to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

Μαθήματα από την άνοδο και την πτώση της Χρυσής Αυγής

Η αναμονή ενόψει της έκδοσης της απόφασης του δικαστηρίου για την υπόθεση της Χρυσής Αυγής μας προσφέρει τη δυνατότητα για κάποιες σκέψεις σχετικά με το ζήτημα της ανόδου και της πτώσης της ναζιστικής οργάνωσης.


Ας αναγνωρίσουμε αυτό που σήμερα φαίνεται σαν ένας μακρινός εφιάλτης, ότι δηλαδή η Χρυσή Αυγή υπήρξε μια πραγματική απειλή για την δημοκρατία. Η δολοφονία του Παύλου Φύσσα υπήρξε το επιστέγασμα της κλιμάκωσης της βίας που άσκησε η ναζιστική οργάνωση, ιδίως μετά την είσοδό της στη Βουλή το 2012. Η βία αυτή, που διέψευσε την πρόγνωση ότι η είσοδος στη Βουλή θα καθιστούσε τους ναζί πιο “συστημικούς”, εντασσόταν σε μια συγκεκριμένη στρατηγική. Η Χρυσή Αυγή εκτιμούσε βάσιμα ότι η κλιμάκωση της βίαιης δραστηριότητάς της, αύξανε το κύρος και την επιρροή της σε ένα κοινό που είχε διαρρήξει τους δεσμούς του με την παραδοσιακή του εκπροσώπηση (συνήθως στη Δεξιά) και επιζητούσε “πράξεις και όχι λόγια”. Ταυτόχρονα, είχε ενθαρρυνθεί – άσχετα αν τελικά φαίνεται ότι υπερεκτίμησε – την ασυλία των μελών της από την οργανωμένη πολιτεία, ιδίως την αστυνομία και την δικαιοσύνη. Ας μην ξεχνάμε εξάλλου, ότι οι προσβάσεις της Χρυσής Αυγής είχαν φτάσει εκείνη την εποχή μέχρι την πόρτα του πρωθυπουργικού γραφείου του Α. Σαμαρά, όπως μάθαμε αργότερα με την αποκάλυψη των διαλόγων μεταξύ Μπαλτάκου και Κασιδιάρη.

Ο κύκλος αυτός της αυξανόμενης έντασης της βίας έκλεισε – με αιματηρό τρόπο – με την δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Η πρόκληση προς την δημοκρατία ήταν πλέον πολύ μεγάλη για να αγνοηθεί. Αξίζει ωστόσο να θυμηθούμε ότι κατά το προηγούμενο χρονικό διάστημα υπήρξε μια συζήτηση σχετικά με το εάν η δικαστική αντιμετώπιση της Χρυσής Αυγής ήταν ή όχι ενδεδειγμένη. Στο πλαίσιο αυτού του διαλόγου είχε αναπτυχθεί η άποψη ότι η δικαστική δίωξη των ηγετικών στελεχών της Χρυσής Αυγής θα τους ηρωοποιούσε και θα αύξανε το κύρος τους.

Σήμερα είναι προφανές ότι η δικαστική δίωξη της Χρυσής Αυγής υπήρξε ο καταλύτης για την πτώση της και την σημερινή της παρακμή. Όταν έγινε αντιληπτό ότι υπήρχε απόφαση της οργανωμένης πολιτείας να μην γίνει πλέον ανεκτή η βία της Χρυσής Αυγής, ο μεν ηγετικός πυρήνας αποδύθηκε στην προσπάθεια να σώσει τον εαυτό του, ενώ μέλη, οπαδοί και συμπαθούντες που είχαν γοητευθεί από την προοπτική της ανεξέλεγκτης κυριαρχίας στο δρόμο, έσπευσαν να απομακρυνθούν. Η δημοκρατία αντέδρασε και αυτό είχε ως αποτέλεσμα την διάσπαση και αποσύνθεση της ναζιστικής οργάνωσης. Αυτό δεν θα ήταν εφικτό χωρίς την αποφασιστική της δίωξη.

