to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

Τα ελληνικά μνημεία: Ανάδειξη ή απαξίωση;

Οι αρχαιότητες της Βενιζέλου και της πλατείας Ναυαρίνου (Οκτάγωνο) της Θεσσαλονίκης και το αρχαιολογικό μουσείο Πολυγύρου


Μια από τις σημαντικότερες ιστορικές περιόδους της Θεσσαλονίκης είναι αυτή που άρχισε από τα τέλη του 2ου μ.Χ. αιώνα (ρωμαϊκή περίοδος), περιελάμβανε την αντίστοιχη της ύστερης αρχαιότητας -και κατά πολλούς πρωτοβυζαντινής-, από τις αρχές δηλαδή του 4ου μ.Χ. αι. και μετά κι έφτανε μέχρι τον 6ο αι., που ανήκε στους βυζαντινούς πλέον χρόνους.

Η ρωμαϊκή αγορά ανήκε προφανώς στην πρώτη περίοδο, το Οκτάγωνο, στο νότιο μέρος της πλατείας Ναυαρίνου, καθώς και όλα τα τμήματα του Γαλεριανού συγκροτήματος (Ροτόντα, Καμάρα, ανάκτορο, ιππόδρομος) στη δεύτερη και οι αρχαιότητες του 6ου μ.Χ. αι. στον σταθμό του μετρό της Βενιζέλου στην τρίτη, την καθαρά βυζαντινή. Αυτά τα μνημεία, μαζί με άλλα, βυζαντινά (ναοί, τείχη κ.λπ.), οθωμανικά (λουτρά, τζαμιά κ.λπ.), αλλά και κτίσματα της νεότερης και εξίσου σπουδαίας αρχιτεκτονικής κληρονομιάς της πόλης, πιστοποιούν τη διαχρονική ιστορία της.

Είναι κοινώς αποδεκτό ότι τα μνημεία αποτελούν τα ισχυρότερα στοιχεία τεκμηρίωσης της πολιτισμικής ταυτότητας ενός τόπου κι ακολουθούν εκείνα του γραπτού λόγου και της προφορικής παράδοσης (τραγούδια, μύθοι κ.λπ.) και γενικότερα του λαϊκού πολιτισμού.

Η διάσωση και η προστασία τους από κάθε κίνδυνο είναι στις υποχρεώσεις της κάθε εξουσίας, αλλά πρωτίστως αποτελούν καθήκοντα των πολιτών, πέρα από τις όποιες κομματικές καταβολές τους. Κι αυτό γιατί η φιλοπατρία, όπως γίνεται αντιληπτό από τον καθένα, δεν θα πρέπει να εξαντλείται σε εκφωνήσεις πανηγυρικών χωρίς περιεχόμενο και σε «μνημόσυνα» για όσα χάθηκαν από το μνημειακό απόθεμα του γενέθλιου τόπου.

Όποιος νοιάζεται πραγματικά γι’ αυτές τις αξίες στέκεται κριτικά απέναντι σε αλόγιστες, απαξιωτικές και εν τέλει καταστροφικές για τα μνημεία πολιτικές και παλεύει να τις ακυρώσει, όταν κι όποτε χρειαστεί.

Στεγαστικές ανάγκες και αστυφυλία

Όλοι άλλωστε γνωρίζουν -τουλάχιστον οι «υποψιασμένοι»- ποιες ήταν οι αιτίες της ανυπολόγιστης καταστροφής της νεότερης αρχιτεκτονικής κληρονομιάς μας. Αποτελεί κοινό μυστικό ότι η θέσπιση όρων δόμησης, εχθρικών για το περιβάλλον και την ποιότητα ζωής, αλλά και έξω από τα κεκτημένα μιας ευρωπαϊκής χώρας, δεν απέβλεπε μόνο στην κάλυψη των στεγαστικών αναγκών, όπως μερικοί διατείνονταν, αλλά κυρίως συνέδραμε περαιτέρω στο φαινόμενο της αστυφιλίας και στην επιδίωξη εκ των πραγμάτων μεγαλύτερου κέρδους σε ορισμένες κατηγορίες συμπολιτών.

Στο όνομα μιας αμφιλεγόμενης «επιχειρηματικότητας», για να χρησιμοποιήσω σημερινούς όρους, και μιας στρεβλής «ανάπτυξης» -η κρίση την επιβεβαίωσε σκληρά- προβάλλονταν κάθε φορά έωλα επιχειρήματα... Έτσι μόνο τις τελευταίες δεκαετίες -πριν από την κρίση- στο κέντρο της Θεσσαλονίκης γκρεμίστηκαν περισσότερα από 250 διατηρητέα ή «υπό διατήρηση» κτίσματα... Ήταν το ίδιο σημαντικά ή και καλύτερα από αυτά που θαυμάζουμε σε ξένες πόλεις...

