to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

«Πρωτοβουλία Πανεπιστήμιο 2030»: λοξώς δεξιά και ακραίως κεντρώα

Η πρωτοβουλία του Ιδρύματος Μποδοσάκη «Σχέδιο Δράσης για το Πανεπιστήμιο του 2030» που ανακοινώθηκε πρόσφατα προκαλεί ήδη έντονες αντιδράσεις. Είναι η πρώτη φορά που ένας κοινωφελής οργανισμός σπεύδει να καταθέσει ένα σχέδιο ριζικών αλλαγών στη δημόσια εκπαίδευση, πριν οι αρμόδιοι θεσμικοί παράγοντες, δηλαδή το υπουργείο Παιδείας ή η σύνοδος των πρυτάνεων, συγκεκριμενοποιήσουν τις θέσεις και τις προθέσεις τους. Αυτό είναι βέβαια απόλυτα θεμιτό. Πλην όμως, η εν λόγω πρωτοβουλία αποτελεί εκ των πραγμάτων μια πολιτική παρέμβαση - και ως τέτοια θα πρέπει να αντιμετωπιστεί.


Ο λόγος είναι προφανής. Πρώτον, όταν συζητείται το μέλλον του δημόσιου Πανεπιστημίου, ένα θέμα για το οποίο υπάρχουν αποκλίνουσες και πολιτικά φορτισμένες απόψεις, δεν μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι η συζήτηση γίνεται στο τεχνικό/διαχειριστικό επίπεδο. Δεύτερον, προς επίρρωσιν αυτής της εκτίμησης, το σχέδιο «Πανεπιστήμιο 2030» δεν το εισηγείται μια ομάδα πανεπιστημιακών που διαθέτει σημαντική εμπειρία στη διοίκηση ελληνικών ή ξένων ΑΕΙ· το εισηγείται μια επιτροπή αρκετά μέλη της οποίας έχουν γίνει γνωστά στο πανελλήνιο μέσω των πολιτικών τους τοποθετήσεων και των ποικίλων σχολίων που δημοσιεύουν κατά καιρούς στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και στα φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ.

Οταν λοιπόν ένας κοινωφελής οργανισμός (που υποθέτω ότι διεκδικεί την πολιτική αμεροληψία και το αυτόνομο στίγμα του) αναθέτει σε μια τέτοια «μονολιθική» ομάδα τη συγγραφή ενός σχεδίου αναμόρφωσης του ελληνικού Πανεπιστημίου, ο οργανισμός αυτός παίρνει σαφή θέση στα πολιτικά τεκταινόμενα και θα υποστεί αναπόφευκτα την αντίστοιχη κριτική.

Εν προκειμένω, η κριτική δεν είναι καθόλου περί διαγραμμάτων. Το Σχέδιο προτείνει έναν τρόπο επιλογής πανεπιστημιακής διοίκησης που δεν είναι αντιπροσωπευτικός, με πρόσχημα την ανεξαρτησία των οργάνων (πρύτανη, πρυτανικού συμβουλίου και κοσμητόρων) από τα πελατειακά δίκτυα. Πελατειακά δίκτυα όχι μόνο υπάρχουν, αλλά και κυριαρχούν στο Πανεπιστήμιο, όπως και σε ολόκληρο σχεδόν τον δημόσιο χώρο. Δεν διανοείται όμως κανείς να προτείνει ως θεραπεία αυτού του μεγάλου προβλήματος την επιλογή πολιτειακών ή αυτοδιοικητικών οργάνων μέσω μιας «search committee», που αξιολογεί βιογραφικά. Οταν εισάγεται μια τέτοια καινοφανής ιδέα από έναν κοινωφελή οργανισμό, δημιουργείται η εντύπωση ότι ο μεταρρυθμιστικός ζήλος του έχει υπερβεί τα εσκαμμένα. Γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο, η αιγίδα που προσέφερε στην πρωτοβουλία «Πανεπιστήμιο 2030» η Πρόεδρος της Δημοκρατίας αποτελεί σοβαρότατο ολίσθημα.

