to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

Οι κρατιδιακές εκλογές στη Γερμανία: μια αποτίμηση

Την Κυριακή 13 Μαρτίου πραγματοποιήθηκαν τρεις εκλογικές διαδικασίες για την ανάδειξη των τοπικών κοινοβουλίων: στα δύο «δυτικά» κρατίδια της Βάδης-Βιρτεμβέργης και της Ρηνανίας-Παλατινάτου και στο «ανατολικό» κρατίδιο της Σαξωνίας-Άνχαλτ.


Ας δούμε, καταρχάς, τα αποτελέσματα σε καθένα από τα κρατίδια (σε παρένθεση τα ποσοστά που είχαν λάβει οι κομματικοί σχηματισμοί στις εκλογές του 2011):

Βάδη-Βιρτεμβέργη: Πράσινοι 30,3% (24,2%), CDU 27% (39%), AfD 15,1% (-), SPD 12,7% (23,1%), FDP 8,3% (5,3%), DIE LINKE 2,9% (2,8%).

Ρηνανία-Παλατινάτο: SPD 36,2% (35,7%), CDU 31,8% (35,2%), AfD 12,6% (-), FDP 6,2% (4,2%), Πράσινοι 5,3% (15,4%), DIE LINKE 2,8% (3%).

Σαξωνία-Άνχαλτ: CDU 29,8%, AfD 24,2% (-), DIE LINKE 16,3% (23,7%), SPD 10,6% (21,5%), Πράσινοι 5,2% (7,1%), FDP 4,9% (3,8%).

Μια προσεκτική ανάγνωση των αποτελεσμάτων δεν μπορεί να αφίσταται από συγκεκριμένες τοπικές ιδιομορφίες σε αυτά τα κρατίδια, την ίδια στιγμή όμως οφείλει να αναδεικνύει συγχρόνως γενικότερες πολιτικές τάσεις και αντιθέσεις, όπως καταγράφονται εκλογικά σε καθένα από αυτά. Για παράδειγμα, η ορατή κρίση της «συγκυβέρνησης των επιτυχιών», υπό την καγκελάριο Μέρκελ, διαμορφώνει στο πλούσιο κρατίδιο της Βάδης-Βιρτεμβέργης έναν καινούργιο πολιτικό φορέα «άφθαρτου πολυσυλλεκτισμού»: από την εκλογική καταγραφή μιας σημαντικής αναντιστοιχίας ανάμεσα στην κομματική επιλογή «σταθερότητας» ή «συνετής διαχείρισης» και στο ιδεολογικο-πολιτικό ρεύμα, επωφελούνται οι Πράσινοι του Βίνφριντ Κρέτσμαν.

Ενώ οι Πράσινοι καταγράφουν πολύ μεγάλες απώλειες στη Ρηνανία-Παλατινάτο και συνεχίζουν τη διαρκή πτώση τους στη Σαξωνία-Άνχαλτ, η προσωποκεντρική και σαφώς συντηρητικότερη εκδοχή τους στη Βάδη-Βιρτεμβέργη απέσπασε αθροιστικά 264.000 ψήφους από την CDU και την SPD, αναδεικνυόμενη σε πρώτο κόμμα: η επί σειρά ετών ισχυρή CDU στη συντηρητική Βάδη-Βιρτεμβέργη έχασε άλλες δώδεκα ποσοστιαίες μονάδες και το SPD φαίνεται να περιθωριοποιείται οριστικά στα εγχειρήματα αστικής διαχείρισης του κρατιδίου. Αν λάβει κανείς υπόψη του, μάλιστα, τις ειδήσεις που φτάνουν για το πιθανότερο ενδεχόμενο κυβέρνησης συνασπισμού στη Βάδη-Βιρτεμβέργη, ένας καινούργιος συγκλίνων δικομματισμός μεταξύ Πρασίνων και Χριστιανοδημοκρατών διαμορφώνεται σ’ αυτό το κρατίδιο υπό το μηχανισμό του Κρέτσμαν, με την πολιτική περιθωριοποίηση τoυ SPD. Αν στις αυτοδιοικητικές εκλογές της Έσσης, σε φόντο πολύμορφων κινητοποιήσεων, τιμωρήθηκε η υπάρχουσα συγκυβερνητική εκδοχή Χριστιανοδημοκρατών-Πρασίνων, στη Βάδη-Βιρτεμβέργη ενισχύθηκε το αίτημα αναδιάταξης των διαχειριστικών συναινέσεων με κύριο παράγοντα τον Κρέτσμαν. Ο Κρέτσμαν είχε έρθει ήδη σε οξεία σύγκρουση με το ομοσπονδιακό κόμμα των Πρασίνων, διαμορφώνοντας κατά την πρώτη κυβερνητική του θητεία (με μικρότερο εταίρο το SPD) τη μονιμότερη πολιτική συγκρότηση μιας νέας διαχειριστικής συναίνεσης στη Βάδη-Βιρτεμβέργη, μέσα από την οικειοποίηση συντηρητικών αιτημάτων στην πολιτική ασύλου και την άμβλυνση περιβαλλοντικών αιχμών δυσάρεστων σε μεσαίους και μεγάλους «επενδυτές». Σε αυτή τη φάση, ο Κρέτσμαν μοιάζει να υλοποιεί στη μικροκλίμακα την πολιτική στόχευση της δεξιάς πτέρυγας των Πρασίνων για ένα πρασινωπό κοκτέιλ, το οποίο θα αναλάμβανε να αναρρυθμίσει, με άλλους συσχετισμούς στο ομοσπονδιακό επίπεδο, όλες εκείνες τις νεοφιλελεύθερες συναινέσεις, οι οποίες εκπαιδεύτηκαν από την υπερδεκαετή συγκυβέρνηση της πιεζόμενης CDU και της ραγδαία συρρικνούμενης SPD.

