to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

Πρόταση για αξιοποίηση και ανάπτυξη βιομάζας στην Ελλάδα

Του Στάθη Λιδωρίκη, Χημικού Μηχανικού- Μελετητή


Πολλοί λίγοι μπορούν να αμφισβητήσουν ότι η ενέργεια αποτελεί τη βάση της σύγχρονης αστικής ζωής στον πλανήτη που λέγεται Γη. Η εξέλιξη του βιομηχανικού πολιτισμού συμβαδίζει με την αυξημένη χρήση ενεργειακών πόρων. Μετά από χιλιετίες χρήσης του ξύλου, ο ξυλάνθρακας ή κάρβουνο (charcoal) αποτέλεσε την πιο αποτελεσματική και εύχρηστη μορφή ενεργειακής επιλογής κατά την περίοδο του Μεσαίωνα. Κατά τη διάρκεια της Βιομηχανικής Επανάστασης, σημαντικό βήμα προς τα εμπρός, σε ότι αφορά την χρήση ενέργειας, αποτέλεσε η χρήση του άνθρακα και του κοκ στους φούρνους. Οι ισχυρές ατμομηχανές, που εξαρτόνταν από άφθονες προμήθειες του εύκολα διαθέσιμου ως καυσίμου άνθρακα, αποτέλεσαν για το υπόλοιπο του 19ου αιώνα την κύρια πηγή βιομηχανικής ενέργειας.  Εκτός, όμως από τον άνθρακα η βιομηχανική επανάσταση έδωσε ώθηση και στην ευρεία χρήση πετρέλαιου ως μία από τις κύριες ενεργειακές πηγές. Επειδή, όμως, ο άνθρακας και το πετρέλαιο συνήθως παράγονταν σε περιοχές πολύ μακρυά από τα σημεία κατανάλωσής τους, η ανάκτηση του κόστους παραγωγής των απαιτούσε τη μαζική τους παραγωγή, με αποτέλεσμα το σχηματισμό μιας ολοκληρωμένης βιομηχανικής κοινωνίας. Ο οικονομικά αναπτυγμένος κόσμος εθισμένος σε υψηλή κατανάλωση ενέργειας, οδηγούσε σε μια παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη που χαρακτηρίζονταν από μια διαρκώς διευρυνόμενη χρήση ορυκτών καυσίμων (fossil fuels: πετρέλαιο, άνθρακα, φυσικό αέριο). Αυτό το καθετοποιημένο σύστημα σύντομα έφθασε τα όριά του, με αποτέλεσμα η παγκόσμια κοινότητα να βρεθεί δέσμια ενός μη βιώσιμου μέλλοντος.

Είναι γεγονός ότι η ευρεία χρήση ορυκτών καυσίμων κατά τις τελευταίες δεκαετίες προσέφερε πολλά οφέλη στις βιομηχανικά αναπτυγμένες κοινωνίες. Συγχρόνως, όμως, η προκληθείσα ανάπτυξη είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία, στις χώρες αυτές, μεγάλων ποσοτήτων αγροτικών, αστικών και βιομηχανικών αποβλήτων, οι επιπτώσεις των οποίων ήταν επιβλαβείς για το περιβάλλον και την ανθρώπινη υγεία. Κατά τα τελευταία χρόνια η περιβαλλοντική μόλυνση έχει μετεξελιχθεί σε ένα σοβαρό παγκόσμιο πρόβλημα και γιαυτό δεν χρειάζεται να τονιστεί η σημασία της προστασίας του περιβάλλοντος και η αποκατάσταση των προκληθεισών περιβαλλοντικών καταστροφών. Η διεθνοποίηση των βιομηχανικών και κοινωνικών δραστηριοτήτων έχει δημιουργήσει σωρεία προβλημάτων. Μεγάλο προβληματισμό προκαλεί η ασταμάτητη αύξηση του διοξειδίου του άνθρακα (CO2) στην ατμόσφαιρα και η συνδεόμενη με την αύξηση αυτή επικίνδυνη τάση διεύρυνσης του φαινόμενου του θερμοκηπίου και κατ’επέκταση η διαπιστωμένη παγκόσμια υπερθέρμανση του πλανήτη και η ερημοποίηση εκτάσεων. Παρά τις δύο μεγάλες πετρελαϊκές κρίσεις το 1973 και το 1979, οι συνολικές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα  στην ατμόσφαιρα αυξήθηκαν πάνω από 40 % στις δύο δεκαετίες στο διάστημα 1970 και 1990. 

