to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

9:18 | 28.09.2021

Πολιτική

Η εξέγερση και η σφαγή της Δράμας

Το βράδυ της 28ης προς την 29η Σεπτεμβρίου 1941 η ανατίναξη του εργοστασίου ηλεκτροφωτισμού κοντά στον Αρκαδικό ήταν το σύνθημα για την έναρξη των αντάρτικων επιθέσεων


Το δέντρο της ελευθερίας πολλές φορές ποτίστηκε με αίμα από τον ελληνικό λαό κατά τη διάρκεια επαναστατικών κινημάτων κατά των ξένων δυναστών του. Σήμερα, 70 χρόνια μετά από την Εξέγερση και τη Σφαγή της Δράμας το Σεπτέμβριο του 1941, τιμούμε τη συμβολή του δραμινού λαού στην εθνική αντίσταση με αίμα και αγώνες. Τιμούμε ταυτόχρονα τη μνήμη των άοπλων κατοίκων της πόλης και του νομού μας που εκτελέστηκαν από τους Βούλγαρους φασίστες αλλά και των ένοπλων Δραμινών ανταρτών που σκοτώθηκαν πολεμώντας στα βουνά της περιοχής μας κατά τη διάρκεια της Εξέγερσης. Όλων αυτών που σαν Έλληνες έμαθαν να ζουν ελεύθεροι και να παλεύουν για την ελευθερία τους, όποτε τους τη στερούν ντόπιοι ή ξένοι καταπιεστές. Ποιες όμως ήταν οι συνθήκες που οδήγησαν στην έκρηξη της Εξέγερσης της Δράμας, πώς εξελίχθηκε η Σφαγή της Δράμας που ακολούθησε και ποια θέση κατέχουν τα γεγονότα της Δράμας στην ιστορία της Αντίστασης του ελληνικού λαού;


    Μετά την εισβολή των Γερμανών στην Ελλάδα και την κατάληψη της Δράμας από τους Βουλγάρους τον Απρίλιο του 1941 άρχισε προσπάθεια εκβουλγαρισμού του πληθυσμού της περιοχής μας με σκοπό την ουσιαστική προσάρτησή της στη Βουλγαρία. Λεηλατήθηκαν ναοί και μονές, απελάθηκαν οι Έλληνες ιερείς και λειτουργούσαν Βούλγαροι, επιβλήθηκαν φόροι στον ελληνικό πληθυσμό, εγκαταστάθηκαν Βούλγαροι έποικοι, έκλεισαν τα ελληνικά σχολεία και άνοιξαν βουλγάρικα, η βουλγαρική γλώσσα έγινε υποχρεωτική, αλλάχτηκαν τα ονόματα πόλεων, χωριών και οδών και λόγω τεχνητής έλλειψης τροφίμων άρχισαν οι πιέσεις για να βουλγαρογραφτούν οι Δραμινοί.


    Αυτές οι διώξεις ήδη από τις αρχές της τρίτης κατά τον 20ό αιώνα βουλγαρικής κατοχής της περιοχής μας αναπόφευκτο ήταν να μην αφήσουν ασυγκίνητους τους κατοίκους της, οι οποίοι άρχισαν να συγκεντρώνουν όπλα, τρόφιμα και πυρομαχικά. Περί τα μέσα του καλοκαιριού του 1941 δημιουργήθηκαν ελληνικές αντάρτικες ομάδες αρχικά στην ορεινή περιοχή της Λεκάνης. Λίγο αργότερα στα χωριά του κάμπου της Δράμας πυρήνες του ΚΚΕ που είχαν εμπειρία στις παράνομες οργανώσεις από την περίοδο της δικτατορίας του Μεταξά συνεργάστηκαν με εμπειροπόλεμους αντάρτες που είχαν αγωνιστεί κατά των Τούρκων στον Πόντο και έτσι οργανώθηκαν κρυφά αντάρτικες ομάδες κατά των Βουλγάρων.


