to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

ΗΠΑ: «Υπεργολαβίες» πολέμου

Η νέα στρατηγική του Λευκού Οίκου συνοψίζεται στην αναζήτηση συμμάχων που θα αναλαμβάνουν την υλοποίηση πολιτικών εξουδετέρωσης τρομοκρατικών απειλών, χωρίς να διακινδυνεύουν ζωές Αμερικανών στρατιωτών, χωρίς άμεση εμπλοκή των ΗΠΑ στα πεδία των μαχών.


Ο Ομπάμα ανακοίνωσε την πρότασή του προς το Κογκρέσο για τη δημιουργία ταμείου με στόχο την καταπολέμηση της τρομοκρατίας ανά τον κόσμο, με «προίκα» πέντε δισεκατομμύρια δολάρια για το 2015

Την κατεύθυνση της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής για τα χρόνια που απομένουν μέχρι τη λήξη της (δεύτερης) θητείας του στην προεδρία των Ηνωμένων Πολιτειών εξήγγειλε χθες ο Μπαράκ Ομπάμα, σε ομιλία του στη στρατιωτική Ακαδημία Ουέστ Πόιντ, στη Νέα Υόρκη.

Σημαντικότερη απειλή για την ασφάλεια των ΗΠΑ παραμένει για το άμεσο μέλλον η τρομοκρατία, υπογράμμισε ο πρόεδρος Ομπάμα, για να προσθέσει ότι «στρατηγική που θα περιλαμβάνει άμεση αμερικανική στρατιωτική εισβολή κατά κάθε χώρας που φιλοξενεί τρομοκρατικά δίκτυα είναι αφελής και μη βιώσιμη». Η νέα στρατηγική του Λευκού Οίκου συνοψίζεται στην αναζήτηση συμμάχων που θα αναλαμβάνουν -με αμερικανική βοήθεια- να υλοποιούν μια πολιτική εξουδετέρωσης αυτών των απειλών, χωρίς να διακινδυνεύουν ζωές Αμερικανών στρατιωτών και χωρίς να εμπλέκονται άμεσα οι Ηνωμένες Πολιτείες στα πεδία των μαχών.

 

Ταμείο για «συμμάχους»

Σε αυτήν την κατεύθυνση ο Ομπάμα ανακοίνωσε την πρότασή του προς το Κογκρέσο, για τη δημιουργία ενός ταμείου με στόχο την καταπολέμηση της τρομοκρατίας ανά τον κόσμο, με «προίκα» πέντε δισεκατομμύρια δολάρια για το 2015. «Κάτι τέτοιο θα μας επιτρέψει να διευκολύνουμε το έργο των συμμαχικών χωρών που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή», δήλωσε, υιοθετώντας στην ουσία μια λογική ανάθεσης υπεργολαβίας σε άλλα κράτη που θα κάνουν τη «βρόμικη δουλειά» και θα υποστούν το ανθρώπινο κόστος των απωλειών, με αμερικανική χρηματοδότηση. Περιέγραψε δε και ευρεία γκάμα παραδειγμάτων: «Οι πόροι αυτοί θα μας δώσουν την αναγκαία ευελιξία για να εκπληρώσουμε διάφορες αποστολές, όπως είναι η εκπαίδευση των δυνάμεων ασφαλείας της Υεμένης που έχουν περάσει στην αντεπίθεση απέναντι στην Αλ Κάιντα, η υποστήριξη της πολυεθνικής ειρηνευτικής δύναμης στη Σομαλία, η δουλειά των Ευρωπαίων συμμάχων για τη συγκρότηση των δυνάμεων ασφαλείας και μιας συνοροφυλακής στη Λιβύη ή ακόμη και η βοήθεια στις γαλλικές (στρατιωτικές) επιχειρήσεις στο Μάλι».

«Δεν υπάρχει σε όλα τα προβλήματα κατ’ ανάγκην μια στρατιωτική λύση», υποστήριξε και τόνισε ότι ναι μεν η Αμερική πρέπει να δείχνει τον δρόμο στη διεθνή σκηνή, με τον αμερικανικό στρατό να παραμένει ραχοκοκαλιά της ηγεσίας, αλλά η άμεση αμερικανική στρατιωτική παρέμβαση δεν μπορεί να είναι η πρώτη επιλογή της ηγεσίας. «Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα αναπτύξουν μονομερώς στρατιωτικές δυνάμεις στην περίπτωση που απειλούνται Αμερικανοί ή αν κινδυνεύει η ασφάλεια κάποιας συμμαχικής χώρας οπουδήποτε στον κόσμο».

