to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

14:12 | 15.12.2021

Πολιτική

Ινστιτούτο ΕΝΑ: Οι επαναπροωθήσεις ως εργαλείο της ευρωπαϊκής «θανατοπολιτικής» στο προσφυγικό

Όσα συμβαίνουν το τελευταίο διάστημα στα σύνορα Λευκορωσίας-Πολωνίας φαίνεται πως «ενταφιάζουν» τις όποιες ελπίδες για δημιουργία ενός ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου. Η συσπείρωση μιας μεγάλης ομάδας κρατών-μελών ενάντια στο σχεδιασμό αυτό οδήγησε τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ να δηλώσει πως τελικώς θα πρέπει να εξεταστεί η χρηματοδότηση για φράκτες στα σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς κάτι τέτοιο είναι νομικά εφικτό βάσει του ισχύοντος ευρωπαϊκού νομικού πλαισίου για την χρηματοδότηση υποδομών.


* Ανάλυση στο Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ από τον Ιωάννη Βλασσόπουλο, Υποψήφιο Διδάκτορα, Πάντειο Πανεπιστήμιο

Η Ελλάδα βρίσκεται σταθερά στο επίκεντρο της συζήτησης για το ζήτημα των βίαιων επαναπροωθήσεων στο Αιγαίο. Ακόμη κι αν έγινε viral το πρωθυπουργικό τέχνασμα, όταν η Ολλανδή δημοσιογράφος κατηγόρησε δημόσια τον Κυριάκο Μητσοτάκη για τις παράτυπες επαναπροωθήσεις, τίποτα δεν έχει καταφέρει να αποκρύψει τη σκληρή πραγματικότητα που εξελίσσεται στα νοτιοανατολικά σύνορα της ΕΕ.

Όσα συμβαίνουν το τελευταίο διάστημα στα σύνορα Λευκορωσίας-Πολωνίας φαίνεται πως «ενταφιάζουν» τις όποιες ελπίδες για δημιουργία ενός ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου. Η συσπείρωση μιας μεγάλης ομάδας κρατών-μελών ενάντια στο σχεδιασμό αυτό οδήγησε τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ να δηλώσει πως τελικώς θα πρέπει να εξεταστεί η χρηματοδότηση για φράκτες στα σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς κάτι τέτοιο είναι νομικά εφικτό βάσει του ισχύοντος ευρωπαϊκού νομικού πλαισίου για την χρηματοδότηση υποδομών.

Με τη δήλωση αυτή ήρθαν, βέβαια, για μια ακόμη φορά στην επιφάνεια οι αντιθέσεις μεταξύ των θεσμικών οργάνων της ΕΕ. Τα λεγόμενα του Σαρλ Μισέλ βρήκαν αντίπαλες τις δηλώσεις της προέδρου της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, η οποία προειδοποίησε ότι τόσο η ίδια όσο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν πρόκειται να συναινέσουν σε τόσο αυστηρές πολιτικές. Τα προαναφερθέντα καταδεικνύουν τη σύγχυση που επικρατεί μεταξύ των θεσμικών οργάνων της ΕΕ σε ό,τι αφορά τις στοχεύσεις της για το προσφυγικό. Σε κάθε περίπτωση, η ασκούμενη πολιτική εκ μέρους της Ένωσης στέλνει διφορούμενα μηνύματα τόσο για την ενσωμάτωση και την ένταξη προσφύγων και μεταναστών όσο και για τη διαχείριση του ζητήματος συνολικά, την ενίσχυση και φύλαξη των συνόρων.

Η «Υποτιθέμενη» Στόχευση προς την Ενσωμάτωση

Το Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Άσυλο (Σεπτέμβριος 2020) έφερε μια σειρά από νομοθετικές προτάσεις, με στόχο να ξεπεραστεί το πολιτικό αδιέξοδο της ασυντόνιστης μεταναστευτικής πολιτικής της ΕΕ τα τελευταία χρόνια. Προωθεί μια ολιστική ευρωπαϊκή προσέγγιση στον τομέα της μετανάστευσης εστιάζοντας πάντως στην  αποτροπή  και  τις  επιστροφές  των  μεταναστών.