    Το βράδυ της 28ης προς την 29η Σεπτεμβρίου 1941 η ανατίναξη του εργοστασίου ηλεκτροφωτισμού κοντά στον Αρκαδικό ήταν το σύνθημα για την έναρξη των αντάρτικων επιθέσεων. Ομάδα Ελλήνων ανταρτών επιτέθηκε σε αποθήκες του βουλγαρικού στρατού, στο στρατόπεδο του Σώματος Εφοδιασμού Πολέμου, και στο Σιδηροδρομικό Σταθμό της Δράμας. Οι επιθέσεις αυτές απέτυχαν λόγω της μικρής αριθμητικής δύναμης αλλά και της έλλειψης στρατιωτικού εξοπλισμού των ανταρτών. Το ίδιο βράδυ αντάρτικες ομάδες επιτέθηκαν σε σταθμούς χωροφυλακής, κοινοτικά καταστήματα και γέφυρες σκοτώνοντας Βούλγαρους χωροφύλακες, προέδρους κοινοτήτων αλλά και Έλληνες συνεργάτες τους σε χωριά και κωμοπόλεις του Νομού Δράμας, στον Άγιο Αθανάσιο, την Αδριανή, το Δοξάτο, την Καλλίφυτο, τον Καλό Αγρό, τα Κουδούνια, τα Κύργια, το Νικηφόρο, την Προσοτσάνη και τη Χωριστή, αλλά και σε ορισμένα χωριά των γειτονικών Νομών Καβάλας και Σερρών. Ο αέρας της ελευθερίας έπνευσε, έστω και για λίγο, στην περιοχή της Δράμας εμψυχώνοντας το αίσθημα των Ελλήνων κατοίκων της. Μετά τις επιθέσεις αυτές όμως και υπό την πίεση του βουλγαρικού στρατού οι αντάρτες μαζί με αμάχους κατέφυγαν στα βουνά. Παρά τη σφοδρή επίθεση των Βουλγάρων με πεζικό και αεροπορία η Προσοτσάνη παρέμεινε ελεύθερη μέχρι τις 30 Σεπτεμβρίου αλλά και τα Κύργια μέχρι τις 3 Οκτωβρίου.


    Τα βουλγαρικά αντίποινα ήταν άμεσα και σκληρά, τόσο στην πόλη όσο και σε πολλά χωριά του Νομού της Δράμας, ανεξάρτητα αν οι κάτοικοί τους συμμετείχαν ή όχι στην Εξέγερση. Στην πόλη της Δράμας από το πρωί της 29ης Σεπτεμβρίου άρχισαν οι αθρόες συλλήψεις αμάχων, οι δολοφονίες στους δρόμους, οι βασανισμοί σε αστυνομικά τμήματα και σε στρατώνες αλλά και οι μαζικές εκτελέσεις. Οι εκτελέσεις αυτές πραγματοποιήθηκαν στην περιοχή του Ινστιτούτου Καπνού, στους πρόποδες του Κορυλόβου, στο δρόμο προς το Μοναστηράκι, πίσω από το Γυμνάσιο Αρρένων, πίσω από το πάρκο των Κομνηνών, στην οδό Μεγάλου Αλεξάνδρου και στη Στενήμαχο. Παράλληλα, αρκετοί αντάρτες σκοτώθηκαν σε μάχες ή συνελήφθησαν και εκτελέστηκαν αργότερα με αποφάσεις βουλγαρικών Στρατοδικείων. Οι βουλγαρικές θηριωδίες στοίχησαν τη ζωή σε εκατοντάδες πολίτες της Δράμας και σε χιλιάδες κατοίκους του Νομού. Για μία ακόμη φορά η μαρτυρική Δράμα, 23 ακριβώς χρόνια μετά την 29η Σεπτεμβρίου 1918, οπότε απελευθερώθηκε από τους Βουλγάρους για δεύτερη φορά, ζούσε τραγικές στιγμές. Για άλλη μία φορά, μετά το Μακεδονικό Αγώνα και την πρώτη βουλγαρική κατοχή του 1912-1913, ο δραμινός λαός πλήρωνε με αίμα τους ένοπλους αγώνες του για να μείνει ελεύθερος και να αντισταθεί στο βουλγαρικό ιμπεριαλισμό.


