to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

16:47 | 10.06.2022

Κοινωνία

Μαζικά η ακαδημαϊκή κοινότητα απέναντι στο νομοσχέδιο Κεραμέως - Οι αποφάσεις των συλλόγων

Πληθαίνουν οι αντιδράσεις κατά του νομοσχεδίου Κεραμέως, με το οποίο το υπ. Παιδείας σκοπεύει να υποβαθμίσει περαιτέρω τον δημόσιο, δωρεάν και δημοκρατικό χαρακτήρα των ΑΕΙ, δίνοντας «τα κλειδιά» των πανεπιστημίων στην αγορά


Πολλαπλασιάζονται οι αποφάσεις της ακαδημαϊκής κοινότητας που εναντιώνονται στο νομοσχέδιο του υπ. Παιδείας, με το οποίο απαξιώνεται ο δημοκρατικός, δωρεάν και δημόσιος χαρακτήρας των πανεπιστημίων. Καθηγητές και φοιτητές συντονίζουν τον αγώνα τους ενάντια στο ν/σ Κεραμέως, αλλά και ενάντια στην εγκατάσταση της πανεπιστημιακής αστυνομίας το προσεχές διάστημα. 

Συγκεντρωμένες οι αποφάσεις που προσπαθούν να «μπλοκάρουν» το νέο νόμο πλαίσιο:

Απόφαση Συγκλήτου Παντείου Πανεπιστημίου

Η Σύγκλητος του Παντείου Πανεπιστημίου διαπιστώνει ότι το νομοσχέδιο για την τριτοβάθμια εκπαίδευση που τέθηκε προς διαβούλευση απαξιώνει την αρχή της δημοκρατικής οργάνωσης, απομειώνει την ακαδημαϊκότητα, περιστέλλει την ακαδημαϊκή ελευθερία και το αυτοδιοίκητο του Πανεπιστημίου, ενώ ταυτοχρόνως πολλαπλασιάζει την γραφειοκρατία, χωρίς να μεριμνά για τις αναγκαίες προϋποθέσεις εφαρμογής του. Απουσιάζουν το όραμα για το Πανεπιστήμιο και η εμπιστοσύνη στα μέλη της ελληνικής ακαδημαϊκής κοινότητας συνολικά.

Η Σύγκλητος εκτιμά ότι ακόμη κι αν υπάρχουν ρυθμίσεις που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν με στόχο την ανάπτυξη του Πανεπιστημίου, η υλοποίησή τους απαιτεί επαρκείς πόρους (ανθρώπινους και υλικούς), που δεν προβλέπονται από το νομοσχέδιο.

Η Σύγκλητος διαπιστώνει με ανησυχία ότι η διδασκαλία σε μεταπτυχιακό επίπεδο δεν συνυπολογίζεται στις διδακτικές υποχρεώσεις των μελών ΔΕΠ και η πλήρης κατάργηση κρατικής χρηματοδότησης των μεταπτυχιακών σπουδών οδηγεί στην υποχρεωτική επιβολή διδάκτρων. Το νομοσχέδιο δημιουργεί ρευστότητα στη συνολική οργάνωση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, εισάγοντας ελαστικές εργασιακές σχέσεις για τα μέλη ΔΕΠ, ΕΔΙΠ, ΕΤΕΠ, ΕΕΠ και τους διοικητικούς υπαλλήλους καθώς και διαφορετικά πτυχία που υπονομεύουν την αναγνώριση επαγγελματικών δικαιωμάτων στους αποφοίτους. Το νομοσχέδιο περιγράφει ένα Πανεπιστήμιο κλειστό και αφιλόξενο για τους/τις νέους/νέες επιστήμονες.

Η Σύγκλητος θεωρεί θεμελιώδες πρόβλημα το νέο υπερσυγκεντρωτικό σύστημα Διοίκησης που δίνει υπερεξουσίες στον/την Πρύτανι, περιθωριοποιεί τους Αντιπρυτάνεις και μεταφέρει ενισχυμένες αρμοδιότητες σε ένα ολιγομελές όργανο, το Συμβούλιο Διοίκησης, το οποίο δεν έχει νομιμοποιηθεί στο σύνολό του από την ακαδημαϊκή κοινότητα. Η Σύγκλητος, η οποία αποτελεί σήμερα το βασικό όργανο για τη λειτουργία και τη στρατηγική ανάπτυξη του Πανεπιστημίου, υποβαθμίζεται.

Αντίθετα, κρίσιμες αποφάσεις ακόμη και ακαδημαϊκού περιεχομένου, όπως τα μητρώα γνωστικών αντικειμένων και, η συγκρότηση των εκλεκτορικών σωμάτων, θα λαμβάνονται από πρόσωπα που δεν θα έχουν καμία σχέση ούτε γνώση του ακαδημαϊκού χώρου. Αποτέλεσμα του νέου μοντέλου διοίκησης είναι να μην υπάρχει δημοκρατική νομιμοποίηση των οργάνων διοίκησης από την πανεπιστημιακή κοινότητα ενώ ελλοχεύει ο κίνδυνος για αδιαφανείς διαδικασίες, διαπλοκή και πελατειακές εξαρτήσεις. Απουσιάζουν επίσης τα θεσμικά αντίβαρα και οι ελεγκτικοί μηχανισμοί, ώστε να υπάρχει λογοδοσία της διοίκησης.

Η Σύγκλητος θεωρεί ότι ένα νομοσχέδιο για την τριτοβάθμια εκπαίδευση, που προβλέπει ριζική αναδιάρθρωση της λειτουργίας των πανεπιστημίων, προϋποθέτει ουσιαστικό διάλογο με τα μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας και συναίνεση τουλάχιστον στις βασικές αρχές του. Ζητεί συνεπώς την άμεση απόσυρση του παρόντος νομοσχεδίου.

Απόφαση της Συγκλήτου του Γεωπονικού Πανεπιστήμιου Αθήνας

Η Σύγκλητος του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, στη συνεδρία 595/09-Ιουν-2022, θεωρεί ότι το νέο νομοσχέδιο, ένα νομοσχέδιο 400 σελίδων και 345 άρθρων, είναι υπερρυθμιστικό και αντί να οδηγεί σε μεταρρύθμιση, δημιουργεί ένα ασφυκτικό καθεστώς λειτουργίας στα Πανεπιστήμια.

Παρά την κοινή επιθυμία και διαχρονική προσπάθεια της ακαδημαϊκής κοινότητας για τη βελτίωση της ποιότητας σπουδών στα ελληνικά ΑΕΙ, η Σύγκλητος διαπιστώνει σοβαρά προβλήματα δυσλειτουργιών στο παρόν νομοσχέδιο που υπονομεύουν την εφαρμογή ακόμη και καλών προβλέψεων και τα οποία αδικούν τα θετικά σημεία του νομοσχεδίου, ειδικά αυτά τα οποία αφορούν την ενίσχυση της εξωστρέφειας, της διεπιστημονικότητας των σπουδών και της κινητικότητας των φοιτητών, καθώς και το καθεστώς λειτουργίας των Εταιρειών Αξιοποίησης και Διαχείρισης Περιουσίας. Ωστόσο και για τις θετικές αυτές πτυχές δεν υπάρχει πρόβλεψη για την εφαρμογή τους, ειδικά όσον αφορά τη διαθεσιμότητα των απαραίτητων πόρων και τη δέσμευσή της Πολιτείας ως προς τη εξασφάλιση αυτών, ενώ δεν διασφαλίζεται η θετική επίπτωση στους φοιτητές και αποφοίτους.

Το Νομοσχέδιο καταργεί στην πράξη το αυτοδιοίκητο των Πανεπιστημίων μέσω της πρόβλεψης του άρθρου 21 σύμφωνα με την οποία η ίδρυση, συγχώνευση και κατάργηση ακαδημαϊκής μονάδας πραγματοποιείται με προεδρικό διάταγμα χωρίς τη σύμφωνη γνώμη της Συγκλήτου.

Ιδιαίτερα εκφράζεται ο προβληματισμός για την πρόβλεψη της μη δυνατότητας μονιμοποίησης των Επίκουρων Καθηγητών. Παράλληλα, υποβαθμίζεται η εκπαιδευτική αποστολή των ΑΕΙ μέσω της αφαίρεσης της υποχρέωσης διδασκαλίας σε ΠΜΣ από τις κατ’ ελάχιστον διδακτικές απαιτήσεις των διδασκόντων. Επίσης, δημιουργούνται ελαστικές συνθήκες εργασίας για το προσωπικό, ιδιαίτερα τους συμβασιούχους των ΕΛΚΕ.

