to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

Το μαθητικό κίνημα στη μεταπολίτευση: Συνέντευξη του Δημ. Σκλαβενίτη στο left.gr

«Θέλουμε σχολεία δημοκρατικά και όχι θερμοκήπια για μαθητές-φυτά»


(μαθητική διαδήλωση ενάντια στη μεταρρύθμιση Αρσένη, στις 27-11-1998)

Στη σελίδα 604 της μελέτης του Δημήτρη Σκλαβενίτη «Κάτσε καλά Γεράσιμε…» (εκδόσεις Ασίνη) για το μαθητικό κίνημα και τις καταλήψεις την περίοδο 1974-2000, υπάρχει μια φωτογραφία του μαθητή του ΕΠΛ Αμπελοκήπων Αλέξη Τσίπρα. Συμμετέχει στην «παναττική » επιτροπή που συναντιέται στις 13/12/1990 με τον υπουργό Παιδείας Βασίλη Κοντογιαννόπουλο στο πλαίσιο των μαζικών κινητοποιήσεων του μαθητικού κόσμου ενάντια στο νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα που επιχειρούσε να εφαρμόσει η ΝΔ και η κυβέρνηση Μητσοτάκη. Οι κινητοποιήσεις εκείνες χαρακτηρίστηκαν ως το «Πολυτεχνείο της γενιάς του ‘90», κορυφώθηκαν μετά τη δολοφονία του καθηγητή Νίκου Τεμπονέρα σε κατειλημμένο σχολείο της Πάτρας (8/1/1991),  και κατάφεραν να αναχαιτίσουν το πολυνομοσχέδιο Κοντογιαννόπουλου. Τότε, πριν 25 χρόνια, άκουγες τους μαθητές στις διαδηλώσεις να ζητούν αυτό που φαίνεται πως υπάρχει πολιτική βούληση να κερδίσουν σήμερα: «Θέλουμε σχολεία δημοκρατικά και όχι θερμοκήπια για μαθητές-φυτά», «Η γνώση δεν είναι επιχείρηση, αλλά απαράβατο δικαίωμα όλων»,  «Οι εισαγωγικές δεν είναι εισαγωγικές, μα εξαγωγικές για τα 2/3 των μαθητών», «Δεν αγωνιζόμαστε για τις απουσίες. Αγωνιζόμαστε ενάντια στην απουσία σύγχρονης ανοικτής παιδείας», κ.ο.κ.

Έχοντας στο ενεργητικό του σπουδές Κοινωνικής Πολιτικής στο Πάντειο και μεταπτυχιακά στη Διεθνή Δημοσιογραφία, ο Σκλαβενίτης παρακολουθεί την εξέλιξη της μαθητικής διαμαρτυρίας ενάντια στις εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, μέχρι και τη μεταρρύθμιση Αρσένη (1999), και αναλύει τον πολιτικό ρόλο της μαθητικής νεολαίας. Στην 25ετία που μελετά υπήρξαν φυσικά κι άλλοι υπουργοί Παιδείας που ξεσήκωσαν τους μαθητές. Μεταξύ τους οι: Ράλλης, Κακλαμάνης, Τρίτσης, Βαρβιτσιώτης, Σουφλιάς, Γιώργος Παπανδρέου…  Ο συγγραφέας όμως, δεν διαλέγει τη δική τους γωνία θέασης, αλλά εκείνη των «από κάτω», και γι’ αυτά μιλά στο Left.gr:

Μ.Χ. : Στη μελέτη σου «Κάτσε καλά, Γεράσιμε…» εξετάζεις τη μαθητική νεολαία ως ξεχωριστό συλλογικό υποκείμενο. Και παρακολουθείς την οργάνωση της διαμαρτυρίας της με επίκεντρο τις καταλήψεις σχολείων ενάντια στις εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις που έφεραν οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, και η Οικουμενική, στο διάστημα 1974-2000. Καταγράφεις επίσης τον αντίκτυπο της μαθητικής δράσης στην εκπαίδευση και στην κοινωνία και εξερευνάς και τη σχέση των κομμάτων με τους μαθητές. Για ποιους λόγους το 1990-91 αποτελεί ορόσημο για τους μαθητικούς αγώνες στη μεταπολιτευτική περίοδο?

