to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

Το παλαιστινιακό ζήτημα δεν παρακάμπτεται

Οι κυριότεροι επικριτές της ισραηλινής κυβέρνησης στη διεθνή σκηνή είναι το Ιράν και η Τουρκία, ενώ στο Συμβούλιο Ασφαλείας, το αμερικανικό βέτο την οχυρώνει από οποιαδήποτε άβολη απόφαση


Για μεγάλα και επιδραστικά μέσα ενημέρωσης όπως οι New York Times και το BBC αυτό που συνέβη την Παρασκευή είναι ότι 16 Παλαιστίνιοι "έχασαν τη ζωή τους σε συγκρούσεις" στα σύνορα με το Ισραήλ -καθώς οι περισσότερο απρόσωπες και στρογγυλεμένες εκφράσεις βοηθούν ώστε να συγκαλυφθεί η θεμελιώδης ασυμμετρία της αντιπαράθεσης ενόπλων με άοπλους.

Σύμφωνα, πάλι, με το πασχαλινό μήνυμα Urbi et orbi του Πάπα Φραγκίσκου, από τη σύγκρουση των τελευταίων ημερών στους Αγίους Τόπους δεν διαφεύγουν ούτε οι "ανυπεράσπιστοι". Η έμπειρη βατικάνεια διπλωματία έχει βγάλει τα συμπεράσματά της για τα γεγονότα και δεν το κρύβει.

Κατά τη Washington Post, τέλος, τα πράγματα είναι απλά μέσα στην ωμότητά τους. Όπως το θέτει ο τίτλος ανάλυσης του Ισάαν Ταρούρ, "Για το Ισραήλ, το πολιτικό κόστος του να σκοτώνει Παλαιστινίους είναι μικρό".

Πράγματι, η κυβέρνηση Νετανιάχου δεν αισθάνεται υποχρεωμένη ούτε να απολογηθεί για τα γεγονότα της Παρασκευής, ούτε να τα αποδώσει σε αστοχία. Υπερασπίζεται τη χρήση πυρών εναντίον διαδηλωτών, αποκρούει τις εκκλήσεις (λ.χ. του γ.γ. του ΟΗΕ) για ανεξάρτητη διεθνή έρευνα και μεταθέτει τη συζήτηση στο ότι η οργάνωση Χαμάς που κάλεσε την κινητοποίηση της Παρασκευής αποτελεί "τρομοκρατική οργάνωση αφοσιωμένη στην καταστροφή του κράτους του Ισραήλ".

Οι κυριότεροι επικριτές της ισραηλινής κυβέρνησης στη διεθνή σκηνή είναι το Ιράν και η Τουρκία, ενώ στο Συμβούλιο Ασφαλείας, το αμερικανικό βέτο την οχυρώνει από οποιαδήποτε άβολη απόφαση. Στην πραγματικότητα οι μύδροι του Ταγίπ Ερντογάν μάλλον δώρο αποτελούν για τον Βενιαμίν Νετανιάχου παρά πηγή ενόχλησης. (Για τον Ντόναλντ Τραμπ, πάλι, η ταύτιση του Ερντογάν με τη Χαμάς και συνολικά τη Μουσουλμανική αδελφότητα αποτελεί ένα επιπλέον πρόσκομμα στην επιχειρούμενη επαναπροσέγγιση Ουάσιγκτον-Άγκυρας).

Αλλά η ουσία των όσων εκτυλίσσονται δεν έγκειται στο επικοινωνιακό παιχνίδι όλων των εμπλεκομένων. Έγκειται στο γεγονός ότι τα αιματηρά επεισόδια ξέσπασαν (και πιθανότατα θα συνεχιστούν κλιμακούμενα) σε μία συγκυρία κατά την οποία πολλοί φιλοδοξούσαν να οδηγήσουν στη λήθη το παλαιστινιακό ζήτημα. Η φιλοδοξία αυτή αποδεικνύεται ουτοπική.

Στο Ισραήλ ο πρωθυπουργός Νετανιάχου και οι ακροδεξιοί εταίροι του δηλώνουν ανοιχτά ότι δεν πρόκειται να αποδεχτούν τη δημιουργία παλαιστινιακού κράτους, ενώ καταστρέφουν με την εντατική εποικιστική δραστηριότητα τις αντικειμενικές δυνατότητες ενδεχόμενης ανάδυσής του.