Αποτελεί ουσιαστικό πρόβλημα το νέο υπερσυγκεντρωτικό σύστημα διοίκησης που δίνει υπερεξουσίες στον Πρύτανη, υποβαθμίζει τον ρόλο των Αντιπρυτάνεων και μεταφέρει ενισχυμένες αρμοδιότητες σε ένα ολιγομελές όργανο, το Συμβούλιο Διοίκησης. Η Σύγκλητος, η οποία αποτελεί σήμερα το βασικό όργανο για τη λειτουργία και τη στρατηγική ανάπτυξη του Πανεπιστημίου, υποβαθμίζεται. Αποτέλεσμα του νέου μοντέλου διοίκησης είναι να μην υπάρχει δημοκρατική νομιμοποίηση από την πανεπιστημιακή κοινότητα των οργάνων διοίκησης ενώ ελλοχεύει ο κίνδυνος για αδιαφανείς διαδικασίες και διαπλοκή.

Η Σύγκλητος του ΓΠΑ ζητά την απόσυρση συνολικά του νομοσχεδίου, την άμεση εφαρμογή του ν. 4692/20 για άμεση εκλογή Πρυτανικών Αρχών και Κοσμητόρων και διεύρυνση της βάσης του εκλογικού σώματος. Τα θετικά σημεία τα οποία προαναφέρθηκαν μπορούν να ενσωματωθούν σε ένα μελλοντικό νομοσχέδιο με πιθανή πρόβλεψη ενός Συμβουλίου Στρατηγικού Σχεδιασμού, με εσωτερικά και εξωτερικά μέλη εκλεγμένα από την Σύγκλητο, το οποίο θα επικουρεί τις Πρυτανικές Αρχές στη διαμόρφωση του αναπτυξιακού πλάνου του Ιδρύματος με αρμοδιότητες ευθύνης στην δημιουργία και θεμελίωση συνεργασιών με την ευρύτερη κοινωνία και των παραγωγικών και άλλων φορέων και θεσμών στην Ελλάδα και διεθνώς.

Απόφαση Συλλόγου ΔΕΠ Πανεπιστημίου Αιγαίου

Την Κυριακή 29/5 τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση το σχέδιο νόμου του ΥΠΑΙΘ με τίτλο «Νέοι Ορίζοντες στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα: Ενίσχυση της ποιότητας, της λειτουργικότητας και της σύνδεσης των ΑΕΙ με την κοινωνία και λοιπές διατάξεις». Κατά την προσφιλή μέθοδο των κυβερνήσεων, το νομοσχέδιο 408 σελίδων και 345 άρθρων κατατέθηκε στην έναρξη της εξεταστικής περιόδου και λίγο πριν τη λήξη του εαρινού εξαμήνου, με τη λεγόμενη διαβούλευση να διαρκεί μόλις 14 μέρες!

Το Κεντρικό Συμβούλιο του Συλλόγου ΔΕΠ κατά τη συνεδρίασή του την Δευτέρα 6 Ιουνίου, με μεγάλη συμμετοχή των μελών του, συζήτησε διεξοδικά πάνω στο νέο νομοσχέδιο. Στη συνεδρίαση προσκλήθηκαν τα Διοικητικά Συμβούλια των Διοικητικών, ΕΕΔΙΠ και ΕΤΕΠ του Πανεπιστημίου Αιγαίου. Από τη συζήτηση αναδείχτηκε η κοινή απαίτηση για τη μη κατάθεσή του και η ανάγκη για την ανάληψη συντονισμένης δράσης του συνόλου της πανεπιστημιακής κοινότητας.

Αναλυτικά:

Το Νομοσχέδιο (ΝΣ) που παρουσιάσθηκε επιχειρεί να συγκεντρώσει σε ενιαίο πλαίσιο την προηγούμενη νομοθεσία, ενσωματώνοντας και νέες ρυθμίσεις, με στόχο τη θωράκιση και ενίσχυση της επιχειρηματικής λειτουργίας των πανεπιστημίων σε όλα τα επίπεδα, από τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που θα προσφέρει μέχρι τη διοίκηση και τη λειτουργία του.


Δημιουργεί ένα αυταρχικό, συγκεντρωτικό και αδιαφανές μοντέλο διοίκησης μέσω της θεσμοθέτησης ενός Συμβουλίου Διοίκησης (ΣΔ) που έχει υπερεξουσίες: ψηφίζει και παύει πρύτανη, επιλέγει και παύει Κοσμήτορα και Αντιπρυτάνεις, έχει τον αποκλειστικό οικονομικό και διοικητικό έλεγχο του ιδρύματος, ταυτόχρονα έχει έλεγχο επί των εκλογών μελών ΔΕΠ και συγκεκριμένα τον έλεγχο των μητρώων των γνωστικών αντικειμένων, τον έλεγχο των μητρώων των εσωτερικών και εξωτερικών εκλεκτόρων, τα οποία δύναται να αναπέμψει, όπως επίσης τον έλεγχο της νομιμότητας των διαδικασιών εκλογής και εξέλιξης των μελών ΔΕΠ. Η Σύγκλητος αποδυναμώνεται και περιορίζεται αμιγώς σε κάποια ακαδημαϊκά ζητήματα.
Υπονομεύει την αξία του πτυχίου μέσα από τη δημιουργία μιας πανσπερμίας νέων προγραμμάτων σπουδών πρώτου κύκλου που λειτουργούν προσθετικά στο πρόγραμμα σπουδών ενός Τμήματος (βλ. προγράμματα σπουδών δευτερεύουσας κατεύθυνσης, προγράμματα σπουδών σύντομης διάρκειας, πιστοποιητικά ψηφιακών δεξιοτήτων), παράγοντας έτσι πτυχιούχους «πολλών ταχυτήτων» και δημιουργώντας έναν ανταγωνισμό μεταξύ των φοιτητών/τριών που θα επιδοθούν σε ένα ατελείωτο κυνήγι προσόντων και πιστοποιητικών.

Επιπλέον η αξία των πτυχίων των ελληνικών δημόσιων πανεπιστημίων υπονομεύεται με την πλήρη αναγνώριση των πτυχίων της αλλοδαπής στο ΔΟΑΤΑΠ με εξίσωση των τριετών σπουδών στο εξωτερικό με τις τετραετείς στην Ελλάδα.
Η δημιουργία διπλών προγραμμάτων σπουδών πρώτου κύκλου ενέχει τον κίνδυνο ρευστοποίησης των προγραμμάτων σπουδών του δεύτερου γνωστικού αντικειμένου και δημιουργεί ερωτηματικά αναφορικά με τα επαγγελματικά δικαιώματα των πτυχιούχων.
Διευρύνει την εμπορευματοποίηση μέσα από την πλήρη απελευθέρωση των διδάκτρων στα μεταπτυχιακά, τη δημιουργία ξενόγλωσσων προπτυχιακών και μεταπτυχιακών με δίδακτρα, τη δημιουργία μεταπτυχιακών προγραμμάτων που λειτουργούν εξ ολοκλήρου από απόσταση, τη δημιουργία επαγγελματικών μεταπτυχιακών που χρηματοδοτούνται αποκλειστικά από τον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα και απευθύνονται αποκλειστικά σε εργαζόμενους/ες.

Επιπλέον θεσμοθετεί αγοραία κριτήρια για την εκλογή και εξέλιξη μελών ΔΕΠ: στα τυπικά προσόντα εκλογής ως μέλος ΔΕΠ στα κριτήρια πλέον συμπεριλαμβάνονται επίσημα η ίδρυση τεχνοβλαστών (spin offs) και η συμμετοχή του υποψηφίου ως μέλους ή μετόχου σε spin off εταιρεία, όπως, επίσης, η προσέλκυση ερευνητικών χρηματοδοτήσεων.
Οδηγεί εκ των πραγμάτων στην επιβολή διδάκτρων σε όλα τα μεταπτυχιακά, δηλαδή στην κατάργηση των δωρεάν μεταπτυχιακών, από τη στιγμή που η διδασκαλία σε προγράμματα σπουδών 2ου κύκλου είναι πέραν των ελάχιστων υποχρεώσεων (κατ' ελάχιστον 6ώρες διδασκαλία αποκλειστικά στο προπτυχιακό πρόγραμμα).
Επεκτείνει περαιτέρω τις ευέλικτες μορφές απασχόλησης και τον κατακερματισμό των εργασιακών σχέσεων των διδασκόντων/ουσών με διαφορετικές συμβάσεις εργασίας (συμβάσεις εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου ή συμβάσεις ανάθεσης έργου), με χρηματοδότηση από εγχώρια ή διεθνή προγράμματα και ύψος αμοιβής που μπορεί να καθορίζεται από τη Συνέλευση του Τμήματος, και με τη μονιμότητα να περιορίζεται στα μέλη ΔΕΠ, με την κατάργηση της δυνατότητας μονιμοποίησης των επίκουρων καθηγητών/τριών δημιουργώντας έτσι σε μια μεγάλη μερίδα πανεπιστημιακών εργασιακή ανασφάλεια και σχέσεις εξάρτησης από μέλη ΔΕΠ σε μόνιμες βαθμίδες.

