to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

Τα δύο χρόνια κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, η ταξική πάλη και η πολιτική συγκυρία

Το κείμενο είναι από την προσωπική σελίδα στο facebook του Ανδρ. Μπεντεβή


Υπάρχουν δύο αφετηρίες από όπου μπορεί κανείς να ερμηνεύσει την πορεία των δύο χρόνων κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ: Η πρώτη είναι από την άποψη του ιδιαίτερου συμφέροντος και των επιμέρους ιδεολογικών προτύπων. Η δεύτερη είναι από την άποψη μιας όσο γίνεται αντικειμενικής μελέτης πάνω στην εξέλιξη της κρίσης ταυτότητας του νεοελληνικού κοινωνικού σχηματισμού -και της θέσης της κυβέρνησης, με ό,τι αντιπροσωπεύει, μέσα σε αυτήν ακριβώς την κρίση.

Όσο να ναι, αυτή η κυβέρνηση, που έσπασε πολλαπλά ταμπού με την εκλογική της νίκη-βασικά το μεταπολεμικό ταμπού ότι η Αριστερά δεν μπορεί να κυβερνήσει, αλλά και τον μεταπολιτευτικό κύκλο εναλλαγής στην εξουσία-αξίζει να ιδωθεί σε σχέση με τις προϋποθέσεις που την ανέδειξαν, και τα ιστορικά παράγωγα αυτών των όρων. Κάτι που σπάνια συμβαίνει, όσο και αν η πορεία της ''πρώτης φοράς Αριστεράς'' τροφοδοτεί με διαρκή εμπειρικά δεδομένα για το σύνολο των κοινωνικών αντιθέσεων. Για όποιον/α θέλει να το δει έτσι, ασφαλώς.

Το 2015 υπήρξε το έτος όπου αναδείχτηκαν τα αντικειμενικά όρια της θέσης της χώρας στον διεθνή καταμερισμό εργασίας και εξουσίας, τουλάχιστον ως τότε. Πολύμηνη διαπραγμάτευση. Στάση πληρωμών. Ατελέσφορη προσπάθεια να ανιχνευτούν τα περιθώρια προσέγγισης με τον έτερο ιμπεριαλιστικό πόλο (Κίνα-Ρωσία). Μετά τον Ιούλιο του 2015 χάσκει μια μεγάλη αλήθεια, που όμως έπρεπε να αποκαλυφτεί: Η Ελλάδα δεν μπορεί να απειλήσει τους δανειστές της. Η κρίση της, εξάλλου, αποτελεί ένα κομμάτι των ανταγωνισμών τους ακριβώς. Η θέση της στον χάρτη, σε μια περιοχή ευρύτερων αποσταθεροποιητικών εξελίξεων, παράγει δύο δεδομένα: την καθιστά εξαιρετικά ανασφαλή-αλλά και κομβική. Η κυβέρνηση εκμεταλλεύτηκε όσο μπορούσε αυτόν τον δεύτερο παράγοντα. Η έκτοτε στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ, αναπόφευκτα αλλά ορθά, προσεγγίζει μια βήμα το βήμα προσπάθεια βελτίωσης της διαπραγματευτικής θέσης της χώρας, χρησιμοποιώντας τα παράγωγα της πρώτης σύγκρουσης, έστω και της ήττας εκείνης. Κι είναι ένα ζήτημα πολύ δύσκολο αν τα καταφέρνει, έστω και έτσι.

Λέγεται συχνά ότι το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος αντεστράφη. Τίποτα, όμως, στην πολιτική, και στην ταξική πάλη, ακόμα, δεν είναι πάντα εκείνο που φαίνεται με γυμνό μάτι: Στην πραγματικότητα το δημοψήφισμα ενέταξε ξανά στον παγκόσμιο χάρτη το έθνος-κράτος μας -που ήταν ξεγραμμένο σαν τέτοιο- έβαλε τον ελληνικό λαό στο προσκήνιο της πάλης όλων των λαών, ενίσχυσε τις προϋποθέσεις ευρύτερων πολιτικών συμμαχιών στην Ευρώπη ώστε να αλλάξουν οι συσχετισμοί εντός της, τέλος, προκάλεσαν ένα βαθύ ρήγμα στην γερμανική ηγεμονία.

Οι όροι, όμως- τόσο οι εξωτερικοί, όσο και οι εσωτερικοί- της μνημονιακής υπαγωγής, της χρεοκοπίας, ουσιαστικά, της Ελλάδας δεν μπορούσαν και δεν μπορούν να αρθούν με μια πολιτική απόφαση. Επειδή δεν είναι θέμα μιας απόφασης, αλλά μια πολυπαραγοντική συνάρτηση τόσο των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών που προχωράνε καθιστώντας τον κόσμο περιφέρεια των επιμέρους στρατοπέδων του, όσο, ασφαλώς, της διάρθρωσης του εγχώριου συστήματος, του εξαρτησιακού του χαρακτήρα.

