to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

Το Δηλητήριο της Λοτ Φέικεμανς και ο Εραστής του Χάρολντ Πίντερ, δύο αξιόλογες παραστάσεις, δύο έμπειρες σκηνοθέτιδες, δύο ζευγάρια στη σκηνή, ο έρωτας και ο θάνατος.


Χους ει και εις χουν απελεύσει

Στο «Δηλητήριο» της Λοτ Φέικεμανς, που παρουσιάζεται στο Faust, σε σκηνοθεσία Ρούλας Πατεράκη, η σκηνογραφία προσφέρει ένα από τα ευτυχέστερα δείγματα του πώς κανείς με λιτά μέσα (δυο παγκάκια και χώμα) μπορεί να είναι καίριος και διόλου τετριμμένος. Το χώμα που αντίκειται στην αστική/οικιακή καθαριότητα, που παρεισφρέει, που δεν περιορίζεται, το χώμα που δηλητηριάζεται και δηλητηριάζει, το χώμα που λερώνει, που θέτει τα πρόσωπα του έργου σε θέση άμυνας. Το χώμα στη σκηνή είναι τόσο οργανικό για το έργο και την παράσταση, τόσο αποκαλυπτικό όσο τα ρινίσματα σιδήρου στη Φυσική. Η Πατεράκη δημιουργεί ένα τοπίο επί σκηνής με αρχέγονη δύναμη, με αέναη νεότητα, ένα ζωντανό τοπίο, και το ηχητικό περιβάλλον του Κώστα Σουρβάνου εντείνει αυτή την αίσθηση.

Κάποια στιγμή η σκηνή γεμίζει «χιόνι» και στο μέσον της βρίσκεται ένας γκρεμισμένος πολυέλαιος. Η δύναμη αυτού του εξωτερικού – εσωτερικού τοπίου είναι κατανυκτική. Η Πατεράκη καταφέρνει να δημιουργήσει έναν σχεδόν ιερό τόπο από το τίποτα.

Το έργο διαπραγματεύεται την απώλεια. Δυο άνθρωποι, που έχασαν το παιδί τους σε αυτοκινητιστικό ατύχημα, που έγιναν μάρτυρες ο ένας του πόνου του άλλου, συναντιούνται έπειτα από μία σχεδόν δεκαετία.

Εννιά ή δέκα χρόνια πέρασαν; Οι δυο τους διαφωνούν, εκείνη λέει εννιά εκείνος μιλάει για δέκα. Αυτή η λεπτομέρεια στο έργο είναι ενδεικτική της λεπτομέρειας της γραφής της Φέικεμανς, της λεπτομέρειας με την οποία χτίζει το δράμα, της λεπτομέρειας με την οποία δίνονται τα πρόσωπα. Βλέμματα, μικρές χειρονομίες, το φύτεμα των λουλουδιών, όλα στην παράσταση συμβάλλουν σ’ αυτό το λεπτοδουλεμένο ψυχογράφημα.

Η Εύρη Σωφρονιάδου καταφέρνει να γίνει ποθητή παιδούλα, ματαιωμένη μητέρα, μια ακυρωμένη femme fatale, μια ομορφιά διόλου κοινότοπη, την θες, την μισείς, την απεχθάνεσαι, την πονάς. Η σκηνή που θυμάται την παύση της μηχανικής υποστήριξης του γιού της είναι σπαρακτική. Ο Λάζαρος Γεωργακόπουλος φτιάχνει έναν ειλικρινά απελπισμένο χαρακτήρα, που, αντίθετα από την ηρωίδα, βρήκε μια διέξοδο. Οι δύο τους προσφέρουν πειστικά την εικόνα ανθρώπων που αγαπιούνται και δεν μπορούν να είναι μαζί.