Η Ρηνανία-Παλατινάτο, κρατίδιο με αγροτική-μικροαστική σύνθεση και έντονη επιρροή του καθολικισμού, υπήρξε μέχρι το 1991 άπαρτο κάστρο της CDU. Έκτοτε, ισχυροποιήθηκε το SPD, η οποία έφτασε στο απόγειο της δύναμής της στις κρατιδιακές εκλογές του 2006, με 45,6%. Αυτή η καθοδική απήχηση του SPD στο ρηνανικό κρατίδιο ανακόπηκε στις 13 Μαρτίου με την καταγραφή μικρής ανόδου του κόμματος, οφειλόμενη κατά κύριο λόγο σε εισροές από την κατάρρευση των Πρασίνων (περίπου 90.000 ψήφοι), αλλά και από 54.000 εκλογείς, οι οποίοι δεν είχαν ψηφίσει στις κρατιδιακές εκλογές του 2011. Το συγκεκριμένο αποτέλεσμα έρχεται σε πλήρη αναντιστοιχία με την εικόνα κατάρρευσης της SPD σε άλλα κρατίδια και αντικατοπτρίζει ένα ακόμα τοπικό πείραμα αναρρύθμισης των νεοφιλελεύθερων συναινέσεων της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, υπό την σοσιαλφιλελεύθερη Μαλού Ντράγιερ. Ο επικοινωνιακός μηχανισμός της Ντράγιερ έδωσε έμφαση στην «πολιτικοποιημένη κεντρώα», η οποία κατόρθωσε σε όλο το προηγούμενο διάστημα να μοιράσει την πολιτική της ανάμεσα στην αριστερά και τη δεξιά, χωρίς να διακυβεύσει τη «σταθερότητα» και χωρίς να χαρακτηρίζεται από τις εμφανείς συσχετίσεις ενός τμήματος της CDU με τον ρατσιστικό και ακροδεξιό λόγο της AfD. Η ψήφος στην Ντράγιερ τροφοδοτήθηκε από στοιχεία οικονομικού και πολιτισμικού φιλελευθερισμού, τα οποία μάλλον δεν δίνουν δεκάρα για την SPD καθεαυτή, αλλά συγκατανεύουν στη «ρεαλιστική» λύση, την οποία προσφέρει ο μηχανισμός της Ντράγιερ απέναντι στην άνοδο της AfD και σε μια κοινωνικά υπερσυντηρητική CDU.