Ως προς αυτό: Σπάνια αναδεικνύονται οι αληθινοί κρισιακοί όροι που οδήγησαν στο μνημόνιο. Ισχύει, ασφαλώς,ως ένα σημείο, ότι ένα πρόβλημα ιδιωτικού τραπεζικού χρέους μεταμορφώθηκε σε πρόβλημα δημόσιου χρέους. Ισχύει ότι τα παράγωγα της κρίσης του υπερδιογκωμένου χρηματοπιστωτικού τομέα επιτίθενται με λύσσα τις οικονομίες του πλανήτη, στα πλαίσια των δικών τους αδιεξόδων. Αλλά μια συνεπής ταξική ανάλυση δεν μπορεί να αρκείται σε καταγγελίες. Επειδή, πολύ απλά, η αντιστροφή αυτής της πορείας πραγμάτων δεν σχετίζεται σε τίποτα με τους όρους που αυτή ακριβώς η χρηματοπιστωτική εξουσία προσάρμοσε/αλλοτρίωσε τις κοινωνίες: Απαιτεί μια συνολική πρόταση για τις παραγωγικές δυνάμεις/σχέσεις και την ταξική διάρθρωση της κοινωνίας. Τις βαθιές μετατροπές που απαιτεί ο σοσιαλισμός και στα δύο αυτά επίπεδα.

Καμία δύναμη της Αριστεράς-πέρα από την αγωνιστικότητα ή την εντιμότητα τους- δεν προσεγγίζει στο ελάχιστο αυτά τα ζητήματα. Δίνουν την εντύπωση ότι αρκεί να παράγει ο καπιταλισμός και εμείς να μοιράζουμε δίκαια. Λίγο, η ως πολύ, ότι το ζήτημα του χρέους είναι ένα νομικό, ή τεχνικό ζήτημα. Ότι μπορεί, με έναν μαγικό τρόπο, η χώρα και να γίνει μια σοσιαλιστική νησίδα στον κόσμο, και παράλληλα να μην αλλάξει τίποτα σε σχέση με το εγχώριο βιοτικό επίπεδο, ή αναφορικά με τις γεωπολιτικές συνθήκες τριγύρω της. Εκτός από την Αριστερά λείπει, όχι μόνον εδώ, αλλά σε διεθνές επίπεδο, η άμεση υλική δύναμη, οι τάξεις των εργαζομένων δηλαδή, που να τροφοδοτήσουν με θετικές λύσεις αυτό το πρόβλημα.

Εξάλλου, η κοινωνία θυμάται την Αριστερά μόνο όταν κινδυνεύει. Αυτή είναι η μοίρα της Αριστεράς και η κοινωνική, η πολιτική της καταγωγή! Και έτσι έχουμε ένα κόμμα της Αριστεράς στην θέση της ιστορικής ευθύνης σε μια εξαιρετικά δύσκολη και οριακή στιγμή της νεοελληνικής ιστορίας. Ένα κόμμα που επιχειρεί, με αντιφάσεις, λάθη, αδυναμίες ενδεχομένως, να απαντήσει σε ένα κάρο προβλήματα και αδιέξοδα που έχουν συσσωρευτεί στον προβληματικό νεοελληνικό κοινωνικό σχηματισμό. Στον οποίο, ας το έχουμε αυτό υπόψιν μας, ουσιαστικά δεν υπάρχει ούτε εθνική αστική τάξη για να συμμαχήσεις, ούτε συγκροτημένη εργατική τάξη με συνείδηση και χτισμένες οργανωτικές δομές που να την εκφράζουν. Στον οποίο, ας μην το ξεχνάμε, μέχρι πριν από μόλις 7-8 χρόνια εκδηλωνόταν σε ποσοστά 85%-90% η συναίνεση στο αφήγημα για την ''ισχυρή Ελλάδα του ευρώ-την Ελλάδα ηγεμόνα των Βαλκανίων''.

Υπάρχει, ακόμα, μια πελώρια μεσαία τάξη, η παραδοσιακά συντηρητική και αντιδραστική τάξη-σύμμαχος της άρχουσας τάξης και υλική δύναμη του μεταπολιτευτικού συστήματος -η οποία, και αν ακόμα συρρικνώθηκε κατά το 1/3 της, εξακολουθεί να κάνει πολύ φασαρία, να καθορίζει τον δημόσιο λόγο και να κάνει τις δικές της ανάγκες να παρουσιάζονται σαν συνολικές προτεραιότητες. Για να μην επεκταθούμε πολύ, αρκεί ίσως να παρατεθούν ορισμένα στοιχεία ως προς αυτό: Εκτός από την παρασιτική άρχουσα τάξη, επί 20 χρόνια και πλέον στην Ελλάδα η κατανάλωση αντιστοιχούσε στο 70% του ΑΕΠ-σε αντίθεση με την παραγωγή που αντιστοιχούσε στο 30%.