Επιτείνει τον αυταρχισμό μέσα στα πανεπιστήμια εδραιώνοντας τα πειθαρχικά των φοιτητών/τριών και τις διαγραφές τους, θεσμοθετώντας πειθαρχικά μελών ΔΕΠ με παραπτώματα, όπως η «παρακώλυση του έργου και η διατάραξη της ομαλής λειτουργίας των οργάνων του ιδρύματος» ή όταν οι ενέργειές τους θίγουν «το κύρος του ή το κύρος του Α.Ε.Ι.» , και χτυπώντας τον φοιτητικό συνδικαλισμό και τις φοιτητικές παρατάξεις μέσα από τη δημιουργία μιας ανταγωνιστικής συλλογικής έκφρασης φοιτητών/τριών, το «Συμβούλιο των Φοιτητών» .

Πρωταρχικής σημασίας για το Πανεπιστήμιο Αιγαίου και άλλα περιφερειακά πανεπιστήμια είναι η αναφορά στην θεσμοθέτηση κριτηρίων για καταργήσεις και συγχωνεύσεις Τμημάτων, όπως, μεταξύ άλλων, ο δυσανάλογα μικρός ετήσιος αριθμός φοιτητών/τριών ή αποφοίτων του πανεπιστημίου σε σύγκριση με τον αριθμό των μελών ΔΕΠ καθώς και η «ιδιαίτερα χαμηλή προτίμηση για εισαγωγή σταπρογράμματα σπουδών τυπικής εκπαίδευσης που παρέχει». Αποκαλύπτεται έτσι ότι η θεσμοθέτηση της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής αποτελεί το μέσο για την κατάργηση των Τμημάτων με ταχύτατες διαδικασίες, τις οποίες αναλαμβάνει η αναβαθμισμένη πλέον Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης.

Δηλώνουμε την πλήρη αντίθεσή μας σ' αυτό το νομοσχέδιο στο σύνολό του και ζητάμε να μην κατατεθεί. Ο τρόπος που θα αντιδράσουμε στο νομοσχέδιο Κεραμέως είναι καθοριστικός για την διεκδίκηση του δημόσιου και δωρεάν χαρακτήρα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Εντός αυτής της συλλογιστικής και λόγω του επείγοντος που επιβάλλει ο προκλητικά περιορισμένος χρόνος της λεγόμενης διαβούλευσης, καλούμε τους/ις Πρόεδρους των Τμημάτων να συγκαλέσουν Γενικές Συνελεύσεις ώστε να εκφραστούν με συντονισμένο τρόπο τα Τμήματα και στη συνέχεια οι αποφάσεις να μεταφερθούν στη Σύγκλητο, που πρέπει να συγκληθεί άμεσα.

Κατά την συνεδρίαση του διευρυμένου ΚΣ εκφράστηκε, ομόγνωμα, η μεγάλη δυσαρέσκεια και η βαθιά απογοήτευση για το γεγονός ότι, όπως μάθαμε από τα ΜΜΕ, η Πρυτάνισσα του Ιδρύματος τοποθετήθηκε στην έκτακτη Σύνοδο των Πρυτάνεων υπέρ του προτεινόμενου μοντέλου διοίκησης, και ενώ εκεί συμμετέχει ως κύριος εκπρόσωπος του Πανεπιστημίου Αιγαίου, δεν είχε λάβει συναφή απόφαση από τα αρμόδια θεσμικά όργανα του πανεπιστημίου μας.

Εμείς προχωρούμε τις αμέσως επόμενες ημέρες σε Συνέντευξη Τύπου ώστε να κάνουμε ευρύτερα γνωστές τις καταστροφικές συνέπειες που θα έχει το νομοσχέδιο Κεραμέως για τον δημόσιο χαρακτήρα των πανεπιστημίων αλλά και για την ίδια την ύπαρξη και λειτουργία του δικού μας πανεπιστημίου.

Προχωρούμε σε συντονισμό με τους Συλλόγους Διοικητικών, ΕΕΔΙΠ του Πανεπιστημίου Αιγαίου, Συλλόγους μελών ΔΕΠ άλλων Πανεπιστημίων, με φοιτητικούς συλλόγους, για να απορρίψουμε με μαζικούς και αγωνιστικούς όρους το Νομοσχέδιο Κεραμέως στο σύνολό του.

Απόφαση συλλόγου ΔΕΠ Παντείου

«Το σχέδιο νόμου που τέθηκε σε διαβούλευση την προηγούμενη εβδομάδα από το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων για την αναδιάρθρωση των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων συνιστά  ένα αποφασιστικό και μελετημένο βήμα προς την οριστική κατάργηση της Δημόσιας Δωρεάν Παιδείας. Μετατρέπει το Πανεπιστήμιο σε μία επιχειρηματική δομή που θα εκμεταλλεύεται βάρβαρα ακαδημαϊκό προσωπικό και φοιτητές για τον προσπορισμό κερδών στο πανεπιστήμιο-επιχείρηση, θα παρέχει χαμηλού επιπέδου ειδικεύσεις για ευλύγιστους, κακοπληρωμένους και «αναλώσιμους» πτυχιούχους και θα λειτουργεί με το αυταρχικό διευθυντικό πλαίσιο μιάς επιχείρησης. Τα άρθρα του σχεδίου νόμου επικυρώνουν την οριστική απόσυρση του δημοσίου από τη χρηματοδότηση των ΑΕΙ, τη λειτουργία των τελευταίων με ιδιωτικονομικά κριτήρια στο πλαίσιο μίας εκπαιδευτικής αγοράς που είναι ανύπαρκτη και δεν πρόκειται πότε να συγκροτηθεί οδηγώντας με τον τρόπο αυτό σε αδιέξοδο την ελληνική οικογένεια καθώς όλο και λιγότεροι γονείς θα έχουν την  οικονομική δυνατότητα να υποστηρίξουν την Πανεπιστημιακή εκπαίδευση των παιδιών τους.

Τέλος, τα άρθρα του σχεδίου νόμου αναλύουν τη διαδικασία κλεισίματος πανεπιστημιακών ιδρυμάτων με κοινή υπουργική απόφαση ώστε να δημιουργηθεί περαιτέρω ο χώρος για τα άθλιας ποιότητας ιδιωτικά «κολλέγια», που έχουν ήδη σκανδαλωδώς και κατά παράβαση συνταγματικών διατάξεων πρακτικά εξισωθεί με τα δημόσια ΑΕΙ.  Ένδειξη των προθέσεων της Κυβέρνησης αποτελεί το γεγονός ότι το σχέδιο νόμου που υποτίθεται θέλει να εκσυγχρονίσει και να βελτιώσει τα ιδρύματα ξεκινά περιγράφοντας τη διαδικασία κλεισίματος τους (άρθρο 5).

Πιο συγκεκριμένα:

