to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

Η Ενεργειακή μετάβαση που θα… αργήσει κάποια χρόνια

«Η σοβαρή πράσινη πολιτική προς την κλιματική ουδετερότητα απαιτεί σοβαρό σχεδιασμό και όχι ευκαιριακές λύσεις. Εάν δεν επενδύσουμε τώρα στην ενεργειακή μετάβαση, θα χαθεί πάλι μια δεκαετία όπου θα κληθούν όλοι να πληρώσουν ακριβότερα στο μέλλον»


Στην προσπάθειά της να συμβάλει στην αντιμετώπιση του φαινομένου του θερμοκηπίου, η Ελλάδα επέλεξε να προχωρήσει σε μια γρήγορη απολιγνιτποίηση της ηλεκτροπαραγωγής, μειώνοντας τη χρήση λιγνίτη ο οποίος είχε μεγάλη επιβάρυνση εξαιτίας του περιβαλλοντικού κόστους. Η κίνηση αυτή ήταν προς τη σωστή κατεύθυνση, ενώ αρκετές φωνές ακούστηκαν ότι ενδεχομένως να έπρεπε να γίνει πιο ομαλά και σε μεγαλύτερο βάθος χρόνου. Σίγουρα η κλιματική πίεση δεν σηκώνει καθυστερήσεις, αρκεί όμως και το ενεργειακό σύστημα να μπορέσει να ανταποκριθεί στην αλλαγή αυτή με καθαρό τρόπο.

Η πραγματικότητα όμως σε μια ασθενή και ευάλωτη οικονομία και ένα ανέτοιμο ενεργειακό σύστημα έδειξε ότι δυστυχώς ήταν μια απόφαση χωρίς να συνοδεύεται από αρκετή ωριμότητα. Η απολιγνιτοποίηση δυστυχώς δεν συνοδεύτηκε από απανθρακοποίηση της ενέργειας. Και αυτό γιατί η πολιτεία έχει μέχρι τώρα επιλέξει την αντικατάσταση λιγνίτη με φυσικό αέριο, τόσο στην ηλεκτροπαραγωγή όσο και στη θέρμανση.

Όμως, το φυσικό αέριο που προκρινόταν προ 10ετίας σαν το φθηνό καύσιμο μετάβασης, εφεξής είναι το καύσιμο που εγείρει τα περισσότερα ερωτήματα. Εκτός από τις τιμές που δεν θα είναι ποτέ εφεξής χαμηλές, βλέπουμε και τα γεωπολιτικά προβλήματα πια. Όσο και να θέλουν οι πολιτικοί να μιλάνε για πρόσκαιρο φαινόμενο, προφανώς είχε άγνοια των σεναρίων της Ευρωπαϊκής επιτροπής όσο και της Διεθνούς Επιτροπής Ενέργειας που δείχνουν αύξηση των τιμών σταθερά έως το 2050 (ίσως με μικρότερες πληθωριστικές πιέσεις). Η εμμονή της Ελλάδας με το ορυκτό αέριο δυστυχώς εγκλώβισε και εγκλωβίζει τη χώρα ακόμα περισσότερο σε υψηλότερο κόστος.

Μετά την εισβολή στην Ουκρανία, η απόφαση στροφής από το φυσικό αέριο προς το LNG συνεχίζει ακριβώς στον ίδιο βαθμό εγκλωβισμού της χώρας με ένα καύσιμο, το οποίο δεν είναι καθαρό, έχει πολύ μεγαλύτερα ρίσκα παράδοσης και τιμής, ενώ οι υφιστάμενες πληθωριστικές πιέσεις παγκόσμια οδηγούν και σε κίνδυνο ή αδυναμία έγκαιρης παράδοσης υποσχόμενων φορτίων (https://www.energymonitor.ai/finance/soaring-costs-curb-enthusiasm-for-u...).

