to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

Solus ipse: Όταν τα ιδιωτικά ιδρύματα υποκαθιστούν (στον Πολιτισμό) τους δημόσιους θεσμούς

Εγκαινιάστηκε στην Αθήνα και θα διαρκέσει μέχρι τις 25 Νοεμβρίου στο Circuits & Currents (Νοταρά 13 & Τοσίτσα, Εξάρχεια), η Εικαστική Έκθεση «Solus ipse».


Διαπραγματεύεται το ρόλο των μεγάλων ιδιωτικών ιδρυμάτων και το πώς αυτά παρεμβαίνουν στα πολιτιστικά πράγματα του τόπου, υποκαθιστώντας το κράτος.
Περισσότερο φως στο θέμα και γενικότερα στην έκθεση ρίχνουν οι απαντήσεις σε ερωτήματα και οι απόψεις πέντε εικαστικών: της Έλενας Ακύλα, της Λιλιάνας Αρεταίου, του Γιώργου Παπαδάτου, της Φανής Σοφολόγη και του επιμελητή της έκθεσης Δημήτρη Χαλάτση.

[Στέφανος Χανδέλης: εγκατάσταση (Πατρόνα) και περφόρμανς (The Last Dream of the Beast)]

Kαλπάζουσα ιδιωτικοποίηση δημόσιων αγαθών
Το πρώτο ερώτημα αφορά το κίνητρο συμμετοχής τους στην έκθεση.
Η Έλενα Ακύλα επισημαίνει: «Η έκθεση επιδιώκει να κάνει ένα σχόλιο πάνω στη σχέση των ιδιωτικών θεσμών και χορηγών με την σύγχρονη τέχνη και να διερευνήσει κατά πόσο αυτή επηρεάζει ενδεχομένως την παραγωγή του έργου τέχνης. Κάτι τέτοιο δεν με αφήνει αδιάφορη, ούτε αμέτοχη».

Ερωτήματα για τη στάση των καλλιτεχνών τίθενται σύμφωνα με τον Γιώργο Παπαδάτο: « Η έκθεση διερευνώντας  τον ηγεμονικό ρόλο τον ιδρυμάτων, αναπόφευκτα θέτει ερωτήματα και για την στάση των καλλιτεχνών και ειδικά για την θέση των εγχειρημάτων αυτοδιαχείρισης. Αυτό είναι από μόνο του εξαιρετικά προκλητικό»

Στην ιδιωτικοποίηση των δημόσιων αγαθών στο χώρο του πολιτισμού επικεντρώνεται η Λιλιάνα Αρεταίου: «Πρόκειται για μια έκθεση που στόχο έχει να ανοίξει μια δημόσια συζήτηση σχετικά με την καλπάζουσα ιδιωτικοποίηση των δημόσιων αγαθών στο χώρο του πολιτισμού, ένα ζήτημα καθοριστικό για την κοινωνία και συνεπώς για τη ζωή μας. Νομίζω πως είναι μια προσπάθεια να παίξει η τέχνη έναν ουσιαστικό ρόλο φωτίζοντας σημαντικές πλευρές της πραγματικότητας που σταθερά βρίσκονται σε ένα ομιχλώδες τοπίο ίσων αποστάσεων».

