to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

12:37 | 26.06.2019

Κοινωνία

Η δικηγόρος Μπέκα Χέλερ που πρωτοστάτησε στην εκπροσώπηση των μουσουλμάνων που παγιδεύτηκαν μετά το διάταγμα Τραμπ

«Θα πρέπει να σταθούμε απέναντι στις διακρίσεις και τους πολιτικούς που τις εκφράζουν», λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η δικηγόρος Μπέκα Χέλερ που πρωτοστάτησε στη νομική εκπροσώπηση των μουσουλμάνων, που παγιδεύτηκαν στις ΗΠΑ, μετά το διάταγμα Τραμπ


[Κεντρική φωτογραφία: John D. & Catherine T. MacArthur Foundation]

Η δικηγόρος Μπέκα Χέλερ έχει συνδέσει το όνομά της με την υποστήριξη των πολιτών που προέρχονταν από μουσουλμανικές χώρες, οι οποίοι είχαν παγιδευτεί στα αμερικανικά αεροδρόμια τον Ιανουάριο του 2017, εξαιτίας της περίφημης ταξιδιωτικής απαγόρευσης του Τραμπ. Με το διάταγμα που έφερε τον τίτλο «Προστατεύοντας το έθνος από την είσοδο αλλοδαπών τρομοκρατών στις Ηνωμένες Πολιτείες» ο Αμερικανός πρόεδρος απαγόρευε την είσοδο στη χώρα σε πολίτες επτά χωρών.

   Η κυρία Χέλερ βρέθηκε στην Αθήνα για να συμμετάσχει στο 8ο διεθνές συνέδριο του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος με θέμα [Untitled] και περιέγραψε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ την περίοδο που δικηγόροι από όλη τη χώρα ένωσαν τις δυνάμεις τους και βρέθηκαν στα αεροδρόμια για να βοηθήσουν τους παγιδευμένους από το διάταγμα του Τραμπ, αλλά και τους κύριους στόχους που έχει θέσει σήμερα για την υποστήριξη των προσφύγων που αναζητούν στις ΗΠΑ ένα ασφαλές καταφύγιο.

   «Την πρώτη μέρα που ο Ντόναλντ Τραμπ ανέλαβε την προεδρία, η απαγόρευση εισόδου διέρρευσε. Ήταν αυτό που έβαλε σε προτεραιότητα περισσότερο από οτιδήποτε άλλο. Είχε πει πολλές φορές κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας ότι ήθελε να απαγορεύσει στους μουσουλμάνους την είσοδό τους στις ΗΠΑ. Ωστόσο, πολλοί προσπάθησαν να αισθανθούν καλύτερα λέγοντας ότι θα ήταν περισσότερο μετριοπαθής ως πρόεδρος. Τελικά το χειρότερο συνέβη πραγματικά αμέσως», θυμάται η Μπέκα Χέλερ.

   Ως συνιδρύτρια και διευθύντρια του International Refugee Assistance Project (IRAP), μιας μη κυβερνητικής οργάνωσης που προσφέρει νομική υποστήριξη στους πρόσφυγες, η νεαρή δικηγόρος και οι συνεργάτες της κλήθηκαν αρχικά να συνδράμουν τους ανθρώπους με τους οποίους δουλεύουν και οι οποίοι προέρχονταν από τις χώρες που είχε στοχοποιήσει ο Τραμπ. Σύντομα κατάλαβαν, όπως περιγράφει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ότι υπήρχαν χιλιάδες άνθρωποι, «στους οποίους υποσχέθηκαν είσοδο στη χώρα και τελικά δεν τους επιτράπηκε η είσοδος και κατά τη γνώμη μου αυτό ήταν παράνομο και παραβίαση του Συντάγματος των ΗΠΑ. Οπότε αποφασίσαμε να αντισταθούμε».