  • Το σχέδιο νόμου εγκαθιστά ένα μοντέλο διοίκησης αυταρχικό και συγκεντρωτικό, το οποίο με τον νέο τρόπο ανάδειξης των αρχών του Πανεπιστημίου δίνει τη δυνατότητα σε μικρές ομάδες να ελέγχουν απόλυτα το σύνολο των ακαδημαϊκών υποθέσεων των ιδρυμάτων, ενώ ταυτόχρονα η διοίκηση παραδίδεται σε ένα εξωτερικό κλειστό Συμβούλιο που δεν ελέγχεται από πουθενά. Πρόκειται για ένα σύστημα που θα βυθίσει τα ιδρύματα σε μία σπειροειδή τροχιά πελατειακών σχέσεων, διαπλοκής και διαφθοράς.
  • Το σχέδιο νόμου διασπά τα προγράμματα σπουδών των Τμημάτων. Με τον τρόπο αυτό καταργεί τα όποια κατοχυρωμένα επαγγελματικά δικαιώματα, ενώ την ίδια στιγμή με το ψευδεπίγραφο επιχείρημα περί μεγαλύτερης επιλογής των φοιτητριών και φοιτητών ανάμεσα σε περισσότερα προγράμματα σπουδών υποβαθμίζει ουσιαστικά τα πτυχία. Οι φοιτήτριες και οι φοιτητές θα στερούνται εξειδικευμένης γνώσης και ως εκ τούτου τα πτυχία τους θα έχουν μικρότερη βαρύτητα στην αγορά εργασίας της Ελλάδας. Τα καταξιωμένα πτυχία των Ελληνικών Πανεπιστημίων και η διεθνής αναγνώριση των Ελλήνων επιστημόνων θα ανήκουν στο παρελθόν.
  • Το σχέδιο νόμου επιβάλλει δίδακτρα σε όλα τα μεταπτυχιακά προγράμματα, εφόσον δηλώνεται ρητά η απόσυρση της κρατικής χρηματοδότησης, ενώ ανοίγει παράλληλα την πόρτα για την επιβολή διδάκτρων στα προπτυχιακά σε σύντομο χρονικό διάστημα από την ενδεχόμενη εφαρμογή του. Η μακρά οικονομική κρίση που διανύει η Ελλάδα σε συνδυασμό με τις αλλεπάλληλες συνεχιζόμενες κρίσεις θα καταστήσουν, σε περίπτωση ψήφισης του νομοσχεδίου, τους Έλληνες γονείς ανήμπορους να σπουδάσουν τα παιδιά τους.
  • Το σχέδιο νόμου καταργεί στην ουσία την πλειοψηφία της ακαδημαϊκής κοινότητας που φέρει σε πέρας καθημερινά το δύσκολο ακαδημαϊκό και ερευνητικό έργο κατοχυρώνοντας μόνο τους πρωτοβάθμιους καθηγητές και εν μέρει τους αναπληρωτές. Η βαθμίδα του Επίκουρου ουσιαστικά καταργείται ενώ όλες οι υπόλοιπες κατηγορίες ( λέκτορες, λέκτορες εφαρμογών, ΕΔΙΠ) στερούνται το δικαίωμα της αυτοδύναμης διδασκαλίας. Πρόκειται για την επαναφορά του συστήματος δεσποτείας της καθηγητικής έδρας στην πιο σκοτεινή εκδοχής της.
  • Το σχέδιο νόμου δημιουργεί ένα πλαίσιο πλήρους εμπορευματοποίησης της έρευνας, το οποίο προσαρμόζει τη διαμόρφωση της ερευνητικής ατζέντας των πανεπιστημίων στις ανάγκες της αγοράς. Αποδυναμώνεται έτσι η βασική έρευνα στα δημόσια ιδρύματα  που αποτελεί και τη βασική  πηγή παραγωγής καινοτομίας.

Για να επιβάλλει αυτό το καταστροφικό πλαίσιο για τα ΑΕΙ η κυβέρνηση έχει ήδη προχωρήσει στην οικονομική ασφυξία τους, με τη μείωση των προϋπολογισμών τους, αλλά και σε ένα παροξυσμό αυταρχικότητας και αστυνομικής βίας με χαρακτηριστικά παραδείγματα την Πανεπιστημιακή Αστυνομία και τα γεγονότα στο ΑΠΘ.

Με δεδομένο ότι:

  • Το συγκεκριμένο σχέδιο νόμου καταργεί τη Δημόσια Δωρεάν Παιδεία και μετατρέπει ένα κοινωνικό δικαίωμα σε προνόμιο για λίγους.
  • Η κυβέρνηση έχει επιδοθεί σε ένα όργιο καταστολής μέσα στα ιδρύματα καταπνίγοντας οποιαδήποτε αντίθετη άποψη με τις πολιτικές της.
  • Η κυβέρνηση δημοσιοποίησε ένα σχέδιο νόμου 400 σελίδων και αφήνει ένα αστείο περιθώριο διαβούλευσης τριών εβδομάδων, δηλωτικό των “δημοκρατικών” ευαισθησιών της.
  • Το προτεινόμενο νομοσχέδιο θα οδηγήσει σε κλείσιμο αρκετών μικρών και μεσαίων πανεπιστημίων, ενώ θα οδηγήσει στην επιβολή διδάκτρων στα υπόλοιπα.

Ο Σύλλογος Μελών ΔΕΠ του Παντείου Πανεπιστημίου απαιτεί την άμεση απόσυρση του σχεδίου νόμου.

Οι πανεπιστημιακοί του Παντείου θα αγωνιστούν σε συντονισμό με τους φοιτητές και τους εργαζόμενους στο πανεπιστήμιο σε κινητοποιήσεις, οργανωμένες από τους συλλόγους τους, για να μην περάσει αυτό το νομοσχέδιο. Εφόσον η κυβερνητική αναλγησία συνεχιστεί, και κατανοώντας τα προβλήματα αλλά και το βάθος της επίθεσης ενάντια στο Δημόσιο Πανεπιστήμιο, ο Σύλλογος ΔΕΠ δηλώνει ότι είναι έτοιμος να προβεί σε απεργιακές κινητοποιήσεις.

Επίσης, καλεί τα όργανα του πανεπιστημίου (Σύγκλητος, κοσμητείες, τμήματα) να πάρουν θέση κατά του νομοσχεδίου και να προχωρήσουν επίσης σε ενέργειες αποτροπής αυτής της καταστροφικής για τα πανεπιστήμια εξέλιξης.

Απόφαση συλλόγου ΔΕΠ Πανεπιστημίου Ιωαννίνων

Την Τετάρτη 8/6/2022 πραγματοποιήθηκε έκτακτη Γ.Σ. του Συλλόγου των μελών ΔΕΠ του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων που συγκάλεσε το Δ.Σ. του Συλλόγου με μοναδικό θέμα συζήτησης: «Το Σ/Ν του Υπουργείου Παιδείας με τίτλο Νέοι Ορίζοντες στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα: Ενίσχυση της ποιότητας, της λειτουργικότητας και της σύνδεσης των ΑΕΙ με την κοινωνία και λοιπές διατάξεις».

Με απόφασή του ο Σύλλογος μελών ΔΕΠ του Παν. Ιωαννίνων εξέφρασε την αντίθεσή του με το νομοσχέδιο για την τριτοβάθμια εκπαίδευση επισημαίνοντας πως «αλλοιώνει την ταυτότητα του Δημόσιου Πανεπιστημίου, καταργεί τον αυτοδιοίκητο χαρακτήρα του Πανεπιστημίου, πλήττει ευθέως την δημοκρατική λειτουργία του, ενισχύει τις ανισότητες των εργαζόμενων στα ΑΕΙ, παρεμβαίνει απροσχημάτιστα στον φοιτητικό συνδικαλισμό και αποδομεί την επιστημονική συγκρότηση των γνωστικών αντικειμένων και των Τμημάτων ως ακαδημαϊκών οντοτήτων»

Η Γ.Σ. του Συλλόγου ομόφωνα:

1. αναγνώρισε την Γ.Σ. ως διαρκή και εξουσιοδότησε το Δ.Σ. του Συλλόγου να εξετάσει και να συντονίσει κοινές δράσεις με τα Δ.Σ. των υπόλοιπων φορέων του Πανεπιστημίου εναντίον τόσο της ψήφισης του Σ/Ν όσο και για την μη εφαρμογή της υλοποίησης όσων προβλέπει.
2. επανέλαβε την αντίθεσή της στην εφαρμογή του θεσμού της Πανεπιστημιακής Αστυνομίας. Τόνισε δε την αντίθεσή της στα φαινόμενα αστυνομικής βίας που έχουν λάβει χώρα σε διάφορα Ιδρύματα της χώρας.
3. αποφάσισε τα μέλη του Συλλόγου να προωθήσουν τις απόψεις της Συνέλευσης στις Γ.Σ. των Τμημάτων του Πανεπιστημίου με στόχο την ενημέρωση και την τοποθέτηση όλων των μελών ΔΕΠ επί του περιεχομένου του Σ/Ν.
4. αποφάσισε σε συνεργασία με τους αντίστοιχους συλλόγους διοικητικού και ερευνητικού προσωπικού, καθώς και τους φοιτητικούς συλλόγους, να προχωρήσει σε δράσεις ενημέρωσης της κοινής γνώμης για τα τεκταινόμενα στον χώρο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (συνέντευξη τύπου, ανοιχτή εκδήλωση στην πόλη των Ιωαννίνων κ.α.) πριν την ψήφιση του Νόμου από την Βουλή.
5. αποφάσισε να αποτυπωθούν τα βασικά σημεία αντίθεσης του Συλλόγου και να κοινοποιηθούν στους φοιτητές κατά την διάρκεια των εξετάσεων και των ορκωμοσιών.
6. αποφάσισε την κήρυξη αποχής από τα εκπαιδευτικά, διοικητικά και λοιπά ακαδημαϊκά καθήκοντα των μελών ΔΕΠ κατά την ημέρα ψήφισης του Νόμου και την κήρυξη νέας αποχής από την 1/9/2022 σε περίπτωση που επιχειρηθεί η υλοποίηση των προβλέψεων του νομοσχεδίου. Το Δ.Σ. του Συλλόγου εξουσιοδοτήθηκε να επικαιροποιήσει τις αποφάσεις της Συνέλευσης και να προκηρύξει νέα Γ.Σ. , όταν αυτό κριθεί απαραίτητο.

