to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

Εικόνα συγκεντρωτικής αυταρχικής δημοκρατίας

Πρόταση - φάρσα για την αναθεώρηση τυ Συντάγματος


Οι εκλογές του 2012, με την αναδιάταξη του κομματικού συστήματος που επέφεραν, ακύρωσαν για δεύτερη φορά την επιδίωξη των δύο, μέχρι τότε μεγάλων, αστικών κομμάτων να αναθεωρήσουν το Σύνταγμα. Η πρώτη ακύρωση είχε επέλθει το 2008 επί πρωθυπουργίας Κώστα Καραμανλή, όταν οι λαϊκές κινητοποιήσεις με αιχμή την προστασία των δημόσιων ΑΕΙ οδήγησαν σε διάσπαση, γύρω από αυτό το ζήτημα, της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΠΑΣΟΚ. Ο ελιγμός του ΣΥΡΙΖΑ να ψηφίσει την αλλαγή επουσιωδών διατάξεων εμπόδισε μετά τη Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ να επαναφέρουν το ζήτημα αμέσως, όπως σχεδίαζαν. Μετά το 2012, η ισχυρή κοινοβουλευτική παρουσία του ΣΥΡΙΖΑ κατέστησε την επιχείρηση της αναθεώρησης πολύ δύσκολη: ΠΑΣΟΚ και Νέα Δημοκρατία ήξεραν πια ότι η συγκέντρωση 180 ψήφων σε έναν από τους δύο γύρους που χρειάζονται για την αναθεώρηση θα ήταν έως και αδύνατη.

Αυτό ισχύει και τώρα, κι έτσι η πρόταση αναθεώρησης που κατατέθηκε από τη Νέα Δημοκρατία είναι φάρσα: η θητεία της Βουλής θα τελειώσει πριν ακόμα συζητηθεί η πρόταση στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής και η επόμενη Βουλή θα κληθεί, αν θέλει, να συζητήσει το Σύνταγμα. Η μόνη εξήγηση για την επιμονή της ΝΔ στην αναθεώρηση είναι ότι θέλει να αλλάξει το περιεχόμενο της πολιτικής συζήτησης και να φέρει στο επίκεντρο ένα ζήτημα που, σε σύγκριση με την οικονομική και κοινωνική πολιτική, το χρέος και την κυριαρχία του Μνημονίου, είναι επουσιώδες. Είναι, βέβαια, ουσιώδης η αναθεώρηση για τη Νέα Δημοκρατία, γιατί οι αλλαγές που προτείνει φέρνουν το πολίτευμα στα μέτρα του Μνημονίου και της νέας τάξης πραγμάτων που πάει να επιβληθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αν και όχι όσο έχουν προτείνει παλιότερα οι ακραίοι νεοφιλελεύθεροι.
Ωστόσο, το κείμενο της πρότασης, που συνέταξε επιτροπή υπό τον Προκόπη Παυλόπουλο και υποβλήθηκε στον Πρόεδρο της Βουλής, αξίζει να εξεταστεί – όσο και αν, κατά πάσα πιθανότητα, θα μείνει στα αζήτητα. Σε αυτό αποτυπώνεται η εικόνα της συγκεντρωτικής αυταρχικής δημοκρατίας που ταιριάζει στο σύγχρονο καπιταλισμό και στην ιδεολογία του «νεοφιλελευθερισμού» –ενός προσδιορισμού όπου το πρώτο συνθετικό, «νέο», ακυρώνει το δεύτερο. Βέβαια, στον περιορισμένο χώρο ενός άρθρου, δεν μπορεί να συζητηθεί διεξοδικά η πρόταση και αναγκαστικά η κριτική θα περιοριστεί σε ορισμένα μόνο σημεία.
Αρχή-αρχή της πρότασης διατυπώνεται μια μπούρδα, καταφανής επιρροή της ακροδεξιάς πτέρυγας του μεγαλύτερου κυβερνώντος κόμματος. Στο άρθρο 2, που ορίζει τις πρωταρχικές υποχρεώσεις της πολιτείας: σεβασμός και προστασία της «αξίας του ανθρώπου» και ειρηνική εξωτερική πολιτική, θέλει να προσθέσει την προστασία της «εθνικής μας ταυτότητας και της ελληνικής γλώσσας». Τι θα πει αυτό; Απολύτως τίποτα, γιατί κανείς δεν μπόρεσε μέχρι τώρα να διατυπώσει τους προσδιορισμούς μιας «εθνικής ταυτότητας» και γιατί μέχρι τώρα δεν έχει διαπιστωθεί απειλή κατά της ελληνικής γλώσσας –εκτός ίσως από τα ελληνικά στα οποία έχει συνταχθεί η ίδια η πρόταση Παυλόπουλου. Κι όμως η πρόταση δεν είναι αθώα: αν το Σύνταγμα διακηρύσσει τέτοιες μπούρδες δίνει επιχειρήματα στην ακροδεξιά και το νεοναζισμό. Σε συνδυασμό με άλλα σημεία της πρότασης Παυλόπουλου, μάλιστα, ιδίως τις προτάσεις για ίδρυση Συνταγματικού Δικαστηρίου και για αυξημένες αρμοδιότητες του Προέδρου της Δημοκρατίας, μπορεί να προκαλέσει κινδύνους για την ελευθερία και τα δικαιώματα των πολιτών.

