to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

Minefield: Κανένας δεν ξεχνά; Τίποτα δεν ξεχνιέται;

H Aργεντινή Λόλα Αρίας, στην τρίτη επίσκεψή της στην Ελλάδα, φέρνει μαζί της μια ενδιαφέρουσα παράσταση θεάτρου της πραγματικότητας με θέμα τον πόλεμο στα Φώκλαντς. Έναν πόλεμο που κράτησε κάτι λιγότερο από ό,τι οι πρόβες της παράστασης.


Minefield στα αγγλικά σημαίνει ναρκοπέδιο, αλλά η λέξη χρησιμοποιείται και για να περιγράψει μια περίπλοκη κατάσταση ή θέμα, που εγκυμονεί κινδύνους και προβλήματα. Τέτοιο είναι και το θέμα της παράστασης της Λόλα Αρίας, που παρουσιάστηκε στο Φεστιβάλ Αθηνών, και στην οποία πρωταγωνιστούν έξι βετεράνοι (τρεις Βρετανοί και τρεις Αργεντινοί) του πολέμου των Φώκλαντς (ή αλλιώς Μαλβίνων)· νησιά, στα οποία εξακολουθούν να υπάρχουν 13 στρέμματα αχαρτογράφητων ναρκοπέδιων.

Ο Μπεργκσόν έλεγε πως η αναφορά στο παρελθοντικό εγώ μας όταν αφηγούμαστε τη ζωή μας γίνεται με ένα είδος αποστασιοποίησης, ανάλογης με εκείνη, για παράδειγμα, όταν μιλάμε για τον ήρωα κάποιου μυθιστορήματος. Η επίγνωση αυτού του γεγονότος είναι ενίοτε αποκαρδιωτική, ιδίως όταν αντιλαμβανόμαστε ότι ακόμα και η προσωπική μας ιστορία δεν είναι πια ακριβώς δική μας.

Κατά συνέπεια, η αναβίωση είναι φανερό πως είναι δύσκολο, αν όχι αδύνατο, εγχείρημα για τη γλώσσα. Από τη δυσκολία όμως αυτή δεν κινδυνεύει η παράσταση της Αρίας, αφού ακριβώς αυτή η δυσκολία είναι ένα από τα κύρια συστατικά της ‒ τόσο όταν οι βετεράνοι εκτελούν γυμναστικές ασκήσεις κι ένας τους αναφωνεί «σταματήστε, είμαι πενήντα επτά χρονών πια», όσο και όταν ένας άλλος, με ψυχραιμία, βλέπει τον εαυτό του να κλαίει μπροστά στην κάμερα, σε ένα ντοκιμαντέρ για τον πόλεμο, τριάντα χρόνια πριν, έχοντας τότε φρέσκια την ανάμνηση του εχθρού, που του μίλησε αγγλικά και ξεψύχησε στα χέρια του (ο βετεράνος αυτός, ονόματι Λου Άρμουρ είναι ο πρώτος στη φωτογραφία που ακολουθεί από την παράδοση της βρετανικής φρουράς).

Αν το «Ακρόαση για μια διαδήλωση. 17 Νοεμβρίου 1973/2015 – Η φοιτητική εξέγερση», της Λόλα Αρίας, που είδαμε πέρσι στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάσση, προκάλεσε την οργή μιας μερίδας θεατών, που αντιλήφθηκαν τον ανάλαφρο τόνο της αναπαράστασης και την ίδια την ημερομηνία της παρουσίασής της (ανήμερα στην επέτειο) ως προσβολή της μνήμης, το Μinefield (όπως και παλιότερα το Η ζωή μετά), δεν διατρέχει αυτόν τον κίνδυνο, καθώς οι πρωταγωνιστές συνδέονται ντε φάκτο με τα γεγονότα που αφηγούνται. Εδώ, οι έξι άντρες που βρίσκονται επί σκηνής έζησαν τον πόλεμο στα Φώκλαντς, πολέμησαν σ’ αυτόν.

