to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

Στο Left.gr: Το «ευρωπαϊκό παράδοξο», η Γερμανία και το μέλλον της Ε.Ε. (βίντεο)

Σκέψεις και διάλογος με αφορμή την παρουσίαση του βιβλίου «Η ευρωπαϊκή ενοποίηση, η Γερμανία και η επιστροφή των εθνικισμών», του Χρήστου Χατζηιωσήφ


Είναι σχεδόν κοινή ομολογία:  Η ευρωπαϊκή ενοποίηση, οξύνοντας τις αντιθέσεις ανάμεσα στα κράτη - μέλη, όχι μόνο δεν άμβλυνε τους εθνικούς ανταγωνισμούς αλλά, αντίθετα (και παρά τους διακηρυγμένους στόχους της), οδήγησε στην «αναβίωση μορφών εθνικισμών που θεωρούνταν ότι ανήκαν στο παρελθόν».

Αυτό το, κατά τον ιστορικό και καθηγητή Χρ. Χατζηιωσήφ, «ευρωπαϊκό παράδοξο» και τις συνέπειές του επιχείρησαν να ερμηνεύσουν οι συμμετέχοντες στην παρουσίαση του βιβλίου «Η ευρωπαϊκή ενοποίηση, η Γερμανία και η επιστροφή των εθνικισμών» (εκδόσεις Βιβλιόραμα, σελ. 128).

O Χρ. Χατζηιωσήφ, συγγραφέας της μελέτης, θύμισε ότι, «από κάποιο σημείο και μετά, οι ευρωπαϊκές πολιτικές εγκατέλειψαν το στόχο της σύγκλισης των ευρωπαϊκών κοινωνιών, κυριάρχησε η αντίληψη του ανταγωνισμού, της επικράτησης, (με τη συνακόλουθη υποχώρηση της παρέμβασης του κράτους στην οικονομία και την απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων), κάτι που οδήγησε στην αύξηση των ανισοτήτων και, τηρουμένων άλλων προϋποθέσεων, στην επιστροφή του εθνικισμού (μέχρι πρότινος «βουβού», στην περίπτωση της Γερμανίας). 

Αυτή η διαπίστωση αποκτά δραματική επικαιρότητα, όπως σημείωσε και ο Ν. Φίλης, μετά το εκλογικό αποτέλεσμα της Κυριακής στη Γερμανία, το οποίο επιβεβαίωσε:

1) την ύπαρξη ενός εντεινόμενου προβλήματος ταυτότητας, με καθοριστική την παρουσία του προσφυγικού ζητήματος και των επιπτώσεων της τρομοκρατίας, 2) την αύξηση των κοινωνικών ανισοτήτων στη Γερμανία (και ειδικά στο ανατολικό κομμάτι), με αποκορύφωμα την αδυναμία πολλών εργαζόμενων να βρουν κατοικία που να μην «καταπίνει» τουλάχιστον το μισό από το πενιχρό εισόδημά τους και, 3) την κρίση πολιτικής εκπροσώπησης και στην Γερμανία, όπως αποδεικνύεται από την εκλογική καθίζηση των δύο μεγάλων παραδοσιακών κομμάτων.

Θα είναι πολύ επιδερμική, όμως, η ανάλυση που θα αρκεστεί μόνο στον λόγο της ακροδεξιάς «Εναλλακτικής για τη Γερμανία» (AfD), η οποία θριάμβευσε με σχεδόν 13%.

«Στο λόγο των κυρίαρχων δυνάμεων και όχι του AfD πρέπει να ψάξουμε τα βασικά χαρακτηριστικά της εθνικής ιδεολογίας η οποία εκφράζεται με μια διπλή αντίθεση: από τη μία, η αντίθεση με τους “τεμπέληδες” του φτωχού Νότου και, από την άλλη, η τιθάσευση των αντιθέσεων στο εσωτερικό της χώρας με τη χρήση του εθνικιστικού λόγου», σημειώνει ο Κωστής Καρπόζηλος, ιστορικός και διευθυντής των ΑΣΚΙ. 

«Το ακραίο νεοφιλελεύθερο κέντρο, το FDP, υιοθέτησε πολλά από τα σλόγκαν του AfD (όπως το "οι πρόσφυγες πρέπει να πάνε πίσω")», συμπληρώνει ο Ν. Φίλης επισημαίνοντας ότι ο ξενοφοβικός και απλουστευτικός λόγος καρποφόρησε στο έδαφος της αποπολιτικοποίησης που καλλιέργησε ο μεγάλος συνασπισμός (Χριστιανοδημοκρατών  - Σοσιαλδημοκρατίας) και η άμβλυνση των διαφορών μεταξύ των δύο πυλώνων του. 