Όλα για την -ιδιωτική- παιδεία

Από τον καιρό της κυβέρνησης Μητσοτάκη (1990-1993), σταθερή επιδίωξη της Νέας Δημοκρατίας, κατόπιν με υποστήριξη της νεοφιλελεύθερης πτέρυγας του ΠΑΣΟΚ, ήταν η κατάργηση της συνταγματικής εγγύησης ότι η ανώτατη εκπαίδευση είναι αποκλειστικά δημόσια. Η πρόταση επανέρχεται, φυσικά, τώρα, αφού έχει προηγηθεί η υπονόμευση της συνταγματικής εγγύησης με τους διάφορους νόμους για την ανώτατη εκπαίδευση, αφού αναγνωρίζονται τίτλοι σπουδών από ιδιωτικά κολέγια, έχουν επιβληθεί δίδακτρα για τις μεταπτυχιακές σπουδές και αφού, στο πλαίσιο των μνημονιακών νόμων, τα ελληνικά ΑΕΙ έχουν στερηθεί πόρους και προσωπικό, για να αναφέρω μόνο ορισμένες αλλαγές των τελευταίων ετών. Με την πιθανή έγκριση κιόλας της διατλαντικής συμφωνίας εμπορίου και επενδύσεων (TTIP) κινδυνεύει η Παιδεία στο σύνολό της να υπαχθεί στους κανόνες του εμπορίου, και η πρόταση για Πανεπιστήμια ιδιωτών κολλάει ακριβώς στο πλαίσιο που πάει να διαμορφωθεί.
Τρεις είναι οι μεγάλες ανατροπές που θα επιφέρει η κατάργηση της αυστηρής συνταγματικής προστασίας του δημόσιου χαρακτήρα της ανώτατης παιδείας: α) καταργείται η αυτοδιοίκηση και ο ιδιώτης ιδιοκτήτης (είτε επιχείρηση είναι το ιδιωτικό ΑΕΙ είτε «μη κερδοσκοπικό» ίδρυμα) θα διοικεί κατά το δοκούν, β) καταργείται η εσωτερική διαδικασία επιλογής του διδακτικού προσωπικού και ο ιδιοκτήτης θα προσλαμβάνει και θα απολύει και γ) καταργείται η συνταγματικά κατοχυρωμένη ελευθερία της διδασκαλίας και της έρευνας, αφού το διδακτικό και το ερευνητικό προσωπικό θα εξαρτώνται από τον ιδιοκτήτη και τα κερδοσκοπικά ή άλλα (π.χ. ιδεολογικά ή εξουσιαστικά) συμφέροντά του.
Η προστασία του περιβάλλοντος, ιδιαίτερα αυστηρή στο Σύνταγμα του 1975, υπονομεύεται έκτοτε είτε με τις μέχρι τώρα αναθεωρήσεις είτε με νόμους και διατάγματα. Στην πρόταση της Νέας Δημοκρατίας καταργείται η προστασία των δασών, εφόσον ο δασικός χαρακτήρας έχει αλλοιωθεί πριν από το 1975. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η πολιτεία απαλλάσσεται από την υποχρέωση να αποκαταστήσει το δασικό χαρακτήρα εκτάσεων που καταπατήθηκαν και αποψιλώθηκαν παλιότερα και όσες από αυτές είναι ακόμα ελεύθερες θα τσιμεντωθούν.

