to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

Πώς μιλάμε για την επιστήμη: Δημόσιος λόγος, ΜΜΕ, κυρίαρχες αφηγήσεις

Από την οργάνωση, τη χρηματοδότηση και τον έλεγχο των αποτελεσμάτων της -επιστημονικής- έρευνας έως την πρόσβαση και χρήση τους, οι επιστήμες δε διαθέτουν μόνο την εγγενή ηθική λειτουργία που τους αποδίδουμε (ως έκφραση της προόδου), αλλά αποτελούν και μηχανισμούς εδραίωσης της ηγεμονίας του συστήματος που τις παράγει.


Όταν μιλάμε για τις «επιστήμες», με τον όρο «επιστημονικό» εννοούμε τουλάχιστον τρία πράγματα:

  • το «περιεχόμενο της γνώσης» διαφορετικών επιστημών (για παράδειγμα φυσική, χημεία, βιολογία κ.α.),
  • τις διαδικασίες με τις οποίες αποκτάται αυτή η γνώση (η «επιστημονική μέθοδος»),
  • τη σχέση των επιστημών με την κοινωνία, την οικονομία και τον πολιτισμό.

Στον δημόσιο λόγο ευρύτερα και στη δημοσιογραφία συγκεκριμένα ασχολούμαστε πρωτίστως με το τρίτο, λιγότερο με το πρώτο και σχεδόν καθόλου με το δεύτερο, το οποίο ούτως ή άλλως αφορά και την ίδια την άρθρωση του δημόσιου λόγου και των διαφορετικών του εκφάνσεων.

Από την οργάνωση, τη χρηματοδότηση και τον έλεγχο των αποτελεσμάτων της -επιστημονικής- έρευνας έως την πρόσβαση και χρήση τους, οι επιστήμες δε διαθέτουν μόνο την εγγενή ηθική λειτουργία που τους αποδίδουμε (ως έκφραση της προόδου), αλλά αποτελούν και μηχανισμούς εδραίωσης της ηγεμονίας του συστήματος που τις παράγει.

Ίσως, χαρακτηριστικότερο παράδειγμα στη σύγχρονη ιστορία είναι η πυρηνική ενέργεια, όμως αν ανατρέξει κανείς στα επιτεύγματα της επιστήμης και της τεχνολογίας που απασχόλησαν την κοινή γνώμη τα τελευταία τριάντα χρόνια θα δει ότι πάντοτε σχεδόν ακολούθησαν μεγάλα κοινωνικά και πολιτικά διλήμματα. Γιατί είναι προτιμότερη η χρηματοδότηση βάσεων στη Σελήνη και τον Άρη από τη χρηματοδότηση περισσοτέρων ερευνών για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης; Η γενετική τροποποίηση καρπών θα λύσει το πρόβλημα της τροφής για τα δισεκατομμύρια των ανθρώπων ή απλώς θα δημιουργήσει νέα μονοπώλια; Επιτρέπεται να γνωρίζουν τα ψηφιακά μονοπώλια περισσότερα από τον καθένα μας για τις συμπεριφορές και τις συνήθειες μας από ό,τι εμείς οι ίδιοι ή οι δημοκρατικοί -υποκείμενοι σε έλεγχο και λογοδοτούντες- θεσμοί; Είναι μερικά από τα ερωτήματα των καιρών.

Ωστόσο, όπως ειπώθηκε στο συνέδριο του Ινστιτούτου Ν. Πουλαντζάς για τις επιστήμες και την πολιτική, η εποχή μας δεν περιορίζεται στα ηθικά προβλήματα, αλλά θέτει και νέες, πρωτόγνωρες προκλήσεις σε ό,τι αφορά την ίδια την υπόσταση τους, τη σχέση μας με τον θεσμό. Στον αναλογικό κόσμο και τον κόσμο του ψυχρού πολέμου, το πρόβλημα του πώς μιλάμε για την επιστήμη,  περιοριζόταν στην εκλαΐκευση, ενώ απουσίαζε τελείως η ανάγκη για δομημένη  επικοινωνία ή ακόμα και διαφήμιση του επιστημονικού έργου καθώς η κοινωνική (και πολιτική) αξία του θεσμού ήταν αυταπόδεικτη.