Ακόμα και αν παρακάμψουμε τις παραπάνω ενστάσεις, παραμένουν προς συζήτηση ορισμένα ζητήματα που πρέπει να εξεταστούν με κριτικό μάτι. Παραδείγματος χάριν, είναι η περίφημη «αυτονομία» του Πανεπιστημίου (η οποία, ας σημειωθεί, δεν προβλέπεται από το σημερινό Σύνταγμα) ο κύριος μοχλός ανάπτυξης των ΑΕΙ ή υπάρχει κάτι πολύ πιο «υλικό» (όπως η επαρκής και σταθερή χρηματοδότησή τους) που χρειάζεται να διευθετηθεί πριν αρχίσουν η ακατάσχετη ιδεόρροια και οι ασκήσεις επί χάρτου; Και κάτι άλλο: ποιο είναι άραγε το κύριο εμπόδιο στην ανανέωση του πανεπιστημιακού προσωπικού και την προσέλκυση επιστημόνων υψηλού κύρους στα ελληνικά ΑΕΙ; Είναι (μόνο) η μεροληψία των εκλεκτορικών σωμάτων υπέρ των εσωτερικών υποψηφίων και δεν είναι η έλλειψη νέων θέσεων και ουσιαστικών κινήτρων, όπως η καλή ποιότητα ζωής, οι προοπτικές επιστημονικής εξέλιξης και -γιατί όχι- ο ικανοποιητικός μισθός και οι ευκολίες που προσφέρονται στα νέα ζευγάρια;

Ολες οι απόψεις είναι σεβαστές. Το Σχέδιο περιέχει μια σειρά διαπιστώσεων με τις οποίες κανείς δύσκολα θα διαφωνήσει. Ωστόσο, το «διά ταύτα» στο οποίο καταλήγει το κείμενο δεν είναι η μόνη -ούτε η πιο πρόσφορη- λύση για τη διόρθωση των κακώς κειμένων. Ποιος δεν θα ήθελε να υπάρξει μια αλλαγή στην κουλτούρα και την περιρρέουσα ατμόσφαιρα που υπάρχει στα ελληνικά Πανεπιστήμια; Ομως αυτό δεν γίνεται με διοικητικά μέτρα και τεχνάσματα, όπως η ανάθεση της οικονομικής διαχείρισης και του στρατηγικού σχεδιασμού στα Συμβούλια Ιδρύματος. Εν τοιαύτη περιπτώσει, τι ρόλο θα έχει το συλλογικό όργανο που λέγεται Σύγκλητος;

Η προαγωγή της διεπιστημονικότητας, η αναβάθμιση των προγραμμάτων σπουδών, η εξωστρέφεια των ΑΕΙ και η ενίσχυση της φοιτητικής κινητικότητας δεν επιδέχονται «αφ’ υψηλού» λύσεις και προϋποθέτουν την ενεργό συμμετοχή όλης της ακαδημαϊκής κοινότητας. Αυτό λοιπόν που το Σχέδιο ονομάζει «αλλαγή κουλτούρας» μπορεί να προκύψει μόνο μέσα από μια πιο συνειδητή στάση των μελών του προσωπικού, μια στάση λιγότερο καιροσκοπική και πιο αυθεντικά ακαδημαϊκή από αυτή που υπάρχει σήμερα. Ο καταλύτης για να συμβεί κάτι τέτοιο είναι η διεύρυνση, όχι η συρρίκνωση, των δημοκρατικών θεσμών και η ουσιαστικοποίηση του ενδοπανεπιστημιακού διαλόγου. Αυτό είναι το πραγματικό επίδικο, για το οποίο, δυστυχώς, το Σχέδιο τηρεί σιγήν ιχθύος.

* καθηγητής Βιολογίας, αντιπρύτανης του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων

tags: άρθρα

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)