to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

16:41 | 18.12.2012

Κοινωνία

Η «Βέννα»

Της Ελένης Βεληβασάκη


Δε νομίζω ότι θα ανέμενε κανείς ότι η είδηση για το κλείσιμο της απόλυτης αποθήκης ανθρώπων, ντροπή για ένα «κράτος δικαίου» θα μπορούσε να προκαλέσει ανάμικτα συναισθήματα. Η αλήθεια είναι ότι για πολύ καιρό οργανώσεις μιας κοινωνίας των πολιτών άγνωστης ή παρεξηγημένης σε πολλούς (και στην τοπική κοινωνία) έχουν προβάλλει τις απαράδεκτες συνθήκες κράτησης σε ένα χώρο με εντελώς ανεπαρκή έως και ανύπαρκτο φωτισμό και υπερβολική υγρασία. Αξίζει να σημειωθεί ότι η αρχική του χρήση ήταν -κατά την επικρατέστερη εκδοχή- αποθήκη σιτηρών. Έπρεπε προφανώς να επισκεφτεί το χώρο η Επίτροπος Εσωτερικών Υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης αρμόδια για τα θέματα φύλαξης των συνόρων, ασύλου και μετανάστευσης, για να αντιληφθούμε επιτέλους την ακαταλληλότητα του χώρου. Βέβαια, λίγο πριν την επίσκεψη της Επιτρόπου είχαν γίνει οι «απαραίτητες» επισκευές με τη συνδρομή των ίδιων των κρατουμένων, για τους οποίους η συμμετοχή τους στις εργασίες ήταν μάλλον ένα «ευχάριστο» διάλειμμα από την καθημερινή αγωνία της αβεβαιότητας την οποία βιώνουν πίσω από τα κάγκελα. Τοποθετήθηκαν άλλωστε και πινακίδες που ανέφεραν ότι το έργο («ποιο έργο;» δικαίως θα αναρωτηθεί κανείς) είναι συγχρηματοδοτούμενο από το Ταμείο Εξωτερικών Συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ). Αλήθεια, πόσο περήφανη μπορεί να είναι η βραβευμένη προσφάτως ΕΕ με το Νόμπελ Ειρήνης, όταν ουσιαστικά συγχρηματοδοτεί συνθήκες ταπεινωτικές και απάνθρωπες;

Οι συνθήκες κράτησης στη «Βέννα», αν και γνωστές, καταρχήν στους ίδιους τους αστυνομικούς που τις βίωναν καθημερινά αλλά και σε κάποιους από την τοπική κοινωνία, δεν φαίνεται να τράβηξαν το ενδιαφέρον διεθνών οργανισμών και οργανώσεων όσο αυτές των κρατητηρίων του Έβρου, ενώ ουδέποτε απασχόλησαν τις δικαστικές αρχές. Δεν διαφέρουν ωστόσο πολύ από αυτές τις συνθήκες τις οποίες έχει περιγράψει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την Πρόληψη Βασανιστηρίων και της Απάνθρωπης ή Ταπεινωτικής Μεταχείρισης ή Τιμωρίας (CPT) στη Δημόσια Δήλωση της σχετικά με την Ελλάδα: Ρυπαροί θάλαμοι, δεδομένης της έλλειψης προσωπικού καθαριότητας, συχνές βλάβες στα υδραυλικά τους, με αποτέλεσμα την σχεδόν μόνιμη ύπαρξη βουλωμένων και ξεχειλισμένων τουαλετών, ανεπάρκεια ζεστού νερού, ή παντελής έλλειψή του εξαιτίας συχνών βλαβών, έλλειψη στοιχειωδών ειδών καθαρισμού και προσωπικής υγιεινής, ανεπαρκής θέρμανση δεδομένων των χαμηλών θερμοκρασιών που επικρατούν το χειμώνα στην περιοχή, έλλειψη επικοινωνίας με τον έξω κόσμο και περιορισμένη πρόσβαση σε τηλέφωνο. 