Ο γερμανικός εθνικισμός και η Ευρώπη των «πολλών ταχυτήτων» 

Επιστρέφοντας στο «ευρωπαϊκό παράδοξο», εκτίμηση του Χρ. Χατζηιωσήφ είναι ότι η αναζωπύρωση του εθνικισμού αποτελεί το αναπόφευκτο αποτέλεσμα του τρόπου με τον οποίο επιδιώχθηκε η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση· είναι συνέπεια των ευρωπαϊκών οικονομικών πολιτικών των τριών τελευταίων δεκαετιών. Κάτι που γίνεται σαφέστερο αν μελετηθεί το παράδειγμα της Γερμανίας, τόσο λόγο του βάρους που έχει η οικονομία της εντός της Ε.Ε., όσο και διότι στη γερμανική αντίληψη για το έθνος υπάρχει πάντα η διάσταση της Οικονομίας.

Αυτό αποδεικνύεται από τον τρόπο με τον οποίο οι γερμανικές ελίτ αντιμετωπίζουν την Ε.Ε.: «Το σχέδιο του γερμανικού καπιταλισμού έχει να αναμετρηθεί με τους πραγματικούς ανταγωνιστές του, τις ΗΠΑ και την Κίνα» επισημαίνει ο δημοσιογράφος Απόστολος Φωτιάδης.

«Η Γερμανία ("πολύ μεγάλη για την Ευρώπη, πολύ μικρή για τον κόσμο") έχει αφήσει πίσω της ολοκληρωτικά την Ευρώπη και μπαίνει στη διαδικασία ανταγωνισμού με πολύ μεγάλες δυνάμεις» επαναλαμβάνει, ενισχύοντας την ανάλυση που διαπνέει το δοκίμιο του Χρ. Χατζηιωσήφ:

Το πρόγραμμα της λεγόμενης 4ης βιομηχανικής επανάστασης, («Industrie 4.0»), που έχει ξεκινήσει η γερμανική κυβέρνηση αποσκοπεί στο να αντιμετωπίσει την απειλή του εξωτερικού ανταγωνισμού και να ενισχύσει την ήδη κυρίαρχη θέση του γερμανικού κλάδου παραγωγής μέσων παραγωγής στην παγκόσμια αγορά, με μια ριψοκίνδυνη τεχνολογική φυγή προς το μέλλον. 

Πρόκειται για ένα καθαρά εθνικό, γερμανικό πρόγραμμα, χωρίς καμία ρητή αναφορά στην Ευρώπη. Η σιωπή αυτή συγκαλύπτει το γεγονός ότι χωρίς τους οικονομικούς και τους ανθρώπινους πόρους που θα αντληθούν από τα υπόλοιπα κράτη – μέλη της ΕΕ το πρόγραμμα δεν μπορεί να υλοποιηθεί.

Επιτρέπεται να συμπεράνουμε ότι οι Γερμανοί ιθύνοντες θεωρούν τη συνεργασία των υπόλοιπων Ευρωπαίων και την αποδοχή από αυτούς υποδεέστερων ρόλων στην υλοποίηση του προγράμματος σαν κάτι το δεδομένο.

Από αυτήν την άποψη, το πρόγραμμα είναι χαρακτηριστικό του τρόπου που η Γερμανία αντιμετωπίζει την ΕΕ και τους εταίρους της· ισχύει όμως και το αντίστροφο: Τα περισσότερα κράτη-μέλη, απομιμούμενα τη γερμανική πολιτική έσπευσαν να καταρτίσουν ανάλογα προγράμματα». 

Ο τρόπος που η κάθε χώρα θα συμμετάσχει σε αυτήν τη βιομηχανική ανασυγκρότηση θα επηρεάσει, κατά τη γνώμη του Χρ. Χατζηιωσήφ, και τις προοπτικές ένταξής της στα διάφορα σχήματα της Ευρώπης των πολλών ταχυτήτων». 