Η παλινωδία φυσικά της χώρας φαίνεται ότι δεν έχει σταθερή και μακροχρόνια ενεργειακή πολιτική πια, καθώς αναζητά πηγές ορυκτού αερίου από παντού (εμμένοντας στις εισαγωγές καυσίμου με αυξημένο κόστος για την οικονομία) πια, ενώ μόλις πρόσφατα ανακοινώθηκε και ότι προωθείται συμφωνία με την Βουλγαρία για αγορά ηλεκτρισμού από πυρηνικό σταθμό, ενώ άρχισε να φουντώνει το εθνικό ενδιαφέρον για εξορύξεις στον θαλάσσιο χώρο, παρά και την απόφαση εγκατάλειψής τους από δύο ξένους κολοσσούς. Φυσικά, τίποτα από αυτά δεν είχε συμφωνηθεί στο υφιστάμενο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα.

Και οι δύο λοιπόν οπτικές αφορούν καθαρά εξάρτηση της χώρας από ξένους πόρους. Τίποτα δεν φαίνεται πια ότι συνάδει με τους στόχους της καθαρής ενεργειακής μετάβασης.

Μέσα σε όλα αυτά τα πλαίσια, και εκτός των γνωστών θεμάτων περί χρηματιστηρίου ενέργειας, ρήτρας αναπροσαρμογής και άλλων, πουθενά δε διαφαίνεται μια στρατηγική ρύθμισης της ζήτησης ενέργειας μέσω της εξοικονόμησης, η οποία θα μείωνε ουσιαστικά το αυξημένο κόστος στον καταναλωτή. Ας μην ξεχνάμε ότι η Ελλάδα καταδικάστηκε το 2021 από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για μη εφαρμογή της Οδηγίας για την Ενεργειακή Αποδοτικότητα του 2018 ενώ σε λίγους μήνες ξεκινάει και νέα Οδηγία με νέους υψηλότερους στόχους. Ενδεικτικό είναι ότι η χώρα αργεί υπερβολικά στα προγράμματα ενεργειακής εξοικονόμησης (πχ ακόμα και το τελευταίο Εξοικονομώ διαφημιζόταν από τον Μάρτιο του 21 και τελικά ξεκίνησε τον Δεκέμβριο εν μέσω του peak του COVID19 και όταν το κόστος των υλικών είχε ήδη αυξηθεί από τον πληθωρισμό, όπου η στόχευση σε αριθμό κτιρίων είναι ελλειπέστατη σε σχέση με τις ανάγκες). Αντίστοιχη ιστορία και για τα άλλα προγράμματα που προαναγγέλονται χωρίς τελικά να υλοποιούνται (πχ οι φοροαπαλλαγές για ενεργειακή αναβάθμιση κατοικιών που τελικά έμεινε μόνο στην εργασία και όχι στα υλικά κοκ).

Αντίστοιχα η Ελλάδα ουδέποτε δημιούργησε ένα ταμείο ενεργειακής απόδοσης, ως όφειλε, για να μπορεί εύκολα να προβαίνει σε ενεργειακές αναβαθμίσεις. Το 2021 ουσιαστικά δεν έγινε και καμία δράση ενεργειακής εξοικονόμησης από τις πολιτικές που είχαν εξαγγελθεί με αποτέλεσμα η χώρα να υπολείπεται των στόχων της (κατά 15-20%). Ο στόχος ενδεικτικά ήταν 3,3 εκατ. toe (τόνους ισοδυνάμου πετρελαίου) έως το 2020 ενώ για το 2021-2030 είναι 7.3 εκατ toe (διπλάσιος). Σε απλά νούμερα, εαν εξοικονομηθεί 1 toe κατ’ έτος, θα σήμαινε ότι 4 εκατομμύρια νοικοκυριά ετήσια δεν θα είχαν καμία επιβάρυνση ενεργειακή.