Η ρίζα των παγκόσμιων αυτών προβλημάτων βρίσκεται στο καπιταλιστικό καταναλωτικό πρότυπο ζωής που έχει κυριαρχήσει και το οποίο στηρίζεται, εκτός των άλλων, και στην άφθονη και σπάταλη χρήση ορυκτών καυσίμων.  Ο μελλοντικός αγώνας που αντιμετωπίζει η παγκόσμια κοινότητα δεν θα χαρακτηρίζεται από μια μοναδική μάχη ή ένα συγκεκριμένο αποκαλυπτικό γεγονός. Αν η ανθρωπότητα συνεχίσει με τον υπάρχοντα καπιταλιστικό τρόπο ζωής, θα αντιμετωπίσει μία αργή παρατεταμένη υποβάθμιση της ποιότητας ζωής.  Σήμερα, δεν είναι λίγες οι πόλεις στις οποίες οι τροχονόμοι φορούν μάσκες για να προστατευθούν από την μόλυνση. Αλλά και εκατομμύρια περιπτώσεις ασθενειών που οφείλονται σε αναπνευστικά προβλήματα έχουν τη βάση τους στην ατμόσφαιρα, η οποία υποβαθμίζεται συνεχώς από τις εξατμίσεις αυτοκινήτων και τις εκπομπές βιομηχανικών αέριων. 

Γίνεται πλέον φανερό ότι, η συνεχιζόμενη ανεξέλεγκτη χρήση ορυκτών καυσίμων ως κυρίαρχης πηγής ενέργειας, χημικών προϊόντων και υλικών, δεν συμβαδίζει με μακροχρόνια βιωσιμότητα του Γήινου περιβάλλοντος. Τα υπάρχοντα προβλήματα δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν χωρίς την αλλαγή του υπάρχοντος κυρίαρχου καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής. Για την αντιμετώπιση της παγκόσμιας αλληλεξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα απαιτείται η εξέταση δυνατοτήτων ανάπτυξης κοινωνικών συστημάτων, τα οποία θα αξιοποιούν άφθονες και αποκεντρωμένες ενεργειακές πηγές με βάση όχι μόνο οικονομικά αλλά και κοινωνικά και περιβαλλοντικά κριτήρια. Στα πλαίσια μιας διαφορετικής κοινωνικής ανάπτυξης θα πρέπει να αναπτυχθούν σε μεγάλη έκταση άλλες τεχνικές παραγωγής ενέργειας που να είναι ανανεώσιμες και να δημιουργούν ελάχιστους κινδύνους για το περιβάλλον.

Γνωστές πηγές ανανεώσιμης ενέργειας, όπως ηλιακή, αιολική, υδροηλεκτρική και γεωθερμική ενέργεια, αλλά και η βιομάζα, προβλέπεται να παίξουν στο άμεσο μέλλον σημαντικό ρόλο τόσο στη διασφάλιση επαρκών ποσοτήτων ενέργειας όσο και στη διαμόρφωση ενός βιώσιμου και περιβαλλοντικά καθαρού τρόπου ζωής. 

Ιδιαίτερα, η βιοτεχνολογία αποτελεί μία από τις μελλοντικές τεχνολογίες που θα παίξει σημαντικό ρόλο στην αξιοποίηση της ενέργειας που περιέχεται στη βιομάζα, η οποία αντιπροσωπεύει μια ελπιδοφόρα μορφή ανανεώσιμης ενέργειας και σοβαρή εναλλακτική λύση στη χρήση ορυκτών πρώτων υλών. Αποτελεί τη μόνη φυσική, ανανεώσιμη πηγή άνθρακα που είναι αρκετά μεγάλη σε ποσότητα και μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως υποκατάστατη πηγή ενέργειας, αντί των ορυκτών καυσίμων. Σε αντίθεση με τα ορυκτά καύσιμα η βιομάζα, είναι ανανεώσιμη με την έννοια ότι για την αντικατάσταση του μέρους της βιομάζας που χρησιμοποιήθηκε ως πηγή ενέργειας, χρειάζεται ένα πολύ μικρό χρονικό διάστημα. Ενεργειακά συστήματα που βασίζονται σε βιομάζα μπορούν να υλοποιηθούν με χρήση μεγάλης ποικιλίας πρώτων υλών όπως, υπολείμματα καλλιεργειών, δασικά υπολείμματα, βιομηχανικά υπολείμματα, υπολείμματα ζώων και αστικά στερεά απορρίμματα. Με χρήση κατάλληλων τεχνολογιών μετατροπής, οι πρώτες αυτές ύλες μπορούν να αξιοποιηθούν όχι μόνο για παραγωγή ενέργειας, στερεών, υγρών ή αερίων καυσίμων αλλά και για παραγωγή πολύτιμων χημικών προϊόντων και υλικών, τα οποία μέχρι σήμερα για την παραγωγή τους έχουν ως βάση ορυκτά καύσιμα. Στην οικονομία μιας χώρας, νέες βιομηχανικές μονάδες βιοδιϋλισης βιομάζας (biorefineries) μπορούν να παράγουν προϊόντα (biobased products), καύσιμα και ηλεκτρική ενέργεια, με τρόπο που να υπάρχει μικρότερη εξάρτηση της οικονομίας αυτής από ορυκτά καύσιμα. 