Τεράστιο κίνδυνο, μεταξύ άλλων αποτελούν τόσο η βέβαιη επιμονή της Γερμανίας για ισοσκελισμένα εμπορικά ισοζύγια (κάτι που σε μία περίοδο ανόδου της γερμανικής ακροδεξιάς  κάνει περισσότερο πολύπλοκο το πολιτικό σκηνικό), όσο και η οι (δανειακές) απαιτήσεις που έχει συσσωρεύσει η γερμανική κεντρική τράπεζα απέναντι στις ελλειμματικές ευρωπαϊκές χώρες. 

Όπως προσθέτει ο Απ. Φωτιάδης:

Ενδεχόμενη αποτυχία του γερμανικού καπιταλισμού σημαίνει απώλεια της πρωτοκαθεδρίας στην αυτοκινητοβιομηχανία («το επίδικο ως προς αυτό το πεδίο είναι το ποιος θα βγάλει πρώτος το ηλεκτρικό αυτοκίνητο, η Γερμανία ή οι ΗΠΑ») «και σημαίνει ότι θα στηριχθεί στην παραγωγή στελεχών για τη βιομηχανία -αλλά και εκεί ο ανταγωνισμός με την Κίνα είναι ισχυρός. Άρα, η ύφεση της γερμανικής οικονομίας μοιάζει σχεδόν βέβαιη, με ό,τι αυτό σημαίνει για την περαιτέρω άνοδο της ακροδεξιάς».

Υπάρχει διέξοδος;

«Τι θα μπορούσε να διαταράξει τη συνέχιση της αμείλικτης εφαρμογής της σημερινής πολιτικής και να οδηγήσει στην αλλαγή των κανόνων λειτουργίας της Ε.Ε. προς την κατεύθυνση μεγαλύτερης ισότητας και κοινωνικής δικαιοσύνης;», διατυπώνει το ερώτημα ο συγγραφέας του βιβλίου. 

Δεδομένης, όπως λέει ο Κ. Καρπόζηλος, της συλλογικής αδυναμίας της κριτικής διανόησης και της Αριστεράς (στο σημείο αυτό χαρακτηρίζεται εύστοχη η κριτική του Χρ. Χατζηιωσήφ  στον Μελανσόν) να διαμορφώσει μια συνεκτική εναλλακτική πολιτική πρόταση στο ζήτημα της ευρωπαϊκής ενοποίησης, η αποσταθεροποίηση μοιάζει η μόνη... σταθερά. 

Δεν αρκεί η «φυγή προς τα εμπρός του Μακρόν» (Χρ. Χατζηιωσήφ) αλλά, μόνο η «ριζική αλλαγή πολιτικών» μπορεί να δώσει διέξοδο (Φίλης) με όρους συνοχής ανάμεσα στα κράτη  - μέλη και, ταυτόχρονα, μεγαλύτερης ισότητας στο εσωτερικό των χωρών. 

Έως τώρα, «ο ελληνικός αστικός κόσμος αντιμετώπισε την ενωμένη Ευρώπη όχι τόσο με ορθολογική ανάλυση αλλά με ελπίδα και πίστη» (Χρ. Χατζηιωσήφ), παραβλέποντας αυτό που παραδέχτηκε ο καθηγητής Ν. Παγουλάτος (ο οποίος, σημειωτέον, δεν ανήκει ιδεολογικά στην Αριστερά): ότι διαμορφώθηκε μία Ένωση που δουλεύει προς όφελος της Γερμανίας, η οποία αντιμετωπίζει σαν φυσική ενδοχώρα της, την Ευρώπη (και την «Ενιαία Αγορά» της). 

Για να αλλάξει ρότα, απαιτούνται «νέοι τρόποι ψύχραιμης σκέψης» (Φίλης) και σίγουρα απομάκρυνση των ιθυνόντων και των πολιτών από τη λογική του κοινωνικού δαρβινισμού και της αποδοχής, ως φυσικής κατάστασης, της επικράτησης του ισχυρότερου, τόσο στο εσωτερικό τους όσο και στις διεθνείς σχέσεις (Χρ. Χατζηιωσήφ). Αλλά, ο δρόμος είναι μακρύς και, δυστυχώς, ανεξιχνίαστος...

(«Ο Χρ. Χατζηιωσήφ, ίσως ο σημαντικότερος ιστορικός ανάμεσα σε αυτούς της τρίτης μεταπολεμικής γενιάς ιστορικών, μαθητής του Ν. Σβορώνου και μαχόμενος διανοούμενος επιχειρεί να παρέμβει με επιτυχία στο δημόσιο διάλογο με το βιβλίο αυτό», σχολίασε από την πλευρά του ο καθηγητής Ν. Αλιβιζάτος).
 

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)