Καμπάνιες ιδρυμάτων για δήθεν στήριξη της προοδευτικής σκέψης
Η Φανή Σοφολόγη υπεισέρχεται κατ΄ ευθείαν στο ρόλο των ιδρυμάτων: «Μια σειρά από σκέψεις και προβληματισμούς γύρω από το ρόλο και τη λειτουργία των γνωστών Ιδρυμάτων Τέχνης και Πολιτισμού, προϋπήρχαν έτσι κι αλλιώς, πριν μου γίνει η πρόταση να συμμετάσχω στο επιμελητικό έργο του Δ. Χαλάτση. Υπάρχουν σημεία ως προς τον τρόπο λειτουργίας και λήψης αποφάσεων στα γνωστά Ιδρύματα που προωθούν τη Σύγχρονη Τέχνη, που δημιουργούν απορίες. Για παράδειγμα, έχει προβληματιστεί πλήθος καλλιτεχνών για το γεγονός ότι κάποιες φορές, χρηματοδοτούνται και στηρίζονται αναγνωρισμένοι καλλιτέχνες, οι οποίοι δεν αντιμετωπίζουν κανένα απολύτως οικονομικό πρόβλημα ως προς την υλοποίηση του έργου τους, ενώ την ίδια στιγμή υπάρχουν καλλιτέχνες με αξιόλογο έργο, δημιουργικοί και πρωτοπόροι οι οποίοι δεν στηρίζονται παρόλο που έχουν πραγματικά ανάγκη για στήριξη στην υλοποίηση του έργου τους. Σε ένα άλλο επίπεδο, αυτό του εργαζόμενου σε γνωστά Ιδρύματα, παρατηρείται ότι ορισμένα ιδρύματα θέτουν ως προϋπόθεση για την πρόσληψη κάποιου ειδικού σε θέση οργανωτική, επιμελητική κτλ., την αποδοχή ενός πολύωρου και εξοντωτικού εργασιακού ωραρίου σε συνδυασμό με έναν μη ικανοποιητικό μισθό. Συνήθως, ως αντιστάθμιση το Ίδρυμα, προτάσσει την απόκτηση προϋπηρεσίας για το βιογραφικό του υποψήφιου εργαζόμενου, γεγονός που έχει σχολιαστεί αρκετά στον καλλιτεχνικό χώρο.  Αυτά δεν τα λέω εγώ, μου τα έχουν αναφέρει άνθρωποι που έτυχε να περάσουν από συνέντευξη ή ακόμη και να εργαστούν σε κάποιο μεγάλο Ίδρυμα, για κάποιο χρονικό διάστημα. Όλα αυτά μαζί, αποτελούν στοιχεία που δεν γίνεται να προσπεράσει εύκολα ένας νοήμων άνθρωπος ή καλλιτέχνης που ζει και δημιουργεί στο εδώ και τώρα. Παρόλα αυτά, όλα τα Ιδρύματα, μέσα από κοστοβόρες καμπάνιες αυτο-προώθησής τους, προβάλουν ένα διαφορετικό προφίλ, στήριξης της προοδευτικής σκέψης και ένα προφίλ ενάντια στην όποια εκμετάλλευση. Με αυτά και άλλα δεδομένα, κρίναμε ότι προκύπτουν ζητήματα που χρήζουν συζήτησης και προφανώς τοποθέτησης.


[Φανή Σοφολόγη: «Το έργο, αλλά και ολόκληρη η έκθεση, αναγγέλλει επί της ουσίας, την έναρξη μιας ευρείας “συζήτησης”, εντός του καλλιτεχνικού χώρου»]

Τα χάρτινα λουλούδια δεν μυρίζουν
Τι θα διακρίνει στο έργο τους το έμπειρο μάτι ενός συναδέλφου ή του κριτικού Τέχνης και τι θα αποκομίσει το ελάχιστα σχετικό με τα εικαστικά κοινό;

«Η ανάγνωση του έργου είναι και πρέπει να είναι απρόβλεπτη, πολυεπίπεδη και υπερβαίνει τις προθέσεις του καλλιτέχνη καθώς δεν πρόκειται για μανιφέστο, η καμπάνια που απευθύνει μονοσήμαντο νόημα σε στοχευόμενο target group. Κάνoντας αυτή την παραδοχή δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω τι θα αποκομίσει το  κοινό. Ο ρόλος του έργου είναι να δημιουργήσει μια συνθήκη σκέψης» (Γιώργος). 