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της πολιτικής γης και της συνακόλουθης διαχείρισης του μνημειακού πλούτου αποτελεί η περίπτωση του Γαλεριανού συγκροτήματος της Θεσσαλονίκης, που γνώρισε μεγάλη ακμή από τις αρχές του 4ου μέχρι και τον 6ο μ. Χ. αι. Το 1972, πολύ δηλαδή πριν από την υποδειγματική αναστήλωση του Γαλεριανού ανακτόρου, για την οποία βραβεύτηκαν από την Ε.Ε. οι συντελεστές της, εκδόθηκε οικοδομική άδεια ανέγερσης «πολυωρόφου οικοδομής» στον χώρο του Οκταγώνου, στο νότιο τμήμα της πλατείας Ναυαρίνου! Κι αυτό παρότι τμήμα εκείνου του μνημείου χρησιμοποιήθηκε ως ο πρώτος χριστιανικός ναός της πόλης.

Εφαρμόζοντας κάποιοι μεγαλόσχημοι -ίσως και «βαθέως θρησκευόμενοι»...- την «εγκεκριμένη» από τις αρχές μελέτη, προχώρησαν στην εκσκαφή και στην κατασκευή… πελμάτων μπετόν αρμέ καταμεσής του περίτεχνου μαρμάρινου δαπέδου! Ήταν μια μαχαιριά στην ιστορία και τον πολιτισμό της πόλης, που κανέναν ευαισθητοποιημένο πολίτη δεν θα έπρεπε να αφήσει αδιάφορο. Αλλά τότε ήταν μια περίοδος κατά την οποία ο «πατριωτισμός» όσων ασκούσαν εξουσία εξαντλούνταν σε φιέστες «περί της δόξης των αρχαίων ημών προγόνων»…

Κάποιοι όμως θα έπρεπε να καταγγείλουν τη συντελούμενη καταστροφή, έστω κι αν ήταν περιορισμένες οι ελπίδες σωτηρίας του μνημείου. Ίσως κάτι κατάφερναν. Και η αφορμή δόθηκε καθώς εκείνες τις μέρες διοργανωνόνταν στη Θεσσαλονίκη ένα συνέδριο, του οποίου η θεματολογία αναφέρονταν... στην ανάγκη προστασίας των μνημείων!

Ακολούθησε η ενέργεια μιας ομάδας αρχιτεκτόνων της πόλης που δημοσιοποίησαν το ζήτημα με ένα ενυπόγραφο υπόμνημά τους που στόχευε στη διάσωση του μνημείου. Το συνέταξαν τη μέρα που εξελίχθηκε σε σημαδιακή για τη νεότερη ελληνική ιστορία, καθώς συνέπεσε με την εξέγερση του Πολυτεχνείου, στην οποία συμπαραστάθηκαν με μια άλλη παράλληλη δήλωσή τους. Ας σημειωθεί για την ιστορία ότι οι ενυπόγραφες αυτές διαμαρτυρίες στάθηκαν για ορισμένους μια ακόμη αφορμή για τις κάθε λογής ταλαιπωρίες τους...

«Θεσσαλονίκη 16 Νοέμβρη 1973.

Οι υπογράφοντες αρχιτέκτονες της Θεσσαλονίκης ανησυχούν σοβαρά για τη μελετωμένη ανοικοδόμηση ιδιωτικού οικοπέδου επί της οδού Βύρωνος (πλατεία Ναυαρίνου) στο οποίο σώζονται τα ερείπια μεγάλου μέρους του κογχωτού προθαλάμου του Γαλεριανού Οκταγώνου. Πιστεύουν ότι η καταστροφή των ερειπίων ή και η διατήρησή τους στο υπόγειο της νέας οικοδομής θα καταστρέψη ανεπανόρθωτα ένα από τα σπουδαιότερα μνημεία της Θεσσαλονίκης, και μάλιστα την επαύριο της συγκλήσεως στην πόλη αυτή ενός διεθνούς συνεδρίου σχετικού με την προστασία του μνημειακού πλούτου.

Ζητούν την απαλλοτρίωση του οικοπέδου και τη διεύρυνση του αρχαιολογικού χώρου και εξουσιοδοτούν τον αρχιτέκτονα Ι. Αικατερινάρη όπως φροντίση διά την δημοσίευσιν του κειμένου εις τον Τύπον».

