιόζικου τύπου δεν ενέπιπταν στις διατάξεις του άρθρου 187 Π.Κ., τότε και μόνο τότε η χώρα μας δεν θα είχε, πράγματι, συμμορφωθεί προς τις απορρέουσες από τη Σύμβαση του Παλέρμο υποχρεώσεις της και θα ήταν κατά τούτο ελεγκτέα από την Διάσκεψη των Μερών της Σύμβασης κατά το άρθρο 32 αυτής! Αφού λοιπόν αυτό δεν συμβαίνει, επειδή ο εθνικός νομοθέτης υπερθεμάτισε εν προκειμένω, οι υπό συζήτηση διατάξεις του Π.Κ. δεν έρχονται σε αντίθεση προς τις ομόλογές τους της Σύμβασης του Παλέρμο, στο μέτρο που τίποτα απ’ ό,τι επιτάσσουν οι τελευταίες δεν εκφεύγει της δυνάμεως πυρός του άρθρου 187 Π.Κ.…». Ακολούθως, αφού προσδιορίζονται τα σημεία στα οποία η διάταξη του αρ. 187 ΠΚ είναι αυστηρότερη και τα σημεία στα οποία είναι ηπιότερη των ρυθμίσεων της Σύμβασης του Παλέρμο, επισημαίνεται «…Ήδη το γεγονός ότι, όπως έχει ήδη καταδειχθεί, ελλείπει ο σκοπός πορισμού οικονομικού ή άλλου υλικού οφέλους στο άρθρο 187 § 1 Π.Κ., καθιστά την εν λόγω διάταξη αυστηρότερη…».

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)