«Το έργο που παρουσιάζω στην έκθεση είναι μικρό, απλό και σαφέστατο. Παρουσιάζει ένα πραγματικό γεγονός που μπορεί να κατανοήσει ο μη μυημένος αλλά και ο πλέον ειδικός-επαγγελματίας. Για τον απλό επισκέπτη το έργο θα λειτουργήσει κυρίως ενημερωτικά αλλά θα δει και τον τρόπο που χρησιμοποιώ αυτή τη φορά το κείμενο μαζί με το ζωγραφικό στοιχείο για να αποδώσω τη σπουδαιότητα ενός γεγονότος, τονίζοντας αυτό που θεωρώ σημαντικό. Ένα πιο έμπειρο μάτι ή ένας κριτικός Τέχνης, θα το προσεγγίσει με άλλο τρόπο, μιας και ήδη γνωρίζει τα παρασκηνιακά ζητήματα που προανέφερα. Οπότε, για τον επαγγελματία της Τέχνης, το έργο, αλλά και ολόκληρη η έκθεση, αναγγέλλει επί της ουσίας, την έναρξη μιας ευρείας “συζήτησης”, εντός του καλλιτεχνικού χώρου. Η έναρξη ενός διαλόγου είναι σημαντική έτσι κι αλλιώς.  Το κατά πόσο θα προχωρήσει ένας εποικοδομητικός διάλογος από τους ανθρώπους του χώρου και σε ποιά βάση δεν μπορώ να το γνωρίζω. Είναι θέμα προσωπικής συνείδησης του καθενός ξεχωριστά» (Φανή).

«Η ενότητα έργων που παρουσιάζεται από μένα στην έκθεση ονομάζεται Τα χάρτινα λουλούδια δεν μυρίζουν. Είναι επιζωγραφισμένα σχέδια και κείμενα που διαπραγματεύονται ζητήματα σχετικά με την τέχνη, τον δημόσιο χώρο και την πολιτική.

Ένα τρίπτυχο με νεκρές φύσεις μας μιλάει για το αυτονόητο πως, τόσο κυριολεκτικά όσο και μεταφορικά, τα χάρτινα λουλούδια δεν μυρίζουν.
Σε δύο έργα απεικονίζονται η Εθνική Πινακοθήκη (πτέρυγα Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος) και ο ανελκυστήρας πλαγιάς στην Ακρόπολη, ο οποίος είναι δωρεά του Ιδρύματος Ωνάση, θέλοντας να σχολιάσουν το γεγονός πως τα ιδιωτικά Ιδρύματα ολοένα και περισσότερο υποκαθιστούν την κρατική μέριμνα, αποκτώντας διαρκώς μεγαλύτερο ρόλο και νομιμοποίηση στην κοινωνία.
Τέλος, ένα ντοσιέ με τη φράση WE LOVE THE PERESTROIKA στο εξώφυλλό του, από τα μέσα της δεκαετίας του 1980, περιέχει επτά κείμενα διανοητών, πενήντα τρεις (επιζωγραφισμένες) σελίδες στο σύνολό τους, σε μια προσπάθεια οπτικοποίησης αλλά και αισθητικοποίησης αυτών των κειμένων. Λέξεις και φράσεις όπως immaterial labour (άυλη εργασία), creative class (δημιουργική τάξη), production of culture as social capital (πολιτιστική παραγωγή ως κοινωνικό κεφάλαιο), gentrification (αστικός εξευγενισμός), precariat (πρεκαριάτο), urban creativity (αστική δημιουργικότητα), urban planning policies (πολιτικές αστικού σχεδιασμού), creative capital (δημιουργικό κεφάλαιο), παραμένουν ευδιάκριτες και αναγνώσιμες» (Έλενα).

