to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

Όχι στην πλάτη των προσφύγων

Η κριτική στην κυβέρνηση δεν χρειάζεται να ενισχύει την ξενοφοβία


Εκείνο που προέχει για κάθε αριστερό, αλλά και για κάθε δημοκράτη στη συγκεκριμένη περίσταση, δεν είναι να κερδίσει λίγους πόντους στην πολιτική διαμάχη, αλλά να θωρακίσει τον πρόσφυγα και τον μετανάστη από κάθε απόπειρα να χαρακτηριστεί βάρος ή κίνδυνος για την κοινωνία. Πράγμα που αποτελεί βασική επιδίωξη της ρατσιστικής και ξενοφοβικής αντίληψης.

Υπάρχουν, δυστυχώς, τόσα ζητήματα στα οποία οι χειρισμοί τής κυβέρνησης προσφέρονται για κριτική, ακόμα και πολεμική, που το προσφυγικό πραγματικά περισσεύει. Ωστόσο, οι τελευταίες εξελίξεις στο μέτωπο αυτό πυροδότησαν μια έξαρση της αντιπολιτευτικής διάθεσης, που δεν αρκεί μόνο να επισημάνουμε, αλλά και να επικρίνουμε, γιατί εμφανίζει πλευρές εξαιρετικά προβληματικές. 

Συχνά ξεχνάμε, ή δεν παίρνουμε όσο πρέπει υπόψη, ότι κάθε τι που λέμε ή πράττουμε για το ζήτημα αυτό, δεν πέφτει σε παρθένο έδαφος. Έχει ανάγκη, να θωρακιστεί επαρκώς πολιτικά και ιδεολογικά, ώστε να μην κινδυνέψει να ενταχθεί σε μια κυρίαρχη λογική, που, λόγω δυσμενούς συσχετισμού δύναμης στον τομέα της ενημέρωσης και των ιδεολογικών μηχανισμών, διεκδικεί να ηγεμονεύει στην ελληνική κοινωνία, αλλά και γενικότερα στον ευρωπαϊκό χώρο. Φαίνεται ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση αυτό αγνοήθηκε σε μεγάλο βαθμό.

Μια ματιά στις ανακοινώσεις, δηλώσεις και τοποθετήσεις εκ μέρους της συντηρητικής αντιπολίτευσης θα μας πείσει. Άλλωστε, στις πιο πολλές περιπτώσεις φαίνεται να μην υπάρχει καν διάθεση για μια τέτοια προφύλαξη. Το αντίθετο, η καλλιέργεια της ξενοφοβίας αποτελεί προφανώς επιδίωξη. Είναι χαρακτηριστικό ότι η πρώτη αντίδραση από την πλευρά της ΝΔ για τα αποτελέσματα της λεγόμενης «μίνι συνόδου» εκδηλώθηκε με κοινή δήλωση υπευθύνων των τομέων Άμυνας, Δημόσιας Τάξης και Τουρισμού. Προφανώς για να δηλώσει την… εθνική ανησυχία για κινδύνους σε όλους αυτούς τους τομείς και όχι μόνο την ανησυχία για τη μη αποτελεσματική αντιμετώπιση του υπαρκτού και κυρίαρχου ανθρωπιστικού προβλήματος. Όπως επίσης η ανακοίνωση του ΠΑΣΟΚ βρίσκει αυτή την ώρα να καταλογίσει στην κυβέρνηση τη «ρητορική των δικαιωμάτων των προσφύγων». 

Η εξ αριστερών κριτική

Θα περιμέναμε από τη μεριά τλης εξ αριστερών αντιπολίτευσης ο σχετικός λόγος να ήταν πιο προσεκτικός. Πλην όμως, και η ανακοίνωση του ΚΚΕ βρίσκει την ευκαιρία να χαρακτηρίσει τις αποφάσεις τής συνόδου «επικίνδυνες και για τον ελληνικό λαό» συνδέοντας άμεσα και ρητά την υπό δυσμενείς όρους υποδοχή προσφύγων με την πρόκληση κινδύνων για το λαό. Και δεν ξεχνάει, βέβαια, να μιλήσει για… «ελληνοσκοπιανά» σύνορα, παρασυρμένη προφανώς από μια κινδυνολογική και ξενοφοβική ροπή. 

Σε μια ακόμα εξ αριστερών σχετική κριτική προς την κυβέρνηση (όνομα και μη χωριό…) συλλέγουμε διατυπώσεις όπως οι ακόλουθες: «δημογραφική βόμβα 2,2 εκατ. προσφύγων», «ευρωπαϊκό ναυάγιο της τρίτης ευρωπαϊκής συνόδου», η οποία «μετέφερε ουσιαστικά όλο το βάρος στην Ελλάδα και τα δυτικά Βαλκάνια επιβάλλοντας 100.000 επιπρόσθετους πρόσφυγες». Διατυπώσεις τέτοιου είδους συμβάλλουν στη δημιουργία κατάλληλου εδάφους για την κυριαρχία της άποψης ότι η υποδοχή προσφύγων εκ μέρους της Ελλάδας δεν είναι απλή και καθαρή υποχρέωση, αλλά επιβεβλημένο από τους ιμπεριαλιστές βάρος. Εκείνο που προέχει για κάθε αριστερό, αλλά και για κάθε δημοκράτη στη συγκεκριμένη περίσταση, δεν είναι να κερδίσει λίγους πόντους στην πολιτική διαμάχη, αλλά να θωρακίσει τον πρόσφυγα και τον μετανάστη από κάθε απόπειρα να χαρακτηριστεί βάρος ή κίνδυνος για την κοινωνία. Πράγμα που αποτελεί βασική επιδίωξη της ρατσιστικής και ξενοφοβικής αντίληψης. 