Θα ανέμενε λοιπόν κανείς μια ανακούφιση στην είδηση ότι ένας εξ αρχής ακατάλληλος χώρος κράτησης επιτέλους κλείνει. Ωστόσο η ανακούφιση εξαιρετικά γρήγορα μετατρέπεται σε ανησυχία. Οι άνθρωποι που κρατούνται στους χώρους αυτούς και αναμένουν απέλαση ή απάντηση στο αίτημα ασύλου τους (οι οποίοι άλλοι είναι πρόσφυγες άλλοι μετανάστες, όλοι χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα) δεν θα αφεθούν (προφανώς) ελεύθεροι. Η κράτησή τους θα εξακολουθήσει με την ίδια αβεβαιότητα για το μέλλον και τη νομική τους κατάσταση με την ίδια έλλειψη ενημέρωσης για τη χρονική της διάρκεια, η οποία μπορεί να φτάσει μέχρι και τους 18 μήνες. Η κράτησή τους θα εξακολουθήσει σε άλλους χώρους κράτησης (πρώην στρατόπεδα ή Σχολές Αστυνομίας, οι οποίοι καλούνται κατ’ ευφημισμόν «χώροι φιλοξενίας») όπου ήδη κρατούνται άλλες εκατοντάδες ανθρώπων με τις ίδιες αγωνίες και αγανάκτηση, αποτέλεσμα τόσο της μεταχείρισής τους από τις αρχές, της έλλειψης ενημέρωσης όσο και προοπτικής στη ζωή τους. Σε αυτούς τους «χώρους φιλοξενίας», οι «οικοδεσπότες» φέρουν γκλομπ, τέιζερ και οπλισμό ενώ οι «φιλοξενούμενοι» έχουν απόλυτο περιορισμό κινήσεων (η κίνησή τους περιορίζεται στους κοιτώνες τους και σε ένα στενόμακρο σκοτεινό διάδρομο, πολλές φορές με την συνδρομή σκύλων αποκλειστικά στους κοιτώνες).

Ποιοι είναι όμως αυτοί οι άνθρωποι που «φιλοξενούνται» σε αυτούς τους χώρους; Ποιοι είναι αυτοί οι ξένοι, οι Άλλοι; 

Είναι άνθρωποι που κρατούνται γιατί δε διαθέτουν νομιμοποιητικά έγγραφα παραμονής στη χώρα μας. 

Άνθρωποι που διέφυγαν τον πόλεμο, την βία και τις συγκρούσεις.

Άνθρωποι που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τον τόπο τους χωρίς επιλογή, γιατί απλά η παραμονή τους εκεί θα σήμαινε κίνδυνο ζωής ή φυλακίσεις.

Άνθρωποι που δραπέτευσαν από τη φτώχια και τις κακουχίες προς αναζήτηση αξιοπρέπειας.

Άνθρωποι που πήραν μαζί τις οικογένειες τους, τα παιδιά, τα μωρά τους, τους παππούδες και τις γιαγιάδες τους ή άνθρωποι που τα άφησαν όλα πίσω.

Άνθρωποι που έφυγαν κυνηγημένοι και απελπισμένοι.

Τα ανάμικτα συναισθήματα από το κλείσιμο της «Βέννας» δεν αναφέρονται μόνο στην ανησυχία για την τύχη αυτών των ανθρώπων και τα αποτελέσματα που θα έχει πάνω τους η εξακολούθηση μιας κράτησης, η οποία κάποια στιγμή η ελληνική «πολιτεία» θα έπρεπε με ειλικρίνεια να παραδεχτεί ότι είναι στην πλειοψηφία των περιπτώσεων μάταιη, επώδυνη και εξουθενωτική. Αναφέρονται και στην ανθρώπινη -όσο μπορούσε να είναι δεδομένων των συνθηκών- αντιμετώπιση των κρατουμένων από την πλειοψηφία του προσωπικού φύλαξης της «Βέννας», την οποία δεν συναντάς συχνά στα κρατητήρια. Οι προκαταλήψεις και οι φοβίες ήταν άλλοτε διακριτικά άλλοτε φωναχτά παρούσες. Ταυτόχρονα όμως στη «Βέννα» ακολουθήθηκε και μια ανθρωπιστική λογική, με την οποία δινόταν στους περισσότερους κρατούμενους η δυνατότητα να διατυπώσουν το αίτημα ή το παράπονό τους σε κάποιον από το προσωπικό φύλαξης, χωρίς βέβαια αυτό να σήμαινε πάντα ότι θα λυνόταν και το πρόβλημα. Άλλωστε, οι οποιεσδήποτε αποφάσεις λαμβάνονταν πάντα από ένα ανώτερο ιεραρχικώς κέντρο, «το Αρχηγείο». Η ύπαρξη περιορισμένης δυνατότητας προαυλισμού (περίπου μια με μιάμιση ώρα κάθε 3 μέρες), μαζί με την εν γένει πιο ανθρώπινη αντιμετώπιση των κρατούμενων από το προσωπικό φύλαξης και το Διοικητή του χώρου, είχε ως αποτέλεσμα οι όποιες εντάσεις να είναι λιγότερο συχνές από άλλους χώρους κράτησης, και να επιλύονται συνήθως με «ειρηνικό» και λιγότερο με βίαιο τρόπο. Μάλιστα, τέτοια γεγονότα ήταν εντυπωσιακά λιγότερα αν σκεφτεί κανείς ότι η «Βέννα», σε σχέση με οποιαδήποτε άλλο χώρο κράτησης στην περιοχή, είχε τις χειρότερες κτιριακές εγκαταστάσεις, το μεγαλύτερο περιορισμό κίνησης και εν γένει τις πιο ακατάλληλες από κάθε άποψη συνθήκες κράτησης.