Το εκπαιδευτικό σύστημα δεν καλλιεργεί την κριτική σκέψη

«Το έργο μου είναι μια εικονοποίηση της πεποίθησής μου ότι το πλαίσιο καθορίζει το περιεχόμενο. Ένας ανατρεπτικός λόγος που λαμβάνει χώρα μέσα σε ένα κατεστημένο θεσμικό πλαίσιο χρηματοδοτούμενο από το ιδιωτικό κεφάλαιο παροπλίζεται εξ ορισμού. Δεν ακούγεται επί της ουσίας. Επιπλέον προσφέρει επιχείρημα δημοκρατικότητας, σύγχρονης ματιάς και προοδευτικής πολιτικής στους πρωτεργάτες της επέλασης του κυνικού νεοφιλελευθερισμού που -σαν καλός μύλος -όλα τα αλέθει. Νομίζω ότι το νόημα του έργου είναι προσβάσιμο τόσο από περισσότερο όσο και από λιγότερο μυημένους στη γλώσσα των εικαστικών ανθρώπους. Οι συνάδελφοί μου ή οι θεωρητικοί της τέχνης θα κάνουν ίσως συνδέσεις με ανάλογα έργα που έχουν προηγηθεί και θα κρίνουν κατά πόσο η πρόθεσή μου υλοποιήθηκε με άρτιο τρόπο. Με την ευκαιρία αυτής της πολύ εύστοχης ερώτησης θα ήθελα να παρατηρήσω ότι η μύηση του κοινού στα εικαστικά είναι δουλειά της πρωτοβάθμιας και της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Η απαξίωση του μαθήματος των εικαστικών αλλά και η παντελής απουσία θεωρητικών μαθημάτων τέχνης που να εισάγουν τους ανθρώπους στη γλώσσα της σύγχρονης τέχνης ώστε να μην αποτελεί αυτή ένα εξειδικευμένο πεδίο λίγων και εκλεκτών είναι μία πολιτική επιλογή που έχει αντιστοιχίες με την απαξίωση του μαθήματος της κοινωνιολογίας. Το εκπαιδευτικό μας σύστημα όπως είναι στημένο δεν έχει στόχο να καλλιεργεί την κριτική σκέψη» (Λιλιάνα).

Μόνον εγώ κατανοώ τον κόσμο
Ο «Σολιψισμός (αγγλ. Solipsism), που προέρχεται από τις λατινικές λέξεις solus = μόνος + ipse = ο ίδιος, είναι μια ιδεαλιστική θεωρία, σύμφωνα με την οποία δεν υπάρχει τίποτε άλλο στον κόσμο εκτός από το υποκειμενικό «εγώ», τον άνθρωπο και τη συνείδησή του» αναφέρει στο σκεπτικό της έκθεσης ο Δημήτρης Χαλάτσης. «Όλα τα άλλα μέσα στο σύμπαν δεν υπάρχουν στην πραγματικότητα, αλλά μόνο στη συνείδηση του υποκειμένου. Η ύπαρξή τους είναι αποκλειστικά προϊόν της συνείδησης και τίποτε παραπάνω. Η φύση είναι το συναίσθημα τού εγώ ή η παράστασή του.
“Μόνον εγώ”: κατανοώ τον κόσμο αποκλειστικά με βάση τις δικές μου ανάγκες και με τους δικούς μου κανόνες. Εάν προσεγγίσει κανείς αυτό το ζήτημα πέρα από τους όρους της ψυχολογίας του υποκειμένου, θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι η αναγωγή σε μία αυτοαναφορική πραγματικότητα χαρακτηρίζει το περιβάλλον ενός πολύ μεγάλου μέρους της σύγχρονης τέχνης».

«Η Συνείδηση είναι η ραχοκοκαλιά της ανθρώπινης ύπαρξης. Αυτή μας καθοδηγεί είτε την έχουμε ως “κολλητή μας φίλη”, είτε την παρακάμπτουμε ηθελημένα» λέει η Φανή. «Το αποτέλεσμα της σχέσης μας με αυτή είναι αναγνωρίσιμο και αντακλάται στον καθένα μας ξεχωριστά. Η σχέση δηλαδή που έχει ο καθένας μας με τη Συνείδησή του, δεν κρύβεται με τίποτα εντός των κοινωνικών μας σχέσεων. Σε αυτό το επίπεδο, κανείς δεν μπορεί να κρυφτεί, ούτε να ξεγελάσει τον περίγυρό του».

Την αντίθεσή τους με την ιδεαλιστική θεωρία, ότι δεν υπάρχει τίποτε άλλο στον κόσμο εκτός από το υποκειμενικό “εγώ”, τον άνθρωπο και τη συνείδησή του, εκφράζουν δύο από τους συμμετέχοντες:
«Ο σολιψισμός του  έχει κριθεί ιστορικά το βαθμό πάντως που όλες οι θεωρίες του υποκειμενικού ιδεαλισμού  αποτελούν κατά κάποιο τρόπο τη βάση της σημερινής καπιταλιστικής διακυβέρνησης, με βρίσκουν αντίθετο» (Γιώργος).