Ακριβώς αυτό το μοντέλο χρεοκόπησε εις βάρος του κόσμου της παραγωγικής εργασίας. Στις κοινωνίες του ''νεοφιλελεύθερου εκσυγχρονισμού'', στις κοινωνίες των 2/3, οι κυρίαρχες ταξικές συμμαχίες δεν έζησαν-και ζουν ακόμα, περιορισμένες απλώς στο 1/3, ποσοστό που αποτυπώθηκε καθαρά στο δημοψήφισμα-δεν έζησαν, λοιπόν, απλώς εις βάρος των χαμηλότερων στρωμάτων-διαμορφώνοντας στα μέτρα τους το σύνολο των τιμών, των αναγκών, των προτεραιοτήτων σε ολόκληρο το φάσμα της κοινωνικής οργάνωσης-στην πραγματικότητα έχουν ήδη υποθηκεύσει το μέλλον για τις ερχόμενες τρεις γενιές!

Ένα τέτοιο παρασιτικό μοντέλο δεν μπορεί να εκπροσωπεί μια σοβαρή χώρα. Είτε με ευρώ, είτε με εθνικό νόμισμα. Και σίγουρα όχι μια σοσιαλιστική χώρα. Η αναλογία 70% κατανάλωση-30% παραγωγή είναι μια αναλογία που εκφράζει μαι χώρα-φούσκα. Και οι μνημονιακές επιταγές αναφέρονται στην αντιστροφή αυτού του κλάσματος. Η αντιστροφή αυτή, από το 2009 μέχρι το 2014 σαν μνημονιακή πολιτική επιλέχτηκε να γίνει με μια ανεπανάληπτη για χώρα σε συνθήκες ειρήνης συρρίκνωση του ΑΕΠ εις βάρος των χαμηλών στρωμάτων, εις βάρος της παραγωγικής εργασίας, εις βάρος του δημόσιου χώρου. Αυτή υπήρξε η ιστορία των κυβερνήσεων από τον ΓΑΠ μέχρι και τον Σαμαρά.

Υπάρχουν πολλά παραδείγματα για να αντιληφτεί κανείς ότι ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να προχωρήσει αυτήν την προσαρμογή κι αντιστροφή του κλάσματος, αλλά αυτήν την φορά εις βάρος των στρωμάτων που έμειναν ανέγγιχτα-ακριβώς εκείνα τα στρώματα που ευθύνονται περισσότερο για την χρεοκοπία της χώρας. Τα υψηλά μεσοστρώματα και προς τα πάνω. Ο ΣΕΒ χαρακτήρισε, όχι άδικα, τον προϋπολογισμό του 2017 ως τον πιο ταξικό προϋπολογισμό στην νεοελληνική ιστορία (αυτό φαίνεται είναι σωστό, αν αναλογιστεί κανείς ότι ο Μητσοτάκης χαρακτηρίζει παρομοίως αυτήν την κυβέρνηση σαν τη χειρότερη που υπήρξε-μιλάει ασφαλώς για την τάξη του).

Οπωσδήποτε η βελτίωση της αξιακής θέσης του κόσμου της εργασίας δεν είναι μια εύκολη υπόθεση σε συνθήκες όπου δεν είναι εφικτή μια σοβαρή πρωτογενής συσσώρευση κεφαλαίου. Αλλά είναι πάντα και υπό όλες τις συνθήκες, μια μακρόχρονη διαδικασία έτσι και αλλιώς στην αντιθετική ενότητα κεφάλαιο-εργασία, να αναδειχτεί κυρίαρχος ο πόλος της εργασίας. Η επαναθεμελίωση των συλλογικών συμβάσεων θα είναι ένα εξαιρετικά σημαντικό βήμα. Το ζήτημα του γενικού μισθού, όμως, δεν λύνεται σύντομα, και εξάλλου άπτεται μιας γενικότερης αναπροσαρμογής του αναλογιών ανάμεσα στον ανώτερο και στον κατώτερο μισθό, στις καταναλωτικές συνήθειες, και στις τιμές των εμπορευμάτων, ακόμα, φυσικά και της ανταποδοτικότητας του δημόσιου τομέα, τον δωρεάν χαρακτήρα του.