Έστω και τώρα που έχει ήδη δρομολογηθεί το κλείσιμο αυτού του χώρου, είναι σημαντικό να συγκρατήσουμε δύο τρία πράγματα από το παράδειγμα της «Βέννας». Η “Βέννα” ως μια άλλη “Παγανή” σε λίγο θα αποτελεί παρελθόν. Παράλληλες «Βέννες» όμως συνεχίζουν να υπάρχουν στα όρια της γειτονιάς μας, της περιοχής μας, της επικράτειας μας. «Βέννες» οι οποίες δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι σε καμία περίπτωση δεν «φιλοξενούν» αλλά «εγκλείουν» ανθρώπους, ανθρώπους όπως αυτούς που περιέγραψα παραπάνω. Όσο κι αν έχουμε αποστασιοποιηθεί από την ιδιότητα μας αυτήν τον τελευταίο καιρό (σημάδι των καιρών; σημάδι της κρίσης;) νομίζω ότι τουλάχιστον μπορούμε να αντιληφθούμε τη βάση της ύπαρξης μας και συνεπώς δεν υπάρχει λόγος να μακρηγορήσω πάνω σε αυτό. 

Ο εγκλεισμός όμως είναι μια έννοια μάλλον περιοριστικά προσδιορισμένη στο νου μας, μια έννοια που παραπέμπει σε εγκληματίες ή ανθρώπους με ψυχικά προβλήματα, μια έννοια έξω και μακριά από εμάς. Ο εγκλεισμός όμως είναι παραπάνω από αυτό. Είναι μια κατάσταση πραγματική αλλά και ψυχολογική, φυσική και πνευματική. Στην περίπτωση των μεταναστών και των προσφύγων, ο εγκλεισμός σημαίνει την φυσική και ψυχική εξόντωση τόσο των φυλασσόμενων όσο και των φυλάκων. Οι άνθρωποι (φύλακες και φυλασσόμενοι) παγιδεύονται ουσιαστικά σε μια δομή, η οποία δεν φαίνεται να εξυπηρετεί τίποτε και κανέναν σκοπό. Πρόκειται για ένα εγκλεισμό μάταιο, επώδυνο και εξουθενωτικό. 

Μάταιο γιατί η «πολιτεία» μας δεν έχει ακόμα βρει τον τρόπο να απελάσει εκείνους που δεν έχουν νομιμοποιητικά έγγραφα παραμονής και δεν εμπίπτουν στις περιπτώσεις εκείνων που χρήζουν προστασίας με βάση τις διεθνείς και εσωτερικές υποχρεώσεις της χώρας μας. 

Επώδυνο γιατί έχει μακροχρόνιες αρνητικές επιδράσεις τόσο στους φυλασσόμενους/κρατούμενους όσο και στο προσωπικό φύλαξης, ψυχολογικές αλλά και φυσικές λόγω των συνθηκών κράτησης. 

Εξουθενωτικό γιατί μεταλλάσσει τους ανθρώπους και τις ιδιότητες τους με τέτοιο τρόπο ώστε να αποδεχτούν μεν την επιβεβλημένη σχέση εξουσίας, υιοθετώντας όμως μια επικίνδυνη για την ανθρώπινη υπόσταση, στρεβλή εικόνα της πραγματικότητας, του εαυτού τους και των Άλλων. Αφενός οι φυλασσόμενοι αντιλαμβάνονται το προσωπικό φύλαξης ως αντίπαλους δυνάστες, ενώ το προσωπικό φύλαξης πλάθει και επιστρατεύει αντιλήψεις ότι οι φυλασσόμενοι, είναι κάτι διαφορετικό από εμάς προκειμένου να αποδεχτεί ότι «άνθρωποι» μπορούν πράγματι να κρατηθούν σε τέτοιες συνθήκες και για τόσο καιρό. Έτσι εξαντλούνται τα όρια όλων όσων αναμειγνύονται στη διαδικασία του εγκλεισμού. Για όσους δε βρίσκονται εντελώς εκτός και μακριά των «τειχών», ο εγκλεισμός είναι αναγκαίος για να χωρίσει τους Άλλους από Εμάς. Μετατρέπεται έτσι σε έναν χώρο εξορίας. Τόσο για τους Άλλους όσο και για τον εαυτό μας, τον οποίο άθελα μας ή εν γνώσει μας μεταφέρουμε εκτός της ποιοτικής «κατηγορίας» Άνθρωπος.

Ας θυμόμαστε την «Βέννα» ως ένα τόπο εξορίας που όμως παρά τις αντίξοες απάνθρωπες συνθήκες κάποιοι, κάποιες στιγμές κατάφεραν να διατηρήσουν μια ποιοτική «κατηγορία» την οποία οι περισσότεροι έχουμε απολέσει.

*Η Ελένη Βεληβασάκη είναι δικηγόρος και μέλος της Νομικής Υπηρεσίας του Ελληνικού Συμβουλίου για τους Πρόσφυγες

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)