Στη Σαξωνία-Άνχαλτ, με τα οξύτατα κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα, τα συγκυβερνητικά σε τοπικό και ομοσπονδιακό επίπεδο κόμματα συρρικνώθηκαν περαιτέρω, σε διαφορετικές, όμως, αναλογίες. Έτσι, το SPD κυριολεκτικά κατέρρευσε, χάνοντας άλλες έντεκα μονάδες, ενώ η CDU «κρατήθηκε», παρά την εξακολουθητική αισθητή μείωση των ποσοστών της, σε πρώτο κόμμα και ισχυρότερο εταίρο των αστικών συναινέσεων στο κρατίδιο. Μεγάλη πτώση είχε και το μέχρι πρότινος δεύτερο κόμμα, δηλαδή το κόμμα DIE LINKE (σχετικά, σε ξεχωριστή ενότητα). Μεταξύ των κυβερνητικών εταίρων, 20.000 ψήφοι της SPD κατευθύνθηκαν προς την CDU, ενώ ένα μικρότερο ποσοστό διέρρευσε προς το κόμμα DIE LINKE, το οποίο, κατά τα άλλα, κατέγραψε απώλειες προς διάφορες κατευθύνσεις.

Βασικό συμπέρασμα, που συνάγεται από τα παραπάνω, είναι ότι οι κρατιδιακές εκλογές της 13ης Μαρτίου επιβεβαίωσαν την διαγραφόμενη τάση για κατακερματισμό του πολιτικού συστήματος, αλλά και τη ρευστότητα των συσχετισμών ως προς τη διαχείριση της πολιτικής στρατηγικής που κληροδοτεί η περίοδος Μέρκελ. Η φαινομενικά πιο «συντεταγμένη» ήττα της CDU και η επιτάχυνση στην κατάρρευση της SPD διευθετούν διαφορετικές ισορροπίες, μέσα από την ανακύκλωση των ψηφοφόρων της «σταθερότητας». Στην ίδια κατεύθυνση, οι Πράσινοι αναδεικνύονται, ίσως πιο ξεκάθαρα από ποτέ, σε μια ασταθή πολιτικο-ιδεολογική συνομοσπονδία με δύο ψυχές: η δεξιά τους ψυχή είναι αυτή, η οποία προς το παρόν ομογενοποιείται σε ένα συγκεκριμένο πολιτικό σχέδιο.

Η εκτόξευση της Ακροδεξιάς

Την πιο ζοφερή παράμετρο στις εκλογές της 13ης Μαρτίου αποτελεί αδιαμφισβήτητα η ισχυρή άνοδος της ακροδεξιάς AfD τόσο στα δύο «δυτικά» κρατίδια όσο και στην «ανατολική» Σαξωνία-Άνχαλτ. Η πρωτοεμφανιζόμενη AfD αναδείχθηκε σε δεύτερο κόμμα στη Σαξωνία-Άνχαλτ και τρίτο κόμμα στη Βάδη-Βιρτεμβέργη και στη Ρηνανία-Παλατινάτο, συνιστώντας το κύριο στοιχείο ανατροπής των ισορροπιών στο πολιτικό σκηνικό. Στη Σαξωνία-Άνχαλτ, μάλιστα, η εκλογική διείσδυση του ακροδεξιού κόμματος ήταν πολύ μεγαλύτερη από εκείνη που κατέγραψαν οι δημοσκοπήσεις.

Σύμφωνα με τα μέχρι τώρα στοιχεία, οι μεγαλύτερες πηγές εισροών για την AfD ήταν παντού, κατά σειρά, όσοι δεν είχαν ψηφίσει στις εκλογές του 2011, τα μικρότερα κόμματα (κυρίως υπερσυντηρητικά και φασιστικά ψηφοδέλτια των εκλογών του 2011) και η CDU. Στη Βάδη-Βιρτεμβέργη, το SPD είχε διαρροές της τάξης των 90.000 ψήφων προς την AfD (157.000 προς τους Πράσινους), ενώ και από το πρώτο κόμμα των Πρασίνων με τη μεγάλη άνοδο, 70.000 ψηφοφόροι των εκλογών του 2011 κατευθύνθηκαν στις 13 Μαρτίου προς την AfD. Στη Ρηνανία-Παλατινάτο, επίσης, τέταρτη κατά σειρά πηγή εισροών προς την ακροδεξιά ήταν οι Σοσιαλδημοκράτες. Ενώ στα δύο «δυτικά» κρατίδια, το κόμμα DIE LINKE ήταν η μικρότερη πηγή εισροών προς όφελος της AfD, στη Σαξωνία-Άνχαλτ ήταν η τέταρτη κατά σειρά: περίπου 28.000 ψηφοφόροι του κόμματος στις εκλογές του 2011 ψήφισαν την ΑfD στις εκλογές της 13ης Μαρτίου.