Γι’ αυτό, αντί να χαρακτηρίζεται αυτή τη στιγμή κυνισμός η αναφορά του πρωθυπουργού στην αναπτυξιακή ώθηση που μπορούν να δώσουν με την εγκατάστασή τους οι 50.000 πρόσφυγες, θα ήταν πιο έντιμο να αναγνωριστεί από κάθε πλευρά η προσφορά στη γενικότερη ανάπτυξη όλων των μεταναστευτικών ρευμάτων, ακόμα και των ομογενών προσφυγικών, η οποία αποδεδειγμένα και ιστορικά υπήρξε σημαντικότατη (μετά το 1922) στην Ελλάδα. Όπως, επίσης, θα έπρεπε να αποφεύγονται αυτές τις στιγμές, που πολλοί καιροφυλακτούν για να ερεθίσουν τα ξενοφοβικά αισθήματα, να συνδέουμε άμεσα τα προσφυγικά ρεύματα με τις πολιτικές που «μετατρέπουν μεγάλο μέρος των πολιτών σε πρόσφυγες μέσα στην ίδια τη χώρα τους». Γιατί, χωρίς να το θέλουμε, προκαλούμε συγκρίσεις που δεν ευσταθούν: ακόμα κι ο πιο φτωχός, ο πιο εξαθλιωμένος άνθρωπος που ζει στη χώρα μας, δεν συγκρίνεται με τον ξεριζωμένο, ούτε πρέπει να μπαίνει στην ίδια ζυγαριά. Αυτές οι απρόσεχτες αναφορές αφήνουν ρωγμές, απ’ τις οποίες μπορεί να περάσουν λογικές του τύπου «δεν μας φτάνει ο πόνος μας, έχουμε και τους πρόσφυγες». 

Να βλέπουμε την πραγματικότητα

Τέλος, δεν έχει νόημα να καλλιεργούμε έναν εύκολο αντι-γερμανισμό λέγοντας «γιατί, άραγε, δεν σπεύδουν να επωφεληθούν από την «αναπτυξιακή ώθηση» η Γερμανία και οι άλλες πλούσιες χώρες του Βορρά», αλλά αναθέτουν στην Ελλάδα «την αποστολή να κρατάει τους μετανάστες μακριά τους». Για τον απλούστατο λόγο ότι στην πραγματικότητα και η Γερμανία, περισσότερο από κάθε άλλη χώρα, και οι πιο πολλές πλούσιες ευρωπαϊκές χώρες έχουν επείγουσα ανάγκη από μεταναστευτικές ενέσεις λόγω υπογεννητικότητας. Γι’ αυτό και η Γερμανία έχει ήδη αποδεχθεί 800.000 πρόσφυγες. Γι’ αυτό και συνολικά οι χώρες της Ευρώπης προγραμματισμένα δέχονταν καθαρή ροή 1.000.000 μεταναστών κάθε χρόνο. Δεν το κάνουν για την ψυχή τής μάνας τους. Το έχουν μεγάλη ανάγκη. Αυτό που επιδιώκουν τώρα, είναι να ελέγχουν τη ροή και όχι να τη διακόψουν. Αυτό που εμείς βλέπουμε σαν ανθρωπιστικό χρέος, αυτοί το μετουσιώνουν σε μορφή εκμετάλλευσης ζωτικής σημασίας για τους ίδιους. 

Επίσης, μοιάζει λίγο με την κριτική του χορτάτου να χαρακτηρίζουμε τα κέντρα υποδοχής, που καθυστερούν ήδη να οργανωθούν, «γκέτο στα νησιά του Αιγαίου και τη Βόρεια Ελλάδα», την ώρα που έχει φτάσει ήδη ο χειμώνας και χιλιάδες πρόσφυγες παραμένουν έκθετοι, ενώ θα έπρεπε να τους έχουν ήδη εξασφαλίσει στοιχειώδεις συνθήκες προστασίας, πρόσκαιρης έστω, τουλάχιστον από τα καιρικά φαινόμενα. 

Είναι σωστό να λέμε πως «ουσιαστική λύση του μεταναστευτικού προβλήματος δεν μπορεί να υπάρξει, αν δεν αντιμετωπιστούν τα γενεσιουργά αίτια», πλην όμως για μια κυβέρνηση και για ένα κίνημα αλληλεγγύης έχει εξίσου σημασία τι κάνουν ώσπου να αντιμετωπιστούν τα γενεσιουργά αίτια. Γιατί έχουμε να κάνουμε με πραγματικούς ανθρώπους και όχι με συμβολικούς παράγοντες της ιστορικής κίνησης. 

Στο απυρόβλητο

Εν κατακλείδι, χωρίς να απαρνηθεί κανείς τις ιδιαίτερες πολιτικές και ιδεολογικές προτιμήσεις και χωρίς να χρησιμοποιηθεί σαν πρόσχημα η σοβαρότητα του προβλήματος για να επιβληθεί σιωπή ή ομοιομορφία αντιδράσεων, ίσως θα έπρεπε –τουλάχιστον στην αριστερά– να κρατήσουμε το προσφυγικό και μεταναστευτικό ζήτημα σε κάποια απόσταση από τους τρέχοντες πολιτικούς ανταγωνισμούς. Να μην το βλέπουμε σαν ευκαιρία για να ακονίζουμε τα όπλα των δικών μας τρεχουσών αντιθέσεων και συγκρούσεων σε βάρος των προσφύγων ή με τίμημα τη διακινδύνευση της ήδη επισφαλέστατης θέσης τους, καθώς οι διάθεση που τείνει να κυριαρχήσει σε μια κοινωνία, αποτελεί ουσιώδη –θετικό ή αρνητικό– όρο επιβίωσης γι’ αυτούς. 

Χ. Γεωργούλας

 

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)