«Διαφωνώ με τη θεωρία αυτή, νομίζω ότι δεν υφίσταται υποκείμενο εκτός κοινωνίας. Τα “εγώ” που δρουν αυτοαναφορικά εξυπηρετούν ερήμην τους πλάνα κοινωνικής συλλογικής μοίρας χωρίς απαραίτητα αγαθές προθέσεις» (Λιλιάνα).

Απαξίωση δημόσιων θεσμών
«Στόχος των έργων που παρουσιάζονται στην Solus ipse είναι να θίξουν το “μόνο εγώ” του θεσμού, αυτή την ειδική δηλαδή συνθήκη εντός της οποίας παρουσιάζεται ένα μεγάλο μέρος της σύγχρονης τέχνης.
Την ίδια στιγμή η συνθήκη αυτή θέτει ένα ακόμη ζήτημα: ποια είναι τα αίτια της εμπλοκής των ιδιωτικών θεσμών με την τέχνη αλλά και ποια τα αποτελέσματα αυτής της παρεμβατικής πολιτικής; Η απλουστευτική απάντηση που συνήθως συνοψίζεται στην υπογράμμιση της κοινωνικής ωριμότητας των θεσμών με βάση την έννοια της εταιρικής ευθύνης δεν αρκεί. Η εταιρική ευθύνη αναπτύσσεται πλέον ως εργαλείο και αναγκαίος ιδεολογικός μηχανισμός κοινωνικής νομιμοποίησης και αναπαραγωγής της συναίνεσης, σε μια ιστορική συγκυρία όπου το κράτος εμφανίζεται να υποχωρεί από τις περιοχές που παραδοσιακά του «ανήκαν» και τώρα καταλαμβάνονται από την “ιδιώτευση”. Νέοι τρόποι διαχείρισης των εταιρικών κεφαλαίων, της διαφημιστικής προβολής, των οικονομικών και φορολογικών απαλλαγών, της πολιτικής επιρροής ‒ ζητήματα που σπάνια τίθενται‒ είναι απαραίτητο να συνυπολογιστούν σε οποιαδήποτε παρόμοια συζήτηση. Η νέα ισχύς που αποκτούν οι θεσμοί για την υλοποίηση των στόχων τους με όχημα την τέχνη και τα λιγότερο ή περισσότερο μόνιμα αποτελέσματα των χορηγικών τους παρεμβάσεων ακόμη και στον ίδιο τον αστικό ιστό (“εξευγενισμός”) θα πρέπει να συνυπολογιστούν σε μία κουβέντα που μοιάζει αθώα και καλών προθέσεων αλλά μάλλον δεν είναι. Τα έργα της Solus ipse επιχειρούν να θίξουν πολλές από τις όψεις αυτών των ζητημάτων που εκλαμβάνονται εδώ ως σύμφυτα με την συγκρότηση της ίδιας της σύγχρονης τέχνης» (Δημήτρης).

Ποια η σχέση των καλλιτεχνών με τα ιδρύματα και ποιος είναι ο ρόλος που παίζουν αυτά στα πολιτιστικά πράγματα του τόπου;

Η απάντηση της Λιλιάνας είναι επιγραμματική:  «Τα παρακολουθώ ως θεατής. Έχω την αίσθηση ότι τείνουν να μονοπωλήσουν την πολιτιστική παραγωγή του τόπου».

Τα ιδιωτικά ιδρύματα φαντάζουν μονόδρομος στα μάτια του νέου καλλιτέχνη, υποστηρίζει η Έλενα: «Με απασχολεί το γεγονός πως στην Ελλάδα ο ρόλος του κράτους είναι ανύπαρκτος σε σχέση με τον καλλιτέχνη, ενώ ταυτόχρονα παρατηρούμε την διόγκωση των ιδιωτικών ιδρυμάτων. Για τους νέους καλλιτέχνες που βγαίνουν από τις Σχολές Καλών Τεχνών συχνά μοιάζει να είναι ο μόνος τρόπος για μια υποτυπώδη επαγγελματική δραστηριότητα».