Όπως επισημαίνεται από πολλές πλευρές, όποιος σήμερα αναφέρεται σε «μεσαίο χώρο» στη Γερμανία, οφείλει να έχει υπόψη του πως ένα κρίσιμο τμήμα του επέλεξε να καταστήσει ρυθμιστική δύναμη ένα ακροδεξιό, ρατσιστικό, υστερικά μισαλλόδοξο κόμμα, με πάρα πολλά στοιχεία φασιστικής αναφοράς στις γραμμές του κι ένα οικονομικό πρόγραμμα περαιτέρω αποδόμησης του κοινωνικού κράτους και των εργατικών κατακτήσεων. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι συνιδρυτές και επί μακρόν βιτρίνα αυτού του ακροδεξιού συνονθυλεύματος υπήρξαν πρόεδροι μεγάλων εργοδοτικών οργανώσεων, προβεβλημένοι νεοφιλελεύθεροι «αριστείς», τεχνοκράτες και καθηγητές πανεπιστημίων.

Επιλεκτικά συγκροτημένο από συστατικά αχαλίνωτου νεοφιλελευθερισμού, από όλες τις θεματικές νέο-ρατσισμού και κοινωνικού δαρβινισμού, που ξέρασε από τα σπλάχνα του ο γερμανικός αστισμός, αλλά κι από ιδεολογήματα νόμου και τάξης, ρευματοδοτήθηκε από τη βαθιά αντιδημοκρατική εκδοχή νεοφιλελευθερισμού, την οποία αποκρυστάλλωσαν οι συναινέσεις της συγκυβέρνησης Μέρκελ από το 2005 μέχρι σήμερα. Σε αυτό το υπερβολικά μακρύ χρονικό διάστημα, μεγάλα τμήματα κοινωνικά απότακτων, ημιαπασχολούμενων νέων και συνταξιούχων εκπαιδεύτηκαν στην αντίληψη συγκεντρωτικών λειτουργιών και αναδιαρθρώσεων με όχημα την αντίληψη «πρώτα η Γερμανία»· η θέση του γερμανικού καπιταλισμού στην Ευρώπη αναγόταν σε κεντρική παράμετρο της επανευρεθείσας εθνικής ταυτότητας.

Αδιαμφισβήτητα, η AfD άντλησε ένα πολύ μεγάλο μέρος της δύναμής της με την κυβερνητική συνενοχή. Όπως αποφαίνεται το ίδρυμα των Σοσιαλδημοκρατών, Friedrichs-Ebert-Stiftung, μετά από την ενδεκαετή συγκυβέρνηση, μεγάλα τμήματα της κοινωνίας χαρακτηρίζονται από μια «επιθετική απάθεια». Η ψήφος στην AfD αντικατοπτρίζει και την πολύμορφα εκπαιδευμένη, ακραία απαξίωση απέναντι στην κοινωνική διεκδίκηση, τους απόκληρους και τους αδύναμους. Ο δήθεν αντικατεστημένος λόγος της AfD φέρνει αντιμέτωπους τους φτωχούς του «έθνους» με τους πρόσφυγες, κατά ανάλογο τρόπο, με τον οποίο η συστημική της απεύθυνση εγγυάται σε ανώτερα και μεσαία κοινωνικά στρώματα την περαιτέρω περιφρούρηση των «επικίνδυνων τάξεων» μέσα στην αυταρχικότερη κοινωνική δόμηση που προκρίνει. Τόσο η CDU (κι ακόμα πιο ηχηρά η βαυαρική CSU) όσο και μεγάλο τμήμα του SPD προέκριναν την υπονόμευση του κράτους δικαίου και των πολιτικών ελευθεριών, προς όφελος ενός ανταγωνιστικού, αντιπολιτικού «εθνικού» λόγου, για να εμβαθύνουν τα αυταρχικά πρότυπα, ακόμα και με τη συνέργεια ρατσιστικών στερεοτύπων, όπως μας υπενθυμίζει ο δημοσιολόγος Βίλχελμ Χάιτμαγιερ, στη σειρά μελετών του με τίτλο «Γερμανικές καταστάσεις» («Deutsche Zustände»).