Έτσι, προϋπόθεση για ριζική και καθοριστική αντιμετώπιση των σοβαρών παγκόσμιων περιβαλλοντικών προβλημάτων αποτελεί όχι μόνο η αλλαγή στον κοινωνικό τρόπο  κατανάλωσης  αλλά και η αλλαγή του όλου μηχανισμού παραγωγής ενέργειας, καυσίμων και βιομηχανικών προϊόντων, ιδιαίτερα σε ότι αφορά τις πρωτογενείς πρώτες ύλες, που μέχρι σήμερα κυριαρχούνται από τα ορυκτά καύσιμα. Δηλαδή απαιτείται μια άλλης μορφής ανάπτυξη, μια διατηρήσιμη ή βιώσιμη ανάπτυξη (sustainable development, SD), κύριο χαρακτηριστικό της οποίας θα είναι η χρήση πόρων για την κάλυψη των ανθρώπινων αναγκών με διατήρηση του περιβάλλοντος και με τρόπο που να καλύπτονται όχι μόνο οι σημερινές ανάγκες, αλλά και οι ανάγκες επόμενων γενεών . Δηλαδή ο τομέας της διατηρήσιμης ή βιώσιμης ανάπτυξης θα πρέπει να περιλαμβάνει τρεις βασικές έννοιες: περιβαλλοντική βιωσιμότητα, οικονομική βιωσιμότητα και κοινωνικοπολιτική βιωσιμότητα.

Μια τέτοια ανάπτυξη (κοινωνική και βιομηχανική) θα στηρίζεται στη χρήση ανανεώσιμων πρώτων υλών και την ελαχιστοποίηση στη δημιουργία απορριμμάτων, κύριο χαρακτηριστικό της οποίας θα είναι η ανακύκλωση υλικών, η ελαχιστοποίηση απορριμμάτων και η αξιοποίηση ανανεώσιμων ενεργειακών πηγών. Για την ουσιαστική υλοποίηση της αρχής της διατηρήσιμης ή βιώσιμης ανάπτυξης απαιτούνται μηχανισμοί διαμόρφωσης περιβαλλοντικά συμβατών τεχνολογιών και συστήματα αξιοποίησης ενεργειών που παράγονται από ανανεώσιμες πηγές, κύρια προέλευση των οποίων είναι η βιομάζα. Η βιοτεχνολογία αποτελεί μία από τις κυρίαρχες τεχνολογίες που θα παίξουν σημαντικό ρόλο στην αξιοποίηση της ενέργειας της βιομάζας.

Η χώρα μας, παρά το γεγονός ότι διαθέτει σε ικανοποιητικό βαθμό διάσπαρτο και ανεκμετάλλευτο πλούτο φυτικής παραγωγής, εν τούτοις είναι πλήρως εξαρτημένη όχι μόνο από εισαγόμενες ορυκτές ενεργειακές πρώτες ύλες, αλλά και από εισαγόμενα τελικά και ενδιάμεσα χημικά προϊόντα που καλύπτουν ευρύ φάσμα της οικονομικής μας δραστηριότητας. 