Οι νόμοι και οι δικαστικές αρχές επαρκούν

Ουσιαστική τομή στο πολίτευμα προτείνεται με την αναθεώρηση των άρθρων 29 που αφορά την ίδρυση και τη λειτουργία πολιτικών κομμάτων και του άρθρου 100 προκειμένου να ιδρυθεί Συνταγματικό Δικαστήριο.
Τα πολιτικά κόμματα στην Ελλάδα ιδρύονται ελεύθερα. Η πρόταση της Νέας Δημοκρατίας εισάγει προληπτικό έλεγχο από Συνταγματικό Δικαστήριο, το οποίο κατόπιν θα ελέγχει και τη λειτουργία τους –και θα μπορεί βέβαια να τα απαγορεύει. Αυτό σημαίνει ότι η πολιτική επιλογή και η πολιτική δραστηριότητα των πολιτών παύει να είναι ελεύθερη και υπάγεται στην κρίση δικαστηρίου. Είναι προφανές ότι η πρόταση γίνεται υπό την εντύπωση της εγκληματικής δραστηριότητας της Χρυσής Αυγής. Όμως, σε αυτή την περίπτωση αποδείχθηκε ότι η νομοθεσία και οι δικαστικές αρχές επαρκούν για την αντιμετώπιση τέτοιων φαινομένων. Αν ένα κόμμα καλύπτει εγκληματικές δραστηριότητες ή είναι κάλυμμα εγκληματικής οργάνωσης, αυτό μπορεί να αποδειχτεί, οι υπεύθυνοι να διωχθούν και, με αυτόν τον τρόπο, να διαλυθεί η οργάνωση. Ο προληπτικός έλεγχος και η δικαστική εποπτεία ανοίγουν πόρτες και παράθυρα για τον έλεγχο της πολιτικής ζωής, την παρακολούθηση των κομμάτων, των δραστηριοτήτων τους και των μελών τους από την Αστυνομία ή μυστικές υπηρεσίες (γιατί κάποιος θα πρέπει να προμηθεύει στοιχεία στο Συνταγματικό Δικαστήριο), επαναφέρουν δηλαδή το καθεστώς σε προχουντική κατάσταση. Μία από τις δημοκρατικότερες εξαγγελίες του νέου αριστερού πρωθυπουργού του γερμανικού κρατιδίου της Θουριγγίας είναι ότι θα απαγορευτεί στην Υπηρεσία Προστασίας του Συντάγματος (στη Γερμανία αυτή υπάγεται στα κρατίδια) να παρακολουθούν με χαφιέδες τα πολιτικά κόμματα.
Αλλά και ο έλεγχος των οικονομικών των κομμάτων που προβλέπει η πρόταση της ΝΔ. Διότι το πρόβλημα του «πολιτικού χρήματος», όσον αφορά τη νόμιμη πλευρά της, βρίσκεται στη χρηματοδότηση κομμάτων και πολιτικών προσώπων από επιχειρήσεις και από πλούσιους. Αρκεί λοιπόν να απαγορεύεται η χρηματοδότηση από νομικά πρόσωπα και να τεθεί περιορισμός σε ποσά που δωρίζουν ιδιώτες. Για τον έλεγχο της περιουσιακής κατάστασης των βουλευτών και των δημόσιων λειτουργών γενικά αρκούν υπηρεσίες που ήδη υπάρχουν και δεν χρειάζεται ο «Μεγάλος Επιτηρητής» που προτείνει η Νέα Δημοκρατία.
Αλλά και η αρμοδιότητα του προτεινόμενου Συνταγματικού Δικαστηρίου για τον έλεγχο της συνταγματικότητας των νόμων εισάγει στοιχεία αυταρχικού συγκεντρωτισμού στο πολιτικό σύστημα. Με το διάχυτο έλεγχο που υπάρχει σήμερα (όπου κάθε δικαστήριο κάθε βαθμίδας κρίνει τη συνταγματικότητα των νόμων –και υπακούει βέβαια στη νομολογία ανώτερων βαθμίδων), η δικαστική κρίση είναι δημοκρατικότερη και εγγύτερη στον πολίτη.

