to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

Λουίς Σεπούλβεδα: Ας μάθουμε λοιπόν να ζούμε με αυτούς που λείπουν…

«Πότε φεύγουμε Χιλιανέ;»


“…Μπορεί να μη μάθουμε ποτέ πως αυτοί οι δυο ληστές οργάνωσαν τις επιθέσεις τους στις Τράπεζες, μπορώ όμως να εξιστορήσω πως ένας Εγγλέζος και ένας Χιλιανός, αρκετά σουρωμένοι εκείνο το απόγευμα, γύρω στις πέντε η ώρα που βραδιάζει σχεδίαζαν ένα ταξίδι στα πέρατα του κόσμου.

«Πότε φεύγουμε Χιλιανέ;»

«Όποτε με αφήσουν Εγγλέζε.»

«Ακόμα έχεις πρόβλημα με αυτούς που κυβερνούν τη χώρα σου;»

«Εγώ όχι. Αυτοί έχουν προβλήματα μαζί μου.»

«Κατάλαβα. Δεν πειράζει. Έτσι θα μπορέσουμε να οργανώσουμε καλύτερα το ταξίδι.»

Και συνέχιζαν να κουβεντιάζουν γι’ άλλα θέματα, μικρότερης σημασίας, όπως, ας πούμε, για το πώς μπορεί να βρει κανείς μια χασιέντα, όπου υποτίθεται σκότωσαν τον Μπουτς Κάσιντι και τον Σάντανς Κιντ, πώς να επισκεφτείς το μνήμα όπου λένε ότι είναι θαμμένοι οι δυο τυχοδιώκτες, πώς να ανασυνθέσει τις τελευταίες μέρες τις ζωής τους και, τέλος, πώς μπορούν να γραφτούν από δύο κάποιες σελίδες με τη μορφή έπους ή μυθιστορήματος…”

Απόσπασμα από το βιβλίο του Luis Sepulveda, Patagonia Express (μτρφ. Αχ. Κυριακίδης, εκδόσεις Opera, Αθήνα, 2009).

Σήμερα μάθαμε για το φευγιό του Λούις Σεπούλβεδα. Τούτη η απώλεια πονάει. Και πονάει διπλά μάλλον. Ίσως γιατί ενσωματώνει και την απώλεια του Μπολάνιο που πολλοί από εμάς «γνώρισαμε» πεζογραφικά μετά τον θάνατό του. Γιατί και οι δύο δεν νικήθηκαν από την φασιστική «τρέλα» του Πινοτσέτ, αλλά από έναν ιό, από μια ασθένεια. Ο Μπολάνιο το μακρινό καλοκαίρι 2003 από υπατική ανεπάρκεια, ο Σεπούλβεδα σήμερα από τον ιό covid 19.

Μπορεί να γεμίσει κανείς άπειρες σελίδες με μελάνι για τον Λουίς Σεπούλβεδα. Για τον λογοτέχνη, τον ταξιδευτή, τον πολιτικό, τον ακτιβιστή, τον αντάρτη Σεπούλβεδα. Μπορεί να γράψει για την ελευθεριακή γραφή, για την κοφτερή σκέψη, για την ευρηματικότητα ως προς τη σύλληψη των χαρακτήρων, για την αντιστροφή της οπτικής, για την ανατρεπτική ιστορία του γάτου που έμαθε σ’ ένα γλάρο να πετάει… Ο Σεπούλβεδα δεν ήταν απλά πεζογράφος, θεατρικός συγγραφέας, πολιτικός στοχαστής, μάχιμος συνδικαλιστής, δημοσιογράφος ή ιστορικός. Ήταν κυρίως, και πάνω απ’ όλα, επαναστατικό υποκείμενο. Όχι όμως στην υπηρεσία μιας σταλινικής γραφειοκρατικής κάστας, αλλά ούτε και μέλος ενός άοσμου «προοδευτικού» και «δημοκρατικού» σχηματισμού. Οργανικό επαναστατικό υποκείμενο του ίδιου του λατινοαμερικάνικου κινήματος στην πολυδιάστατη, πολυεπίπεδη μορφή του.

Η ασυμβίβαστη γραφή του Σεπούλβεδα δεν περιορίστηκε στην αναπαραγωγή «επαναστατικών λέξεων ή φράσεων». Και φυσικά δεν περιορίστηκε σε γλυκανάλατα άρλεκιν –αστείας μεταφυσικής– που θα μπορούσαν, με τη βοήθεια του Χόλυγουντ, να μεταφέρουν μια ορισμένη εικόνα για την δικτατορία του Πινοτσέτ στην μεγάλη οθόνη. Ακριβώς τούτη την επιδερμική κριτική της δικτατορίας και των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων στη χώρα του, αλλά και στην Λατινική Αμερική γενικότερα,  πολέμησε ο Σεπούλβεδα, όπως πολεμούσαν για όσο καιρό ζούσαν και οι Μπολάνιο, Τσαβαρία, όπως συνεχίζει να πολεμά ο Τάιμπο ΙΙ.