Τα αποτελέσματα αυτής της διαδικασίας, μέσα από τους κρατικούς και τους ιδεολογικούς μηχανισμούς, δημιούργησαν συγκοινωνούντα δοχεία ανάμεσα στα κύρια πεδία των νεοφιλελεύθερων συναινέσεων και στην AfD. Κι αυτό, σε βαθμό που η ενίσχυση της τελευταίας δεν αντανακλά την ήττα των πρώτων, αλλά την ανταγωνιστική επιδίωξη για μετεξέλιξή τους στα (ακρο)δεξιότερα, μέσα από συσχετισμούς που θα αποκαθιστούν έναν πολιτικο-εκλογικό κόμβο της γερμανικής ακροδεξιάς σε μέρος της ηγεμονικής σύγκλισης. Η πρόεδρος της Ακαδημίας Επιστημών του Βερολίνου δεν παύει τώρα να διακηρύσσει σε όλους τους τόνους ότι το δικαίωμα του ασύλου είναι εδραιωμένο στο γερμανικό σύνταγμα. Ωστόσο, η καγκελάριος των συγκοινωνούντων δοχείων, παρά τους θεατρινισμούς της, κατάργησε στην πράξη τόσο αυτή την κατοχύρωση όσο και την εφαρμογή της συνθήκης της Γενεύης, μαζί με τους άλλους 27 της Ε.Ε., μεταξύ των οποίων βρίσκονται και πολλές προνομιακές συμμαχίες των κυβερνητικών συναινέσεων στην ευρωπαϊκή πολιτική της Γερμανίας. Αν το πρώτο κύμα ακροδεξιάς ανόδου οδήγησε σε δραστικό περιορισμό των δικαιωμάτων ασύλου το 1993, οι υπαλλακτικές πολιτικές με την AfD (και νωρίτερα με τους φασιστοειδείς Pegida) προοικονομούν ακόμα χειρότερες εξελίξεις το 2016.

Και η Αριστερά;

Το κόμμα DIE LINKE είδε τα ποσοστά του σχεδόν να διπλασιάζονται στις αυτοδιοικητικές εκλογές της Έσσης, όπου η συστηματική και σωστά στοχευμένη κοινωνική και πολιτική παρέμβαση σε βάθος δεκαετίας έφερε αξιόλογα αποτελέσματα μέσα σε ένα σύνθετο τοπίο. Αντιθέτως, οι τρεις κρατιδιακές εκλογές της 13ης Μαρτίου ήταν απογοητευτικές για το κόμμα της γερμανικής αριστεράς. Στα δύο «δυτικά» κρατίδια, η εκλογική καταγραφή του κόμματος αντιστοιχεί είτε σε στασιμότητα (Βάδη-Βιρτεμβέργη) είτε σε στασιμότητα με μικρή πτωτική τάση (Ρηνανία-Παλατινάτο)· σ’ αυτά τα κρατίδια, η κομμουνιστογενής αριστερά έχει να εκπροσωπηθεί στα τοπικά κοινοβούλια από το 1945 και το 1947 αντιστοίχως, ενώ πριν από το 2006 κατέγραφε σχεδόν μηδενικά ποσοστά. Στη Σαξωνία-Άνχαλτ, όμως, το κόμμα «DIE LINKE», υπό τον έλεγχο της τάσης «Φόρουμ Δημοκρατικός Σοσιαλισμός», είδε τα ποσοστά του να μειώνονται δραματικά και μολονότι κράτησε διψήφιο νούμερο, παραχώρησε τη δεύτερη θέση στην ακροδεξιά AfD, καταγράφοντας τη χειρότερη εκλογική του επίδοση από το 1994.

Αναφορικά με το κόμμα της γερμανικής Αριστεράς, θα μπορούσε κανείς να παραφράσει μια γνωστή ρήση του Πωλ Βαλερύ: «Δύο θανάσιμοι κίνδυνοι απειλούν τη LINKE: η τάξη και η αταξία». Η τάξη του «Φόρουμ» στη Σαξωνία-Άνχαλτ, αφενός, υπήρξε η μετασταλινική διαχείριση μιας κάποιας νοσταλγίας για πλευρές της ΛΔΓ, η ακινητοποίηση σε διακανονισμούς κορυφών με ορισμένη διείσδυση ιδεολογικών απόψεων της σοσιαλδημοκρατίας στο εσωτερικό της, η έντονη καχυποψία απέναντι σε διεκδικήσεις που ξέφευγαν από τον έλεγχο των μηχανισμών του «Φόρουμ», η παρεμπόδιση της ουσιαστικής σύνθεσης με αιτήματα των αριστερών πτερύγων, η μερική, αλλά υπαρκτή συναίνεση με εθνικο-κοινωνικά περιεχόμενα, δια της διολισθήσεως σε ένα κέντρο διαχείρισης ανισορροπιών, διαρκώς απομακρυνόμενο από μια κοινωνική παρέμβαση αντίστοιχη με τις ανάγκες των ανέργων και των διαρκώς φτωχοποιούμενων εργαζομένων σ’ αυτό το «ανατολικό» κρατίδιο.