Δ.Σ.: Για να απαντήσω στην ερώτηση είναι αναπόφευκτη μια σύντομη ιστορική αναδρομή. Από την αρχή κιόλας της μεταπολιτευτικής περιόδου μπορούμε να πούμε ότι τέθηκαν οι βάσεις για την εκδήλωση και την ανάπτυξη μαθητικής κινηματικής συλλογικής δράσης. Με την πτώση της δικτατορίας διαμορφώνεται άμεσα ένα ευρύτερο κοινωνικό διεκδικητικό πλαίσιο, το οποίο το πολιτικό σύστημα καλούταν να διαχειριστεί και να ικανοποιήσει. Ως μέρος αυτού του πλαισίου, οι μαθητές αρθρώνουν τα δικά τους αιτήματα και προχωρούν σταδιακά στην όλο και πιο δυναμική διεκδίκησή τους.

Κατά την περίοδο 1974-1981, όπου η διακυβέρνηση της χώρας ασκείται από τις κυβερνήσεις του Κωνσταντίνου Καραμανλή, διακρίνουμε έντονη πολιτικοποίηση και επιθυμία των μαθητών για συνδικαλιστική δραστηριότητα, την οποία τα κόμματα σπεύδουν να επωφεληθούν ιδρύοντας θυγατρικές μαθητικές παρατάξεις, με κύριο στόχο  να δημιουργήσουν δεξαμενές αυριανών ψηφοφόρων και χώρους ανάδειξης μελλοντικών στελεχών. Από τη μεριά τους οι μαθητές βρίσκουν μέσω των κομμάτων και σε συνδυασμό με τη λειτουργία των μαθητικών κοινοτήτων στα σχολεία ένα ευρύ πεδίο δράσης για να διαμορφώσουν την πολιτική τους ταυτότητα και να προσδιορίσουν τους στόχους τους.

Κατά την περίοδο 1981-1989, όταν στην κυβέρνηση βρίσκεται το ΠΑΣΟΚ, επικρατεί έντονος κομματισμός των μαθητών, απόρροια της εκπλήρωσης του πάγιου, καθ’ όλη τη διάρκεια της προηγούμενης δεκαετίας, αιτήματος τους για «ελεύθερο μαθητικό συνδικαλισμό». Η «απελευθέρωση» της συνδικαλιστικής δράσης στα σχολεία θα λειτουργήσει μάλλον αποτρεπτικά σε πρώτη φάση για την εκδήλωση μιας γενικευμένης μαθητικής διαμαρτυρίας. Μόνο όταν ανακύψουν οι κατάλληλες πολιτικές συγκυρίες, ή ευκαιρίες όπως τις ορίζουν οι μελετητές των κοινωνικών κινημάτων, και σε συνδυασμό πάντα με την κατάληψη που είχε εν τω μεταξύ καθιερωθεί ως βασική μορφή διαμαρτυρίας των μαθητών, θα εμφανιστούν οι πρώτες κινηματικές διεργασίες, και αναφέρομαι στις καταλήψεις στα Πολυκλαδικά το 1986.