Απαξίωση των δημόσιων θεσμών διαπιστώνει και ο Γιώργος: «Στην τέχνη πάντα ήταν καθοριστικός ο ρόλος της διαχείρισης και του συστήματος προώθησης και καταγραφής. Η συζήτηση για το σύστημα της τέχνης και την αυτονομία του έργου είναι πολύ παλιά.  Το θέμα αποκτά μεγαλύτερο  ενδιαφέρον τις τελευταίες δεκαετίες καθώς η απαξίωση των δημόσιων θεσμών  έχει δώσει ηγεμονικό ρόλο στα ιδιωτικά ιδρύματα, όχι μόνο διαχείρισης του πολιτισμού αλλά οικειοποίησης του λόγου των αυτοδιαχειριζομενων εγχειρημάτων  και δημιουργίας πολιτισμικού κεφαλαίου.  Η σχέση της δικής μου πρακτικής σε ένα τέτοιο ελεγχόμενο πεδίο είναι  μια συνεχής προσπάθεια να ορίσω ο ίδιος της συνθήκες που χρειάζεται το έργο, η οποία συχνά αποτυγχάνει,  καθίσταται αντιφατική ή και οξύμωρη».

Αισθητικοποίηση της κοινωνικής  ζωής. 

«Το περιβάλλον μίας αυτοαναφορικής πραγματικότητας καθορίζεται σήμερα από τη σχέση που συγκροτεί η τέχνη με τους θεσμικούς μηχανισμούς του ιδιωτικού, κυρίως, τομέα» γράφει στο εισαγωγικό κείμενο ο Δημήτρης. «Γιατί και οι δημόσιοι θεσμοί ‒ακόμη και με εθνικό χαρακτήρα‒ παραχωρούν συνεχώς περιοχές που κατά παράδοση βρίσκονταν στην επικράτειά τους, στο ιδιωτικό κεφάλαιο. Η χορηγική υποστήριξη ‒το λιγότερο‒ της Εθνικής Βιβλιοθήκης, της Εθνικής Πινακοθήκης, του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, καθιστά προφανή αυτή τη μετατόπιση. Μια «γκρίζα» περιοχή ενός δημόσιου χώρου που εξαφανίζεται σταδιακά ιδιωτικοποιούμενος, παραμένει ίσως υπαρκτός ‒ αλλά για πόσο ακόμη; Σε αυτή πάντως την περιοχή, σε μία τέτοια, ακόμη δημόσια, νησίδα, παρουσιάζεται η παρούσα έκθεση. Σε κάθε περίπτωση, μοιάζει σήμερα αδιανόητο μία καλλιτεχνική εκδήλωση να πραγματοποιηθεί έξω από το ‒υποστηρικτικό, χορηγικό‒ πλαίσιο ενός κραταιού θεσμού. Σε σημείο μάλιστα που συχνά να αντιστρέφεται η φυσική πορεία της ίδια της καλλιτεχνικής διαδικασίας: αντί το έργο να προκύπτει με βάση τη συγκρότηση μιας συλλογιστικής και κατόπιν να αναζητείται ο τρόπος υλοποίησής του, αναζητείται πρώτα το πλαίσιο υλοποίησης (ένα χορηγικό θεσμικό πλαίσιο) και κατόπιν οι καλλιτεχνικές ιδέες προσαρμόζονται στο θεσμικό περιβάλλον που θα τις υποστηρίξει. Έτσι μέσα σε αυτή την διαδικασία, αντί να κοινωνικοποιηθεί η αισθητική (και η τέχνη γενικότερα) έχουμε την αισθητικοποίηση της κοινωνικής  ζωής.
 

