to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

Κοινωνία, οικονομία, ελευθερία, τουριστοφοβία. Ποια σχέση; Ποιο αύριο;

Η κρίση του κορονοϊού ενδεχομένως να επέτεινε έναν μύθο, αυτόν της «απεμπλοκής από την μονοκαλλιέργεια» του τουρισμού. Πέρα από τις τρέχουσες εξελίξεις της τουριστικής αγοράς, πολλές τάσεις της αριστερής σκέψης είδαν σε αυτή την περίσταση ένα «παράθυρο ευκαιρίας» για «αλλαγή μοντέλου», για «λιγότερο airbnb», για «επιστροφή στο χωράφι»


Η κρίση του κορονοϊού ενδεχομένως να επέτεινε έναν μύθο, αυτόν της «απεμπλοκής από την μονοκαλλιέργεια» του τουρισμού. Πέρα από τις τρέχουσες εξελίξεις της τουριστικής αγοράς, πολλές τάσεις της αριστερής σκέψης είδαν σε αυτή την περίσταση ένα «παράθυρο ευκαιρίας» για «αλλαγή μοντέλου», για «λιγότερο airbnb», για «επιστροφή στο χωράφι». Τέτοιες σκέψεις ενίσχυσε πανευρωπαϊκά κι η περιρρέουσα κινδυνολογία διαφόρων «ειδικών» για τα «πάρτυ στις διακοπές», για τους «νεαρούς τουρίστες που πίνουν και δεν πειθαρχούν στις οδηγίες των ειδικών», και άλλα αντίστοιχα που ακούει κανείς και στην «ακηδεμόνευτη ενημέρωση των ΜΜΕ» στην Ελλάδα. Είναι, όμως, τα πράγματα τόσο απλά; Μπορεί μία οικονομία, και ιδιαίτερα η ελληνική, να απεμπλακεί από τον τουρισμό; Είναι η απεμπλοκή από τον τουρισμό η λύση για τους φυσικούς πόρους; Και για την οικονομική δραστηριότητα ποιες λύσεις υπάρχουν; Για την εργασία; Για την μικρομεσαία επιχειρηματικότητα;

Πράγματι, στις τουριστικές περιοχές της Ελλάδας σήμερα επικρατεί ησυχία. Μπορεί να περιηγηθεί κανείς και να αναβιώσει εικόνες της δεκαετίας του 1980, ενδεχομένως και του 1970. Όμως, το κοινωνικό κλίμα είναι απόκοσμο. Καταλαβαίνει κανείς ότι η μεγάλη κρίση των κοινωνιών που ζουν από τον τουρισμό είναι μπροστά και έρχεται με γρήγορα βήματα. Συχνά ακούει κανείς ενδιαφέρουσες τοποθετήσεις από τους ανθρώπους. «Μία διανυκτέρευση μας αφήνει όσα 150 κιλά κεράσια», «πενήντα κιλά σιτάρι ισούται με ένα ουίσκι στην πλατεία». Απαντήσεις τέτοιες δείχνουν το μέγεθος της τουριστικής οικονομίας και δύσκολα κανείς μπορεί να επιχειρηματολογήσει στους κύκλους των επιχειρηματιών του τουρισμού με επιχειρήματα τύπου «επιστροφή στο χωράφι». Άλλωστε, πολύ από το τοπικό προϊόν του χωραφιού καταναλώνεται από τους τουρίστες τα βράδια στις ταβέρνες.

Το δεύτερο λάθος που πολλές φορές συναντάμε στη σκέψη καλοπροαίρετων ανθρώπων, οι οποίοι προβληματίζονται για τη μονοκαλλιέργεια στον τουρισμό είναι η ιδέα ότι οι τοπικές κοινωνίες υπήρξαν και πριν από τον τουρισμό και είναι ευκαιρία να διαλέξουν σήμερα τον παλιό παραδοσιακό δρόμο. Όμως, όσοι είναι από τουριστικές περιοχές της Ελλάδας, από τα νησιά, από μέρη απομακρυσμένα, θυμούνται τι υπήρχε πριν από τον τουρισμό εκεί. Υπήρχε ένα πλεονάζον προλεταριάτο, το οποίο δεν μπορούσε να καλλιεργήσει βιώσιμα, γιατί η γη ήταν συσσωρευμένη και ελάχιστη, και μετανάστευε στα αστικά και στα βιομηχανικά κέντρα της Ευρώπης, για να εργαστεί σε συνθήκες δύσκολες. Δεν είναι όμως μόνο ζήτημα εργασίας, είναι και ζήτημα διάρθρωσης των τοπικών οικονομιών. Σε ένα μικρό νησί, για παράδειγμα, θα ήταν αδύνατο για κάποιον τη δεκαετία του ‘50 να ξεκινήσει μία μικρή επιχείρηση. Αντίθετα, η μόνη επιλογή επιβίωσης ήταν το «μπάρκο» σε ένα καράβι. Συνεπώς, ο τουρισμός δημιούργησε σε μεγάλο βαθμό τη «μεσαία τάξη» στην Ελλάδα.