Την περίοδο 1990-1991, και ακολούθως το 1998-1999, η συλλογική δράση παίρνει ξεκάθαρα τη μορφή κοινωνικού κινήματος. Ειδικότερα σε σχέση με το μαθητικό κίνημα της περιόδου 1990-1991 θεωρώ ότι ήταν κομβικής σημασίας για τους μαθητικούς αγώνες της ερευνώμενης 25ετίας για τρεις κυρίως λόγους: Πρώτον, ήταν καθοριστικής σημασίας για τον ευρύτερο συγκρουσιακό κύκλο που είχε σχηματιστεί εντός της κοινωνίας εκείνη την χρονική περίοδο, με αντιπάλους αφενός σημαντικό κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας και αφετέρου τη νεοφιλελεύθερη πολιτική που επιχειρούσε να εφαρμόσει η κυβέρνηση της ΝΔ. Δεύτερον, επειδή ήταν απόλυτα νικηφόρο, κάτι που μαρτυρά η παραίτηση του υπουργού Παιδείας Βασίλη Κοντογιαννόπουλου και η κατάργηση των τότε επίμαχων νομοθετικών διαταγμάτων. Και τρίτον, επειδή αποτέλεσε παρακαταθήκη για τις επόμενες γενεές, καθώς διαμόρφωσε συνειδήσεις μεταξύ του μαθητικού πληθυσμού για τον τρόπο που επιτελείται μια διαμαρτυρία και συγκροτείται ένα κίνημα στο χώρο της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.

(ο Δημ. Σκλαβενίτης έξω από το λύκειο στον Βύρωνα απ' όπου αποφοίτησε)

Μ.Χ.: Από το 1985 οι καταλήψεις των σχολείων γίνονται βασική μορφή δράσης των μαθητών ενάντια στα εκπαιδευτικά μέτρα. Ποιος ήταν ο ρόλος της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς στην εδραίωσή τους και ποια η προσφορά του αναρχικού κινήματος στην υπόθεση?

Δ.Σ.: H κατάληψη ως μορφή διαμαρτυρίας  ήταν σχετικά άγνωστη στη μεταπολεμική Ελλάδα μέχρι και την κατάληψη του Πολυτεχνείου το 1973, η οποία υποκινήθηκε κυρίως από αριστεριστές και αναρχικούς. Πέντε χρόνια αργότερα, το 1978, οι καταλήψεις στα πανεπιστήμια για το Ν. 815 δεν προκρίθηκαν, σε πρώτη φάση τουλάχιστον, από τις πλειοψηφικές δυνάμεις της ΕΦΕΕ, δηλαδή από τους εκπροσώπους της ΚΝΕ, του ΠΑΣΟΚ και του Ρήγα Φεραίου, αλλά ήταν οι εκπρόσωποι των μικρότερων –εξωκοινοβουλευτικών αριστερών– παρατάξεων, μαζί με πλήθος ανένταχτων φοιτητών, που τις στήριξαν και εν τέλει τις «επέβαλαν» στις σχολές. Το 1981 κάνουν την εμφάνιση τους στην Αθήνα οι πρώτες καταλήψεις στέγης από αναρχικούς, ή «αναρχοαυτόνομους» όπως τους χαρακτήριζε τότε ο Ριζοσπάστης, ενώ τον Μάιο και το Νοέμβριο του 1985, με αφορμή την «Επιχείρηση Αρετή» και την δολοφονία Καλτεζά αντιστοίχως, γίνεται κατάληψη του Χημείου από αναρχικούς αλλά και από νέους που ανήκαν σε κόμματα και πολιτικές οργανώσεις της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς. Ειδικά τώρα σε σχέση με τους μαθητές, οι ολοένα και συχνότερες κατά τη δεκαετία του 1980 καταλήψεις νοηματοδοτούν θετικά στη συνείδηση τους την κατάληψη και την καθιστούν σταδιακά ως το αποτελεσματικότερο μέσο διεκδίκησης των αιτημάτων τους. Όπως λοιπόν γίνεται αντιληπτό, υπήρξε καθοριστική η συνεισφορά των αριστεριστών και των αναρχικών στην εδραίωση της κατάληψης ως μεθόδου δράσης για την διεκδίκηση αιτημάτων ή διαφοροποίησης τους από τον καθιερωμένο τρόπο ζωής.

Μ.Χ.: Γιατί οι καταλήψεις εκφυλίστηκαν και έσβησαν μετά τις μεγάλες κινητοποιήσεις του 1998-99 εναντίον της μεταρρύθμισης Αρσένη?