Στη συνέχεια, το Σχέδιο δράσης της ΕΕ για την Ενσωμάτωση και την Ένταξη (2021-2027) επιχειρεί να καλύψει όλα τα στάδια της ενσωμάτωσης και της ένταξης δίνοντας προτεραιότητα στην πρόσβαση σε κατάλληλη και προσιτή στέγαση, στην υγεία, στην εκπαίδευση και την κατάρτιση και φυσικά στην απασχόληση και την αναγνώριση δεξιοτήτων. Υπογραμμίζει  τη  σημασία  των συνεργασιών μεταξύ κρατών-μελών και προωθεί τη συμμετοχή των προσφύγων και των μεταναστών στη διαδικασία χάραξης  πολιτικής. Η Κομισιόν φέρεται να υποστηρίζει τα κράτη-μέλη για την καλύτερη ευθυγράμμιση μεταξύ χρηματοδότησης και παρεχόμενου έργου πολιτικής, συνδυαστικά μάλιστα με δύο μεγάλα χρηματοδοτικά μέσα: το Πολυετές Δημοσιονομικό  Πλαίσιο  (ΠΔΠ)  (2021-2027) και  το πρόγραμμα «Επόμενη Γενιά ΕΕ» (NextGenerationEU) (2021-2023).

 

Παρατηρεί κανείς πως μέσα από το πρόσφατο Σύμφωνο  για  τη  Μετανάστευση  και  το Άσυλο, μέσω της υλοποίησης του Σχεδίου Δράσης της ΕΕ για την Ενσωμάτωση και την Ένταξη και της χρηματοδότησης από το Πολυετές Δημοσιονομικό  Πλαίσιο  και  το πρόγραμμα «Επόμενη Γενιά ΕΕ» (NextGenerationEU), επιδιώκεται να προωθηθεί μια πιο ολιστική προσέγγιση στη διαχείριση του προσφυγικού και του μεταναστευτικού.

Ωστόσο, η ΕΕ συνεχίζει να πληρώνει εκατομμύρια σε κυβερνήσεις τρίτων χωρών στα σύνορα της Ευρώπης (Λιβύη, Τουρκία, Ιορδανία, Λίβανος, Μαρόκο κ.λπ.) για να δημιουργήσουν στρατόπεδα εγκλεισμού για πρόσφυγες και μετανάστες σε απάνθρωπες συνθήκες όπου λαμβάνουν χώρα κατάφωρες παραβιάσεις δικαιωμάτων. Ταυτόχρονα χρηματοδοτούνται κατασταλτικά όργανα όπως οι ακτοφυλακές και οι συνοριοφύλακες ενώ η Συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας ενθαρρύνει επίσης τις παράνομες πρακτικές επαναπροώθησης.

Μια προσεκτικότερη ματιά στο Σύμφωνο ίσως να μπορεί να εξηγήσει αυτή τη φαινομενική αντίθεση. Πράγματι, το Σύμφωνο για  τη  Μετανάστευση  και  το Άσυλο μπορεί να μην αμφισβητεί το ίδιο το δικαίωμα στο άσυλο, αλλά μάλλον προωθεί τη στρατηγική παρεμπόδιση της πρόσβασης στο άσυλο.

«Το ατομικό δικαίωμα στο άσυλο εκφυλίζεται όλο και περισσότερο σε μια κενή υπόσχεση που δεν είναι πλέον εφικτή για πολλούς αιτούντες προστασία. Αντίθετα, το νέο Σύμφωνο περιλαμβάνει πάνω από όλα: απομόνωση, ακόμη λιγότερες ευκαιρίες για τους πρόσφυγες, διαδικασίες ασύλου υπό συνθήκες κράτησης και κυρίως απορρίψεις και απελάσεις απευθείας στα εξωτερικά σύνορα καθώς και ακόμη πιο γρήγορες διαδικασίες απέλασης. Μέσω των λεγόμενων “κέντρων ελέγχου” στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ, οι διαδικασίες εισόδου και ασύλου απομακρύνονται έτσι από τα κράτη μέλη σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Τα κέντρα αυτά γίνονται αναπόφευκτα κλειστά μαζικά στρατόπεδα που μάλιστα αποτελούν ζώνες που νομικά δεν ανήκουν στην επικράτεια της ΕΕ. Οι άνθρωποι μεταφέρονται σε έναν χώρο χωρίς ιθαγένεια όπου η πρόσβασή τους σε νομική προστασία και δίκαιη μεταχείριση είναι σοβαρά περιορισμένη».