Στην Ουάσιγκτον, ο Ντόναλντ Τραμπ κινείται με γνώμονα τις προεκλογικές του υποσχέσεις στον χρηματοδότη του, Σέλντον Έιντελσον και την προσπάθεια επανεκλογής του το 2020. Η απόφασή του για μεταφορά στην Ιερουσαλήμ της αμερικανικής πρεσβείας στο Ισραήλ (πιθανότατα τον Μάιο) αποτελεί τον κύριο πυροδότη των κινητοποιήσεων που ξεκίνησαν την Παρασκευή. Παράλληλα, επεξεργάζεται, με πρωταγωνιστή τον σύμβουλο και γαμπρό του Τζάρεντ Κούσνερ, ένα "ειρηνευτικό σχέδιο” το οποίο η Παλαιστινιακή Αρχή προσλαμβάνει ως τελεσίγραφο πλήρους συνθηκολόγησης.

Στη Ραμάλλα, ο Παλαιστίνιος πρόεδρος Μαχμούντ Αμπάς, που έχει υπερβεί τα χρονικά όρια της θητείας του προ πολλού, απαξιώνεται ολοένα και περισσότερο όσο απομακρύνεται η "λύση δύο κρατών". Η εθνική ενότητα στην οποία διαβεβαιώνουν ότι προσβλέπουν η Φάταχ του Αμπάς και η ισλαμιστική Χαμάς δεν έχει επιτευχθεί, ενώ πρόσφατα υπήρξε και δολοφονική απόπειρα κατά του Παλαιστίνιου πρωθυπουργού. Ο αποκλεισμός της Λωρίδας της Γάζας συνεχίζεται, με τη συνεργασία Αιγύπτου και Ισραήλ, σκληρότερος από ποτέ, προκαλώντας ανθρωπιστική κρίση, ενώ η Χαμάς που ελέγχει την περιοχή προσπαθεί να ξαναμπεί στο παιχνίδι άλλοτε με μηνύματα προς τις ΗΠΑ ότι ενδιαφέρεται να συνδιαλλαγεί και άλλοτε, όπως βλέπουμε, δια της κινηματικής οδού.

Στο Ριάντ, τέλος, ο ισχυρός άνδρας της Σαουδικής Αραβίας, πρίγκηπας διάδοχος Μοχάμαντ μπιν Σαλμάν οραματίζεται την ομαλοποίηση των σχέσεων της χώρας του με το Ισραήλ (δηλ. την επισημοποίηση της συνεργασίας που ούτως ή άλλως έχουν χωρίς να δημοσιοποιούν), με το βλέμμα στραμμένο αφενός στα επενδυτικά του σχέδια για τη δημιουργία μιας νέας χρηματοπιστωτικής μητρόπολης προς τις ακτές της Ερυθράς Θάλασσας και αφετέρου στην ένοπλη αντιπαράθεση με το Ιράν, την οποία χαρακτηρίζει αναπόφευκτη εντός της προσεχούς 15ετίας.

Μολονότι η Ρωσία διακηρύσσει ότι, ιδίως με την απόφαση μεταφοράς της πρεσβείας τους, οι ΗΠΑ έχουν χάσει τη δυνατότητα να λειτουργούν ως μεσολαβητής στην ισραηλινο-παλαιστινιακή διαμάχη, γεγονός παραμένει ότι κανένας διεθνής παίκτης δεν έχει την δυνατότητα να παρεμβληθεί αποτελεσματικά και συνεπώς η κυβέρνηση του Ισραήλ δεν έχει κάτι να φοβάται όσο διαθέτει τη στήριξη της Ουάσιγκτον (και την συνεργασία του Ριάντ και του Καΐρου).

Αυτό, ωστόσο, δεν είναι δυνατόν και να μεταφραστεί σε "κλείσιμο” του ζητήματος και οριστική περιθωριοποίηση των Παλαιστινίων, τουλάχιστον όσο αυτοί παραμένουν στα εδάφη τους ως στοιχειωδώς δρώντα υποκείμενα. Η ασυμμετρία της κατάστασης θα γεννά μονίμως αντιστάσεις, τις οποίες θα υιοθετούν άλλοτε άλλοι πολιτικοί φορείς ή διεθνείς υποστηρικτές. Ούτε η ενσωμάτωση της Φάταχ, ούτε η ενδεχόμενη αυριανή ενσωμάτωση (γιατί όχι;) και της Χαμάς θα εξασφαλίσει την "ηρεμία" (όπως την διεκδικούν οι ισραηλινοί ιθύνοντες), ενώ σε ό,τι αφορά τον ευρύτερο μουσουλμανικό κόσμο το ζήτημα των Παλαιστινίων θα παραμένει, όσες άλλες συγκρούσεις και αν προκύψουν, το κεντρικό. 

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)