to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

Η επαναφορά του προστατευτισμού στις διεθνείς οικονομικές σχέσεις

Η νίκη του Ντ. Τραμπ εκτός από την επικοινωνιακή της ρητορική, είναι πιθανόν να επιφέρει αλλαγές στην υπάρχουσα διεθνή πολυπολική παγκοσμιοποιημένη οικονομία. Αυτό είναι ένα ενδεχόμενο που αποκτά κρισιμότερη σημασία από ό,τι οι επιμέρους αντιπαραθέσεις σε περιφερειακά ζητήματα. Μεγάλο ερωτηματικό αποτελεί η θέση της Γερμανίας και κατ’ επέκταση της Ευρωζώνης στο νέο σκηνικό του διεθνούς συστήματος, όπως αυτό πρόκειται να διαμορφωθεί.


Σύμφωνα με τα στοιχεία που είδαν το φως της δημοσιότητας πριν από μερικές εβδομάδες, το εμπορικό πλεόνασμα της Γερμανίας σημείωσε νέο ρεκόρ για το έτος 2016, φθάνοντας τα 252,9 δισ. ευρώ: οι εξαγωγές ανέβηκαν στα 1,2 τρισεκατομμύρια ευρώ έναντι 954,6 δισεκατομμυρίων των εισαγωγών. Το γεγονός αυτό αναμένεται να πυροδοτήσει αντιδράσεις από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, τουλάχιστον στο πλαίσιο της ρητορικής του νέου Προέδρου των ΗΠΑ.

Δεν ήταν λίγα τα δημοσιεύματα του γερμανικού Τύπου με θέμα τη στάση του επιτελείου του Ντ. Τραμπ στις διεθνείς εμπορικές συμφωνίες αλλά και στο γενικότερο κομμάτι του προστατευτισμού των εθνικών οικονομιών, μετά την υπογραφή για αποχώρηση από την συμφωνία TPP (Trans Pacific Partnership), αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων του.

Οι αντιδράσεις από τις ΗΠΑ αφορούν, σε γενικές γραμμές, το επιχείρημα του “αδύναμου” νομίσματος (ευρώ) έναντι του δολαρίου που λειτουργεί προς όφελος της γερμανικής οικονομίας, αφού αυτή προσανατολίζεται στις εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών καθιστώντας τις περισσότερο “ελκυστικές”. Ο επικεφαλής του Εθνικού Συμβουλίου Εμπορίου του Λευκού Οίκου Πέτερ Ναβάρο είχε αναφέρει παλαιότερα στους Financial Times ότι η Γερμανία έχει αποκτήσει σταδιακά ένα άδικο πλεονέκτημα προς τις ΗΠΑ και άλλες χώρες με το αδύναμο νόμισμά της.

Οι μνήμες άλλωστε από την υπόθεση των εκπομπών ρύπων σε συγκεκριμένα μοντέλα γερμανικών αυτοκινήτων (που αποτελούν σημαντικό κομμάτι των εξαγωγών προς τις ΗΠΑ) είναι ακόμα νωπές, με το γερμανικό επιτελείο να καλείται να καταστρώσει ένα σχέδιο προσαρμογής στη νέα κατάσταση και τη διαχείρισή της, προκειμένου να προστατευτεί η γερμανική οικονομία, μετά την ανάληψη της εξουσίας από τον Ντ. Τραμπ.

Σε αυτά τα επιχειρήματα ο Χένρικ Μπόμε από την Deutsche Welle, σε άρθρο γνώμης είχε απαντήσει, επιχειρηματολογώντας ότι μια ισχυρή Γερμανία θα ωφελήσει και τις ΗΠΑ, απορρίπτοντας δηλαδή τον ισχυρισμό περί καταστάσεων νικητών και χαμένων στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία.