Απόφαση της Αρχιτεκτονικής του ΕΜΠ

«Βρισκόμαστε ίσως στην πιο κρίσιμη φάση της λειτουργίας των ΑΕΙ των τελευταίων χρόνων. Διασχίσαμε άλλα δύο σημεία καμπής, το 2007, με την αποτυχημένη προσπάθεια της τότε κυβέρνησης να καταργήσει το Άρθρο 16 του Συντάγματος για την αυτοδιοίκηση των ιδρυμάτων όπως και το δραματικό φθινόπωρο του 2013 όταν επιχειρήθηκε η μαζική απόλυση εκατοντάδων εργαζομένων μεταξύ των οποίων φυλάκων, βιβλιοθηκονόμων, γραμματέων κ.α.

Και στις δύο περιπτώσεις οι «μεταρρυθμίσεις» κατέρρευσαν όταν έφθασαν στις πανεπιστημιακές πύλες, όταν καμία σύγκλητος, καμία σχολή, κανένας σύλλογος δεν συμφώνησε με την εφαρμογή αυτών των μέτρων, όταν χιλιάδες μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας, καθηγητές και καθηγήτριες, φοιτητές και φοιτήτριες, διοικητικό προσωπικό δεν επιτρέψαμε την εφαρμογή τους.

Το νέο νομοσχέδιο σε συνδυασμό με το αμέσως προηγούμενο για τις ΟΠΠΙ χαρακτηρίζεται από δύο κύριες επιλογές:

  • Καταργεί ουσιαστικά τις εκλογές πρυτάνεων και κοσμητόρων. Αντί για την πανεπιστημιακή κοινότητα τις αρχές των ιδρυμάτων θα εκλέγει μία ολιγαρχική ομάδα, αποτελούμενη από έξι καθηγητές και πέντε διακεκριμένους ιδιώτες όπως για παράδειγμα ένας δήμαρχος, ένας μεγαλοεργολάβος ή ένας κλινικάρχης, ένας χορηγός, ένας διάσημος δημοσιογράφος ή ένας βιομήχανος. Ενώ ταυτόχρονα η διοίκηση περνά στα χέρια ενός CEO, ενός εκτελεστικού διευθυντή, στην πραγματικότητα ενός διευθύνοντος συμβούλου.
  • Εισάγει με πρωτοφανή τρόπο τις δυνάμεις της τάξης εντός των ιδρυμάτων και ένα τερατώδες σύστημα επιτήρησης εικόνας, ήχου, προσώπων στα προαύλια, στις αίθουσες διδασκαλίας, στους διαδρόμους και στα εργαστήρια. Ένα «Κέντρο Ελέγχου» τα δεδομένα του οποίου θα διαχειρίζεται όχι η όποια διοίκηση του πανεπιστημίου αλλά η Ελληνική Αστυνομία έξω από αυτό. Ήδη από μήνες, πρώτα στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο και στη συνέχεια στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης είδαμε ένοπλες – ένστολες ομάδες να μετατρέπουν σε πεδίο μάχης τις σχολές, τις βιβλιοθήκες, τα προαύλια. Είδαμε να εξελίσσεται μία βεντέτα βίας που ξεσπά αδιάκριτα στη νεολαία, στους φοιτητές και στις φοιτήτριες μας.

Η Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου έχει αξιολογηθεί ως η κορυφαία αρχιτεκτονική σχολή της χώρας, με διεθνείς διακρίσεις και βραβεύσεις, με αποφοίτους οι οποίοι διαπρέπουν σε όλο τον κόσμο, με υψηλού επιπέδου μεταπτυχιακά προγράμματα χωρίς δίδακτρα, με πρότυπα έργα και έρευνες διεθνούς επιπέδου τις οποίες έχει υλοποιήσει, με δεκάδες διακρατικές-διαπανεπιστημιακές ερευνητικές και εκπαιδευτικές συνεργασίες.

Οι καθηγητές και καθηγήτριες της Σχολής θα σταθούμε δίπλα στους φοιτητές και τις φοιτήτριες μας. Διαβεβαιώνουμε ότι θα πράξουμε ότι και οι προηγούμενες γενιές έπραξαν σε αυτό το ίδρυμα. Θα προστατεύσουμε με κάθε τρόπο τη δημοκρατία, την αξιοκρατία, το υψηλό επίπεδο σπουδών, την ακαδημαϊκή ελευθερία, το δημόσιο ανοιχτό πανεπιστήμιο.

Μπροστά στην έντονη ανησυχία και την ογκούμενη αποδοκιμασία των φορέων της ακαδημαϊκής κοινότητας, ένας δρόμος μόνο υπάρχει. Η άμεση απόσυρση του νομοσχέδιου και η έναρξη ενός πολυεπίπεδου, ειλικρινούς διαλόγου με σεβασμό στην κεκτημένη εμπειρία των ΑΕΙ και τη συνταγματικά κατοχυρωμένη Πανεπιστημιακή αυτοδιοίκηση».

Απόφαση της Γενικής Συνέλευσης ΕΣΔΕΠ ΔΙΠΑΕ

Το νομοσχέδιο, με τον παραπλανητικό τίτλο «ΝΕΟΙ ΟΡΙΖΟΝΤΕΣ ΓΙΑ ΤΑ ΑΕΙ», που κατέθεσε η Κυβέρνηση βρίσκεται, στο σύνολό του, στον αντίποδα της σύγχρονης, δωρεάν και υψηλού επιπέδου Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης που έχει ανάγκη η νέα γενιά και η χώρα μας. Όχι μόνο δεν απαντά στα αυξημένα προβλήματα της Δημόσιας Ανώτατης Εκπαίδευσης, αλλά αντιθέτως την υπονομεύει περαιτέρω. Η συνολική λογική του σχεδίου νόμου επιχειρεί τη μετατροπή του Πανεπιστημίου από χώρο παραγωγής και μετάδοσης γνώσης, από χώρο ελεύθερης διακίνησης ιδεών και δημιουργίας ακαδημαϊκού και δημοκρατικού πνεύματος σε επιχείρηση παροχής υπηρεσιών κατάρτισης προς φοιτητές-πελάτες και παροχής υπηρεσιών προς τρίτους προς εξασφάλιση εσόδων.

Δημιουργεί ένα ενιαίο πλαίσιο, με στόχο την καθιέρωση της επιχειρηματικής λειτουργίας των ΑΕΙ σε όλα τα επίπεδα.

Συγκεκριμένα:

  • Εισάγει νέο μοντέλο διοίκησης με σκοπό την πλήρη μετάπτωση της λειτουργίας των Πανεπιστημίων στα πρότυπα Ανωνύμων Επιχειρήσεων: με Διοικητικά Συμβούλια (βλ. Συμβούλια Διοίκησης), που προσλαμβάνουν ή παύουν τον Πρόεδρο (βλ. Πρύτανη και Αντιπρυτάνεις), τον εκτελεστικό διευθυντή τους (βλ. μάνατζερ) καθώς και τα υπόλοιπα «στελέχη» όπως τους Κοσμήτορες. Οι αρμοδιότητες της Συγκλήτου, των Κοσμητειών και των Τμημάτων περιορίζονται αποκλειστικά και μόνο σε αποφάσεις για ελάσσονα θέματα, και στην εκτέλεση των αποφάσεων του Συμβουλίου, υπό την εποπτεία μάλιστα «μονάδας εσωτερικού ελέγχου».
  • Επιχειρεί την αποκοπή των ΑΕΙ από την κρατική χρηματοδότηση και την πολλαπλή υποκατάστασή της με έσοδα από τα δίδακτρα και προσφορά «εκπαιδευτικών προϊόντων»: ξενόγλωσσων, χειμερινών, θερινών, κατάρτισης, κλπ., όπως και υπηρεσιών έρευνας μετατρέποντας τα πανεπιστήμια σε υπεραγορές προγραμμάτων κατάρτισης και τίτλων σπουδών.
  • Εισάγει νέες και διαλύει περαιτέρω τις εργασιακές σχέσεις στα ΑΕΙ για διδάσκοντες και ερευνητές με κύρια πηγή χρηματοδότησης την ...αυτοχρηματοδότηση μέσω προγραμμάτων! Σε συνδυασμό με τους νέους «κόφτες» της κρατικής χρηματοδότησης, ανοίγει ο δρόμος ώστε κάθε ΑΕΙ να καλύπτει τις λειτουργικές του ανάγκες και τη μισθοδοσία του προσωπικού του από τα έσοδά του.
  • Εισάγει νέο πλαίσιο πειθαρχικού δικαίου των μελών ΔΕΠ, του υπόλοιπου προσωπικού και των φοιτητών, ως μέτρο προσαρμογής της ακαδημαϊκής ελευθερίας στα πλαίσια του επιχειρηματικού πανεπιστημίου, έτσι ώστε σε αγαστή συνεργία με την Πανεπιστημιακή Αστυνομία να επιβάλλεται ο «νόμος και η τάξη»


