to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

Οι... γούνινοι ήρωες της Αντιφασιστικής Νίκης!

Μια ιδιαίτερη και άγνωστη επιχείρηση διάσωσης του Πολιορκημένου Λένινγκραντ


Η σημερινή (σ.σ.: χθεσινή) ημέρα είναι φορτισμένη ιστορικά, λόγω της επετείου από την απελευθέρωση των τελευταίων εγκλείστων του ‘Αουσβιτς, από τον Κόκκινο Στρατό. Σήμερα, όμως, είναι ακόμη μία σημαντική επέτειος: Το τέλος της Πολιορκίας του Λένινγκραντ. Αυτήν την δεύτερη επέτειο σκεφτήκαμε να την τιμήσουμε, ρίχνοντας φως σε ένα άγνωστο στην Δύση, κεφάλαιο της ηρωικής αντίστασης στον φασιστικό αποκλεισμό, με μάλλον πρωτότυπους και ιδιαίτερους ήρωες. Ας ξεκινήσουμε όμως με μια αναφορά στον επιθανάτιο ρόγχο του πλέον εφιαλτικού στρατοπέδου συγκέντρωσης.

Η ναζιστική «κρεατομηχανή»

Στις 27 Ιανουαρίου του 1945, Σάββατο, περίπου στις 3 το απόγευμα, οι μαχητές του 454 Συντάγματος Πεζικού, της 100ής Μεραρχίας Πεζικού, του 1ου Ουκρανικού Μετώπου του Κόκκινου Στρατού, περνούν την πύλη του ναζιστικού στρατοπέδου του Αουσβιτς και απελευθερώνουν τους εναπομείνατες 7,5 χιλιάδες ανθρώπους, πραγματικά αποστεωμένα βαδίζοντα «φαντάσματα» κάθε ηλικίας, που οι ναζί δεν πρόλαβαν να αποτελειώσουν.

Το μέγεθος της φρίκης που ένιωσαν οι μαχητές του Κόκκινου Στρατού από αυτό που αντίκρυσαν, ήταν ανάλογο της έκπληξής τους. Διότι, ναι μεν, μέχρι να φτάσουν έως εκεί είχαν δει τον φασιστικό εφιάλτη στα εξαφανισμένα χωριά της Ουκρανίας και της Λευκορωσίας, αλλά δεν μπορούσαν να φανταστούν της ύπαρξη αυτής της τεράστιας «κρεατομηχανής» που έσταζε ακόμη ανθρώπινο αίμα. Το Αουσβιτς ήταν ένα καλά κρυμμένο μυστικό από τους ναζί. Τόσο καλά, που οι στρατιωτικοί χάρτες που είχε ο Κόκκινος Στρατός όταν έφτασε στις 26 ιανουαρίου του 1945 περίπου 60 χιλιόμετρα από την Κρακοβία, έδειχναν ότι μετά το δάσος που βρισκόταν μπροστά του, υπάρχουν μόνο λιβάδια. Οταν όμως οι πρώτες μονάδες του Κόκκινου Στρατού βγήκαν από το δάσος, «έπεσαν» πάνω σε ψηλούς φράχτες, με συρματοπλέγματα και εγκαταλειμμένες σκοπιές και «φωλιές» πολυβόλων.

Την ίδια μέρα, στις 27 Ιανουαρίου δηλαδή, άλλες μονάδες του Κόκκινου Στρατού απελευθερώνουν περιφερειακές εγκαταστάσεις του Αουσβιτς, στο Γιάβοζνο, ενώ, την επομένη, στις 28 Ιανουαρίου, η 107η Μεραρχία Πεζικού του Κόκκινου Στρατού απελευθερώνει το Αουσβιτς – Μπίρκενάου.

Για την απελευθέρωση αυτών των «εργοστασίων θανάτου», τα οποία αποτελούν την «επιτομή» της ναζιστικής φρίκης και της φασιστικής κτηνωδίας, ο Κόκκινος Στρατός θυσίασε 350 χιλιάδες στρατιώτες και αξιωματικούς.