Στη σημερινή παγκόσμια τεχνολογική και παραγωγική αναδιάταξη, με φόντο την προστασία του περιβάλλοντος, διαμορφώνονται ορισμένα κρίσιμα για τη χώρα μας ερωτηματικά:

1.Με ποιο τρόπο θα μπορούσε να αξιοποιήσει η χώρα μας τις νέες επιστημονικές, τεχνολογικές και επενδυτικές προκλήσεις, σε μια στιγμή που όλα στην ελληνική οικονομία γλυστράνε προς το χειρότερο με έναν πολύ δύσκολα αντιστρεπτό τρόπο;

2.Πως θα μπορούσε να διαμορφωθεί για τη χώρα μας ένα είδος χαρτοφυλακίου διαφορετικών και εγχώριων πρώτων υλών για την κάλυψη των ενεργειακών και άλλων αναγκών, έτσι ώστε όχι μόνο να περιορίζεται σε ικανοποιητικό βαθμό η εξάρτησή μας από τα ορυκτά καύσιμα, αλλά και να διασφαλίζεται (στο βαθμό που είναι δυνατόν) η βιώσιμη ανάπτυξη; 

3.Είναι δυνατόν να διαμορφωθεί στην Ελλάδα ένας οδικός χάρτης για την ανάπτυξη βιοενέργειας και βιοπροϊόντων, δηλαδή να στοιχειοθετηθούν οι δυνατότητες δημιουργίας στοιχειώδους βιοικονομίας στη χώρα μας, στα πλαίσια φυσικά των δυνατοτήτων της;

Οι απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα είναι δύσκολες, ιδαίτερα για τη χώρα μας που για χρόνια τώρα είναι βυθισμένη σε μια υπερβολική καπιταλιστική καταναλωτική λαίλαπα και απαξίωση του διάσπαρτου και ασυντόνιστου ανθρώπινου αλλά και φυτικού δυναμικού που διαθέτει. Είναι κρίμα σημαντικές επιστημονικές αλλά και παραγωγικές δυνατότητες που υπάρχουν να χάνονται μέσα στη γενικότερη απαξίωση που έχει κυριαρχήσει τις τελευταίες δεκαετίες και ιδιαίτερα σήμερα με την καταιγιστική, εξοντωτική και ταπεινωτική μνημονιακή πολιτική. 

Χρειάζεται μια πραγματικά επαναστατική ανασύνταξη των δυνατοτήτων που διαθέτουμε ως χώρα, έτσι ώστε να μπορέσουν να διαμορφωθούν κάποιες δυνατότητες θετικής αξιοποίησης των τεχνολογικών και παραγωγικών δρώμενων που λαμβάνουν χώρα σε παγκόσμιο επίπεδο.

Σημαντική πρόκληση για την παραγωγική ανασυγκρότηση στα νέα πλαίσια είναι και η δημιουργία της αναγκαίας υποδομής που σχετίζεται με την αλυσίδα προμήθειας της πρώτης ύλης και διανομής των τελικών προϊόντων, καθώς επίσης και η εξεύρεση των αναγκαίων επενδυτικών κεφαλαίων, τα οποία λόγω του μεγέθους των δεν μπορούν να καλυφθούν από επι μέρους ιδιωτικά κεφάλαια αλλά απαιτούν κρατική χρηματοδότηση. Ο ρόλος του ευρύτερου κρατικού τομέα είναι κρίσιμος,  αφού είναι εκείνος που θα πρέπει να προχωρήσει σε σημαντικές επενδύσεις σε έρευνα και ανάπτυξη (R&D), σε υποδομή προμήθειας και διανομής καθώς επίσης και σε δυναμικότητα μετατροπής, ενώ συγχρόνως θα πρέπει με προσοχή να ρυθμίσει την όλη διαδικασία υλοποίησης διασφαλίζοντας την ασφάλεια της τροφικής αλυσίδας και αποφεύγοντας αλλαγές στις χρήσεις γης. Η εμπλοκή του ευρύτερου δημόσιου τομέα αποτελεί προυπόθεση για τη διασφάλιση της βιώσιμης ανάπτυξης με τρόπο που να είναι συμβατός με όσο το δυνατόν υψηλότερες περιβαλλοντικές και κοινωνικές προδιαγραφές. Χωρίς τις τελευταίες αυτές προϋποθέσεις, είναι δύσκολο να διασφαλιστεί η αναγκαία, για την αποδοχή των βιοπροϊόντων, ευρύτατη κοινωνική συναίνεση.

Αλλά και οι εταιρείες που δραστηριοποιούνται στο χώρο των ορυκτών καυσίμων (πρώτη ύλη και καύσιμα) θα πρέπει να αναπτύξουν στρατηγικές υποκατάστασης αυτών, διερευνόντας νέες επιχειρηματικές ευκαιρίες που δημιουργούνται από καινοτομικές τεχνολογίες μετατροπής και νέες καινοτόμες χημικές ενώσεις.  Οι εμπλεκόμενοι στη λιανική πώληση και οι καταναλωτές θα πρέπει να μάθουν περισσότερα για τα οφέλη που προσφέρουν τα βιοπροϊόντα, τόσο από πλευράς περιβαλλοντικής βιωσιμότητας όσο και από πλευράς επιχειρηματικών ευκαιριών.