Δ.Σ.: Tο ερώτημα γιατί μετά το  1999 δεν έχουν εκδηλωθεί τόσο μαζικές και παρατεταμένες καταλήψεις στα σχολεία, δεν εντάσσεται στο χρονικό πεδίο της μελέτης μου και προφανώς χρήζει ενδελεχούς επιστημονικής διερεύνησης. Ωστόσο την ανυπαρξία τόσο μαζικών καταλήψεων θα την εστίαζα κατά κύριο λόγο στις πολιτικές-εκπαιδευτικές εξελίξεις των μεταγενέστερων χρόνων, την ισχνή πολιτικοποίηση των μαθητών και την απόφαση της κυβέρνησης Σημίτη το χειμώνα του 1999, ένα χρόνο μετά το τέλος των καταλήψεων εναντίον της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης Αρσένη, να εκδώσει πράξη νομοθετικού περιεχομένου που προέβλεπε ρητώς την αυτεπάγγελτη επέμβαση εισαγγελέα σε υπό κατάληψη σχολεία. Το ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι ο Νόμος 2811 του 2000, που κύρωνε την συγκεκριμένη πράξη νομοθετικής ρύθμισης, καταργήθηκε πρόσφατα από τον σημερινό υπουργό Παιδείας Νίκο Φίλη. Αυτό προφανώς δεν σημαίνει ότι θα έχουμε από το Νοέμβρη του 2016 μαζικές καταλήψεις στα σχολεία, αλλά το σημειώνω αυτό γιατί το άρθρο 334 του ποινικού κώδικα στον οποίον εμπίπτει πλέον η κατάληψη αναγνώσθηκε στο παρελθόν με αμφίσημο τρόπο από τους εισαγγελείς.

(το μαθητικό κίνημα πιο δυναμικό παρά ποτέ στις διαδηλώσεις του 1990-91)

Μ.Χ.: Εσύ ανήκεις σε εκείνη τη γενιά καταληψιών του 1998-99, τη γενιά «του Γαβρίλου» Τσαρκάντογλου. Τι σημαίνει για σένα το σύνθημα «Κάτσε καλά, Γεράσιμε…»? Πόση σημασία έπαιξαν οι ηγέτες του κινήματος?  

Δ.Σ.: Το «Κάτσε καλά, Γεράσιμε…» είναι ένα σύνθημα που κυριάρχησε στα συλλαλητήρια της περιόδου 1998-1999 και απέκτησε συμβολικές διαστάσεις για εμάς τους μαθητές εκείνης της περιόδου –την πρώτη φουρνιά που θα έδινε εξετάσεις με το νέο σύστημα ή αλλιώς τα «πειραματόζωα» του Γεράσιμου Αρσένη, όπως θυμάμαι μας χαρακτήριζαν ορισμένοι. Το επέλεξα ως τίτλο έγινε γιατί θεωρώ ότι το συγκεκριμένο σύνθημα συμπυκνώνει τη διαχρονική δυναμική της μαθητικής διαμαρτυρίας στη Μεταπολίτευση και μέχρι το 2000, ενώ και το προσωπικό μου βίωμα προφανώς έπαιξε ρόλο.

Όσον αφορά τους ηγέτες του κινήματος, θέλω να επισημάνω ότι ούτε στην περίπτωση των κινητοποιήσεων του 1990-1 ούτε σε αυτή των κινητοποιήσεων του 1998-9 υπήρξαν ηγέτες με την έννοια κάποιων που ασκούν εξουσία ή ελέγχουν ένα σύνολο. Είναι χαρακτηριστική η δήλωση μαθητή-πληροφορητή μου της περιόδου 1990-1991, που αναφέρει ότι όσοι το επιχείρησαν, τους απέρριψε το ίδιο το κίνημα. Βέβαια, μαθητές που πρώτοι πυροδοτούσαν το φιτίλι των κινητοποιήσεων υπήρξαν, και αυτοί ήταν στην πλειονότητά τους μαθητές-μέλη κομμάτων, αναρχικοί και ανένταχτοι με οξυμμένη πολιτική συνείδηση.  