    Η Εξέγερση της Δράμας όμως λόγω πολιτικών σκοπιμοτήτων χαρακτηρίστηκε προβοκάτσια και ψευτοκίνημα. Οι δύο συκοφαντικές εκδοχές που εκφράστηκαν ήταν ότι οι εξεγερμένοι συνεργάστηκαν συνειδητά με τους Βουλγάρους ή ότι ασυνείδητα χρησιμοποιήθηκαν από αυτούς που γνώριζαν την εκδήλωση του κινήματος. Ας επιχειρήσουμε σύντομα να αποδομήσουμε αυτές τις δύο εκδοχές με βάση ιστορικά γεγονότα και επιχειρήματα αποκαθιστώντας την ιστορική αλήθεια αλλά και την τιμή των Δραμινών ανταρτών. Από τη μία πλευρά, υποστηρίχθηκε ότι επρόκειτο για προβοκάτσια που σκηνοθετήθηκε από τους Βουλγάρους και πραγματοποιήθηκε σε συνεργασία με τους εξεγερμένους για να δοθεί στους κατακτητές της περιοχής μας η ευκαιρία να σφάξουν τον ελληνικό πληθυσμό της. Ποιος ήταν ο εισηγητής αυτής της άποψης περί προβοκάτσιας; Ο Έλληνας γενικός επιθεωρητής νομαρχιών Γενικής Διοικήσεως Μακεδονίας την περίοδο εκείνη, ο συνεργαζόμενος δηλαδή με τους Γερμανούς και τους Βούλγαρους κατακτητές της Μακεδονίας διοικητής της, [ο συνταγματάρχης Αθανάσιος Χρυσοχόου]. Και τι απέγιναν οι Έλληνες τους οποίους κατηγόρησε για συνεργασία με τον κατακτητή; Αρκετοί αντάρτες σκοτώθηκαν σε μάχες ή εκτελέστηκαν από τους Βουλγάρους, ενώ και οι αρχηγοί της Εξέγερσης της Δράμας καταδιωκόμενοι σκοτώθηκαν έξω από την Παλαιοκώμη, στο σημείο όπου έχει ανεγερθεί μνημείο. Κατά συνέπεια, τόσο η αντεθνική στάση του εισηγητή αυτής της άποψης όσο και η τύχη των εξεγερμένων αποδεικνύουν το αβάσιμο της προβοκάτσιας.


    Από την άλλη πλευρά, υποστηρίχθηκε, χωρίς να έχει τεκμηριωθεί από τα βουλγαρικά στρατιωτικά αρχεία, ότι οι βουλγαρικές αρχές γνώριζαν ότι θα εκδηλωθεί κίνημα και το άφησαν να εκδηλωθεί για να στραφούν κατά του ελληνικού πληθυσμού της περιοχής μας. Αν όμως πράγματι υπήρχαν πληροφορίες στους Βουλγάρους για το κίνημα και γνώριζαν τον τόπο και το χρόνο της εκδήλωσής του, πώς εξηγείται το γεγονός ότι οι αμυνόμενοι Βούλγαροι είχαν πολύ περισσότερες απώλειες από τους επιτιθέμενους Έλληνες το βράδυ της Εξέγερσης; Ο αιφνιδιασμός που υπέστησαν οι βουλγαρικοί στόχοι στα χωριά της Δράμας όπου πραγματοποιήθηκαν χτυπήματα από τους αντάρτες αλλά και το γεγονός ότι ο Βούλγαρος νομάρχης της Δράμας τραυματίστηκε το βράδυ εκείνο επειδή μετέβη στο Δοξάτο λόγω της εκεί αντάρτικης επίθεσης αποδεικνύουν ότι οι βουλγαρικές αρχές όχι μόνον δεν σκηνοθέτησαν αλλά και δεν γνώριζαν ότι θα εκδηλωθεί εξέγερση. Από τα παραπάνω ιστορικά δεδομένα προκύπτει ότι το κίνημα του Σεπτεμβρίου του 1941 ήταν μία πατριωτική, ηρωική, αν και όχι άρτια οργανωμένη, πράξη αντίστασης των Δραμινών και όχι ένα σκηνοθετημένο προβοκατόρικο κίνημα εκ μέρους των Βουλγάρων. Η Εξέγερση της Δράμας ήταν μάλιστα το πρώτο στην Ελλάδα και το δεύτερο στην Ευρώπη οργανωμένο αντιστασιακό κίνημα και γι’ αυτό πρέπει να είμαστε περήφανοι που οι Δραμινοί πρωτοστάτησαν στην οργανωμένη Αντίσταση του ελληνικού λαού.
    Εμείς φτιάχναμε αγώνα και πιστεύαμε, ανέφερε ένας αντάρτης της Δράμας. Η πίστη στον αγώνα για την ελευθερία ήταν το Σεπτέμβριο του 1941 το κίνητρο για την επανάσταση στην περιοχή μας. Η Εξέγερση του δραμινού λαού υπήρξε το πρωτοπόρο λαϊκό αντιστασιακό κίνημα στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα του ελληνικού λαού την περίοδο της Κατοχής. Η Σφαγή του δραμινού λαού ήταν μία ακόμη θυσία ανάμεσα στις τόσες πολλές που υπέστησαν οι Έλληνες κατά τους απελευθερωτικούς τους αγώνες διαχρονικά. Τα γεγονότα του Σεπτεμβρίου του 1941 απέδειξαν ότι οι πρωτοπόροι Έλληνες της εθνικής αξιοπρέπειας και ανεξαρτησίας ήταν οι Δραμινοί που βασανίστηκαν και εκτελέστηκαν, αλλά δεν συμβιβάστηκαν, δεν έσκυψαν το κεφάλι, δεν βουλγαρογράφτηκαν. Οι Δραμινοί που πολέμησαν στο βουνό και στην πόλη, στο χωριό και στην κωμόπολη, άοπλοι και ένοπλοι, επιλέγοντας τον αγώνα κατά του κατακτητή και όχι τη συνεργασία μαζί του, προτιμώντας την ελευθερία και όχι τη σκλαβιά. Οι Δραμινοί που έπεσαν θύματα στην άνιση πάλη κατά των Βούλγαρων φασιστών ποτίζοντας με αίμα το δέντρο της ελευθερίας της Ελλάδας από την αρχή της Κατοχής. Αιώνια η μνήμη τους.

