Ο κ. Φωτάκης αναφέρθηκε στα «καινούργια στοιχεία από το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης (ο φορέας που παρέχει στοιχεία στην ΕΛΣΤΑΤ και την Eurostat), για τις τελευταίες τριετίες σε σχέση με την καινοτομικότητα στις επιχειρήσεις. Παρατηρείται ότι το ποσοστό των ελληνικών επιχειρήσεων που καινοτομούν την τριετία 2014-2016 έχει αυξηθεί στο 57% (από 51% το διάστημα 2012-2014). Η ανταγωνιστικότητά τους βέβαια παραμένει σχετικά χαμηλή, λόγω του ότι η ένταση γνώσης (γνώση που προέρχεται από επιστημονική έρευνα και οδηγεί σε προϊόντα και υπηρεσίες πολύ μεγάλης προστιθέμενης αξίας), είναι μέτρια ή και χαμηλή».
Παράλληλα υπογράμμισε ως «σημαντικό νέο στοιχείο το ότι η καινοτομία ως προς προϊόντα και διαδικασίες έχει αυξηθεί σημαντικά, στο 47%, (από 38%), καθώς η επιστημονική έρευνα αρχίζει να αξιοποιείται, υπάρχουν καινοτομικά προϊόντα και όχι απλώς εσωτερικές καινοτομίες οργάνωσης των επιχειρήσεων, του μάρκετνγκ, κτλ.».
«Οι δαπάνες για έρευνα και ανάπτυξη το 2016 ήταν 1,75 δισ. ευρώ (από τα οποία το 54% ήταν δημόσιες και 46% ιδιωτικές και κοινωφελή ιδρύματα), για πρώτη φορά άνω του 1% του ΑΕΠ. Έχει αυξηθεί σημαντικά η συνεισφορά του ιδιωτικού τομέα, που συνδέεται με ίδιες δαπάνες των επιχειρήσεων. Δηλαδή, παρά τις συνθήκες κρίσης, οι ελληνικές επιχειρήσεις επενδύουν στην καινοτομία. Στο παρελθόν, ακόμη και τις εποχές των παχιών αγελάδων, είχαμε "κολλήσει" σε μεγέθη της τάξης του 1,4 δισ. ευρώ, ενώ η έρευνα και ανάπτυξη ήταν πάντα εύκολος στόχος για περικοπές», θύμισε ο κ. Φωτάκης.
«Αυτό που περιμένουμε για φέτος 2018 είναι να φτάσουμε το 1,2% του ΑΕΠ», είπε ο κ. Φωτάκης, υπενθυμίζοντας πάντως ότι και αυτό το ποσοστό είναι αρκετά χαμηλότερο του 2% που είναι ο μέσος κοινοτικός όρος.