   Μετά την έκδοση της ταξιδιωτικής απαγόρευσης κινητοποιήθηκαν πολλές μη κυβερνητικές οργανώσεις, οι περισσότερες από τις μεγάλες ιδιωτικές νομικές εταιρείες και μεμονωμένοι δικηγόροι, που ήρθαν στα αεροδρόμια για να συνδράμουν τους παγιδευμένους ταξιδιώτες.

   Δεκατρείς ώρες μετά την απαγόρευση το IRAP μαζί με άλλες οργανώσεις κατέθεσαν αγωγή ζητώντας να μην τίθενται υπό κράτηση στα αεροδρόμια οι άνθρωποι στους οποίους οι ΗΠΑ αρνήθηκαν την είσοδο στη χώρα Περίπου 28 ώρες μετά την απαγόρευση η αγωγή κερδήθηκε και 2.100 ταξιδιώτες απελευθερώθηκαν. Με επόμενη αγωγή του ενάντια στην απαγόρευση το IRAP, σε συνεργασία με άλλες οργανώσεις και με την πολιτεία της Χαβάης, κατάφερε να καθυστερήσει την υλοποίηση του διατάγματος, οπότε μπήκαν στη χώρα 21.000 άτομα.

   Η Χέλερ βρισκόταν για τρεις συνεχόμενες ημέρες στο τέρμιναλ 4 του αεροδρομίου JFK της Νέας Υόρκης. «Μεγάλο τμήμα του αεροδρομίου χρειάστηκε να κλείσει εξαιτίας των διαδηλώσεων για την ταξιδιωτική απαγόρευση και οι αρχές άφηναν ανθρώπους να βγουν από το αεροδρόμιο, αλλά όχι να μπουν. Αυτό σήμαινε ότι όλοι όσοι ήμασταν μέσα, είχαμε ουσιαστικά παγιδευτεί εφόσον θέλαμε να συνεχίσουμε να βοηθάμε. Έμεινα τρεις ημέρες στο τέρμιναλ 4 τρώγοντας κέικ και σάντουιτς και δεν κοιμήθηκα για τέσσερις συνεχόμενες ημέρες. Όλα έμοιαζαν πολύ σουρεαλιστικά γιατί γνωρίζαμε ότι αυτό είχε αντίκτυπο σε εθνικό επίπεδο, αλλά στην πραγματικότητα δεν μπορούσαμε να δούμε τίποτα πέρα από την εικόνα αυτού του τέρμιναλ», υπογραμμίζει χαρακτηριστικά.

   Σήμερα το διάταγμα του Τραμπ παραμένει σε ισχύ για έξι χώρες, μετά την οριστική απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου που το χαρακτηρίζει νόμιμο. Η Μπέκα Χέλερ σχολιάζει την ταξιδιωτική απαγόρευση «ως μια πραγματικά κακή εικόνα για τις ΗΠΑ, που ισχυρίζονται ότι βασίζονται στις αρχές της δημοκρατίας και αυτοαποκαλούνται έθνος μεταναστών. Θεωρώ ότι η διεθνής μας θέση έχει τεθεί σε κίνδυνο από την ταξιδιωτική απαγόρευση και τις σχετικές με αυτήν πολιτικές που δεν επιτρέπουν να έρθουν στη χώρα συγκεκριμένες κατηγορίες ανθρώπων. Αυτό δεν αντικατοπτρίζει τις αμερικανικές αξίες».

   Όπως έλεγε, εξάλλου, λίγη ώρα νωρίτερα στην ομιλία της στο πλαίσιο του συνεδρίου του Ιδρύματος Νιάρχος, «εάν οι ηγέτες μιας χώρας λένε κάτι ρατσιστικό, θα πρέπει να σταθούμε απέναντι στις διακρίσεις και να μάθουμε να ψηφίζουμε καλύτερα. Πολλές φορές ο κόσμος δεν μιλάει γιατί είναι πολυάσχολος, αλλά αυτό δεν είναι δικαιολογία».