Έχει ενδιαφέρον να δούμε επιπλέον ότι οι επιχειρήσεις της Frontex ενισχύθηκαν από το 2021 με μοναδικό στόχο την καταπολέμηση της παράνομης εισόδου και του λαθρεμπορίου. Με όλα αυτά τα μέτρα, η ΕΕ δημιούργησε ένα πολιτικό πλαίσιο, γραφειοκρατικό, στο οποίο οι βίαιες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων εμφανίζονται όλο και περισσότερο ως «νόμιμες» πρακτικές της ευρωπαϊκής συνοριακής πολιτικής. Φαίνεται ότι το δήθεν «νέο» Σύμφωνο ουσιαστικά διευκολύνει τις παράνομες απορρίψεις στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ και διαμορφώνει πρόσφορο έδαφος για επαναπροωθήσεις.

Σωρεία Καταγγελιών και Αναφορών για Επαναπροωθήσεις

Τους τελευταίους μήνες έρχονται στο φως της δημοσιότητας σειρά από αναφορές, καταγγελίες και εκθέσεις που φανερώνουν κλιμάκωση των επαναπροωθήσεων προσφύγων και μεταναστών από τα ελληνικά σύνορα (χερσαία και θαλάσσια) προς την Τουρκία, στο  πλαίσιο  μιας  γενικότερης  πολιτικής  αυστηροποίησης  της  διαχείρισης  του  προσφυγικού ζητήματος από την ΕΕ -από την υιοθέτηση της Κοινής Δήλωση ΕΕ-Τουρκίας και έπειτα. Σύμφωνα με την τελευταία, άνθρωποι που μόλις έχουν εισέλθει ή και βρίσκονται ήδη στη χώρα μας αναζητώντας προστασία, χωρίς να έχουν περάσει από καμιά διαδικασία καταγραφής και χωρίς να έχουν πρόσβαση στη διαδικασία ασύλου, επιστρέφονται αδιάκριτα, βίαια και συνοπτικά στην Τουρκία.

Διάφορες εκθέσεις αναφέρουν μάλιστα πρακτικές όπως η παραβίαση του δικαιώματος αίτησης ασύλου, επιστροφές χωρίς ατομικές εγγυήσεις, βασανιστήρια, άσκηση σωματικής και ψυχολογικής βίας, καθώς και βάναυσες, απάνθρωπες ή εξευτελιστικές συμπεριφορές που θέτουν σε κίνδυνο την ανθρώπινη ζωή. Επιπροσθέτως, ευρήματα της Διεθνούς Αμνηστίας καταδεικνύουν πως οι  επαναπροωθήσεις αποτελούν την de facto πολιτική διαχείρισης των συνόρων που στηρίζεται στις συντονισμένες προσπάθειες πολλαπλών Αρχών στην Ελλάδα.

Χαρακτηριστικοί είναι οι αριθμοί για το 2020, έτος στο οποίο περίπου 9.687 πρόσφυγες έφτασαν στα νησιά του Αιγαίου. Αυτός είναι ο χαμηλότερος αριθμός που έχει παρατηρηθεί από την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, βάσει των διαθέσιμων δεδομένων από το 2014. Συγκριτικά, 59.726 πρόσφυγες έφτασαν στα νησιά του Αιγαίου το 2019, ενώ περίπου 856.723 το 2015. Η ελληνική κυβέρνηση αξίωσε τα εύσημα της μείωσης κατά 96% των αφίξεων στα ελληνικά νησιά σε σύγκριση με τα στοιχεία του προηγούμενου έτους. Ωστόσο, αποκρύφθηκε επιμελώς πως ο αριθμός αυτός δεν οφειλόταν εξαρχής στη μείωση του αριθμού όσων προσπαθούσαν να διαφύγουν, αλλά στις συστηματικές επαναπροωθήσεις από το Ελληνικό Λιμενικό Σώμα, συμπεριλαμβανομένης της συμμετοχής του ΝΑΤΟ και της Frontex. Παρά, δε, τις συστηματικές αναφορές από την Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, των οργάνων του ΟΗΕ και του Συμβουλίου της Ευρώπης, η ελληνική κυβέρνηση εμμένει στην υποβάθμιση κάθε σχετικού δημοσιεύματος ως ψευδούς (fake news), επιρρίπτοντας ευθύνες στις τουρκικές αρχές.