Ο Σεπούλβεδα έσκαψε βαθιά στην ιστορία. «Η ιστορία της Χιλής», έγραφε σε ένα από τα κείμενα που συνοψίστηκαν στον συλλογικό τόμο Η τρέλα του Πινοτσέτ, «είναι γραμμένη με τη γλώσσα των αφεντάδων. Είναι μια αχρεία ιστορία της αχρειότητας, μια αδιάκοπη αλλοίωση των πιο μελανών σελίδων στις οποίες πρωταγωνιστούν οι σωματοφύλακες των αφεντάδων: οι χιλιανές ένοπλες δυνάμεις». Η ανατροπή του Αλιέντε και η δικτατορία Πινοτσέτ που ακολούθησε στιγμάτισαν, δίχως αμφιβολία τη σκέψη και τη γραφή του Σεπούλβεδα, η οποία όμως δεν έμεινε σε μνημόσυνα και σε προσωποποιημένους αφορισμούς και αναθέματα. Αντιθέτως, εστίασε στο σύστημα του κέρδους και της εκμετάλλευσης.

Στις Σημειώσεις εν καιρώ πολέμου, ο Σεπούλβεδα, θα γράψει χαρακτηριστικά: «Εδώ και τριάντα χρόνια κουβαλάω αυτή την καταραμένη ημερομηνία σαν ταφόπλακα με την οποία μια χώρα, οι ΗΠΑ, σκέπασε τα νιάτα μου και τα νιάτα χιλιάδων ανθρώπων όπως εγώ∙ γιατί το φασιστικό στρατιωτικό πραξικόπημα που κατέλυσε τη δημοκρατία στη Χιλή, δεν ήταν ιδέα του Πινοτσέτ ή των άλλων επίορκων αξιωματικών, δεν ήταν αποκλειστική ευθύνη του Κίσινγκερ, του επόμενου που πρέπει να καθίσει στο εδώλιο του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, ούτε μόνο του Νίξον, του μεγάλου παλιάτσου της δεκαετίας του 70. Αυτοί που αποφάσισαν να συντρίψουν τη χιλιανή δημοκρατία, είναι οι ίδιοι  που σήμερα καταστρέφουν την Αργεντινή , την Ουρουγουάη, το Εκουαδόρ, ίσως και τη Βραζιλία, γιατί ξέρουν πως το καθαρό δημοκρατικό παιχνίδι δεν θα τους είχε επιτρέψει ποτέ να εφαρμόσουν οικονομικά μοντέλα βασισμένα στην άρνηση όλων των αξιών του δυτικού πολιτισμού, στον οποίο έχουμε δικαίωμα να προσβλέπουμε όλοι εμείς οι κάτοικοι του τρίτου κόσμου».

Τούτο το κείμενο δεν έχει σκοπό να περιγράψει μια «πολιτική κηδεία» ή ένα προδιαγράψει ένα μελλοντικό μνημόσυνο του Λουίς Σεπούλβεδα. Ο ίδιος ο Σεπούλβεδα εξάλλου, είχε ουσιαστικά αρνηθεί να κάνει τις θύμησές του μνημόσυνα για τα χαμένα πρόσωπα. Τούτο πιθανότατα να μη του το συγχώρεσαν ορισμένοι φίλοι και γνωστοί. Εντούτοις, όμως, δεν τους ξέχασε. Και πως θα μπορούσε άλλωστε. Έμαθε όμως να ζει με την απουσία τους. Σε ένα κείμενο του  για την “HIJOS” θα γράψει χαρακτηριστικά: Απ’ όλους όσοι μας λείπουν, μένουν κάτι λίγες φωτογραφίες, φέτες ζωής που καταψύχονται στη στιγμή του «κλικ», ενώ η ζωή συνεχίζεται, η ίδια ζωή που μας μάζευε όλους στον κήπο του σπιτιού, δίπλα στην ψησταριά, με την αυλόπορτα ανοιγμένη διάπλατα∙ σε ένα πάρκο με το παιδί καθισμένο στα πόδια μας, το ίδιο αυτό παιδί που ψάχνει σήμερα∙ σε μια συγκέντρωση αναγκαία όσο η χαρά, και μαζί με άλλους επίσης μας λείπουν […] Αυτοί που μας λείπουν, δεν έχουν αγάλματα στα πάρκα, αλλά ζουν ακέραιοι στη μνήμη μας. Είχαν μακριά μαλλιά, φορούσαν παντελόνια “καμπάνα”, γερά παπούτσια για μεγάλες πορείες και μάλλινα πουλόβερ για τις νύχτες δράσης και προπαγάνδας, κάπνιζαν βαριά τσιγάρα, έπιναν κόκκινο κρασί, τραγουδούσαν τραγούδια του Λέο Δαν και των Ιρακούντος […] Ας μάθουμε λοιπόν να ζούμε με αυτούς που λείπουν, επειδή αποτελούν κομμάτι μας, επειδή ξέρουμε γιατί μας λείπουν κι επειδή την απουσία τους  την αναπληρώνουμε με καμάρι».  

Καλό ταξίδι Λουίς Σεπούλβεδα…

tags: άρθρα

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)