Μέχρι χθες η ένοπλη επέμβαση σε γερμανικό έδαφος ήταν αποκλειστική αρμοδιότητα της Αστυνομίας, στο πλαίσιο του διαχωρισμού των επιχειρήσεων εθνικής ασφάλειας τις οποίες αναλάμβανε ο στρατός και των επιχειρήσεων εσωτερικής ασφάλειας που αναλάμβανε η Αστυνομία. Πρόκειται για διαχωρισμό που παραπέμπει στο μεταπολεμικό στάτους της Δυτικής Γερμανίας, όταν νομοθετήθηκαν αυστηροί περιορισμοί στις αρμοδιότητες του στρατού ώστε να αποτραπεί η χρησιμοποίησή του ως κατασταλτικού μηχανισμού κατά του πληθυσμού.
Για πρώτη φορά μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο ο γερμανικός στρατός θα έχει στο εξής τη δυνατότητα να αναλαμβάνει δράση επί γερμανικού εδάφους "σε περίπτωση έκτακτης κατάστασης καταστροφικής φύσης". Ως δικλίδα ασφαλείας ωστόσο, από τη ρύθμιση αυτή αποκλείεται η επέμβαση σε περίπτωση "κινδύνων", όπως, από πλήθος που διαδηλώνει", ή η κατάρριψη αεροπλάνου που μεταφέρει πολίτες και τελεί υπό κατάληψη από τρομοκράτες.
Πάντως, ενώ κανείς θα περίμενε να απαγορεύεται η χρήση στρατιωτικής βίας, αυτή είναι αποδεκτή "ως ύστατο μέσον", ενώ εναπόκειται στην κυβέρνηση -και όχι στον υπουργό Άμυνας- να εκτιμήσει μια περίπτωση εξαιρετικά επείγοντος χαρακτήρα που θα δικαιολογεί τέτοιου είδους επιχείρηση. Η απόφαση συνιστά τροποποίηση παλαιότερης απόφασης του 2006, η οποία απέκλειε κάθε επιχείρηση του γερμανικού στρατού σε περίπτωση εσωτερικού κινδύνου.