Στον νεοφιλελεύθερο και ψηφιακό κόσμο τα πράγματα έχουν αλλάξει ριζικά. Τα επιστημονικά προγράμματα παρότι εξακολουθούν να εκπονούνται με δημόσια χρηματοδότηση σε συντριπτικά μεγαλύτερο βαθμό συνοδεύονται πλέον από προγράμματα επικοινωνίας καθώς η έρευνα είναι «ανταγωνιστική» και το διαδίκτυο έχει δώσει τη δυνατότητα σε καθένα να αναζητά κατευθείαν στις πηγές που θέλει. Αυτό το μοντέλο έχει οδηγήσει στην ισότιμη συνύπαρξη επιστημονικών, επιστημονικοφανών και ψευδο-επιστημονικών θεωριών πού γίνονται δεκτές ως έγκυρες από εκείνες τις κοινωνικές ομάδες που επιβεβαιώνουν τις προκαταλήψεις τους. Στην εποχή της μετα-αλήθειας, ή καλύτερα του επικοινωνιακού καπιταλισμού δεν τίθεται τίποτα στο περιθώριο εφόσον διαθέτει την κρίσιμη μάζα που απαιτείται προκειμένου να δημιουργήσει μια αγορά. Στη βάση βρίσκεται η αγοραία τεχνοκρατική ιδεολογία είτε παίρνει τη μορφή της αριστείας, του εκσυγχρονισμού ή του ψευδούς επιστημονισμού.

Κάνοντας μία αναδρομή στα μεγάλα αφηγήματα της περασμένης δεκαετίας παρατηρεί κανείς μια αφηγηματική συνέχεια με πολιτικά αποτελέσματα που μας φέρνουν έως τον πόλεμο. Η οικονομική κρίση παρουσιάστηκε ως ένα «φυσικό φαινόμενο» της οικονομίας, το οποίο υπόκειται σε κανόνες που μπορούν να μελετηθούν και να γίνουν κατανοητοί αλλά όχι να ανατραπούν. Οι φυσικές καταστροφές και η κλιματική κρίση συνθέτουν ένα δυστοπικό αφήγημα παρουσιάζοντας την αναπόφευκτη πορεία του κόσμου προς την καταστροφή (εκτός αν κάποιος πιστεύει ότι θα είμαστε τόσο ριζοσπάστες ώστε να επιστρέψουμε σε επίπεδα κατανάλωσης ενέργειας 200 χρόνων πριν). Η κρίση του κορονοϊού παρουσιάστηκε ως μια αναμενόμενη κρίση που σχετίζεται με φυσικούς κύκλους των επιδημιών (βλέπε ισπανική γρίπη), αλλά και με τις εξαντλητικές καπιταλιστικές μεθόδους εκμετάλλευσης των πλουτοπαραγωγικών πηγών που παραβιάζουν τα φυσικά όρια. Σε καμία φάση της πανδημίας, όμως, δεν αμφισβητήθηκε το οικονομικό και παραγωγικό μοντέλο που την προκάλεσε και δεν προκρίθηκε η αντιμετώπισή της με τη μη «κοινωνικοποίηση» των πατεντών. Χιλιάδες νεκροί ανά τον κόσμο θυσιάστηκαν σιωπηλά σε μια ιδεολογική τύφλωση, θυσία στην «αντικειμενική» υπόσταση της αγοράς.

Στα καθ’ ημάς, η αριστεία που συναντάται ως παράμετρος διεκδίκησης χρηματοδοτήσεων επιστημονικών προγραμμάτων στις σχετικές αιτήσεις μεταλαμπαδεύτηκε σε άλλους θεσμούς όπως η εκπαίδευση και κατέστη κυρίαρχο ιδεολόγημα που αφορούσε το σύνολο της κοινωνικής ζωής και τελικά την πολιτική με σοβαρές αρνητικές συνέπειες. Η αριστοκρατία, η ολιγαρχία επέστρεψαν υπενδεδυμένες τον μανδύα μιας κρυπτικής γλώσσας και ουσίας που αντλεί τη νομιμοποίησή του από τις επιστήμες, δεν έχει όμως σχέση με αυτές ή τον πολιτισμό τους.

Αρχής γενομένης από την υγειονομική κρίση, η οποία μας εισήγαγε στην εποχή των πολλαπλών παράλληλων κρίσεων, η κυρίαρχη ιδεολογία συνέτεινε από την τεχνοκρατία στον επιστημονισμό, ο οποίος χαρακτήρισε τις αποφάσεις της διοίκησης, της πολιτικής δηλαδή εξουσίας, δηλώνοντας ότι ήταν επιστημονικά ενημερωμένες και τεχνοκρατικά θωρακισμένες. Φτάσαμε στο σημείο οι ίδιοι οι επιστήμονες να εξηγούν ότι η επιστήμη δεν είναι ένα παγιωμένο και σταθερό σύστημα δηλώσεων και αποφάνσεων, αλλά ότι υπόκειται πάντοτε σε ελέγχους και αναθεώρηση. Ήταν στην πραγματικότητα μια ακόμα κεκαλυμμένη στροφή προς τον αυταρχισμό. Στο φόβο της πανδημίας επενδύθηκαν πολιτικές οι οποίες παρελκυστικά χρησιμοποιούσαν τον ορθό λόγο για να εδραιώσουν εξουσίες έναντι των κοινωνικών δικαιωμάτων. Ακόμα και στην Αριστερά επικρατούσε η καταγγελία όσων εξέφραζαν επιφυλάξεις, αντί της αντιπαραβολής ενός πολιτικού πλαισίου, πρακτική που απλώς πειθαρχούσε στον κυρίαρχο λόγο με ενίοτε μικροπολιτικές επιδιώξεις. Οι ρίζες αυτής της στάσης πρέπει να αναζητηθούν στην προηγούμενη περίοδο των Μέσων στη χώρα μας.