Ο ακριβής αριθμός των ανθρώπων που έχασαν την ζωή τους στο Αουσβιτς με τους πιο διεστραμμένους τρόπους είναι άγνωστος. Για δεκαετίες μετά το τέλος του πολέμου, οι ερευνητές κατέληγαν σε έναν αριθμό περίπου στα 2 εκατομμύρια. Ωστόσο, το 2010, οι ρωσικές ομοσπονδιακές μυστικές υπηρεσίες παρουσίασαν αρχειακό υλικό που τεκμηρίωνε πως οι νεκροί από την αρχή λειτουργίας του Αουσβιτς μέχρι το τέλος του, ανέρχονται σε 4 εκατομμύρια ανθρώπους. Ανάμεσά τους μωρά, παιδιά, ηλικιωμένοι, γυναίκες, κάθε εθνικότητας, με τον μεγαλύτερο αριθμό να αφορά Εβραίους, γεγονός το οποίο αποκάλυψε και την στοχοπροσηλωμένη πλευρά του ναζιστικού μηχανισμού συστηματικής εξόντωσης ανθρώπων: Το Ολοκαύτωμα.

Οι… γάτες της Νίκης!

Σήμερα όμως είναι επίσης μια σημαντική ημερομηνία για την Αντιφασιστική Νίκη: Στις 27 Ιανουαρίου του 1944, ο Κόκκινος Στρατός έλυσε την Πολιορκία του Λένινγκραντ, η οποία είχε ξεκινήσει στις 8 Σεπτεμβρίου του 1941. Επί 872 μέρες γράφτηκαν σελίδες ανείπωτης φρίκης, ηρωικού μεγαλείου και αυτοθυσίας, οι οποίες είναι αδύνατον να χωρέσουν σε λίγες γραμμές.

Ο συνολικός αριθμός των ανθρώπων, κάθε ηλικίας, που έχασαν την ζωή τους από την Πολιορκία υπολογίζεται στο 1,5 εκατομμύριο και θα ήταν υπερπολλαπλάσιος χωρίς τις ριψοκίνδυνες επιχειρήσεις του Κόκκινου Στρατού για την εκκένωση της πόλης και την διάσωση, καταρχήν, των παιδιών και των ανήμπορων. Είναι χαρακτηριστικό του εφιάλτη που έζησαν οι κάτοικοι, πως μόλις το 3% του παραπάνω αριθμού σκοτώθηκε από τους βομβαρδισμούς ή από πυρά. Το 97% πέθανε από την πείνα. Στην Δίκη της Νυρεμβέργης τεκμηριώθηκαν 632.000 θάνατοι από τον λιμό εξαιτίας της Πολιορκίας.

Η πολιτιστική καταστροφή, αλλά και οι ηρωικές προσπάθειες διάσωσης του μουσειακού και αρχιτεκτονικού πλούτου της πόλης είναι ένα επίσης ξεχωριστό κεφάλαιο.

Υπάρχει, όμως, ένα εν πολλοίς άγνωστο κεφάλαιο αυτής της τραγικής εποποιίας που αξίζει να αναδειχθεί, αφενός λόγω της πρωτοτυπίας του, αφετέρου ως χαρακτηριστικό παράδειγμα του τί εννοείται πίσω από την φράση – κλειδί του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου: «Τα πάντα για την Νίκη!».

Πολύ γρήγορα μετά την έναρξη της πολιορκίας, η πείνα ερχισε να εξαπλώνεται. Σύντομα τέλειωσαν τα αποθέματα των τροφών και ο κόσμος άρχισε να στρέφεται σε οτιδήποτε μπορούσε να φαγωθεί, ξεκινώντας από τα ζώα. Σε σύντομο χρονικό διάστημα, τα σκυλιά και οι γάτες άρχισαν να σπανίζουν στους δρόμους της πολιορκημένης πόλης. Μόλις εξαφανίστηκαν τα αδέσποτα ήρθε η σειρά των κατοικίδιων, με όσο δράμα μπορεί να κουβαλάει αυτή η τραγική διαδικασία για τα νοικοκυριά που αναγκάζονταν να θυσιάσουν αγαπημένα μέλη τους, ουσιαστικά, για να ταϊσουν τα παιδιά.