Μεταξύ δύο προσωποπαγών εξουσιών

Μια από τις συνηθέστερες επιθέσεις κατά του κοινοβουλευτισμού είναι ο δήθεν μεγάλος αριθμός των βουλευτών. Προτείνει, λοιπόν, η ΝΔ ο σημερινός συνταγματικός περιορισμός σε 200 έως 300 να γίνει 150 έως 200. Λόγος πραγματικός δεν υπάρχει και η πρόταση είναι υποχώρηση σε αντικοινοβουλευτικές ιδεολογίες. Η αλήθεια είναι βέβαια ότι όσο μεγαλύτερος είναι ο αριθμός των βουλευτών τόσο δυσκολότερος είναι ο έλεγχός τους από την ηγεσία του κόμματος: οι μικρές κοινοβουλευτικές ομάδες είναι πιο μαϊτζέβελες, οι ανταρσίες περιορίζονται. Όμως, κατ’ αυτόν τον τρόπο περιορίζεται και η δυνατότητα των βουλευτών να διαφοροποιούνται και η εκπροσώπηση όλων των ομάδων του πληθυσμού, των ιδεολογικών ρευμάτων και των περιοχών της Επικράτειας –δηλαδή περιορίζεται η κοινοβουλευτική δημοκρατία. Θα υπήρχε ένας και μόνο λόγος για τον περιορισμό, κι αυτός είναι η καλύτερη λειτουργία της Βουλής, εφόσον αυτή αποκτούσε περισσότερες δικαιοδοσίες εις βάρος των δικαιοδοσιών της κυβέρνησης, γινόταν δηλαδή «κυβερνώσα Βουλή».
Κατά τη γνώμη μου, η πιο προοδευτική αλλαγή του Συντάγματος ήταν το 1985 με την κατάργηση των προνομίων του προέδρου της Δημοκρατίας. Αυτή, βέβαια, έκανε τον πρωθυπουργό απόλυτο κυρίαρχο. Όμως το πραγματικό ζητούμενο δεν είναι η εξισορρόπηση μεταξύ δύο προσωποπαγών εξουσιών (στο κάτω κάτω ο πρωθυπουργός ελέγχεται από τη Βουλή ενώ ο Πρόεδρος όχι), αλλά η άμβλυνση προσωποπαγών εξουσιών. Παραδείγματος χάριν, η προκήρυξη πρόωρων εκλογών που σήμερα είναι αποκλειστικό προνόμιο του πρωθυπουργού: την εποχή της βασιλευόμενης δημοκρατίας, η αριστερά ζητούσε πάντοτε να αφαιρεθεί από τον βασιλιά το δικαίωμα να διαλύει τη Βουλή και να ανατεθεί αυτό στην ίδια τη Βουλή. Νομίζω ότι μια τέτοια ρύθμιση είναι επίκαιρη, γιατί υποχρεώνει την κυβέρνηση να καταθέσει αίτημα διάλυσης της Βουλής, να τα βρει με τους βουλευτές της και να το συζητήσει δημοσίως. Μια τέτοια ρύθμιση θα ενίσχυε και τη σταθερότητα των κυβερνήσεων, γιατί ο πρωθυπουργός θα δίσταζε να καταθέσει και να συζητήσει δημοσίως τέτοιο αίτημα.