Ωστόσο θα σταθώ λίγο στην περίπτωση του Γαβρίλου, ο οποίος έλαβε από τα ΜΜΕ της εποχής το χρίσμα του «άτυπου» ηγέτη των μαθητών. Αυτό φυσικά επί της ουσίας δεν ίσχυε. Ωστόσο, δεν μπορώ να μην παρατηρήσω ότι ο συγκεκριμένος ξεχώριζε, όχι μόνο γιατί ήταν πολιτικοποιημένος ανάμεσα σε μία μάλλον «απολιτίκ» γενιά, μηδέ του ομιλούντος εξαιρουμένου, αλλά και γιατί εμφάνισε ένα μη κομματικά περιχαρακωμένο προφίλ, αν και μέλος της ΚΝΕ, εμπνέοντας αρκετούς μαθητές με τον όχι «ξύλινο» πολιτικό λόγο του.

Μ.Χ.: Ποιο ήταν το κοινωνικοπολιτικό πρόγραμμα της 25ετίας που έβγαλε τους μαθητές στους δρόμους?  

Δ.Σ.: Η γενίκευση στο ερώτημα είναι κάπως επισφαλής, ωστόσο θα τολμούσα να πω ότι κεντρική θέση στο μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα όλων των κυβερνήσεων μεταπολιτευτικά μέχρι πρότινος, κατέχει το θέμα της τεχνικής-επαγγελματικής εκπαίδευσης και η διοχέτευση όλο και μεγαλύτερου όγκου του μαθητικού πληθυσμού προς αυτή, χωρίς όμως να υπάρχει και επί της ουσίας αναβάθμιση της. Η πριμοδότηση επομένως της επαγγελματικής κατάρτισης έναντι της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης και η σύνδεση των σπουδών με την αγορά εργασίας, ιδίως με την ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ, υπήρξε σίγουρα μία από τις βασικές αιτίες για την εκδήλωση μαθητικής διαμαρτυρίας.

Μ.Χ.: Η συμπαράταξη της κοινωνίας (εκπαιδευτικών, γονιών, ανήσυχων πολιτών) αλλά και των κομμάτων έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη του μαθητικού κινήματος και σε μεγάλο βαθμό «νομιμοποίησε» τις καταλήψεις στα σχολεία.  Πότε για πρώτη φορά η μαθητική νεολαία γίνεται το επίκεντρο του πολιτικού ενδιαφέροντος και πότε παύει να ενδιαφέρει τα κόμματα?

Δ.Σ.: Από τις πρώτες κιόλας μέρες της Μεταπολίτευσης, τα κόμματα ιδρύουν τις μαθητικές τους παρατάξεις στο πλαίσιο μιας γενικότερης διαδικασίας που ήταν εν εξελίξει, και την οποία ο Γιάννης Βούλγαρης περιγράφει ως μετατροπή των πολιτικοϊδεολογικών παρατάξεων σε μαζικά κόμματα. Τα κόμματα είναι οι πρωταγωνιστές της Τρίτης Ελληνικής Δημοκρατίας, τουλάχιστον μέχρι τις μέρες μας, αλλά αυτό είναι μια άλλη συζήτηση. Το ωφελιμιστικό ενδιαφέρον των κομμάτων για τους μαθητές θα συνεχιστεί και τη δεκαετία του ’80, όπου η έντονη κομματική πόλωση που καλλιεργείται πρωτίστως από το ΠΑΣΟΚ αναπόφευκτα παρεισφρέει και στα σχολεία, με αποτέλεσμα τη μετατροπή των μαθητικών εκλογών σε ομοιότυπο των βουλευτικών και των δημοτικών.