Από τη δεκαετία του ‘90 και έπειτα ένα δίπολο φόβου και αισιοδοξίας χαρακτηρίζει τις αφηγήσεις των Μέσων για τις επιστήμες και τις τεχνολογίες,  δηλώνοντας όχι την κατάσταση  των επιστημών στη χώρα, αλλά την προβληματική σχέση των θεσμών της πολιτικής και της δημοσιογραφίας μαζί τους. Το δίπολο αυτό σε συνδυασμό με την κακής ποιότητας παραγωγή εκλαΐκευσης και «ελληνοποίηση» των θεμάτων, απόρροια της «φτωχής» δημοσιογραφικής παραγωγής, συνιστά έναν διαρκή αναχρονισμό, μία οπισθοδρόμηση που αποτελεί αμιγώς πολιτικό  θέμα. Ο ελληνικός νεοφιλελευθερισμός σταμάτησε να φαντάζεται και να διεκδικεί μια θέση ανάμεσα στα ανεπτυγμένα τεχνολογικά κράτη, αλλά αποδέχτηκε τη στροφή σε μια οικονομία υπηρεσιών. Για τα Μέσα ενημέρωσης και τον δημόσιο λόγο, έκτοτε, η επιστήμη είναι κάτι που συμβαίνει «κάπου αλλού» και μεταφέρεται στη χώρα μας μέσω λίγων πεφωτισμένων «Ελλήνων» επιστημόνων που μετέχουν σε αυτήν αλλά δεν αποτελεί προϊόν των θεσμών της χώρας μας. Έτσι οι επιστήμες παρουσιάζονται στο δημόσιο λόγο περισσότερο με όρους «μαγείας» -συνθήκη απόλυτα παράδοξη για τη φύση της επιστήμης, μια δοξασία η οποία δεν προσφέρεται για κριτικό συλλογικό έλεγχο, αλλά για απροϋπόθετη αποδοχή των εκάστοτε πορισμάτων της.

Έτσι όμως χάνεται ο ορίζοντας και η χειραφετητική προοπτική της αναπαραγωγής των επιστημών, το στοιχείο που τις συνδέει με την πραγματική ανθρώπινη πρόοδο και επενδύονται ιδεολογικές και πολιτικές στοχεύσεις χειραγώγησης. Ο Μαρξ, γράφοντας στον Ένγκελς για τη θεωρία του Δαρβίνου σχολίαζε: «Είναι αξιοσημείωτο πώς ο Δαρβίνος αναγνωρίζει ανάμεσα σε θηρία και φυτά την αγγλική του κοινωνία με τον καταμερισμό εργασίας, τον ανταγωνισμό, το άνοιγμα νέων αγορών» (Γράμμα του Μαρξ στον Ένγκελς 1862). Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και σήμερα με την κυρίαρχη ιδεολογία, ιδιαίτερα στην ελληνική εκδοχή της, να αντανακλά την αποστροφή της για τους δημόσιους θεσμούς στα αφηγήματα αυτά. Δεν μπορεί να διεκδικηθεί καμία πρόοδος και σε ότι αφορά την αριστερά κανένας κοινωνικός μετασχηματισμός αν δεν φανταστούμε και δεν διεκδικήσουμε κάποιο μέλλον. Αυτό αφορά στη συμμετοχή μας στις επιστήμες και την εξέλιξή τους ως βασικό στοιχείο οποιουδήποτε ανταγωνιστικού προς το κυρίαρχο σχέδιο.

* Του Ματθαίου Τσιμιτάκη, Δημοσιογράφου, Το νήμα – Η ανάλυση περιλαμβάνεται στην έκδοση «Ας μιλήσουμε για τα ΜΜΕ 6», που δημοσιεύει η ομάδα Media Jokers σε συνεργασία με το ΕΝΑ

tags: άρθρα

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)