Η δολοφονία του Παύλου Φύσσα υπήρξε επίσης μια εμφατική υπενθύμιση ότι το τότε κυρίαρχο δίπολο “μνημόνιο-αντιμνημόνιο” δεν θα έπρεπε να υποτιμά την ανάγκη της αντιφασιστικής συσπείρωσης, δηλαδή της ανάγκης συνεννόησης σε ζητήματα που αφορούν στην αντίθεση προς το φασισμό και με δυνάμεις του τότε μνημονιακού τόξου. Και αυτή την αντίθεση την έλυσε η ζωή, κατά τραγικό βέβαια τρόπο.

Αλλά από τα διλήμματα του – όχι και τόσο μακρινού – παρελθόντος, ας έρθουμε στην σημερινή συζήτηση. Διατυπώνεται από διάφορες πλευρές μια ενόχληση για την πλατιά δημοκρατική και κινηματική κινητοποίηση που σημειώνεται ενόψει της έκδοσης της απόφασης. Η καμπάνια που αποκρυσταλλώθηκε στο σύνθημα “Δεν είναι αθώοι”, που ήταν η αντίδραση της Μάγδας Φύσσας όταν άκουσε την αδιανόητη εισαγγελική πρόταση, ερμηνεύεται ως μια προσπάθεια επηρεασμού της δικαιοσύνης. Είναι μια βαθιά λαθεμένη, εκτός τόπου και χρόνου, προσέγγιση. Η αντιφασιστική κινητοποίηση δεν γίνεται από την θέση μιας πολιτικής εξουσίας που προσπαθεί να επηρεάσει τους δικαστές, αλλά από την σκοπιά μιας κοινωνίας που έχει άμεση, ενίοτε σωματική εμπειρία από την δράση των ναζί. Η άνοδος της Χρυσής Αυγής μεταξύ 2010 (όταν ο Μιχαλολιάκος εκλέγεται δημοτικός σύμβουλος Αθήνας) και 2014 (όταν η οργάνωση καταγράφει το υψηλότερο ποσοστό της στις ευρωεκλογές) είναι μια ιστορία τρόμου, αλλά και συγκεκριμένων βίαιων επιθέσεων.

Ναι, η κοινωνία δεν έχει γνώση του συνόλου της δικογραφίας, αλλά υπάρχει η κοινωνική εμπειρία της βίας της Χρυσής Αυγής. Τα σημάδια της βίας τα φέρουν στο σώμα και στη μνήμη τους εκατοντάδες αντιφασίστες, μετανάστες και πρόσφυγες, ρομά, όλοι οι κατά Μιχαλολιάκο “υπάνθρωποι” που είχαν την ατυχία να βρεθούν μπροστά στα τάγματα εφόδου ή επέλεξαν συνειδητά να αναμετρηθούν μαζί τους. Η ηγετική ομάδα της Χρυσής Αυγής συγκρότησε την οργάνωση και τα τάγματα εφόδου της ακριβώς προκειμένου να ασκηθεί αυτή η βία και η δικαστική απόφαση οφείλει να αποδώσει δικαιοσύνη για όλα τα θύματα αυτής της βίας.

Αν λοιπόν αναγνωρίζουμε ότι η αποφασιστική αντιμετώπιση από την δικαιοσύνη ανέκοψε μια πορεία ανόδου των ναζί που θα μπορούσε να είναι μοιραία για την δημοκρατία, είναι προφανής η σημασία της απόφασης της 7ης Οκτωβρίου. Είναι απολύτως κρίσιμο να μην γίνει δεκτή από το δικαστήριο η εισαγγελική πρόταση που εισηγείται την αθώωση όλης της ηγετικής ομάδας της Χρυσής Αυγής.

Ας μην διαστρέφουν την πραγματικότητα οι ανησυχούντες. Κανείς δεν ζητάει μια πολιτική καταδίκη, δηλαδή μια καταδίκη των ιδεών των κατηγορουμένων. Αυτό είναι έργο άλλων.

Όμως το δικαστήριο πρέπει να κάνει αυτό για το οποίο είναι ταγμένο από το Σύνταγμα και το νόμο. Να αποδώσει ευθύνες για τις πράξεις που διαπράχθηκαν από μια οργάνωση που συστήθηκε επί σκοπώ να κάνει εγκλήματα με κριτήριο την ρατσιστική της ιδεολογία. Και οι δημοκρατικοί πολίτες έχουν το δικαίωμα αυτό να το διεκδικούν.

* Ο Βασίλης Παπαστεργίου είναι μέλος του ΔΣ του ΔΣΑ και Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου

tags: άρθρα

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)