Η σταδιακή απολιτικοποίηση και αποκομματικοποίηση της ελληνικής κοινωνίας και των μαθητών από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 θα σημάνει και την αρχή του τέλους της στενής σχέσης κομμάτων και μαθητών. Αλλά αυτό δεν συνέβη επειδή ήταν επιλογή των κομμάτων, κάθε άλλο μάλιστα. Όπως προκύπτει και από τις μαρτυρίες των μαθητών που ήταν ενταγμένοι σε κόμματα κατά την περίοδο 1990-1991, οι περισσότεροι μετά το τέλος των κινητοποιήσεων αποχώρησαν από τους κομματικούς μηχανισμούς μην μπορώντας να παραμείνουν στα στενά κομματικά καλούπια και να χαλιναγωγήσουν τον ριζοσπαστισμό που γέννησε η πρόσφατη διαμαρτυρία τους. Αυτό εν μέρει καταδεικνύει και τον ανεξάρτητο και ακηδεμόνευτο χαρακτήρα της κινητοποίησης τους. Επιπλέον, αίτιο αλλά και αιτιατό της απομάκρυνσης των κομμάτων από τα σχολεία θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι και οι ίδιες οι γενικευμένες μαθητικές καταλήψεις που οργανώνονται από το 1986 και έπειτα. Διότι παρά τις προσπάθειες του ΠΑΣΟΚ και των αριστερών κοινοβουλευτικών κομμάτων να οικειοποιηθούν τους καταληψίες κατά περιόδους, κατά βάθος κανένα από αυτά τα κόμματα δεν αποδέχονταν ιδεολογικά την εν λόγω μορφή διαμαρτυρίας.

Μ.Χ.: Η μελέτη σου σηματοδοτεί το τέλος μιας εποχής μαθητικών δράσεων. Η κρίση έφερε πολλές ανατροπές στην κοινωνική πραγματικότητα και επηρέασε τις ζωές, τις προοπτικές και ενδεχομένως τα όνειρα των μαθητών, οι οποίοι όμως δεν δείχνουν να είναι σε εγρήγορση σήμερα. Πώς εξηγείς αυτό το φαινόμενο?

Δ.Σ.: Σε μια κοινωνική πραγματικότητα που μεταβάλλεται βίαια και διαρκώς, με κύριο αλλά όχι και μοναδικό αντίκτυπο την οικονομική δυσπραγία των πολιτών, οι μαθητές δεν γίνεται να μην επηρεάζονται από τις συνθήκες. Πόσο μάλλον όταν αποτελούσαν και αποτελούν κατά τεκμήριο τους «πιο σκληρά εργαζόμενους», οι οποίοι επιβάλλεται σήμερα όσο ποτέ άλλοτε να επιλέξουν τις σπουδές τους με βάση ένα τεχνοκρατικό μοντέλο ζωής, που συνδέει τις γνώσεις και τις δεξιότητες αποκλειστικά με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας.

Οι σημερινοί έφηβοι, οι «έφηβοι της κρίσης», αυτοί δηλαδή που έζησαν στην αρχή της εφηβεία τους το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης το 2010, δεν έχουν να αντιπαραβάλλουν στη μνήμη τους θετικές μνήμες από ιστορικά γεγονότα, που θα τους εμπνεύσουν να διεκδικήσουν μια καλύτερη σχολική –και όχι μόνο-  ζωή. Για τους «εφήβους της κρίσης», η πολιτική ως έννοια μοιάζει όλο και περισσότερο ταυτισμένη με ένα αποτυχημένο πολιτικό σύστημα και όχι με την ενασχόληση με τα κοινά μέσω της συνεργασίας και της δημιουργίας συλλογικοτήτων. Αντιθέτως, ο ατομισμός είναι κυρίαρχος. Το αν αυτός ο ατομισμός έχει να κάνει με τον αναστοχασμό της νέας κατάστασης ή με το αίσθημα του φόβου που έχει καταλύσει κάθε μορφή αντίδρασης, είναι ένα ερώτημα που προφανώς αφορά το σύνολο της κοινωνίας και όχι μόνο τους μαθητές.     

 
Ο Δημ. Σκλαβενίτης, 34 χρονών σήμερα, ιστορικός και δημοσιογράφος, ανήκει στη λεγόμενη «γενιά του Γαβρίλου», μιλά όμως για όλες τις κινητοποιήσεις από το 1974 έως και το  2000

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)