Η δομημένη σε κεφάλαια παράσταση, οι διαφορετικές οπτικές των βετεράνων, οι διαφορετικές κοινωνικές καταβολές των τελευταίων, η διαφορετική αποδοχή της εμπλοκής τους στον πόλεμο και η αποκαλυπτική τους ειλικρίνεια, κρατούν αμείωτο το ενδιαφέρον των θεατών, μέχρι τέλους.

Σε μια τεθλασμένη οθόνη (χωρισμένη, κατά κάποιο τρόπο, στα δύο) στο κέντρο της σκηνής, με τίτλους στα αγγλικά και τα ισπανικά, προβάλλεται φωτογραφικό κυρίως υλικό από την εποχή του πολέμου (προπαγανδιστικά εξώφυλλα, φωτογραφίες των βετεράνων, εκείνης της εποχής, αλλά και μεταγενέστερες), εντείνοντας το χαρακτήρα ντοκουμέντου της παράστασης.

Αξέχαστη θα μείνει η έκφραση που είναι χαραγμένη στο πρόσωπο του Μαρσέλο Βαγιέχο, Αργεντινού εργάτη, εθελοντή στον πόλεμο, που ο πατριωτισμός του δέχτηκε τεράστιο πλήγμα από την ήττα και που, παρότι έμαθε να λέει τρεις τέσσερις λέξεις στα αγγλικά, ακόμα δυσκολεύεται να χαμογελάσει.

Εντυπωσιακή είναι, επίσης, και η θέση της μουσικής, του τραγουδιού στην παράσταση. Το τραγούδι, εμψυχωτής και στοιχείο ταυτότητας των στρατιωτών, αποκαλύπτεται, προκαλώντας μια κάποια έκπληξη, ως αυτό που είναι, κάτι περισότερο από υπόκρουση των πολεμικών επιχειρήσεων, κάτι περισσότερο από υπόμνηση ενός κόσμου πέρα από τον πόλεμο, αλλά ως αυτό ακριβώς που ενεργοποιεί τον πατριωτισμό και τα ζωικά ένστικτα, και, αργότερα, τη μνήμη του πολέμου· γιατί η ζωή ενδύεται τον πόλεμο, δεν αντιμάχονται.

Η συχνά αποστασιοποιημένη (χάρη και στο χρόνο) στάση των βετεράνων, η απουσία εκείνου του είδους συγκίνησης που συναντάμε στα τηλεοπτικά talk show, λειτουργεί εδώ (με βραδυφλεφή τρόπο) βαθιά συγκινητικά.

Οι παραλληλισμοί με την πρόσφατη ελληνική ιστορία είναι αναπόφευκτοί. Εκείνο το «Είχαν να φάνε;» που βλέπουμε να φιγουράρει σε πρωτοσέλιδο μιας αργεντίνικης ταμπλόιντ, την επομένη της ήττας και η εμφανής απογοήτευση του Βαγιέχο τριάντα τόσα χρόνια μετά, φέρνουν στο νου μαρτυρίες των Ελλήνων στρατιωτών που βρέθηκαν ανοργάνωτοι και εγκατελελειμμένοι στην Κύπρο κατά την τουρκική εισβολή. Όμοια η συνέχεια, πτώση της αργεντίνικης χούντας, πτώση των Συνταγματαρχών.

Η παράσταση, άθελά της, σήμερα γίνεται επίκαιρη και για έναν πρόσθετο λόγο. Μετά το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στη Βρετανία, που οδηγεί στην έξοδο από την ΕΕ, στην Ισπανία ανακινήθηκε το ζήτημα του Γιβραλτάρ, στην Κύπρο, των αγγλικών βάσεων, στην Ιρλανδία, της ένωσης… Αν η Σκωτία ανεξαρτητοποιηθεί και η Β. Ιρλανδία ενωθεί με το υπόλοιπο νησί, ποιος θα πάρει τις υπεράκτιες κτήσεις του (πάλαι ποτέ) Ηνωμένου Βασιλείου; Και η Αργεντινή;

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)