(Ακολουθούν υπογραφές, όπως στο συνημμένο εκ του πρωτοτύπου)

Μενδώνη από το… 2000

Η διαμαρτυρία των αρχιτεκτόνων για την αποτροπή του ανοσιουργήματος και η απόφασή τους να υπερασπιστούν τα μνημεία, την ιστορία και τον πολιτισμό του τόπου τους έφεραν αποτέλεσμα και το μνημείο σώθηκε! Είκοσι χρόνια μετά, στις αρχές του 2000, ήρθε στη Θεσσαλονίκη η κυρία Λίνα Μενδώνη, γενική γραμματέας του υπουργείου Πολιτισμού, κι έκανε τα εγκαίνια της ανάδειξης του κεντρικού τμήματος του Γαλεριανού ανακτόρου (σημ.: της πλατείας Ναυαρίνου).

Είχε ολοκληρωθεί η πρώτη φάση (1994-2000) των εργασιών αποκατάστασης και συντήρησής του, που χρηματοδοτήθηκε από το Δεύτερο και Τρίτο Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης (ΚΠΣ). Στον χώρο του Οκταγώνου, από τον οποίο αφαιρέθηκαν εν τω μεταξύ οι κατασκευές του μπετόν, στήθηκε εξέδρα από την οποία μίλησε η κυρία γενική γραμματεύς για τα επιτεύγματα του υπουργείου Πολιτισμού.

Η αναφορά της, ωστόσο, στους ουσιαστικούς συντελεστές του έργου (μελετητές, επιβλέποντες, ειδικούς της αποκατάστασης των ψηφιδωτών κ.λπ.) ήταν περιορισμένη -έως ανύπαρκτη- και ούτε λόγος φυσικά για την ιστορία της διάσωσης του μνημείου από τους αρχιτέκτονες της πόλης. Είχε λησμονήσει προφανώς ότι τα δύο αυτά γεγονότα αποτελούσαν βασικά στοιχεία της ύπαρξης του ίδιου του μνημείου (Οκταγώνου), από τον χώρο του οποίου μιλούσε και στον οποίο παρευρισκόμουν κι εγώ ως εκπρόσωπος των μηχανικών και εκλεγμένος πρόεδρος της διοικούσας επιτροπής του ΤΕΕ/ΚΜ.

Η κ. Μενδώνη αναφέρθηκε ωστόσο με καταγγελτικά και σκληρά λόγια σε μια υπόθεση άσχετη με εκείνο τον εγκαινιασμό. Αφορούσε τη δωρεά μιας συλλογής χιλίων και πλέον σημαντικών αρχαιολογικών ευρημάτων στο ελληνικό κράτος και συγκεκριμένα στο αρχαιολογικό μουσείο Πολυγύρου. Την είχε κάνει μερικά χρόνια νωρίτερα, το 1995, ο συμπατριώτης και ξάδελφός μου Ηρακλής Λαμπρόπουλος, που την κληρονόμησε από τον πατέρα του Ιωάννη, τον νόμιμο κάτοχο με την υπ. Αριθ. 14482/904/ 1981/20.6.1936 άδεια του υπουργείου Θρησκευμάτων και Παιδείας.

Ο λόγος των άδικων κατηγοριών της κ. γενικού εναντίον του δωρητή -άρρωστου τότε βαριά- ήταν ότι τόλμησε να «απειλήσει» το υπουργείο με ανάκληση της δωρεάς, αν εκείνο δεν διέθετε, όπως προβλεπόταν σ’ αυτή, χωριστή αίθουσα για τη μόνιμη έκθεση των αντικειμένων. Όπως θα περίμενε κανείς, από όποιον γνώριζε καλά τα πραγματικά γεγονότα και τους λόγους για τους οποίους αγωνιούσε ο δωρητής, διαμαρτυρήθηκα αμέσως στην κ. Μενδώνη για τα όσα είπε και της υπενθύμισα ότι επί πέντε χρόνια δεν είχε προχωρήσει ούτε καν η μελέτη για την επέκταση του μουσείου!

Εκείνη την περίοδο φωτογραφίσαμε, με τη συνδρομή ενός συνεργάτη του ΤΕΕ, τη συλλογή και ακολούθησε σχετική με το ζήτημα δημοσίευση σε αθηναϊκή εφημερίδα. Είχα κατέβει για το ζήτημα αυτό μερικές φορές στην Αθήνα και συζήτησα με τους αρμόδιους της τεχνικής υπηρεσίας του υπουργείου το ενδεχόμενο να συμβάλω με τους συνεργάτες μου στη μελέτη, όπου κι όταν χρειαζόταν, χωρίς φυσικά οποιαδήποτε αμοιβή ή άλλη αποζημίωση.

Έμπαιναν όμως για άλλη μια φορά ζητήματα περί νομοθεσίας των μελετών του Δημοσίου και άλλα τέτοια... Ας σημειωθεί ότι γνώριζα τη μελέτη του αρχικού κτηρίου του μουσείου, καθώς είχε εκπονηθεί από το γραφείο του καθηγητή της Αρχιτεκτονικής Σχολής Δ. Φατούρου, στον οποίο παλαιότερα ήμουν επιμελητής.