Αποτέλεσμα αυτού είναι ότι η ενεργειακή ένδεια στα νοικοκυριά αυξάνει τόσο στην πρώτη όσο και στη δεύτερη (και σε μερικές περιπτώσεις) στην τρίτη εισοδηματική κατηγορία, κάτι που προκαλεί και κοινωνικό θέμα.

Οι Επιδοτήσεις λογαριασμών ρεύματος και φυσικού αερίου, που ως ώρας έχουν δαπανηθεί περισσότερα από 2 δις ευρώ για ενίσχυση των ευάλωτων νοικοκυριών χωρίς ουσιαστικά να λύνουν το πρόβλημα. Αντίθετα, από την αρχή της κρίσης (Αύγουστος 2021) η χώρα είχε αρκετό χρονικό περιθώριο για να υλοποιήσει στοχευμένα μέτρα διαρθρωτικών σύντομων λύσεων ενεργειακών παρεμβάσεων στα ευάλωτα νοικοκυριά. Προκειμένου να αντιμετωπιστεί το ζήτημα, η μόνη ουσιαστική λύση είναι η ενεργειακή αναβάθμιση στα νοικοκυριά με παράλληλη στήριξη για εγκαταστάσεις φωτοβολταϊκών στη στέγη.

Ο ρόλος των περιφερειών είναι εξίσου σημαντικός, καθώς εάν πχ η Περιφέρεια Πελοποννήσου συμμετείχε με 4-5 εκατομμύρια Ευρώ το χρόνο σε αύξηση ποσοστού επιδότησης στα υφιστάμενα προγράμματα εξοικονόμησης, θα μπορούσε να πετύχει πλήρη ενεργειακή αναβάθμιση 5.500 ενεργειακά φτωχών νοικοκυριών. Το επιπλέον αυτό ποσοστό θα μπορούσε να στρέψει τα προγράμματα προς τη σωστή κοινωνικά κατεύθυνση, καθώς το Εξοικονομώ 2021 πέτυχε δυστυχώς μόνο 14000 αιτήσεις από την πρώτη εισοδηματική κατηγορία, από τα 500000 νοικοκυριά, άρα ουσιαστικά θα βοηθηθούν μόνοτο 3% πολύ φτωχών νοικοκυριών (ενώ τα αντίστοιχα προγράμματα σίγουρα δεν μπόρεσαν ή μπορούν να πιάσουν τον ετήσιο στόχο των 60,000 κατοικιών ενεργειακά αναβαθμισμένων).

Αντίστοιχα, και στα Περιφερειακά Επιχειρησιακά Προγράμματα, όπως και της Πελοποννήσου, δεν υπάρχει πουθενά αναφορά στα ενεργειακά μέτρα και χρηματοδοτήσεις για την καταπολέμηση της ενεργειακής ένδειας.

Οι προοπτικές να γίνουν δομικές αλλαγές στον τρόπο σκέψης και άσκησης πολιτικής υπάρχουν ακόμα. Τα σοβαρά λάθη πολιτικών επιλογών πρέπει να διορθωθούν άμεσα και να αποκτηθεί σταθερό μακροχρόνιο πλαίσιο.

Το να προσποιείται η ηγεσία ότι δεν περίμενε μακροχρόνιες υψηλές τιμές ενέργειας και πιάστηκε στον ύπνο προκαλεί ερωτηματικά. Χρειάζεται αλλαγή πλεύσης τώρα με νέες πολιτικές κατευθύνσεις και ανθρώπους για να μειωθούν οι επιπτώσεις στο μικρότερο δυνατό βαθμό. Η σοβαρή πράσινη πολιτική προς την κλιματική ουδετερότητα απαιτεί σοβαρό σχεδιασμό και όχι ευκαιριακές λύσεις. Εάν δεν επενδύσουμε τώρα στην ενεργειακή μετάβαση, θα χαθεί πάλι μια δεκαετία όπου θα κληθούν όλοι να πληρώσουν ακριβότερα στο μέλλον.

Βλάσης Οικονόμου – Institute for European Energy and Climate Policy

tags: άρθρα

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)