Ταξικό ζήτημα από το ρόλο των ιδρυμάτων

Προσωπικά βιώματα μεταφέρει η Φανή και θέτει ταξικό ζήτημα: «Έχω εμπλακεί με ιδρύματα, με ποικίλους τρόπους στο παρελθόν αλλά και πιο πρόσφατα. Για παράδειγμα, είχα βραβευτεί στο παρελθόν από το Ίδρυμα Γιάννη και Ζωής Σπυροπούλου όντας εντελώς άγνωστη ακόμη αλλά ανερχόμενη στην ελληνική εικαστική σκηνή. Το βραβείο εκείνο και το χρηματικό έπαθλο που έλαβα με βοήθησε πραγματικά τότε, να αποκτήσω τον υλικοτεχνικό εξοπλισμό που χρειαζόμουν για να προχωρήσω το έργο μου. Άλλες φορές, υπάρχει έμμεση σχέση με κάποιο ίδρυμα, όταν π.χ. προσφέρεται ένα ποσό για την εκτέλεση-παρουσίαση ενός έργου μέσω ενός επιχορηγούμενου επιμελητικού πρότζεκτ. Εκεί η εμπλοκή είναι απρόσμενη αλλά πάντοτε καλοδεχούμενη εφόσον σώζει τον καλλιτέχνη από υπερβολικά έξοδα τα οποία δεν θα αποσβέσει εύκολα, ίσως και ποτέ, ειδικά εάν το έργο του είναι δεν μπορεί να ενταχθεί εύκολα στην αγορά. Υπάρχουν και διαδικασίες για επιχορηγήσεις, αναθέσεις ή παρουσιάσεις έργων με προκηρυσσόμενες θεματικές, συμμετοχές σε επιμελητικά πρότζεκτ ή καταθέσεις προτάσεων αλλά οι συνθήκες των διαδικασιών μοιάζουν θολές στο καλλιτεχνικό στερέωμα γενικότερα. Για έναν βιοποριζόμενο καλλιτέχνη, η εξασφάλιση υποστηρικτών (για να μιλάμε ειλικρινά), προϋποθέτει άπειρο ελεύθερο χρόνο για δημόσιες σχέσεις πρώτα απ΄ όλα, ενώ η δημιουργία προτάσεων και η κατάθεσή τους χρειάζεται εργατοώρες δουλειάς με αβέβαιο αποτέλεσμα εάν δεν προϋπάρχουν οι απαραίτητοι συνδετικοί κρίκοι με τα ιδρύματα, έτσι ώστε να δοθεί η επιθυμητή προσοχή στον διεκδικητή-καλλιτέχνη. Ένας καλλιτέχνης λοιπόν, που εργάζεται καθημερινά για την επιβίωσή του, δεν έχει τον άπειρο χρόνο για να εμπλακεί στο παιχνίδι των επιχορηγήσεων. Ο αγώνας αυτός μοιάζει άνισος τελικά για τους βιοπαλαιστές καλλιτέχνες που εργάζονται για το καθημερινό μεροκάματο. Υπάρχει λοιπόν ζήτημα ταξικό εδώ ή όχι;
Ως προς το ρόλο των ιδρυμάτων στα πολιτιστικά πράγματα του τόπου, είναι αντιληπτή η εξωστρέφεια και η τάση για “επαφή” με ένα ευρύτερο φιλότεχνο κοινό, καθώς επίσης και η στήριξη αρκετών σημαντικών καλλιτεχνών οι οποίοι παρουσιάζουν έργα με θεματικές που αφορούν τα τρέχοντα κοινωνικά ζητήματα.  Βέβαια, οι παραστάσεις που ανεβαίνουν στα γνωστά μας ιδρύματα έχουν σχεδόν όλες εισιτήριο, δηλαδή το εκάστοτε ίδρυμα κάνει πλήρη απόσβεση των εξόδων του. Μέσα όμως από την αυτο-διαφήμισή τους τα ιδρύματα, παρουσιάζονται συνήθως ως πρωτοπόρα, ως υπερασπιστές ευάλωτων κοινωνικών ομάδων και ως υποστηρικτές καλλιτεχνών που θέλουν να προωθήσουν το έργο τους. Είναι όμως πραγματικά έτσι; Εάν είναι πραγματικά έτσι, θα είχε ενδιαφέρον να βλέπαμε μια στατιστική έρευνα που να αποκαλύπτει  πόσοι τελικά είναι οι οικονομικά αδύναμοι καλλιτέχνες που υποστηρίχθηκαν (βάσει πραγματικών οικονομικών στοιχείων) και πόσοι οι οικονομικά ευάλωτοι πολίτες που ωφελήθηκαν από το εκάστοτε ίδρυμα, βλέποντας δωρεάν μια παράσταση ή μια συναυλία. Την ίδια στιγμή, φαντάζει αφελές να έχει κανείς την πεποίθηση να ελέγξει εάν ένα ίδρυμα επιτελεί ορθά και τίμια το έργο που ισχυρίζεται ότι προσφέρει. Είναι προφανές, ότι αυτή η κουβέντα δεν θα χρειαζόταν να γίνει ποτέ, εάν ένα πλήθος ιδιωτικών θεσμών δεν είχε “αναλάβει” τις υποχρεώσεις που αναλογούν στην ίδια την Πολιτεία. Η στρέβλωση αυτή βρίσκεται σε εξέλιξη και διογκώνεται με γοργούς ρυθμούς. Το φαινόμενο αυτό, θα ήταν υγειές εάν προχωρούσε ανεξέλεγκτα και με την απουσία κριτικής ή εγκυμονεί και ορισμένες “αόρατες” παγίδες;».