Ένα ακόμα θέμα στο οποίο ενδεχομένως να υπάρχουν διαφορετικοί χρωματισμοί, αν κοιτάξει κανείς το καλειδοσκόπιο του τουρισμού από κοντά, είναι το ζήτημα της προστασίας του περιβάλλοντος. Πράγματι ο μαζικός τουρισμός είναι βιομηχανική δραστηριότητα. Η μαζική εισροή τουριστών σε κλίμακα που υπερβαίνει τη φέρουσα ικανότητα κάθε τόπου δημιουργεί περιβαλλοντική υποβάθμιση. Ο τουρισμός σπαταλά αποθέματα νερού, δημιουργεί όχληση, παράγει απορρίμματα, οδηγεί σε τσιμεντοποίηση ακτών, σε άναρχη δόμηση. Όμως, υπάρχουν και περιπτώσεις όπου ο τουρισμός αποτελεί τη λύση σε περιβαλλοντικά προβλήματα. Ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τις εξορύξεις, η απεμπλοκή από αυτές μπορεί να επέλθει μόνο μέσα από τον τουρισμό. Ας θυμηθούμε για παράδειγμα τη Χαλκιδική πριν από τον τουρισμό, κατά την δεκαετία του 1950. Στο Νομό Χαλκιδικής υπήρχαν τουλάχιστον πέντε ενεργές εξορύξεις, πολλές από τις οποίες με ανοικτούς κρατήρες. Χρυσός, χαλκός, λευκόλιθος και άλλα μέταλλα. Αφεντικά τότε ήταν ξένες πολυεθνικές και ελληνικές οικογένειες ευεργετών, όπως ο Μποδοσάκης. Η θνησιμότητα των μεταλλωρύχων στα 50 έτη, συνθήκες εργασίας αντίστοιχες με εκείνες των ορυχείων της Αφρικής, και αδυσώπητη καταστολή σε κάθε κινητοποίηση για εργασιακά δικαιώματα. Ως προς το περιβάλλον, οι πληγές αυτών των δραστηριοτήτων παραμένουν ανοικτές για πάντα. Κι αν σήμερα συζητάμε την απεμπλοκή της Χαλκιδικής από τις εξορύξεις, εννοούμε ότι αυτό μπορεί να γίνει μόνο μέσα από την εναλλακτική της τουριστικής ανάπτυξης. Αλλιώς πως;

Συνεπώς, ίσως σήμερα να πρέπει να ξανασκεφτούμε την τουριστική οικονομία, χωρίς «τουριστοφοβία». Ο τουρισμός δεν παρέχει μόνο ευκαιρίες και για τους μικρούς παίκτες της οικονομίας, αλλά έχει και μία άλλη διάσταση που πολλές φορές δεν λαμβάνεται υπόψη. Την κοινωνική και πολιτιστική διάσταση. Ας αναλογιστούμε πόσα από τα νέα κοινωνικά κινήματα έφτασαν στα αυτιά μας μέσα από την κινητικότητα των ανθρώπων. Ας σκεφτούμε, στην Αθήνα, σε ποιο βαθμό ο τουρισμός της πόλης έδωσε νέες προσλαμβάνουσες στην κοινωνία, στη νεολαία. Ας το σκεφτούμε αυτό και για την επαρχία. Πόσα νησιά προχώρησαν σε επίπεδο συλλογικής κοινωνικής σκέψης μέσα από την πολιτισμική ανταλλαγή που, θέλοντας και μη, ωθείται από τον τουρισμό. Ας σκεφτούμε, επίσης, πόσα πολιτιστικά μνημεία, πόσοι αρχαιολογικοί χώροι υπάρχουν, επειδή ακριβώς υπάρχουν τουρίστες για να τους επισκεφτούν. Η ίδια η Ακρόπολη της Αθήνας αναστηλώνεται χάρη στα εισιτήρια των εκατομμυρίων τουριστών που την επισκέπτονται.

Συνοψίζοντας, η τρέχουσα συγκυρία δεν θα πρέπει να μας οδηγήσει σε μία άρνηση του τουρισμού, γιατί πολύ απλά δεν υπάρχει εναλλακτική τέτοιας κλίμακας σήμερα, με προοδευτικότερο κοινωνικά και οικονομικά πρόσημο. Αντίθετα, αυτό που μπορεί να μείνει ως χρήσιμο συμπέρασμα είναι ο περιορισμός της αδικίας στην τουριστική αγορά. Η προσπάθεια για μείωση της συσσώρευσης της τουριστικής οικονομίας σε χέρια πολυεθνικών και η στήριξη της μικρής και μεσαίας τουριστικής επιχείρησης. Και, όπως ο τουρισμός της θάλασσας και της αναψυχής, έτσι και ο τουρισμός της πόλης, συμπεριλαμβανομένου και του τουρισμού του διαμοιρασμού, αν περιορίσουμε τις στρεβλώσεις του, όπως π.χ. την υπερσυσσώρευση αστικών ακινήτων σε εταιρίες, τότε μπορεί να συμβάλλει στη βελτίωση της ζωής της πόλης, των κατοίκων της και των επαγγελματιών της γειτονιάς.

Υπάρχει, τέλος, και μία διάσταση ελευθερίας που δεν μπορεί να μην αναφερθεί. Σήμερα, με τις εφαρμογές ιχνηλάτησης και με τα barcode των τουριστών που περνούν τα σύνορα, λόγω της πρόληψης του κορονοϊού, ο τουρισμός ενδέχεται να αποτελέσει πεδίο για ένα κοινωνικό πείραμα βιοπολιτικής. Αυτό της εκχώρησης της ελευθερίας της διασκέδασης, της ελευθερίας μετακίνησης και της ελευθερίας διαχείρισης του χρόνου, σε ένα πλαίσιο τουρισμού «κοινωνικής παρακολούθησης». Ο τουρίστας πλέον θα είναι μόνο ευκατάστατος που θα μπορεί να πληρώσει διακοπές με κοινωνική απόσταση, θα εκχωρεί το δικαίωμα στην ιδιωτικότητα στις διακοπές, αν θέλει να ταξιδέψει, και όλες του οι κινήσεις θα καταγράφονται στην εφαρμογή ιχνηλάτησης. Αυτό το μοντέλο τουρισμού μας αρέσει;

*Ο Νικόλας Κούντουρης είναι Δρ. Πολιτικής Επιστήμης

tags: άρθρα

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)