Iστορικό σημείωμα για της Σφαγές στη Δράμα, τη Δ.Κ. Χωριστής και τις και τις Τ.Κ. Μοναστηρακίου, Κουδουνίων, Καλού Αγρού, Μυλοποτάμου και Νικοτσάρας.

Η αγάπη για την ελευθερία είναι μία από τις κινητήριες δυνάμεις της ιστορίας. Και αυτή η αγάπη για την ελευθερία πληρώνεται συνήθως ακριβά με αίμα και δάκρυ, με θάνατο και πένθος, με φρίκη και όλεθρο. Με τέτοιο ακριβό τίμημα πλήρωσαν η μαρτυρική Δράμα και η περιοχή της την εξέγερση κατά των βουλγαρικών δυνάμεων κατοχής το βράδυ της 28ης Σεπτεμβρίου του 1941. Οι περισσότεροι από εκείνους που πήραν μέρος στην εξέγερση, την πρώτη αντιστασιακή ενέργεια στη σκλαβωμένη Ελλάδα, ήταν απλοί άνθρωποι από τη Δράμα και τα χωριά της φορτωμένοι με οδυνηρές μνήμες από τις δύο προηγούμενες βουλγαρικές κατοχές του 1912-13 και του 1916-18, άνθρωποι που δεν άντεχαν να βλέπουν τους ίδιους αδίστακτους κατακτητές να σφετερίζονται για τρίτη φορά μέσα σε μισό αιώνα τη γη και τις περιουσίες τους.


Το βράδυ της Κυριακής 28 Σεπτεμβρίου 1941 σε είκοσι δύο συνολικά οικισμούς σημειώθηκαν εξεγέρσεις, κατά τις οποίες σκοτώθηκαν σαρανταεφτά Βούλγαροι και βουλγαρίζοντες. Άνεμος ελευθερίας έπνευσε προς στιγμήν στα χωριά του δραμινού κάμπου, όπου χτύπησαν οι καμπάνες και υψώθηκαν ελληνικές και ερυθρές επαναστατικές σημαίες και το όραμα της ελευθερίας μέθυσε τις καρδιές. Ωστόσο το θαύμα της κατάλυσης της βουλγαρικής κυριαρχίας δεν θα κρατούσε πάνω από μία νύχτα. Από τα ξημερώματα οι εξεγερθέντες άρχισαν να εγκαταλείπουν τις κατοικημένες περιοχές. Πολλοί κάτοικοι πήγαν μαζί τους είτε από ενθουσιασμό είτε από φόβο για επικείμενα αντίποινα. Και πραγματικά «ο Άδης ηκολούθει». Στη Δράμα από τα ξημερώματα της Δευτέρας 29 Σεπτεμβρίου 1941 άρχισαν μαζικές συλλήψεις. Για τους Βουλγάρους όλοι ήταν ένοχοι. Οι καπνεργάτες που πήγαιναν στα καπνομάγαζα, οι μεροκαματιάρηδες που ξεκινούσαν για τις δουλειές τους, οι καταστηματάρχες που άνοιγαν τα μαγαζιά τους, οι χωρικοί που κατέβαιναν για το παζάρι (γινόταν τότε κάθε Δευτέρα), οι κάτοικοι που ήταν κλεισμένοι στα σπίτια τους. Γέμισαν τα στρατόπεδα και οι αστυνομικοί σταθμοί από ανύποπτους πολίτες, που δεν είχαν καμία απολύτως ανάμειξη στα γεγονότα. Την ίδια μέρα άρχισαν αθρόες ομαδικές εκτελέσεις. Πολύ αίμα χύθηκε στην περιοχή του Ινστιτούτου Καπνού, στους πρόποδες του Κορυλόβου, πίσω από το Γυμνάσιο Αρρένων, πίσω από το Πάρκο των Κομνηνών, στην οδό Μεγάλου Αλεξάνδρου και τα νεκροταφεία της Στενημάχου. Σύμφωνα με τις πρόσφατες έρευνες ο συνολικός αριθμός των θυμάτων μόνο μέσα στην πόλη της Δράμας ήταν τουλάχιστον πεντακόσιες εξήντα δύο (562) ψυχές.