Μια ακτίνα αναλαμπής φάνηκε όταν τον περασμένο Μάρτιο του 2019 σε τμήμα του μουσείου εγκαινιάστηκε από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Χαλκιδικής και Αγίου Όρους και την «Εταιρεία Φίλων Αρχαιολογικού Μουσείου Πολυγύρου» μια πετυχημένη περιοδική έκθεση με τίτλο «Ένας συλλέκτης και ένας αρχαιολόγος από το παρελθόν συνομιλούν σε χρόνο μέλλοντα».

Όμως το ζήτημα είναι ότι αυτή, όπως και οι περιορισμένες χορηγίες για τα δεδομένα μιας τόσο σημαντικής τουριστικής περιφέρειας, δεν είναι αρκετά για τον τελικό σκοπό, που δεν είναι άλλος από την ολοκλήρωση του μουσείου και την εξασφάλιση, με νομοθετικές ρυθμίσεις, πόρων και προσωπικού επαρκών για τη λειτουργία και τον ρόλο του στα πολιτισμικά της περιοχής.

Θυμίζω επί τη ευκαιρία ότι μόλις δύο χρόνια νωρίτερα, το 1998, στο υπάρχον μουσείο είχε φιλοξενηθεί έκθεση με τίτλο «Τρεις Αποικίες της Άνδρου στη Χαλκιδική: Σάνη, Άκανθος, Στάγειρα». Είχε μάλιστα βραβευθεί γι’ αυτή ως «μουσείο της χρονιάς» της 16ης Γενικής Διεύθυνσης Προϊστορικών και Κλασσικών Αρχαιοτήτων.

Ιστορική εμπειρία

Όλα όσα συνέβησαν στο απώτερο παρελθόν, αλλά και πριν από δυο δεκαετίες, όταν η κ. Μενδώνη υπηρετούσε από υψηλόβαθμη πολιτική θέση μιας κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, ας αποτελέσουν οδηγούς περί του πρακτέου. Με αυτή την οπτική αναρωτιέμαι τώρα που η ίδια είναι πλέον υπουργός Πολιτισμού σε μια κυβέρνηση Ν.Δ., δεν θα πρέπει, με τη γνώση του χρόνου που πέρασε, να ασχοληθεί περισσότερο με το τόσο φλέγον ζήτημα διαχείρισης της πολιτισμικής κληρονομιάς μας;

Ο κάθε σκεπτόμενος πολίτης υπερασπίζεται, πιστεύω, την άποψη ότι ένας υπουργός δεν θα πρέπει να «αναλώνεται» σε ζητήματα διαδικαστικά, αλλά να διαμορφώνει πολιτικές αντιμετώπισης των τόσων σημαντικών για τον τόπο ζητημάτων (π.χ. διάσωση και συντήρηση αρχαιοτήτων στη Βενιζέλου, αποπεράτωση και πλήρης επαναλειτουργία του μουσείου Πολυγύρου κ.λπ.). Να παρεμβαίνει δηλαδή επί της ουσίας των ζητημάτων και να τοποθετείται, πολύ περισσότερο αν είναι ένας εξειδικευμένος επιστήμονας του συγκεκριμένου τομέα.

Άλλων υποθέσεις θα πρέπει να είναι το αν και πότε υποβλήθηκε ο φάκελος της μελέτης διατήρησης των αρχαιοτήτων στον σταθμό της Βενιζέλου (μετρό) ή γιατί καθυστερεί η... προμήθεια και η τοποθέτηση προθηκών που προορίζονται για τα εκθέματα του μουσείου Πολυγύρου (!), ώστε αυτό να ανοίξει για το κοινό ολοκληρωμένα και σωστά!

Μόνο μέσα από μια επιστημονική -και γενικότερη πολιτική- θεώρηση των ζητημάτων αυτών η κ. Μενδώνη θα μπορεί ενδεχομένως να καμαρώνει στο μέλλον. Ίσως και να κάνει εγκαίνια τόσο στον χώρο όπου βρέθηκαν και θα εξακολουθούν να υπάρχουν τα τόσο σημαντικά αρχαιολογικά ευρήματα της οδού Βενιζέλου, όσο και στο μουσείο Πολυγύρου, το οποίο θα πρέπει γρήγορα να διατεθεί στους χιλιάδες επισκέπτες της Χαλκιδικής.

Κι όλα αυτά τα επισημαίνω γιατί οι περισσότεροι συμφωνούμε ότι τα μνημεία και ο πολιτισμός στοιχειοθετούν την Ιστορία και φέρνουν παράλληλα την πραγματική ανάπτυξη ενός τόπου!

* O Γιάννης Κύρκου Αικατερινάρης είναι αρχιτέκτονας, πρ. πρόεδρος του ΤΕΕ/ΚΜ

tags: άρθρα

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)