Με δεδομένο ότι οι εμπορικές σχέσεις με τη Ρωσία –όπου τα αποθέματα χρυσού σημειώνουν νέο ρεκόρ– έχουν επηρεαστεί τα τελευταία χρόνια από το ζήτημα της Ουκρανίας, ένας άλλος εταίρος φαντάζει σημαντικότερος για το Βερολίνο, και αυτός δεν είναι άλλος από την Κίνα. Ως προς αυτό το ζήτημα, άλλωστε, σε δήλωσή του ο υπεύθυνος του Γερμανικού Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών (Deutsche Institut für Wirtschaftsforschung), Μάρσελ Φράτσερ τόνισε ότι “η ακύρωση της TTP από τον Ντ. Τραμπ ενδυνάμωσε τον ρόλο της Κίνας. Στο μέλλον η Κίνα θα αποτελεί σημαντικό εταίρο για την Ευρωπαϊκή Ένωση και για αυτό θα πρέπει να φέρουμε την χώρα πιο κοντά στο άνοιγμα των φραγμών στο διεθνές εμπόριο [τα κύρια ζητήματα αφορούν το ζήτημα των πνευματικών δικαιωμάτων στις ευρεσιτεχνίες]”.

Σε αυτό το κλίμα ο Πρέσβης της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας στην Γερμανία Σι Μίνγκτε, σε άρθρο γνώμης στην Die Welt, είχε αναφερθεί στο πόσο σημαντικός εταίρος είναι για το Πεκίνο η Γερμανία, καθώς και στον σημαντικό ρόλο που παίζει η παγκοσμιοποίηση, το διεθνές εμπόριο καθώς και η αλληλεξάρτηση των κρατικών οικονομιών (και της διεθνούς κοινότητας), δηλώνοντας χαρακτηριστικά ότι “ο συντηρητισμός και η απομόνωση μόνο φτώχεια και οπισθοδρόμηση μπορούν να προκαλέσουν”. Επίσης εξέφρασε την αντίθεσή του σε κάθε μορφή προστατευτισμού και στην ανάγκη ενίσχυσης των συνομιλιών στο πλαίσιο της Παγκόσμιας διακυβέρνησης (Global Governance).

Η νίκη του Ντ. Τραμπ εκτός από την επικοινωνιακή της ρητορική, είναι πιθανόν να επιφέρει αλλαγές στην υπάρχουσα διεθνή πολυπολική παγκοσμιοποιημένη οικονομία. Αυτό είναι ένα ενδεχόμενο που αποκτά κρισιμότερη σημασία από ό,τι οι επιμέρους αντιπαραθέσεις σε περιφερειακά ζητήματα. Μεγάλο ερωτηματικό αποτελεί η θέση της Γερμανίας και κατ’ επέκταση της Ευρωζώνης στο νέο σκηνικό του διεθνούς συστήματος, όπως αυτό πρόκειται να διαμορφωθεί.

merkel-trump

Στιγμιότυπο από την επίσκεψη της Άνγκελα Μέρκελ στον Λευκό Οίκο, στις 17 Μαρτίου 2017

Από την επίσκεψη της γερμανίδας Καγκελαρίου στις ΗΠΑ και τη συνάντησή της με τον Ντ. Τραμπ μεγαλύτερης σημασίας ήταν οι επαφές των οικονομικών επιτελείων των δύο πλευρών, παρά τα επικοινωνιακά θέματα που είχαν να κάνουν τόσο με την “χειραψία”, όσο και με το tweet του Προέδρου των ΗΠΑ περί “οφειλόμενων” της Γερμανίας. Αντίστοιχα, τα οικονομικά θέματα ήταν το κυρίως ζήτημα στη συνάντηση των Υπουργών Οικονομικών, στο πλαίσιο των G20, το περασμένο Σαββατοκύριακο, όπου η πλευρά που εκπροσωπεί τις ισχυρές οικονομίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης εξέφρασε “ανησυχίες για το ελεύθερο εμπόριο”.

Το κατά πόσον το Πεκίνο μπορεί να αναλάβει έναν πρωταγωνιστικό ρόλο και το κατά πόσον ο Λευκός Οίκος θα αλλάξει τακτική, αποτελούν διακυβεύματα που τίθενται σε μια κρίσιμη προεκλογική χρονιά για το Βερολίνο, γεγονός που καθιστά περίπλοκη κάποια πρόβλεψη. Όμως, είναι πιθανόν ότι το προσεχές διάστημα θα διαμορφωθεί μια σαφέστερη εικόνα για την εξέλιξη της αντιπαράθεσης των εθνικών κρατικών οικονομιών, τα καλέσματα για επιστροφή σε κάποια μορφή προστατευτισμού ή την περαιτέρω ενίσχυση του «ελεύθερου εμπορίου» των μεγαλύτερων πόλων ανά την υφήλιο, στο πλαίσιο της οικονομικής παγκοσμιοποίησης.

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)