Ειδικότερα σε σχέση με τις καταργήσεις και συγχωνεύσεις τμημάτων που ταλαιπώρησαν πρόσφατα, ιδιαίτερα το δικό μας Πανεπιστήμιο:

  • Εισάγει (Άρθρο 5) τη δυνατότητα συγχώνευσης, κατάργησης και μετονομασίας ΑΕΙ και μονάδων αυτών χωρίς τη σύμφωνη γνώμη της Συγκλήτου του ΑΕΙ και της ΕΘ.Α.Α.Ε.
  • Επαναφέρει (Άρθρο 73) τα πρώην ΤΕΙ με τα Τμήματα «Εφαρμοσμένων Επιστημών και Τεχνολογίας» διάρκειας 7 εξάμηνων, και υποχρεωτικής Πρακτικής Άσκησης τα οποία θα έχουν δυνατότητα οργάνωσης μόνο προπτυχιακών και μεταπτυχιακών προγραμμάτων σπουδών (αφαίρεση διδακτορικών).
  • Ειδικά για το ΔΙΠΑΕ, περιλαμβάνει μεταβατική διάταξη (Άρθρο 336, παρ. 4) με την οποία δίνεται παράταση στη διορισμένη Διοικούσα Επιτροπή έως 31/8/2023 παρά το ότι ο ΕΣΔΕΠ έχει ζητήσει εδώ και μήνες την άμεση παραίτησήτης και την προκήρυξη εκλογών πρυτανικών αρχών. Προφανώς γιατί αυτή η διοικούσα επιτροπή είναι έτοιμη να παρέχει άλλοθι προς το ΥΠΑΙΘ με τη «γνώμη» της (όπως έκανε πρόσφατα) για τη συγχώνευση, κατάργηση, αλλαγή έδρας, μετατροπή των Πανεπιστημιακών Τμημάτων του ΔΙΠΑΕ σε Τμήματα «Εφαρμοσμένων Επιστημών και Τεχνολογίας» σε ευθεία αντίθεση με τη θέληση και τις απόψεις των Τμημάτων.

Η ΓΣ του ΕΣΔΕΠ ΔΙΠΑΕ, ομόφωνα τάχθηκε υπέρ της συνολικής απόρριψης του νομοσχεδίου. Ο ΕΣΔΕΠ ΔΙΠΑΕ από κοινού με τους συλλόγους εργαζομένων και φοιτητών του ΔΙΠΑΕ, καθώς και με τους άλλους συλλόγους της ακαδημαϊκής κοινότητας της πόλης μας και της Ελλάδας θα αγωνιστεί για την απόσυρση του νομοσχεδίου, προβάλλοντας ταυτόχρονα τις θέσεις του για την επίλυση των πραγματικών προβλημάτων που αντιμετωπίζει το Ελληνικό Πανεπιστήμιο. Θα αγωνιστεί για μια ενιαία και αποκλειστικά δημόσια και δωρεάν Ανώτατη Εκπαίδευση που έχουν ανάγκη οι φοιτητές μας και η χώρα.

Απόφαση της Συγκλήτου του Ελληνικού Μεσογειακού Πανεπιστημίου

Η Σύγκλητος του Ελληνικού Μεσογειακού Πανεπιστημίου στην έκτακτη συνεδρίασή της με αρ. πράξης 85/09-06-2022 συζήτησε επί του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων με τίτλο «Νέοι Ορίζοντες στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα: Ενίσχυση της ποιότητας, της λειτουργικότητας και της σύνδεσης των ΑΕΙ με την κοινωνία και άλλες διατάξεις» και αποφάσισε τα εξής:

  • Επισημαίνουμε αρχικά ότι, παρά την παράταση που ανακοινώθηκε στη δημόσια διαβούλευση για μια εβδομάδα, έως την Κυριακή 19/6, ο διαθέσιμος χρόνος δεν επαρκεί για μια ουσιαστική συζήτηση επί των 345 άρθρων και των 408 σελίδων του σχεδίου νόμου. Ζητάμε να δοθεί ο απαραίτητος χρόνος για μια ουσιαστική και όχι προσχηματική διαβούλευση, ώστε να κατατεθούν και να ληφθούν υπόψη οι απόψεις των συλλογικών οργάνων των Πανεπιστημίων, καθώς και των συλλόγων εργαζομένων στα ΑΕΙ, επί του σχεδίου νόμου.

Όσον αφορά στις εκ βάθρων αλλαγές που εισηγείται το σχέδιο νόμου για την Ανώτατη Εκπαίδευση της χώρας μας, ενδεικτικά, παραθέτουμε παρακάτω τις θέσεις μας για ορισμένα θέματα που θεωρούμε ιδιαιτέρως σημαντικά:

1) Στο άρθρο 21 του Κεφαλαίου Α΄ αναφέρεται ότι «η ίδρυση, συγχώνευση, κατάτμηση γνωστικού αντικειμένου, μεταβολή έδρας και η κατάργηση ακαδημαϊκής μονάδας, επιπέδου Σχολής ή Τμήματος ΑΕΙ πραγματοποιείται με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται ύστερα από πρόταση των Υπουργών Παιδείας και Θρησκευμάτων, Οικονομικών και Εσωτερικών…, καθώς και γνώμη της Συγκλήτου του ΑΕΙ και της ΕΘΑΑΕ...».
Η άρση της απαιτούμενης σύμφωνης γνώμης της Συγκλήτου για τη συγχώνευση, μεταβολή έδρας ή ακόμη και κατάργηση ακαδημαϊκής μονάδας επιπέδου Σχολής ή Τμήματος αποτελεί παραβίαση του αυτοδιοίκητου των Πανεπιστημίων, μια λογική που διαπνέει σε μεγάλο βαθμό το εν λόγω σχέδιο νόμου.

2) Με τις ρυθμίσεις του Κεφαλαίου Β΄ (άρθρα 7-19) ανατρέπεται στο σύνολό της η δημοκρατική δομή διοίκησης και λειτουργίας του ελληνικού δημόσιου Πανεπιστημίου. Θεσμοθετείται το Συμβούλιο Διοίκησης (ΣΔ), ένα εκτελεστικό όργανο με υπερ-αρμοδιότητες, το οποίο αποτελείται από έξι εσωτερικά μέλη και πέντε εξωτερικά μέλη. Το ΣΔ θα επιλέγει τον Πρύτανη, τους Αντιπρυτάνεις και τους Κοσμήτορες! Τα μονοπρόσωπα όργανα διοίκησης του Πανεπιστημίου δεν θα εκλέγονται πλέον από την ακαδημαϊκή κοινότητα, αλλά θα ορίζονται από ένα όργανο με εξω-πανεπιστημιακά μέλη.

Το επιχείρημα ότι δημιουργείται ένα πλαίσιο ελέγχου και λογοδοσίας του Πρύτανη καταρρίπτεται άμεσα, καθώς στο ολιγομελές Συμβούλιο Διοίκησης (όργανο ελέγχου) συμμετέχει και ο Πρύτανης (ελεγχόμενος) με ιδιαίτερα αυξημένες αρμοδιότητες. Με τον προτεινόμενο τρόπο εκλογής των εσωτερικών μελών στα ΣΔ (ταξινομική ψήφος, μη αντιπροσωπευτική εκπροσώπηση Σχολών ανάλογα με τον αριθμό μελών ΔΕΠ που διαθέτουν κ.α.) και επιλογής από αυτά των εξωτερικών μελών είναι πολύ πιθανό να επικρατήσουν μηχανισμοί συναλλαγής και διαπλοκής στα Πανεπιστήμια, με αντάλλαγμα μια θέση στο Συμβούλιο Διοίκησης. Ειδικά, σε μικρά περιφερειακά Πανεπιστήμια, ενδέχεται με το «νέο» μοντέλο διοίκησης να ανακύψει Πρύτανης που θα έχει λάβει ελάχιστες ψήφους από τα μέλη ΔΕΠ ως υποψήφιο εσωτερικό μέλος του ΣΔ.