H προσφυγική «κρίση» ως νεο-φιλελεύθερη ευρωπαϊκή θανατοπολιτική

Σύμφωνα με τη Σύμβαση της Γενεύης, το εκάστοτε κράτος είναι υποχρεωμένο να δεχθεί αιτήματα για άσυλο αφήνοντας περιθώριο στους ανθρώπους που το επιθυμούν να τα υποβάλουν. Δεν είναι υποχρεωμένο να τα ικανοποιήσει και εφόσον τα απορρίψει μπορεί να οδηγήσει πίσω αυτούς τους ανθρώπους υπό προϋποθέσεις -όχι κολυμπώντας. Το να μην επιτρέπει όμως ένα κράτος την υποβολή αιτήματος ασύλου σε πρόσφυγες και μετανάστες, απαγορεύεται. Σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο στη θάλασσα οι Αρχές μιας χώρας δεν νοείται να επαναπροωθούν, παρά να διασώζουν πλοία και στη συνέχεια αφού κατευθύνουν το πλοίο σε ασφαλές μέρος εντός της επικράτειάς τους, μπορούν να αποφασίσουν για το εάν θα απελάσουν, κρατήσουν ή φιλοξενήσουν τα άτομα μέχρι αυτά να κατευθυνθούν αλλού.


Τα παραπάνω αγνοούνται συστηματικά και από την ελληνική κυβέρνηση και από σειρά ευρωπαϊκών πολιτικών επιλογών που αναδείξαμε παραπάνω στο πλαίσιο αυτού που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε ως τη «θανατοπολιτική» της ΕΕ. Η «θανατοπολιτική αποτελεί μια εκδοχή της έννοιας της «βιοπολιτικής» που εισήχθη αρχικά από τον Γάλλο φιλόσοφο Φουκώ για να εξηγήσει το ιστορικά επιβεβαιωμένο γεγονός ότι για τις σύγχρονες μορφές άσκησης εξουσίας το πραγματικό πολιτικό διακύβευμα είναι η ίδια η «ζωή» και ειδικότερα οι άνθρωποι ως «έμβια όντα». Στις σημερινές ιστορικοπολιτικές συνθήκες η «βιοπολιτική» μπορεί κάλλιστα να μετατραπεί σε «θανατοπολιτική».


Στην πράξη λοιπόν, η Ένωση προκειμένου να αποτρέψει και άλλους ανθρώπους από το να έρθουν προς την Ευρώπη, δημιουργεί άσχημες συνθήκες διαβίωσης για αυτούς που ήδη έχουν έρθει. Η «θανατοπολιτική» ήρθε ως απάντηση στην διαχείριση της έκτακτης ανάγκης που δημιούργησε η συνθήκη των προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών. Συνδυαστικά, αναπτύχθηκαν πρακτικές ασφαλειοποίησης και ελέγχου, ως προϊόντα της νεοφιλελεύθερης διακυβέρνησης, σε ένα γενικότερο πλαίσιο κρατικής οπισθοχώρησης ή για την ακρίβεια σε ένα πλαίσιο εκχώρησης αρμοδιοτήτων σε ΜΚΟ - ΜΚΟποίηση των πολιτικών και ιδιωτικοποίηση της κοινωνικής πολιτικής.


Η λειτουργία των hotspots και των camps ως κέντρα ελέγχου δημιουργεί υπερ-συνωστισμό των προσφύγων και μεταναστών στην περιφέρεια των κρατών-μελών, όπου ζουν κάτω από άθλιες ή ακόμη και αναξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης αρκετούς μήνες ή ακόμη και χρόνια. Ιδιαίτερα, παρατηρείται ένα μεγάλο κενό στην παροχή υπηρεσιών υγείας και ψυχοκοινωνικής υποστήριξης. Συνάμα, η πρόσβαση στην επίσημη εκπαίδευση είναι σχεδόν ανύπαρκτη, καθώς τα παιδιά που ζουν στα hotspots κατά πλειοψηφία έχουν πρόσβαση μόνο στη μη τυπική εκπαίδευση και οι ενήλικες σε κάποιες δράσεις επαγγελματικής κατάρτισης που παρέχουν διάφορες ΜΚΟ.