Όχι, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν προχωρά προς τον σοσιαλισμό. Δεν περιμένουμε κάτι τέτοιο, με αυτήν ταξική διάρθρωση, με αυτές τις ελλειμματικές στο μέσο επίπεδο πολιτικής αντίληψης και οργάνωσης, σε αυτήν την αστική δημοκρατία. Προσπαθεί να αντιστρέψει τους όρους της μνημονιακής υπαγωγής, ίσως θα έλεγε κανείς, με όχι και τόσο επιθετικούς όρους όσο θα έπρεπε εις βάρος των ανώτερων μεσοστρωμάτων-αλλά ας έχουμε υπόψιν ότι δεν έχει και κανέναν σύμμαχο ως προς αυτό, ακόμα και η Αριστερά τον πολεμά διαρκώς!

Ο ΣΥΡΙΖΑ, εντούτοις, πρέπει να προσανατολιστεί περισσότερο στην παραγωγική αναδόμηση της χώρας, παράλληλα με την εξάρθρωση του παρασιτισμού και την σεισάχθεια εις βάρος της αστικής τάξης και των συμμαχικών της στρωμάτων. 80 δις έχουν φάει μόνο από το ΕΣΥ! Σε δεκάδες δις ευρώ, ακόμα, υπολογίζονται οι μαύρες καταθέσεις στο εξωτερικό. Τα ΜΜΕ, τα θαλασσοδάνεια, ακόμα, τα τρίγωνα της διαπλοκής-σε όλα αυτά τα αμαρτωλά σημεία η κυβέρνηση έχει ήδη ξεκινήσει την μάχη ώστε να κοινωνικοποιήσει για λογαριασμό του ελληνικού λαού τα απολεσθέντα κεφάλαια-την χαμένη του δικαιοσύνη.

Και είναι γεγονός ότι μπορεί και πρέπει να ολοκληρώσει όλες τις πτυχές των προσπαθειών της. Το ηθικό της πλεονέκτημα παραμένει: Επί δυο χρόνια οι εχθροί της-οι πολλαπλοί, όσο ποτέ άλλοτε δεν συνέβη με μια κυβέρνηση-την ξεψαχνίζουν από πάνω μέχρι κάτω, αλλά ίχνος βρωμιάς δεν μπορούν να της προσάψουν. Σε αντίθεση με τις δικές τους βρωμιές που βγαίνουν στο φως με καταιγιστικό ρυθμό. Και βγαίνουν επειδή η κάθε προσπάθεια εξυγίανσης του δημόσιου τομέα γίνεται ακριβώς μόνο ξηλώνοντας το παρασιτικό πλέγμα που τον είχε καταστήσει λάφυρο του. Για αυτό και θέλει τον χρόνο της η προσπάθεια.

Θαύματα δεν μπορεί να κάνει η κυβέρνηση, αλλά το παλεύει, και εν πάση περιπτώσει, έστω και επειδή έχει ισοπεδώσει τους μεταπολιτευτικούς όρους εναλλαγής στην διαχείριση της εξουσίας-έχει προχωρήσει την Ιστορία ένα βήμα μπροστά. Και παράγει, είπαμε και στην αρχή, πολλά συμπεράσματα για τις κοινωνικές αντιθέσεις σαν Αριστερά που δεν καταγγέλλει από την σιγουριά της αντιπολίτευσης, αλλά χρεώθηκε την ευθύνη από την θέση της διαχείρισης.

Από αυτήν την άποψη δεν ζούμε μόνο σε κρίσιμους καιρούς για την Αριστερά-όπως αρέσκονται καταστροφικά να αναφέρονται στον ΣΥΡΙΖΑ οι εξ αριστερών επικριτές τους-αλλά μπροστά σε μια μεγάλη ευκαιρία που γίνεται ήδη Ιστορία σε σχέση με την αληθινή ταξική πάλη των αληθινών ταξικών αντιθέσεων. Και αξίζει να υποστηρίξει προωθητικά κανείς την κυβέρνηση σε αυτήν την υπόθεση, πιο πολύ από ποτέ όσο περνά ο καιρός, ενάντια σε όλους τους εχθρούς της.

Και ενάντια σε όλα τα εγχώρια και διεθνή κέντρα που την υπονομεύουν λογαριάζοντας την σαν μια ιστορική, και παγκόσμια, ακόμα, παραφωνία. Ιδιαίτερα καθώς η παγκόσμια κρίση διαμορφώνει νέους ανταγωνιστικούς όρους, ακόμα πιο επιθετικούς, σε ιδεολογικό, πολιτικό και οικονομικό επίπεδο, όρους που αναπόφευκτα καθιστούν εξαιρετικά σύνθετο το τοπίο στην Ευρώπη και στον κόσμο-και ακόμα πιο επισφαλή την θέση της Ελλάδας σε αυτόν.

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)