Μέσα σ’ αυτή τη λογική υπερασπίστηκε την πολιτική του απόφαση να μην εμπλακεί άμεσα στη συριακή κρίση με στρατιωτικό πλήγμα κατά του καθεστώτος Ασαντ, αλλά και τη μη στρατιωτική εμπλοκή του στην Ουκρανία. Η χώρα που από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου έκανε μία στρατιωτική επέμβαση κάθε 17 μήνες, ανακοίνωσε ουσιαστικά την επιστροφή της σε μια μορφή απομονωτισμού, υπό το βάρος του κόστους των δύο πρόσφατων πολέμων, στο Ιράκ και το Αφγανιστάν – δυο μακροχρόνιων πολέμων που η Ουάσινγκτον ισχυρίζεται πως κέρδισε, αλλά πολλοί αντιμετωπίζουν αυτόν τον ισχυρισμό με σκεπτικισμό, αν όχι με απόρριψη.

Στο Ουέστ Πόιντ, εκεί που το 2009 είχε ανακοινώσει την αύξηση των αμερικανικών στρατευμάτων στο Αφγανιστάν από 20.000 σε συνολικά 50.000 -πέραν των δυνάμεων του ΝΑΤΟ και των δεκάδων χιλιάδων μισθοφόρων- ο πρόεδρος Ομπάμα επιβεβαίωσε το τέλος των στρατιωτικών επιχειρήσεων στο Αφγανιστάν έως το τέλος του 2014 και την παραμονή στη χώρα μιας δύναμης 9.800 στρατιωτικών, για έναν ακόμη χρόνο, μέχρι το τέλος του 2015. Η αμερικανική απόσυρση θα γίνει στο πρότυπο του Ιράκ, με την Ουάσινγκτον να εκπαιδεύει τις κυβερνητικές δυνάμεις ασφαλείας να αναλάβουν αυτές πλέον τον ρόλο των πεζοναυτών, ενώ θα συνεχίσει να στέλνει πολλά δισεκατομμύρια ως στρατιωτική βοήθεια.

Αυτό που παρέλειψε να αναφέρει ήταν πως οι Ταλιμπάν δεν έχουν ηττηθεί, οι σουνιτικές επαρχίες του Ιράκ βρίσκονται κάτω από τον έλεγχο της Αλ Κάιντα και πως τόσο στο Αφγανιστάν όσο και στο Ιράκ, μετά από 13 χρόνια, το πρόβλημα ασφαλείας παραμένει άλυτο, παρά τα δισεκατομμύρια και τους εκατοντάδες χιλιάδες πεζοναύτες που πολέμησαν με κάθε τρόπο τους αντάρτες, συχνά διαπράττοντας χειρότερα εγκλήματα από εκείνα των τζιχαντιστών αντιπάλων τους.

Ξέχασε τη Μέση Ανατολή

Από την προεδρική ομιλία έλειψε κάθε αναφορά στο Παλαιστινιακό και την ειρήνη στη Μέση Ανατολή, υπήρξε μια μικρή αναφορά για τη στροφή προς τη Νοτιοανατολική Ασία, ενώ φειδωλός ήταν και σε σχέση με το Ιράν («υπάρχουν πιθανότητες για λύση») αλλά και σε σχέση με την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Ο Αμερικανός πρόεδρος δεσμεύτηκε ότι στα υπόλοιπα δυόμισι χρόνια της θητείας του θα εργαστεί για μια διεθνή συμφωνία για το κλίμα, χωρίς ωστόσο να προσδιορίσει συγκεκριμένα μέτρα πολιτικής που θα προτείνει.

Οσο για τις σχέσεις του με τη Ρωσία, υποστήριξε πως με την πολιτική που ακολούθησε κατάφερε «να απομονώσει διεθνώς τον πρόεδρο Πούτιν» και υποστήριξε ότι «οι πρόσφατες ενέργειες της Ρωσίας στην Ουκρανία θυμίζουν τις ημέρες που τα σοβιετικά τανκς εισέβαλαν στην Ανατολική Ευρώπη». Η ομιλία του Αμερικανού προέδρου προκάλεσε πολλές αντιδράσεις τόσο στο στρατόπεδο των Ρεπουμπλικανών όσο και από Δημοκρατικούς, που για διαφορετικούς λόγους ασκούν κριτική στη νέα αμερικανική εξωτερική πολιτική. Ηταν μια ομιλία που τελικά δεν ικανοποίησε ούτε τους αντιπάλους ούτε όμως και τους φίλους του.

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)