to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

Να βάλουμε, επιτέλους, το πρόσημο «κοινωνική» μπροστά από την κατοικία

Με αφορμή την έκθεση της Eurostat για τη στέγαση και συντονιστής του project «Ενοίκια στα ύψη», αλλά και τις συνεχόμενες ανατιμήσεις των ενοικίων που παρατηρούνται, ο Άλκης Καφετζής από το Ινστιτούτο για την Έρευνα και την Κοινωνική Αλλαγή, Eteron, μιλά στην «Εποχή» για την έκρυθμη κατάσταση


Στην έκθεση της Eurostat για το 2020 καταδεικνύεται το οξύ πρόβλημα που υπάρχει στην Ελλάδα με το κόστος στέγασης. Ενώ πλέον η κατάσταση είναι ακόμα χειρότερη, λόγω της τεράστιας αύξησης των ενοικίων. Γιατί παρατηρείται αυτό το φαινόμενο;

Στην έκθεση της Eurostat, αυτό που φαίνεται για την Ελλάδα, είναι ότι το 33,3% του συνόλου των κατοίκων δίνει άνω του 40% του εισοδήματός του σε έξοδα στέγασης. Είναι το υψηλότερο ποσοστό σε όλη την Ευρώπη. Αν δούμε δε το αντίστοιχο ποσοστό στον πληθυσμό αποκλειστικά των ενοικιαστών, τότε αυτό είναι δραματικά χειρότερο και αφορά το 80%! Θα πρέπει, λοιπόν, να μας προβληματίσει πολύ έντονα αυτό το γεγονός, το οποίο οφείλεται σε ένα σύνολο παραγόντων. Πρώτον, σχετίζεται με το γεγονός ότι η ελληνική κοινωνία έχει βιώσει σημαντικές μεταβολές τα τελευταία 10–15 χρόνια λόγω της οικονομικής κρίσης. Παραδείγματος χάριν, ένας κλασικός παράγοντας των προηγούμενων χρόνων που έπαιζε ρόλο στην πρόσβαση στη στέγαση, ήταν η οικογένεια. Είτε παραχωρώντας ένα διαμέρισμα στα παιδιά της, είτε με αντιπαροχή, είτε μέσω οικονομικής ενίσχυσης κτλ. Αυτές οι βοήθειες σίγουρα συνεχίζουν να παρέχονται, αλλά βαίνουν συνεχώς μειούμενες, αφού έχει συμπιεστεί το εισόδημα ολόκληρης της κοινωνίας. Δεύτερον, παρατηρούνται ισχυρές μεταβολές στη στέγαση, που σχετίζονται με την αυξανόμενη δραστηριοποίηση του χρηματοπιστωτικού τομέα στο πεδίο. Βλέπουμε πρακτικές που η κατοικία χρηματιστικοποιείται. Ένα στεγαστικό δάνειο, δηλαδή, δημιουργεί και άλλα χρηματοπιστωτικά προϊόντα, τα οποία επενδύονται και επανεπενδύονται στις αγορές, με αποτέλεσμα η κατοικία να μην γίνεται αντιληπτή πλέον από τους εμπλεκόμενους ως ένα κοινωνικό δικαίωμα, αλλά σαν ένα επενδυτικό προϊόν, με τις αντίστοιχες επιπτώσεις που έχει αυτή η θεώρηση. Ένας ακόμα παράγοντας στο πρόβλημα στέγασης που αντιμετωπίζουμε, σχετίζεται με την ανάγκη των χωρών και των πόλεων να αυξήσουν τα έσοδά τους, και πάλι λόγω της οικονομικής κρίσης, γεγονός που σημαίνει τουριστικοποίηση, βραχυχρόνιες μισθώσεις κ.ο.κ. Η βραχυχρόνια μίσθωση, που επιφέρει άνοδο των ενοικίων, σχετίζεται και με την ανάγκη των μικροϊδιοκτητών να αυξήσουν με αυτόν τον τρόπο τα έσοδά τους και να προστατέψουν την περιουσία τους από τα στεγαστικά τους δάνεια που κοκκίνησαν –στοιχείο που επηρεάζει και την αύξηση των ενοικίων εν γένει. Πλέον, στον κλάδο των βραχυχρόνιων μισθώσεων έχουν μπει μεγάλοι παίκτες, εταιρείες που διαχειρίζονται χιλιάδες σπίτια, και έτσι στο άμεσο μέλλον θα δούμε να αλλάζουν τα δεδομένα στο πεδίο και να επαγγελματοποιείται ο τομέας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη διάθεση των σπιτιών και τις τιμές των ενοικίων. Αυτά τα φαινόμενα δεν παρατηρούνται, βέβαια, μόνο στην Ελλάδα, αλλά διεθνώς, παρότι εδώ έχουμε κάποιες ιδιαιτερότητες που οξύνουν το πρόβλημα.

Η τόσο μεγάλη όξυνση του προβλήματος εδώ, οφείλεται και στην απουσία κρατικής παρέμβασης στην αγορά στέγασης, που πιθανά έχει υλοποιηθεί στο εξωτερικό και κατάφεραν έτσι να συγκρατήσουν την κατάσταση;