Περιορισμός δικαιωμάτων της Βουλής

Οι αρμοδιότητες που προτείνει η ΝΔ για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας είναι απολύτως αντιδημοκρατικές. Πώς μπορεί ένας ανεξέλεγκτος αξιωματούχος να κρίνει τη συνταγματικότητα των νόμων; Το ίδιο ισχύει για την πρόβλεψη να προκηρύσσει με δική του πρωτοβουλία ο Πρόεδρος δημοψηφίσματα ή να εκδίδει διαγγέλματα χωρίς τον έλεγχο της κυβέρνησης. Έπειτα, ποιος θα τα κρίνει αυτά; Τι θα γινόταν, ας πούμε, εάν σήμερα ο Πρόεδρος εξέδιδε διάγγελμα υπέρ ή έστω και κατά του Μνημονίου ή, έστω, που θα καλούσε σε «εθνική συνεννόηση»;
Το Σύνταγμα του 1975 προέβλεπε στο άρθρο 39 τη δυνατότητα του Προέδρου της Δημοκρατίας να συγκαλεί «Συμβούλιο της Δημοκρατίας» κατά την κρίση του. Ήταν ένα κατάλοιπο της βασιλείας και του «Συμβουλίου του Στέμματος» και καλώς καταργήθηκε. Το 1992, κατά παράβαση του Συντάγματος, γεννήθηκε ο άτυπος θεσμός του «Συμβουλίου των Αρχηγών» για να συζητά κυρίως «εθνικά θέματα» –τότε το Μακεδονικό. Ο θεσμός είναι αντισυνταγματικός, γιατί το Σύνταγμα τον προβλέπει με απολύτως περιορισμένες αρμοδιότητες, συγκεκριμένα για να βρεθεί λύση, εάν δεν μπορεί να σχηματιστεί κυβέρνηση –εν πάση περιπτώσει ο θεσμός απέτυχε. Η πρόταση της ΝΔ θέλει να κατοχυρώσει συνταγματικά και να συγκαλείται το συμβούλιο «σε σοβαρές, κατά την κρίση του, εθνικές περιστάσεις». Κι εδώ, όμως, περιορίζονται τα δικαιώματα της Βουλής, και προπάντων το δικαίωμα των πολιτών να παρακολουθούν τη δημόσια συζήτηση, από ένα παρακοινοβουλευτικό σώμα που το συγκαλεί ένας ουσιαστικά ανεύθυνος και οπωσδήποτε ανεξέλεγκτος αξιωματούχος.
Για όλους αυτούς τους λόγους είναι απαράδεκτη και η πρόταση για άμεση εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας. Αυξημένο κύρος δεν χρειάζεται ο θεσμός. Ο πρόεδρος έχει πέντε δουλειές να κάνει –που θα μπορούσε να τις κάνει και οποιοσδήποτε άλλος. Πώς δηλαδή καταφέρνει και λειτουργεί η Ελβετική Ομοσπονδία ουσιαστικά δίχως πρόεδρο;
Νομίζω ότι ουσιαστικά το μόνο στο οποίο μπορεί να υπάρξει συναίνεση με την πρόταση της Νέας Δημοκρατίας είναι η κατάργηση των διατάξεων «περί ευθύνης υπουργών». Την προτείνουν, γιατί η κατακραυγή είναι μεγάλη, κι έτσι όσοι σώθηκαν μέχρι τώρα με τις ευνοϊκές διατάξεις σώθηκαν.


 

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)