to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

18:14 | 21.11.2012

Πολιτισμός

Παλαιστινιακή ποίηση: "βάζετε το ξίφος, εμείς το αίμα"

" Οι ρίζες μου αγκυροβόλησαν/πριν από τη γέννηση του χρόνου, πριν απ’ των αιώνων το ξετύλιγμα/πριν από τις ελιές και από τα κυπαρίσσια και πριν φυτρώσει το χορτάρι" όπως γράφει ο Μαχμούντ Νταρουίς, θυμίζοντας και τη δική μας χαμένη αξιοπρέπεια.




"Σεις που περνάτε ανάμεσα στα λόγια τα εφήμερα", (αποσπάσματα)


Σείς που περνάτε ανάμεσα στα λόγια τα εφήμερα
πάρτε τα ονόματα σας και και φευγάτε
πάρτε τις ώρες σας από το χρόνο μας
αποσπάστε ό,τι θέλετε
απο το γαλάζιο τ’ουρανού κι από την άμμο της μνήμης
Πάρτε όποια φωτογραφία θέλετε, για να ξέρετε
ότι πια δε θα ξέρετε πώς οι πέτρες της γης μας
χτίζουν τη στέγη τ’ουρανού

2.
Σεις που περνάτε μεσα από τις εφήμερες κουβέντες
βάζετε το ξίφος, εμείς το αίμα
βάζετε το σίδερο και τη φωτιά, εμείς τη σάρκα
βάζετε ένα άρμα, εμείς τις πέτρες
βάζετε τα δακρυγόνα, εμείς τη βροχή
Μα ο ουρανός και ο αέρας
είναι τα ίδια για σας και για μας
Πάρτε λοιπόν τον κλήρο σας από το αίμα μας, και φευγάτε
πηγαίνετε να φάτε, να γιορτάσετε, να χορέψετε, κι απέ φευγάτε
εμείς, θα κρατήσουμε τα ρόδα των μαρτύρων
θα ζήσουμε όπως θέλουμε

3.
Σείς που περνάτε ανάμεσα απ’τα λόγια τα εφήμερα,
σαν την πικρή σκόνη, περάστε απ’όπου θέλετε μα μην περάσετε ανάμεσό μας σαν τα φτερωτά έντομα,
θέλει δουλειά η γη μας
θέλει καλλιέργεια το στάρι
θέλει να ποτιστεί απ’τη δροσιά των σωμάτων μας
Έχουμε εδώ κείνο που δε σας σηκώνει

5.
Σείς που περνάτε ανάμεσα στα λόγια τα εφήμερα
στριμώξτε τις ψευδαισθήσεις σας μες σ’ένα εγκατειλημμένο λάκκο, και φευγάτε
γυρίστε τους δείκτες του χρόνου στη νομιμότητα του χρυσού μόσχου*
ή στη μουσική κλαγγή του περιστρόφου
έχουμε εκείνο που εδώ δε σας σηκώνει, φευγάτε,
έχουμε εκείνο που δε σας ανήκει:
μια πατρίδα που αιμορραγεί, ένα λαό που αιμορραγεί
μια πατρίδα χρήσιμη στη μνήμη και στη λήθη.



Άραβας Είμαι του Μαχμούντ Νταρουίς.

Είμαι άραβας.
Δουλεύω με τ’ αδέρφια μου του μόχθου σ’ ένα νταμάρι,
τα παιδιά μου είναι οχτώ
τραβάω από την πέτρα
τα ρούχα, το ψωμί και τα βιβλία τους,
αλλά στην πόρτα σου δεν ζητιανεύω.



Σας φωνάζω του Ζαγιάντ

Σας φωνάζω…
σας σφίγγω τα χέρια
φιλώ το χώµα κάτω απ’ τα σαντάλια σας
και σας λέω:
σκοτώνοµαι για σας,
σας χαρίζω το φως των µατιών µου, σας δίνω
της καρδιάς µου τη ζέστα γιατί
η τραγωδία που ζω ειναι το µερίδιό µου
απ’ τη δική σας τραγωδία.
Σας φωνάζω…
σας σφίγγω τα χέρια
δεν κιότεψα εδώ µες στην πατρίδα µου
µήτε και µάζεψα τους ώµους.
Ορθώθηκα µπροστά στους άδικους
ορφανός, γυµνός, ξυπόλητος.
όρµηξα µες στο θάνατο,
τα λάβαρά µου δε χαµήλωσα και τα χορτάρια
πάνω στους τάφους των προγόνων µου, τα φύλαξα…

Θ’ αντιστέκομαι του Σαμίχ Κάσεμ

Ίσως αρπάξεις απ' τη γη μου και την τελευταία σπιθαμή.
Ίσως ταΐσεις στις φυλακές τη νιότη μου
Ίσως μου κλέψεις την κληρονομιά του παππού μου - πιθάρια, έπιπλα και σκεύη-
Ίσως καθίσεις παν' απ' το χωριό μας σαν εφιάλτης τρόμουεχθρέ του ήλιου
αλλά δεν παζαρεύω
κι ως τον ύστατο χτύπο της καρδιάς μου θ' αντιστέκομαι.

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)