Παράλληλο πρόγραμμα
Παρασκευή 12 Νοεμβρίου 2021, 19.30 
Συζήτηση 1
Θέμα: «Μόνον εγώ. Τέχνη και θεσμοί στην εποχή της (γενικευμένης) χορηγίας»
Θα μιλήσουν:
Γυιόκα Λία, καθηγήτρια Ιστορίας & Θεωρίας της Τέχνης και του Πολιτισμού στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων του Α.Π.Θ.
Δασκαλοθανάσης Νίκος, Καθηγητής Ιστορίας της Τέχνης, Α. Σ. Κ. Τ.
Τομπάζος Σταύρος, Καθηγητής Τμήμα Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, Πανεπιστήμιο Κύπρου.

Παρασκευή 19 Νοεμβρίου 2021, 19.30
Συζήτηση 2
Θέμα: «Η νέα ισχύς των Ιδρυμάτων: Καταλαμβάνοντας τον αστικό/δημόσιο χώρο»
Θα μιλήσουν:
Θεοδώρου Κωσταντίνα, Αρχιτέκτονας
Λουπέτης Δημήτρης, Αρχιτέκτονας,  υποψήφιος διδάκτορας, ΕΜΠ
Σταυρίδης Σταύρος, Αρχιτέκτονας, καθηγητής Σχολή Αρχιτεκτόνων, ΕΜΠ
Νασιώκα Κατερίνα, Κοινωνιολόγος

Σάββατο 13 Νοεμβρίου
Performance
στις 18.00
Στέφανος Χανδέλης & Γιώργος Ευθυμίου - Ιωακείμ Μιναρετζόπουλος

[Η πρώτη Performance – δράση της Άννας Τσουλούφη-Λάγιου]

Πέμπτη 11/11,  Πέμπτη 18/11, Σάββατο 20/11
Performance - δράση
Άννα Τσουλούφη-Λάγιου,
στις 19.30

Σημαντική σημείωση: Θα τηρηθούν όλα τα υγειονομικά μέτρα.

Ταυτότητα εκδήλωσης

Εικαστική Έκθεση

«Solus ipse»

10 – 25 Νοεμβρίου 2021

Circuits & Currents

Νοταρά 13 & Τοσίτσα, Εξάρχεια-Αθήνα

Ώρες λειτουργίας : Δευτέρα –Παρασκευή 18.00 – 21.30,  Σάββατο & Κυριακή 13.00 -18.00

Συμμετέχουν: Γιώργος Αγγελάκης, Έλενα Ακύλα, Λιλιάνα Αρεταίου, Κωνσταντίνα Θεοδώρου, Στέφανος Καμάρης, Άννα Τσουλούφη-Λάγιου, Γιώργος Λαγουδιανάκης, Δημήτρης Λουπέτης, Κατερίνα Νασιώκα, Ντόρα Οικονόμου, Γιώργος Παπαδάτος, Φανή Σοφολόγη, Μυρτώ Σταμπούλου, Μάγδα Ταμμάμ, Στέφανος Χανδέλης, Δημήτρης Χαλάτσης

Οργάνωση-επιμέλεια Έκθεσης: Δημήτρης Χαλάτσης

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)