Πράγματι. Μια ιδιαιτερότητα της ελληνικής πραγματικότητας είναι η σχεδόν παντελής απουσία κρατικής πολιτικής στο ζήτημα της στέγασης. Η πολιτική του ελληνικού κράτους διαχρονικά, με κάποιες εξαιρέσεις, είναι να μην έχει καμία παρέμβαση –και γι’ αυτό έχει παίξει τόσο μεγάλο ρόλο η οικογένεια στο ζήτημα, αλλά και οι πόλεις μας είναι τόσο άναρχα δομημένες. Κατά το παρελθόν είχαν υπάρξει κάποιες παρεμβάσεις, αλλά όχι με μακροπρόθεσμο σχεδιασμό και στόχευση, όπως για παράδειγμα θα ήταν η ύπαρξη κοινωνικής κατοικίας. Στο εξωτερικό, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο ποσοστό, υφίστανται τέτοιες πολιτικές. Υπάρχουν χώρες που έχουν κοινωνικές κατοικίες, χώρες και πόλεις που έχουν ρυθμίσει το πεδίο της βραχυχρόνιας μίσθωσης, που έχουν οργανωμένες ομάδες προστασίας των ενοικιαστριών και ενοικιαστών κ.ο.κ. Στην Ελλάδα δεν έχουμε τίποτα απ’ όλα αυτά, ξεκινάμε από το μηδέν και υπό αυτή την έννοια έχουμε μια μεγάλη ευκαιρία ό,τι και να κάνουμε, να είναι πρωτοπόρο. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν πρέπει να βάλουμε ψηλά τον πήχη, γιατί το πρόβλημα είναι πολύ μεγάλο. Η αλλαγή, όμως, δεν είναι ανέφικτη.

Ποιες παρεμβάσεις θα έπρεπε να γίνουν, δηλαδή, από το κράτος, κατά τη γνώμη σας;

Ένα σωστό σχέδιο δράσης για το ζήτημα της κατοικίας απαιτεί ένα μείγμα μέτρων. Χρειάζεται σίγουρα ο σχεδιασμός και η οικοδόμηση κοινωνικών κατοικιών, αλλά δεν είναι η μόνη λύση. Αυτό το μέτρο θα αποφέρει καρπούς σε ένα βάθος χρόνου, οπότε πρέπει να κινηθούμε και σε μέτρα που θα απαντούσαν τώρα στα αυξημένα ενοίκια και στο υψηλό κόστος στέγασης. Μιλάμε επομένως για ρύθμιση του ύψους των ενοικίων, που σημαίνει ρύθμιση της αγοράς –κάτι που θα πρέπει να σταματήσουμε να φοβόμαστε συζητήσουμε. Αντίστοιχα, θα πρέπει να υπάρξει και ρύθμιση των βραχυχρόνιων μισθώσεων. Πρέπει, λοιπόν, όλες οι πλευρές να καθίσουν στο τραπέζι και να αναγνωρίσουμε ότι χρειαζόμαστε μέτρα, που θα έχουν θετικό αποτύπωμα για όλα τα μέλη της κοινωνίας. Πρέπει να βάλουμε επιτέλους το πρόσημο «κοινωνική» μπροστά από την κατοικία και αυτή να μην την εννοούμε μόνο για κάποιες ευάλωτες ομάδες, ούτε υπό την αντίληψη της φιλανθρωπίας. Όπως δείχνει και η έκθεση της Eurostat, μιλάμε ουσιαστικά για το σύνολο των ενοικιαστών και ενοικιαστριών στη χώρα που χρειάζονται υποστήριξη στο ζήτημα της στέγασης.

Αν δεν υπάρξουν άμεσα πολιτικές για το ζήτημα και η σημερινή κατάσταση συνεχίσει να διαιωνίζεται, ποιες θα είναι οι κοινωνικές συνέπειες;

Είναι δύσκολο να κάνω μία πρόβλεψη, αλλά θα απαντήσω με τα λόγια του ακαδημαϊκού Εμμανουήλ: το πιθανότερο είναι να μην πάμε σε μια ριζική αλλαγή του τρόπου που η ελληνική κοινωνία βρίσκει πρόσβαση στη στέγη, αλλά αυτό που βλέπουμε, και θα δούμε ακόμα περισσότερο στο μέλλον, είναι η αύξηση των κοινωνικών ανισοτήτων και των αποκλεισμών γύρω από τη στέγαση. Το εισόδημά μας συρρικνώνεται όλο και περισσότερο, το κόστος στέγασης αυξάνεται και αυτό είναι ένα ανελαστικό κόστος. Δεν γίνεται να μην έχουμε στέγη πάνω από το κεφάλι μας, κι αυτή θα πρέπει να έχει και κάποια κριτήρια ποιότητας. Άρα όσο αυξάνεται αυτό το κόστος, τόσο πιο έντονα θα οδηγούμαστε στη φτωχοποίηση. Ήδη κάνουμε πολλές θυσίες, προκειμένου να έχουμε μία στέγη. Ιδίως οι νέοι άνθρωποι συμβιβάζονται αναγκαστικά σε πολλές απαιτήσεις των μεγαλύτερων γενιών, που αποτελούν τους ιδιοκτήτες, και ο πήχης των κριτηρίων στέγασης όλο και κατρακυλάει. Αυτό θα πρέπει να αποτελέσει κώδωνα κινδύνου, αν όχι για την πολιτεία, σίγουρα για την κοινωνία, που θα πρέπει να βγει να διεκδικήσει και να τοποθετηθεί με στρατηγικά αιτήματα για το ζήτημα.

Ενοίκια στα ύψη

Το Ινστιτούτο Eteron, παρουσιάζει την Τρίτη 28 Ιουνίου, τα αποτελέσματα της ποσοτικής έρευνας που διεξήγαγε για τα ενοίκια και τη στεγαστική επισφάλεια, όπως και τη μελέτη του για τις προτεινόμενες πολιτικές, στις 12:00, στα γραφεία του (Λεωκορίου 38-40, Αθήνα). Μιλούν οι Πέτρος Ιωαννίδης, Δήμητρα Σιατίτσα, Εύα Παπατζανή, Άλκης Καφετζής. Χαιρετίζει ο Γαβριήλ Σακελλαρίδης.

tags: άρθρα

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)