Ο Λάζαρος Γεωργακόπουλος πρωταγωνιστεί και στον Εραστή του Πίντερ, που παρουσιάζεται στο Υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης, σε σκηνοθεσία Μίνας Αδαμάκη. Ένα έργο που γράφτηκε στις αρχές της δεκαετίας του εξήντα, όταν το φεμινιστικό κίνημα έθετε ζητήματα ελεύθερης επιλογής συντρόφου, του ρόλου της οικογένειας κ.α., που σήμερα χρήζουν τουλάχιστον αναπλαισίωσης, για να έχουν νόημα.

Εδώ, η γυναίκα βγάζει τα χαμηλά της παπούτσια όταν ο σύζυγος φεύγει για τη δουλειά και φοράει ψηλοτάκουνα, για να υποδεχτεί τον εραστή της. Ενδεχομένως το παιχνίδι ρόλων που παίζει το αντρόγυνο, στην Ελλάδα της κρίσης, να φαντάζει μπουρζουά πολυτέλεια, ένα βίτσιο, αλλά ανεξάρτητα από το αν κανείς παίζει παιχνίδια ρόλων στο κρεβάτι, είναι βέβαιο ότι όλοι παίζουμε ρόλους στην καθημερινή μας ζωή, κοινωνικούς ρόλους, από τους οποίους συχνά, όπως τα πρόσωπα στο έργο του Πίντερ, θέλουμε να χειραφετηθούμε.

Ανεξάρτητα, όμως, της διαχρονικότητας ή όχι της θεματικής της, η παράσταση καταφέρνει να δημιουργήσει έναν θλιβερό κόσμο από όμορφους ανθρώπους που πάσχουν και ηδονίζονται και ενδεχομένως ζουν ανάμεσά μας. Ανθρώπους στις ιδιωτικές τους ζωές, θηρευτές της ηδονής, που σε στιγμές φαντάζουν τόσο ρηχοί που γίνονται ενδιαφέροντες.

Η Ευτυχία Γιακουμή υποδύεται πειστικά το ρόλο της συζύγου-ερωμένης, αν και δείχνει τόσο όμορφη που σε στιγμές αποδυναμώνεται ο ρόλος.  Ενώ η παράσταση φαίνεται να μετεωρίζεται μεταξύ κωμωδίας και δράματος, χάνοντας κι αυτή ορισμένες στιγμές σε βάθος.

Τόσο στο «Δηλητήριο», όσο και στον «Εραστή» εμφανίζεται επί σκηνής ένα τρίτο πρόσωπο. Στο «Δηλητήριο» ο Σπύρος Βάρελης, που λειτουργεί ως φροντιστής σκηνής, νεωκόρος, θα λέγαμε, αλλάζει τα σκηνικά, σιωπηλός, ενώ δίνει την εντύπωση φάσματος: του μεγαλωμένου δέκα χρόνια εκλιπόντος παιδιού, καθιστώντας ακόμα πιο ισχυρή την απουσία-παρουσία του. Αντίθετα, στο έργο του Πίντερ, εμφανίζεται ο γαλατάς, στην πόρτα, και αν στο έργο αυτό σηματοδοτεί την εισβολή της κοινωνίας στον ιδιωτικό χώρο του ανδρόγυνου (μάλιστα αξιώνοντας να πάρει μέρος στο παιχνίδι του), η σκηνή στο Υπόγειο του Τέχνης είναι μάλλον αμήχανη.

Αν δει κανείς τα δύο έργα μαζί, το ένα ως συνέχεια του άλλου, αυτομάτως προκύπτει ένας διαφορετικός τρόπος ανάγνωσής τους και γεννιούνται ορισμένα ερωτήματα. Τι παιχνίδια ρόλων παίζονται στη σχέση ενός ζευγαριού που βίωσε την απώλεια; Τι είδους απώλεια βιώνει, αν βιώνει, ένα ζευγάρι που παίζει παιχνίδια ρόλων; Πόσο ανάγκη έχουμε τους ρόλους; Πόσο ανάγκη έχουμε τελικά την πλάνη; Την αποπλάνηση;

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)