Παρεμπιπτόντως, υπήρχαν και περιπτώσεις, σπάνιες μεν, που κάποιες οικογένειες δεν θυσίασαν τα κατοικίδιά τους. Η πλέον γνωστή είναι αυτή του γάτου Μαξίμ, που ζούσε με την οικογένεια της Βέρας Βολόγκντινα, την μαμά και τον παππού της, μαζί με τον παπαγάλο Ζακό. Ο παππούς εκλιπαρούσε να φάνε τον γάτο, αλλά μαμά και κόρη δεν ήθελαν ούτε να το ακούσουν. Τα ζώα έχασαν τρίχωμα και φτερά από την πείνα. Μάλιστα η Βέρα αντάλλαξε το μαχαίρι του παππού με λίγους σπόρους για να ταϊσει τον Ζακό. Οταν έφευγαν από το σπίτι κλείδωναν τον Μαξίμ στο δωμάτιο και έπαιρναν το κλειδί για να τον σώσουν από τον παππού. Μια μέρα, ωστόσο, που έλειπε και ο παππούς, ο γάτος κατάφερε να βγει από το δωμάτιο και να μπει στο κλουβί του παπαγάλου. Υπό κανονικές συνθήκες, ο γάτος θα έτρωγε το πουλί. Οταν όμως γύρισαν όλοι σπίτι, είδαν τον γάτο και τον παπαγάλο να κοιμούνται αγκαλιά προσπαθώντας να ζεσταθούν. Εκτοτε κανείς δεν διανοήθηκε να πειράξει τον Μαξίμ. Ο Ζακό δεν άντεξε τελικά και πέθανε. Ο Μαξίμ όμως επέζησε της πολιορκίας και μάλλον είναι το μοναδικό γατί του Λένινγκραντ που τα κατέφερε.

Ωστόσο, όταν εξαφανίστηκαν τα γατιά από την πόλη εμφανίστηκε ένας θανάσιμος κίνδυνος: Οι αρουραίοι, οι οποίοι άρχισαν να πληθαίνουν ανεξέλεγκτα, να τρώνε τα ελάχιστα αποθέματα τροφίμων, να επιτίθενται στους ανθρώπους και να είναι εν δυνάμει φορείς επιδημιών. Στην μάχη εναντίον των τρωκτικών ρίχτηκαν πολύτιμες δυνάμεις των υπερασπιστών της πόλης που αποσπάστηκαν από την άμυνά της για να πυροβολούν τους αρουραίους. Χρησιμοποιήθηκαν άρματα μάχης για να τους λίωνουν, ενώ τα τραμ αναγκάζονταν να σταματούν για να περνούν οι «στρατιές» των τρωκτικών.

Η κατάσταση είχε φτάσει στο απροχώρητο. Τον σκληρό Γενάρη του 1943 λοιπόν αποφασίζεται και σχεδιάζεται μια ιδιαίτερη επιχείρηση, με αφορμή και την μερική χαλάρωση της πολιορκίας λόγω της επέλασης του Κόκκινου Στρατού. Ετσι, γεμίζουν τέσσερα βαγόνια με γκρίζες γάτες – που θεωρούνται ιδιαίτερα καλοί κυνηγοί αρουραίων – και τις στέλνουν από το Γιαροσλάβ στο Λένινγκραντ σε μια καθαρά στρατιωτικού τύπου αποστολή εκκαθάρισης της πόλης από τους αρουραίους.

Η επιχείρηση στέφθηκε με μερική επιτυχία, σώζωντας, πάντως την πόλη. Γι’ αυτό, αμέσως μετά τον πόλεμο, η επιχείρηση επαναλήφθηκε με γάτες από την Σιβηρία, το Ομσκ, το Τιουμέν που προχώρησαν σε απόλυτη εκκαθάριση από τα τρωκτικά.

Σήμερα, στην μνήμη και προς τιμήν αυτών των τριχωτών «μαχητών» της Αντιφασιστικής Νίκης, υπάρχει το άγαλμα του γάτου Ελισέι και της γάτας Βασιλίσα σε έναν δρόμο του Λένινγκραντ.

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)