Έλεγχος Συνόρων και Επαναπροωθήσεις vs Ενσωμάτωσης και Ανθρώπινων Δικαιωμάτων

Με βάση τα παραπάνω αναρωτιέται εύλογα κανείς πού είναι η κοινωνική ενσωμάτωση και ένταξη την οποία ευαγγελίζεται η ΕΕ, για την οποία μάλιστα δαπανά αρκετούς πόρους. Πώς μπορούμε να μιλήσουμε για ενσωμάτωση αυτών των ανθρώπων όταν καταπατώνται κατάφωρα ανθρώπινα δικαιώματα τόσο ως προς την πρόσβασή τους σε διαδικασίες ασύλου όσο και ως προς τις απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης; Πώς γίνεται η «πολιτισμένη» Δύση να αναπτύσσει πρακτικές στα σύνορά της που υπονομεύουν τις νομικές εγγυήσεις που καθορίζονται σαφώς στη Σύμβαση για τους Πρόσφυγες και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα;


Η ΕΕ έχει επανειλημμένα αποτύχει να καταστήσει την Ελλάδα υπόλογη για τις συνεχείς παραβιάσεις στο Αιγαίο. Ο «ελέφαντας στο δωμάτιο» είναι η αποτυχία της να συμβιβάσει τις δεσμεύσεις της για τα ανθρώπινα δικαιώματα με τον ρόλο της στον έλεγχο των συνόρων της Ελλάδας. Ο χαρακτηρισμός της Ελλάδας ως «ασπίδας της Ευρώπης» κατά τη διάρκεια της βίαιης καταστολής προσφύγων και μεταναστών/ριών στα σύνορα το 2020 εξυπηρετεί ένα συγκεκριμένο σκοπό που δεν είναι άλλος από το να την μετατρέψει στο «μαντρόσκυλο» της Ευρώπης. Με άλλα λόγια, η Ένωση δεν ενδιαφέρεται καθόλου για την ισόποση κατανομή προσφύγων και μεταναστών ανάμεσα στα κράτη-μέλη και κατ’ επέκταση στην ενσωμάτωση αυτών των ανθρώπων στην ευρωπαϊκή κοινωνία, παρά μόνο μετατρέπει την Ελλάδα σε ένα «αποθετήριο ανθρώπινων ψυχών».


Το παρόν κείμενο εξετάζει την πολιτική των επαναπροωθήσεων στο πλαίσιο μιας συνολικής «θανατοπολιτικής» που εφαρμόζει η ΕΕ τα τελευταία χρόνια. Αυστηροποιώντας τις διαδικασίες λήψης ασύλου και αδρανοποιώντας ουσιαστικά το δεύτερο βαθμό προσφυγής για τους αιτούντες άσυλο, η ευρωπαϊκή νομοθεσία θέτει αυτομάτως έναν ολοένα διερευνώμενο αριθμό ανθρώπων εκτός κάποιου προβλεπόμενου από την έννομη τάξη καθεστώτος διαμονής. Εκθέτει τους ανθρώπους που δεν θα λάβουν καθεστώς προστασίας σε νομικό limbo.


Η μόνη διέξοδος δεν είναι άλλη από το σεβασμό των ανθρώπινων δικαιωμάτων και του δικαιώματος στο άσυλο. Η κοινωνική ενσωμάτωση και ένταξη ακολουθεί γιατί μόνο έτσι θα επιτευχθεί η προοπτική της κοινωνικής συνοχής και ειρήνης. Όσοι από αυτούς τελικά μείνουν στη χώρα μας, θα πρέπει να ζήσουν ανθρώπινα και να προσφέρουν στην κοινωνία. Το να τους γίνει ο βίος αβίωτος θα οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια στη διάλυση της κοινότητας.

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)