Την αναγκαία αυτή επαναστατική ανασύνταξη του κοινωνικού και παραγωγικού ιστού της χώρας μας δεν μπορούν πλέον να προωθήσουν οι συντηρητικές και βαθειά ξεπερασμένες πολιτικές δυνάμεις που για χρόνια κυβέρνησαν την Ελλάδα. Έλαχε την κρίσιμη και ιστορική αυτή στιγμή ο ΣΥΡΙΖΑ να αποτελεί την μόνη ελπίδα εξόδου της Ελλάδας από το τέλμα που βρίσκεται σήμερα. 

Η κρισιμότητα, όμως, του ρόλου που καλείται να διαδραματίσει ο ΣΥΡΙΖΑ απαιτεί και τη ρωμαλέα ανασύνταξη των δυνάμεών του με τρόπο που να μπορέσει να ανταποκριθεί με επιτυχία στο δύσκολο και πολύπλοκο ρόλο που, όπως δείχνουν οι κοινωνικές διαθέσεις, σύντομα θα κληθεί να αναλάβει. Και η προοπτική αυτή αυξάνει την ιστορική ευθύνη του ΣΥΡΙΖΑ απέναντι στην ελληνική κοινωνία. Δεν αρκεί πλέον η κατακραυγή ενάντια στην καταστροφική πολιτική που υλοποιούν οι μνημονιακές δυνάμεις. Τα σημερινά και πολύπλοκα προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η χώρα μας απαιτούν την πανστρατιά όλων των κοινωνικών δυνάμεων που πιστεύουν σε μια άλλη δημιουργική Ελλάδα, απαλλαγμένη από τον καιροσκοπισμό, την προχειρότητα και τον καταστροφικό κομματισμό. Απαιτείται δράση σε ευρύτερο και περισσότερο ολιστικό επίπεδο για να δοθούν λύσεις οι οποίες θα βασίζονται στη συνεργασία ανάμεσα στην κοινωνία των πολιτών, την κυβέρνηση και τον επιχειρηματικό κόσμο.

Πρώτο και σημαντικό βήμα που πρέπει να γίνει άμεσα προς την κατεύθυνση αυτή είναι η διαμόρφωση από τον ΣΥΡΙΖΑ πρότασης για δημιουργία των δύο Υπουργείων Ενέργειας και Γεωργίας Συμβουλευτικής Επιτροπής Βιομάζας (με την ονομασία “Τεχνική Συμβουλευτική Επιτροπή Έρευνας και Βιώσιμης Ανάπτυξης Βιομάζας”), στην οποία θα πρέπει να συμμετάσχουν ειδικοί επιστήμονες από πανεπιστημιακά και ερευνητικά ιδρύματα που δραστηριοποιούνται στον ευρύτερο χώρο βιομάζας και βιολογικών διεργασιών, καθώς επίσης και αντιπρόσωποι βιομηχανιών που δραστηριοποιούνται στη χώρα μας σε θέματα ενέργειας, χημικών και βιολογικών προϊόντων και αντιπρόσωποι παραγωγής βασικών γεωργικών προϊόντων (επισυνάπτεται ως παράρτημα σχετικό λεπτομερές σχέδιο).  