Η Σύγκλητος που αποτελείται, μέχρι σήμερα, από εκλεγμένα μονοπρόσωπα όργανα διοίκησης (Πρύτανη, Αντιπρυτάνεις, Κοσμήτορες Σχολών, Προέδρους Τμημάτων), αλλά και τους εκπροσώπους των εργαζομένων (ΕΔΙΠ, ΕΤΕΠ, ΔΥ) και των φοιτητών, απονευρώνεται πλήρως, καθώς της αφαιρούνται σημαντικές αρμοδιότητες οι οποίες μεταφέρονται στο Συμβούλιο Διοίκησης. Αξίζει να σημειωθεί ότι, από τα όργανα διοίκησης απουσιάζουν πλέον πλήρως οι εκπρόσωποι των διοικητικών υπαλλήλων, μιας μεγάλης κατηγορίας εργαζομένων στα Πανεπιστήμια.

Με το παρόν σχέδιο νόμου καταργείται επίσης ο επιτυχημένος θεσμός του Πρυτανικού Συμβουλίου. Είναι απορίας άξιο πως η πολιτική ηγεσία του ΥΠΑΙΘ, ενώ πριν από μόλις δύο χρόνια νομοθέτησε με τον ν. 4692/2020 την εκλογή των πρυτανικών αρχών από την ακαδημαϊκή κοινότητα, ως σχήμα μάλιστα Πρύτανη-Αντιπρυτάνεων, έρχεται σήμερα να καταργήσει τον νόμο που η ίδια ψήφισε και να νομοθετήσει ακριβώς το αντίθετο, χωρίς καμία εξήγηση. Το «νέο» μοντέλο διοίκησης των Πανεπιστημίων, δεν είναι προφανώς καθόλου νέο. Έχει δοκιμαστεί, σε μια ηπιότερη έκδοσή του, στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα της χώρας κατά το διάστημα 2011-2013 (ν. 4009/2011, Υπ. Διαμαντοπούλου) και απέτυχε παταγωδώς. Οδήγησε σε σημαντικά προβλήματα λειτουργίας στα Πανεπιστήμια και επί της ουσίας καταργήθηκε μόλις δύο-τρία χρόνια μετά την εφαρμογή του.

Συνεπώς, κατά τη γνώμη μας, με το παρόν σχέδιο νόμου καταστρατηγείται το αυτοδιοίκητο των Πανεπιστημίων, καθώς οι πρυτανικές αρχές (Πρύτανης, Αντιπρυτάνεις) και οι Κοσμήτορες δεν θα εκλέγονται πλέον άμεσα από την ακαδημαϊκή κοινότητα, αλλά θα επιλέγονται από ένα ολιγομελές Συμβούλιο Διοίκησης με εξω-πανεπιστημιακά μέλη, ενώ οι αρμοδιότητες του ανώτατου συλλογικού οργάνου διοίκησης του Πανεπιστημίου, της Συγκλήτου, υποβαθμίζονται δραστικά και μεταφέρονται στο ΣΔ. Είναι η πρώτη φορά στην ιστορία της Μεταπολίτευσης, και ειδικά μετά τον νόμο πλαίσιο του 1982, που θίγεται σε τέτοιο βαθμό το αυτοδιοίκητο και η δημοκρατική λειτουργία των δημόσιων Πανεπιστημίων, όπως προβλέπεται από την παράγραφο 5 του άρθρου 16 του Συντάγματος που αναφέρει ότι «…η Ανώτατη Εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από ιδρύματα που αποτελούν Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου με πλήρη αυτοδιοίκηση…».
Έστω και την ύστατη ώρα, το «νέο» μοντέλο διοίκησης των Πανεπιστημίων πρέπει να αποσυρθεί. Οι πρυτανικές αρχές (Πρύτανης - Αντιπρυτάνεις) και οι Κοσμήτορες των Σχολών είναι αναγκαίο να συνεχίσουν να εκλέγονται από την ακαδημαϊκή κοινότητα, ενώ η Σύγκλητος ως ανώτατο, δημοκρατικά εκλεγμένο συλλογικό όργανο του Πανεπιστημίου επιβάλλεται να συνεχίσει να έχει ουσιαστικές αρμοδιότητες για την ανάπτυξη και τη λειτουργία του, διασφαλίζοντας τη διαφάνεια, την αξιοκρατία και το αυτοδιοίκητο των Πανεπιστημίων.

3) Η δυνατότητα που παρέχεται σε φοιτητές του πρώτου κύκλου σπουδών να επιλέγουν να παρακολουθούν και να αξιολογούνται σε μαθήματα ή εκπαιδευτικές δραστηριότητες άλλων Τμημάτων του ίδιου ΑΕΙ (άρθρο 66, Κεφάλαιο Ζ΄), λαμβάνοντας ως ανώτατο αριθμό πιστωτικών μονάδων το 10% του συνολικού αριθμού των πιστωτικών μονάδων (ECTS) που απαιτούνται για την επιτυχή ολοκλήρωση του προγράμματος σπουδών, κρίνεται ως θετική. Tα μαθήματα αυτά θα πρέπει όμως να έχουν πρώτα ενταχθεί στο πρόγραμμα σπουδών του Τμήματος με απόφαση της Συνέλευσής του.

4) Στο άρθρο 73 του Κεφαλαίου Η΄ προβλέπεται η δημιουργία Τμημάτων Εφαρμοσμένων Επιστημών και Τεχνολογίας, τα οποία μπορούν να οργανώνουν προγράμματα εφαρμοσμένων επιστημών και τεχνολογίας που «κατ’ εξαίρεση δύνανται να έχουν διάρκεια επτά (7) ακαδημαϊκών εξαμήνων και οι εκπαιδευτικές τους δραστηριότητες αντιστοιχούν κατ’ ελάχιστον σε 210 πιστωτικές μονάδες…», ενώ η ολοκλήρωσή τους θα οδηγεί στην απονομή τίτλου σπουδών επιπέδου έξι (6) σύμφωνα με το Εθνικό και Ευρωπαϊκό Πλαίσιο Προσόντων. Επίσης, «Τα Τμήματα Εφαρμοσμένων Επιστημών και Τεχνολογίας δύνανται να οργανώνουν προγράμματα δεύτερου κύκλου σπουδών, αλλά δεν δύνανται να οργανώνουν προγράμματα τρίτου κύκλου σπουδών.».

Διαφωνούμε κατηγορηματικά με τη δημιουργία Τμημάτων Εφαρμοσμένων Επιστημών και Τεχνολογίας διότι (α) επανα- δημιουργούνται Τμήματα ΑΕΙ δύο ταχυτήτων και (β) διαφαίνεται ότι, στο ίδιο Πανεπιστήμιο, θα απονέμονται τίτλοι σπουδών που θα έχουν ακαδημαϊκή αντιστοιχία (επίπεδο 6 του Εθνικού και Ευρωπαϊκού Πλαισίου Προσόντων), ενώ τα προγράμματα σπουδών θα έχουν διαφορετική χρονική διάρκεια.

5) Η δυνατότητα που παρέχεται σε φοιτητές -έως 10% του συνολικού αριθμού των εισακτέων- που έχουν εγγραφεί σε προγράμματα πρώτου κύκλου σπουδών Τμήματος ΑΕΙ «να υποβάλουν αίτηση να παρακολουθήσουν πρόγραμμα σπουδών πρώτου κύκλου άλλου ΑΕΙ της ημεδαπής» (άρθρο 77, Κεφάλαιο Η΄) για ανώτατο χρονικό διάστημα ενός (1) ακαδημαϊκού εξαμήνου, κρίνεται ως θετική.

6) Στα Κεφάλαια Η΄ και Θ΄ θεσπίζεται μια πληθώρα νέων προπτυχιακών (διεπιστημονικά προγράμματα σπουδών, διπλά προγράμματα σπουδών) και μεταπτυχιακών προγραμμάτων σπουδών χωρίς να έχει ληφθεί πρόνοια για σημαντική αύξηση του αριθμού των μελών ΔΕΠ, του τεχνικού εργαστηριακού προσωπικού, αλλά και των διοικητικών υπαλλήλων που θα υποστηρίξουν τη λειτουργία τους, καθώς επίσης και για τη βελτίωση των υποδομών των Πανεπιστημίων. Είναι απολύτως αναγκαίο, για κάθε νέο πρόγραμμα σπουδών, να καθορίζονται πλήρως τα επαγγελματικά δικαιώματα των αποφοίτων.