Για τη θυσία αυτή η Δράμα χαρακτηρίστηκε ως «μαρτυρική πόλη» με το Π.Δ. 398 (Φ.Ε.Κ. 277/Α΄ /16.12.1998). Ασφαλώς η αποκρουστικότητα ενός εγκλήματος δεν κρίνεται μόνο από τον απόλυτο αριθμό των θυμάτων αλλά και από την αγριότητα και το μίσος εκείνων που το διέπραξαν. Τα βουλγαρικά αντίποινα ήταν ψυχρά και μελετημένα και αποσκοπούσαν όχι μόνο στο να καταπνίξουν την εξέγερση αλλά, κυρίως, στο να καταρρακώσουν το ηθικό των Ελλήνων και να αλλοιώσουν την πληθυσμιακή σύνθεση της Ανατολικής Μακεδονίας εξοντώνοντας ή απομακρύνοντας από τα έδαφη της το ελληνικό στοιχείο και ιδίως το προσφυγικό. Η βουλγαρική μανία επεκτάθηκε πολύ πιο πέρα από τον χώρο εκδήλωσης των εξεγέρσεων. Συνολικά εκατόν δύο χωριά και πόλεις της Ανατολικής Μακεδονίας δοκιμάστηκαν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο. Σημειώθηκαν αεροπορικοί βομβαρδισμοί σε κατοικημένους τόπους με θύματα γυναικόπαιδα και αμάχους. Πραγματοποιήθηκαν ομαδικές και μεμονωμένες εκτελέσεις αθώων ανθρώπων. Πυρπολήθηκαν ολόκληροι οικισμοί. Λεηλατήθηκαν περιουσίες. Βασανίστηκαν εκατοντάδες άντρες και βιάστηκαν πολλές ανυπεράσπιστες γυναίκες. Σε όλη την έκταση του σημερινού Δήμου Δράμας ο αριθμός των θυμάτων ήταν ο εξής:

  • Στη Δ.Κ. Χωριστής, η οποία με το Π.Δ.140 (ΦΕΚ 197/Α’/05.08.2005) χαρακτηρίστηκε ως μαρτυρικό χωριό, εκατόν σαράντα εφτά άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους στη ματωμένη «Γκιόλα» και αλλού. Οι νεκροί αυτοί ήρθαν να προστεθούν στις εξακόσιες είκοσι τρείς απώλειες που είχε η Χωριστή κατά τη δεύτερη βουλγαρική κατοχή (1916-1918).
  • Στην Τ.Κ. Κουδουνίων οι νεκροί ήταν είκοσι πέντε. Οι περισσότεροι από αυτούς κάηκαν μέσα σε αχυρώνα, στον οποίο οι Βούλγαροι τους έκλεισαν προτού τον πυρπολήσουν.
  • Στην Τ.Κ. Καλού Αγρού το τίμημα ήταν είκοσι έξι νεκροί και πολλά σπίτια που καταστράφηκαν.
  • Στην Τ.Κ. Μυλοποτάμου οι νεκροί ήταν εννέα.
  • Από την Τ.Κ. Νικοτσάρα, τέλος, τέσσερις άνθρωποι καταδικάστηκαν σε θάνατο από βουλγαρικό στρατοδικείο και εκτελέστηκαν στη Δράμα ως πρωτεργάτες της εξέγερσης, ένας κάηκε στον αχυρώνα των Κουδουνίων και ένας πνίγηκε στον Στρυμόνα.

Ας είναι αιωνία η μνήμη όλων αυτών που θυσιάστηκαν για να ζούμε εμείς σήμερα ελεύθεροι στον τόπο μας. Η θυσία τους, εκτός από όλα τα υπόλοιπα, μας διδάσκει ότι το μέλλον της ανθρωπότητας και την ευτυχία των παιδιών μας την εξασφαλίζουν αποτελεσματικά μόνο η διαρκής ειρήνη, η ειλικρινής φιλία και η αγαστή συνεργασία μεταξύ των λαών.

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)