to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

Οι φτωχοί έγιναν φτωχότεροι, παραδέχεται και η Τράπεζα της Ελλάδος

Αυξήθηκε ο δείκτης κινδύνου της φτώχειας κατά 2 μονάδες από το 2019, ανατρέποντας πλήρως το κυβερνητικό αφήγημα περί «οικονομικής ευημερίας» και «ενίσχυσης των ασθενέστερων» - Μεγάλες απώλειες στο εισόδημα των εργαζομένων και αύξηση των ανισοτήτων ακόμα και μετά την αύξηση του κατώτατου διαπιστώνουν οι πανεπιστημιακοί Σ. Ρομπόλης και Βασ. Μπέτσης


Σημαντική επιδείνωση των στοιχείων που αφορούν την ανισότητα, τη φτώχεια, τον κοινωνικό αποκλεισμό και τις συνθήκες διαβίωσης στη χώρα μας από το 2019 διαπιστώνει η έκθεση της Τράπεζα της Ελλάδας, ανατρέποντας πλήρως το κυβερνητικό αφήγημα περί «οικονομικής ευημερίας», «εισοδηματικής ενίσχυσης των ασθενέστερων στρωμάτων», όπως είναι οι άνεργοι, οι εργαζόμενοι με χαμηλούς μισθούς και οι χαμηλοσυνταξιούχοι.

Στην έκθεση επισημαίνεται ότι οι άνεργοι σε ποσοστό 45,4%, οι οικονομικά μη ενεργοί εκτός συνταξιούχων (27,3%), τα νοικοκυριά με εξαρτώμενα παιδιά (23,6%) και τα παιδιά ηλικίας έως 17 ετών (23,7%) είναι οι κοινωνικές ομάδες που αντιμετωπίζουν υψηλότερο κίνδυνο φτώχειας στην Ελλάδα.

Ειδικότερα, με βάση τα στοιχεία για τα εισοδήματα των νοικοκυριών το 2020 που προέρχονται από την έρευνα της E.Ε., ο δείκτης του κινδύνου σχετικής φτώχειας αυξήθηκε στο 19,6%, από 17,7% που είχε καταγραφεί για τα εισοδήματα του 2019, ανατρέποντας την τάση αποκλιμάκωσης που είχε παρατηρηθεί τα προηγούμενα έτη.

Επίσης, ο κίνδυνος σχετικής φτώχειας στην Ελλάδα παραμένει πάνω από τον μέσο όρο της Ε.Ε.-27 (16,8%) και είναι ο όγδοος υψηλότερος στην Ε.Ε.-27.

Το ποσοστό του πληθυσμού της χώρας που βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας ή σε κοινωνικό αποκλεισμό, σύμφωνα με τον αναθεωρημένο ορισμό, αυξήθηκε σε 28,3% (ή 2,971 εκατ. άτομα), από 27,4% το 2019 και 29,0% το 2018. Και οι δείκτες εισοδηματικής ανισότητας εμφανίζουν σημαντική επιδείνωση στην Ελλάδα το 2020, παραμένοντας ωστόσο κοντά στον μέσο όρο της Ε.Ε.-27.

Επίσης, σε επίπεδο Ε.Ε., το μέσο ισοδύναμο ατομικό διαθέσιμο εισόδημα μειώθηκε στη χώρα μας κατά 0,9% το 2021, σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος, ενώ το 20,4% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι ο κύριος λόγος μείωσης του εισοδήματός τους ήταν η πανδημία.

Οι μισθοί έχασαν από 7% έως 12%

Τα ευρήματα της έκθεσης της Τράπεζας της Ελλάδας επιβεβαιώνουν σε μεγάλο βαθμό την πρόσφατη μελέτη των καθηγητών του Παντείου Πανεπιστημίου Σάββα Ρομπόλη και Βασίλη Μπέτση (Ανισότητες, κατώτατος μισθός και αγοραστική δύναμη) που εντοπίζουν σοβαρή αύξηση των ανισοτήτων και μεταξύ των εργαζομένων, ακόμα και μετά την αύξηση του κατώτατου μισθού.

Επικαλούμενοι τα στοιχεία της Eurostat, σημειώνουν ότι η απώλεια σε αγοραστική δύναμη του κατώτατου μισθού στην Ελλάδα το 2022 ήταν 12,7% (PPS, Purchasing Power Standard) ξεπερνώντας κατά 3 μονάδες τον πληθωρισμό της ίδιας χρονιάς.

Με την πρόσφατη αύξηση του 9,6%, δηλαδή όσο ήταν ο πληθωρισμός το 2022, ο κατώτατος μισθός διαμορφώθηκε στο επίπεδο των 780 ευρώ (μεικτά) και η απώλεια της αγοραστικής του δύναμης έφτασε το 7%, ενώ ο μέσος μισθός αυξήθηκε κατά περίπου 4% και η απώλεια της αγοραστικής δύναμης του μέσου μηνιαίου μισθού είναι 12%.

Εκρηξη ανισοτήτων

Οι Σ. Ρομπόλης και Β. Μπέτσης μελετώντας τα δεδομένα των αρχών της τρέχουσας δεκαετίας (2020-2030) αναδεικνύουν κατά ανησυχητικό τρόπο, σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο, τη διεύρυνση των ανισοτήτων στο εισόδημα και στην περιουσία.

Οπως τονίζουν, η πρωτογενής αιτία των ανισοτήτων είναι η υψηλή συγκέντρωση πλούτου (ακίνητα, τραπεζικές καταθέσεις, χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία). «Η έκρηξη αυτή των ανισοτήτων τόσο μεταξύ των κρατών όσο και εντός των κρατών είναι το αποτέλεσμα των κοινωνικοοικονομικών, δημοσιονομικών και περιβαλλοντικών-ενεργειακών επιλογών των ασκούμενων πολιτικών κατά τις τρεις τελευταίες δεκαετίες, αλλά και κατά τη διάρκεια της πανδημίας της Covid-19 και της ενεργειακής κρίσης, όπου σημειώθηκε ιδιαίτερα σημαντική διόγκωση των ανισοτήτων».

Να σημειώσουμε ότι σύμφωνα με την Έκθεση (2021) του Εργαστηρίου των Παγκόσμιων Ανισοτήτων το κατώτατο 50% της εισοδηματικής κλίμακας κατέχει το χαμηλό μερίδιο (2%-7%) του συνολικού πλούτου, ενώ το πλουσιότερο 10% κατέχει το υψηλό μερίδιο (60%-80%) του συνολικού πλούτου. Πιο συγκεκριμένα, σήμερα, σε διεθνές επίπεδο, το πλουσιότερο 10% κατέχει το 52% του εισοδήματος, το 76% του πλούτου και εκπέμπει το 48% του παγκόσμιου διοξειδίου του άνθρακα, ενώ το 50% του φτωχότερου τμήματος του πληθυσμού κατέχει μόνο το 8,5% του εισοδήματος, το 2% του πλούτου και εκπέμπει μόνο το 12% του διοξειδίου του άνθρακα.

Πηγή: Εφημερίδα Η ΑΥΓΗ της Κυριακής

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)