Αφετέρου, είναι επικίνδυνη η αταξία, η οποία πολώνει ψευδώς κρισιμότερες αντιθέσεις σε μια σχηματοποίηση της θέσης για το νόμισμα, καθυστερώντας ή αποδυναμώνοντας το πολύ προωθητικότερο μοντέλο κομματικής οικοδόμησης και κοινωνικής απεύθυνσης, το οποίο άρχισε να διαμορφώνεται στα «δυτικά» κρατίδια, όπου η Αριστερά ξεκίνησε, σε πολλές περιπτώσεις, κυριολεκτικά από το μηδέν και σε πολύ αντίξοες συνθήκες. Απέναντι στα φαινόμενα που περιγράφηκαν στις δύο προηγούμενες ενότητες και ειδικά απέναντι στην ανάπτυξη της AfD, το κόμμα DIE LINKE οφείλει να πολιτικοποιήσει τις αντιθέσεις ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργασία, να φέρει ενεργότερα το κοινωνικό ζήτημα στο επίκεντρο, μέσα από όλα τα επίπεδα της συγκρότησής της. Το πεδίο όπου μπορεί να ανακτήσει και να ενισχύσει δυναμικά χαρακτηριστικά ενότητας δεν βρίσκεται στη σύγκλιση με δήθεν αντιφασιστικά υποσύνολα των νεοφιλελεύθερων συναινέσεων, οι οποίες ενδυνάμωσαν κοινωνικά την ακροδεξιά, ούτε στη συμβολή για μια θνησιγενή «κεντροποίηση» του αντιφασισμού, αλλά πρωτίστως στην αποτελεσματικότερη ανάδειξη του κοινωνικού ζητήματος, της ταξικής πάλης, της αντικαπιταλιστικής κριτικής, σε συνδυασμό με την καλύτερη οργάνωση της αντιφασιστικής παρέμβασης και με την υπεράσπιση των προσφύγων και των μεταναστριών.

Όπως επισημαίνουν σε κείμενο συμβολής βουλευτές και βουλεύτριες από τις αριστερές πτέρυγες του κόμματος, «αυτή η κοινωνική αντεπίθεση μπορεί να διεξαχθεί αξιόπιστα μόνο εφόσον ασκούμε δριμεία αντιπολίτευση και απέναντι στη Χριστιανοδημοκρατική Ένωση, το SPD και τους Πράσινους για την αντικοινωνική πολιτική τους». Από τη δυνατότητα των αριστερών πτερύγων να επιταχύνουν και να εμβαθύνουν ουσιαστικά τον πολύμορφο μετασχηματισμό του κόμματος DIE LINKE σε πολιτικό υποκείμενο, το οποίο θα συγκρούεται με τον πυρήνα των νεοφιλελεύθερων συναινέσεων, οι οποίες αναγέννησαν την ακροδεξιά στη Γερμανία, εξαρτάται και η πορεία μειοψηφικών μεν, καταγεγραμμένων, ωστόσο, τάσεων αποδέσμευσης σοσιαλδημοκρατών και πράσινων ψηφοφόρων προς τα αριστερά, η διεύρυνση αριστερών μετατοπίσεων από το «Φόρουμ» μετά το καλοκαίρι, η ίδια η πόλωση της διάσπαρτης αριστερής αμφισβήτησης στους Πράσινους υπέρ ενός ανταγωνιστικού σχεδίου με αναγνωρίσιμα ιδεολογικά στοιχεία, αριστερή πολιτική διακριτότητα, προϋποθέσεις για τη δομική αναστροφή της ήττας του κόσμου της εργασίας στη Γερμανία.

Σε κάθε περίπτωση, οι επόμενες κρατιδιακές εκλογές που θα μας απασχολήσουν είναι προγραμματισμένες για το φθινόπωρο του 2016 στο Βερολίνο και στο «ανατολικό» κρατίδιο Μεκλεμβούργο-Πομερανία.

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)