Κύριο αντικείμενο της επιτελικής αυτής ομάδας  θα πρέπει να είναι η εξέταση της ερευνητικής προσπάθειας που γίνεται παγκοσμίως και η διερεύνηση μεθόδων και τρόπων ώστε η χώρα μας να μπορέσει να αξιοποιήσει, στο μέγιστο και δυνατό βαθμό, πρόσφατες τεχνολογικές και επιστημονικές προόδους, έτσι ώστε  να διαμορφωθεί λεπτομερές και ρεαλιστικό για την Ελλάδα, στρατηγικό σχέδιο στόχων για την επόμενη εικοσαετία σχετικά με τις δυνατότητες αξιοποίησης του δυναμικού βιομάζας που υπάρχει διάσπαρτο και αναξιοποίητο στην Ελλάδα (σε όλες τις μορφές του). Δηλαδή, η ανάπτυξη ενός Οράματος για Βιοενέργεια και Βιοπροϊόντα στη χώρας μας και η διαμόρφωση ενός Οδικού Χάρτη ανάπτυξης βιοενέργειας και βιοπροϊόντων, με σκοπό τον προσδιορισμό ενός συνόλου επιτεύξιμων ποσοτικών στόχων και διαμόρφωσης μιας στρατηγικής Έρευνας και Ανάπτυξης (R&D), που θα καθιστά πραγματοποιήσιμους τους τεθέντες ποσοτικούς στόχους και θα δημιουργεί τις προϋποθέσεις για δημιουργία συμπλέγματος βιομηχανίας (στα πλαίσια των δυνατοτήτων του υπάρχοντος ανθρώπινου και φυτικού δυναμικού που διαθέτει η χώρα μας) παραγωγής βιοενέργειας, βιοκαυσίμων και βιοπροϊόντων, δηλαδή τη στοιχειοθέτηση δυνατοτήτων ανάπτυξης βιοικονομίας στη χώρα μας.

Η διαμόρφωση στη χώρα μας ενός τέτοιου ρεαλιστικού Οδικού Χάρτη Βιοενέργειας και Βιοπροϊόντων θα μπορεί να αποτελέσει σημείο αναφοράς για τη βιομηχανία, την πανεπιστημιακή κοινότητα, και άλλους εμπλεκόμενους στον ευρύτερο χώρο παραγωγής φορείς έτσι ώστε να μπορούν να υλοποιηθούν τα αναγκαία βήματα για την επίτευξη των στόχων του Οράματος.  

Με τον Οδικό Χάρτη θα προσδιορίζεται συγκεκριμένη στρατηγική μέτρων και πολιτικών που θα πρέπει να λαμβάνονται από την εκάστοτε πολιτική ηγεσία, Πιο συγκεκριμένα θα προσδιορίζονται τα αναγκαία μέτρα που πρέπει να ληφθούν για την έρευνα και την προώθηση τεχνολογιών βιομάζας, έτσι ώστε να καθίσταται δυνατή η δημιουργία μιας οικονομικά και περιβαλλοντικά βιώσιμης παραγωγής, βασισμένης στο μεγαλύτερο βαθμό στη βιομάζα.

Σε μια τέτοια συντονισμένη προσπάθεια θα πρέπει να περιγραφούν σειρά βασικών στοιχείων τα οποία θα συμβάλλουν στην ανάπτυξη της ελληνικής βιοοικονομίας, αξιοποιώντας πληροφορίες από το δημόσιο τομέα, τη βιομηχανία και την κοινωνία. 

Στα βασικά στοιχεία πληροφόρησης περιλαμβάνονται:

•Το πλήρες φάσμα δραστηριοτήτων βασικής και εφαρμοσμένης έρευνας που πραγματοποιούνται σε επίπεδο πανεπιστημίων, δημόσιου και ιδιωτικού τομέα

•Περιφερειακές ιδαιτερότητες και δυσκολίες στην αξιοποίηση βιομάζας

•Τεχνολογικές δυνατότητες αξιοποίησης πρώτων υλών βιομάζας

•Δυνατότητες αξιοποίησης υπάρχοντος παραγωγικού δυναμικού και επεξεργασίας πρώτων υλών

•Δυνατότητες και αδυναμίες υπάρχοντος δικτύου υποδομής και μεταφοράς των παραγόμενων προϊόντων 

•Ύπαρξη και δυνατότητες ανάπτυξης αγορών τελικής χρήσης των παραγόμενων προϊόντων

•Πλαίσιο συνεργασιών δημόσιου –ιδιωτικού τομέα

•Σύστημα εμπορικής υποστήριξης βιοανακαλύψεων

•Καινοτόμες ρυθμιστικές πολιτικές και κίνητρα που να αντανακλούν την κρατική επίγνωση των αναγκών και εμποδίων για την προώθηση βιοπολιτικών

•Ύπαρξη έμπειρου και δημιουργικού εργατικού δυναμικού

•Κρατική υποστήριξη για την τεχνολογική πρόοδο

•Ευελιξία στην υιοθέτηση εξελισσόμενων αναγκών, ανακαλύψεων και προκλήσεων. 

Οι στιγμές είναι κρίσιμες και καθοριστικές και απαιτείται πανστρατιά όλου του υγιούς δυναμικού που διαθέτει η χώρα μας (επιστημονικού, τεχνικού, παραγωγικού).  

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)