7) Διαφωνούμε ρητά με τον ορισμό της διδασκαλίας στα Προγράμματα Μεταπτυχιακών Σπουδών ως πρόσθετη απασχόληση πέραν των νόμιμων υποχρεώσεων των μελών ΔΕΠ (άρθρο 83, Κεφάλαιο Θ΄). Η ρύθμιση αυτή, σε συνδυασμό με την υποχρεωτική διδασκαλία τουλάχιστον 6 ωρών από τα μέλη ΔΕΠ αποκλειστικά σε προγράμματα σπουδών πρώτου κύκλου (άρθρο 155, Κεφάλαιο ΙΣΤ΄), θα οδηγήσει στη σταδιακή εξαφάνιση των δωρεάν προγραμμάτων σπουδών δεύτερου κύκλου. Θεωρούμε ότι τα Προγράμματα Μεταπτυχιακών Σπουδών πρέπει να είναι προσβάσιμα σε όλους τους φοιτητές και τις φοιτήτριες ανεξαρτήτως κοινωνικής προέλευσης και οικονομικής κατάστασης των οικογενειών τους, σύμφωνα με το άρθρο 16 του Συντάγματος.

8) Κρίνεται ως θετική η ρύθμιση του άρθρου 111 του Κεφαλαίου ΙΑ΄ για την οργάνωση Κοινών Διεθνών Διιδρυματικών Προγραμμάτων Σπουδών πρώτου, δεύτερου και τρίτου κύκλου σπουδών στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής «Ευρωπαϊκά Πανεπιστήμια».

9) Στο σχέδιο νόμου (άρθρο 140, Κεφάλαιο ΙΣΤ΄) αίρεται η δυνατότητα μονιμοποίησης στη βαθμίδα του Επίκουρου Καθηγητή μετά από τριετή θητεία. Επιπλέον, θεσπίζονται στενοί χρονικοί περιορισμοί για την εξέλιξή τους, ενώ αντιμετωπίζουν την απόλυση σε περίπτωση δεύτερης αρνητικής κρίσης. Η άρση της μονιμότητας των Επίκουρων Καθηγητών οδηγεί επίσης σε στρεβλώσεις, όπως για παράδειγμα η μη συμμετοχή τους στα εκλεκτορικά σώματα. Επιπροσθέτως, οδηγεί σε ομηρία νέους επιστήμονες, οι οποίοι στα πρώτα στάδια της θητείας τους έχουν ιδιαίτερα βεβαρημένο έργο όπως η οργάνωση μαθημάτων και η ένταξη στον ερευνητικό ιστό του Πανεπιστημίου. Θεωρούμε ότι η κατάργηση της μονιμότητας των Επίκουρων Καθηγητών θα δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα στην ακαδημαϊκή λειτουργία των Τμημάτων.

10) Στο Κεφάλαιο ΚΓ΄ (άρθρα 195-205) θεσπίζεται ένα λεπτομερές, ιδιαίτερα αυστηρό πειθαρχικό δίκαιο φοιτητών, το οποίο διέπεται από ασάφειες που επιδέχονται διαφορετικών, κατά το δοκούν, ερμηνειών. Για παράδειγμα, στο άρθρο 197, αναφέρεται ως πειθαρχικό παράπτωμα «…στ) η χρήση των στεγασμένων ή ανοιχτών χώρων, των εγκαταστάσεων, των υποδομών και του εξοπλισμού του Ιδρύματος για την εξυπηρέτηση σκοπών που δεν συνάδουν με την αποστολή του, καθώς και η διευκόλυνση τρίτων για την τέλεση της πράξης αυτής…». Θεωρούμε ότι αντίστοιχες εκφράσεις, οι οποίες επιδέχονται ποικίλων ερμηνειών, δύνανται να χρησιμοποιηθούν εις βάρος της ελεύθερης διακίνησης των ιδεών μέσα στα Πανεπιστήμια.

11) Ενώ τα τελευταία χρόνια δημιουργούνται συνεχώς νέες διοικητικές δομές στα ελληνικά Πανεπιστήμια (Κεφάλαιο ΚΔ΄, άρθρα 206-215), δεν έχει ληφθεί καμιά απολύτως μέριμνα για τη στελέχωσή τους. Τα Πανεπιστήμια, εξαιτίας της υπερ-δεκαετούς συνεχιζόμενης οικονομικής κρίσης και της συνταξιοδότησης πληθώρας διοικητικών υπαλλήλων, είναι πλήρως υποστελεχωμένα και αδυνατούν να υποστηρίξουν τις νέες αυτές διοικητικές μονάδες. Απαιτείται συνεπώς η άμεση πρόσληψη νέου, εξειδικευμένου διοικητικού προσωπικού ή/και η μέριμνα για τη μονιμοποίηση εργαζομένων με συμβάσεις έργου-εργασίας που έχουν την απαραίτητη εμπειρία και εξυπηρετούν πάγιες και αποκλειστικές ανάγκες των Πανεπιστημίων.

12) Όσον αφορά στους ΕΛΚΕ (Κεφάλαιο ΚΖ΄, άρθρα 229-259), θα πρέπει να συμπεριληφθούν μεταβατικές διατάξεις για συνέχιση της λειτουργίας της Επιτροπής Ερευνών και της έκδοσης νέου Οδηγού Χρηματοδότησης και Διαχείρισης. Επίσης, είναι υψίστης σημασίας να διατηρηθεί το υφιστάμενο καθεστώς εκλογής των μελών της Ολομέλειας της Επιτροπής Ερευνών και να ορίζονται από τα Ακαδημαϊκά Τμήματα, ενώ είναι σημαντική η συμμετοχή του Προϊστάμενου Μ.Ο.Δ.Υ. του ΕΛΚΕ στις συνεδριάσεις της Επιτροπής Ερευνών, χωρίς δικαίωμα ψήφου. Επιπλέον, χρειάζεται να υπάρχει σαφής διαχωρισμός και μνεία στις αρμοδιότητες του Εκτελεστικού Διευθυντή, του Προέδρου της Επιτροπής Ερευνών και του Προϊστάμενου Μ.Ο.Δ.Υ. Τέλος, προτείνεται η απαλοιφή του χρονικού περιορισμού της πενταετίας για μέλη ομάδων έργου που απασχολούνται δυνάμει συμβάσεων έργου ή συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου σε προγράμματα που δεν έχουν σαφή ημερομηνία λήξης.

13) Επιμέρους ζητήματα που αφορούν στην κατάργηση άρθρων των νόμων 4009/2011 και 4485/2017 από τα άρθρα 343 & 344 του υπό διαβούλευση σχεδίου νόμου χρήζουν διευκρινίσεων καθώς προκαλούν εύλογη ανησυχία, η οποία επιτείνεται λόγω της απουσίας, έως σήμερα, μεταβατικών διατάξεων. Ενδεικτικά, αναφέρονται: (α) η κατάργηση του άρθρου 48 του ν. 4009/2011 («Βιβλιοθήκες - Σύνδεσμος Ελληνικών Ακαδημαϊκών Βιβλιοθηκών»), που αφαιρεί πλήρως το πλαίσιο λειτουργίας των ακαδημαϊκών βιβλιοθηκών, (β) η κατάργηση των ακαδημαϊκών υποτρόφων που είναι απαραίτητοι για τις εκπαιδευτικές ανάγκες των προγραμμάτων σπουδών πρώτου κύκλου, (γ) η κατάργηση του άρθρου 29 του ν. 4009/2011, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει με την παρ. 2 του άρθρου 76 του ν. 4485/2017, το οποίο προβλέπει ότι «…Με απόφαση της Συνέλευσης του οικείου Τμήματος μπορεί να ανατίθεται στα μέλη της κατηγορίας Ε.ΔΙ.Π. και Ε.Τ.Ε.Π. αυτοδύναμο διδακτικό έργο…» και (δ) η κατάργηση του Συνηγόρου του Φοιτητή (άρθρο 55 του ν. 4009/2011).

Με βάση τα παραπάνω, ζητάμε την άμεση απόσυρση όλων των διατάξεων που αφορούν στο «νέο» μοντέλο διοίκησης των Πανεπιστημίων και τη ριζική αναδιαμόρφωση του σχεδίου νόμου μετά από έναν ουσιαστικό διάλογο με την πανεπιστημιακή κοινότητα.

____

**Η δημοσίευση ενημερώνεται περιοδικά

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)