   Από το Γέιλ στην υποστήριξη προσφύγων

   Το ενδιαφέρον της Μπέκα Χέλερ για τις νομικές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι πρόσφυγες ξεκίνησε κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού της στην Ιορδανία το καλοκαίρι μετά το πρώτο έτος στη Νομική Σχολή του Γέιλ. Κατά την παραμονή της εκεί επισκέφθηκε έξι οικογένειες προσφύγων από το Ιράκ. «Περίμενα οι άνθρωποι να χρειάζονται φαγητό, εκπαίδευση και στέγαση και όντως τα χρειάζονταν, αλλά αυτό που οι περισσότεροι έλεγαν ότι είναι αναγκαίο ήταν η νομική συνδρομή γιατί η βιώσιμη λύση γι' αυτούς δεν είναι να ζουν σε κέντρο φιλοξενίας, αλλά να λάβουν διεθνή αναγνώριση σε μια άλλη χώρα», εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.

   Στην ομιλία της στο συνέδριο του Ιδρύματος Νιάρχος η κυρία Χέλερ ξεκαθάριζε ότι η λέξη «πρόσφυγας» δεν την εκφράζει. «Ο ορισμός δεν έχει επικαιροποιηθεί από το 1951 και για παράδειγμα όσοι φεύγουν από τη χώρα τους εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής δεν θεωρούνται πρόσφυγες». Συμπλήρωσε δε ότι ο όρος που επιλέγει να χρησιμοποιεί είναι «αναγκαστικοί μετανάστες» («fost migrants»).

   Όταν η Χέλερ επέστρεψε στο Γέιλ ίδρυσε μαζί με συμφοιτητές της το IRAP το 2008. Σήμερα η οργάνωση εκπροσωπεί ανθρώπους από περίπου 50 χώρες, οι οποίοι προσπαθούν να βρουν νόμιμες οδούς μετανάστευσης. «Κανείς δεν θέλει να βάλει το παιδί του σε κίνδυνο στη Μεσόγειο ή να πέσει στα χέρια δουλεμπόρων στα σύνορα των ΗΠΑ με το Μεξικό. Θέλουν να μεταναστεύσουν με νόμιμο τρόπο», υπογραμμίζει η ίδια.

   Μεταξύ άλλων η οργάνωση εργάζεται και στα σύνορα των ΗΠΑ με το Μεξικό, όπου η αμερικανική κυβέρνηση παρά τη διεθνή κατακραυγή συνεχίζει «σε μεγάλο βαθμό» να χωρίζει τα παιδιά από τους γονείς τους.

   Οι νόμιμες οδοί που υπάρχουν σήμερα προς τις ΗΠΑ είναι λιγότερες και σε αυτές συγκαταλέγονται η οικογενειακή επανένωση ή η βίζα για τους φοιτητές. Ωστόσο, όπως διευκρινίζει η κυρία Χέλερ, «με την ταξιδιωτική απαγόρευση υποτίθεται ότι θα υπήρχαν εξαιρέσεις, όπως εάν έρθεις ως φοιτητής να σπουδάσεις σε ένα πανεπιστήμιο ή ως υπότροφος του Ιδρύματος Φουλμπράιτ, αλλά συνεχίζουν να απορρίπτουν τους Σύρους ή τους Ιρακινούς φοιτητές από τη βίζα».

   «Υπάρχει λοιπόν το ερώτημα του τι είναι νόμιμο και ποια είναι η πραγματικότητα. Η πραγματικότητα είναι ότι υπάρχουν κάποιες νόμιμες οδοί διαθέσιμες αλλά η διοίκηση των ΗΠΑ θεωρώ ότι παράνομα κλείνει αυτές τις οδούς, παρόλο που σύμφωνα με την αμερικανική και τη διεθνή νομοθεσία είμαστε υποχρεωμένοι να μη στέλνουμε τους ανθρώπους πίσω σε ένα μέρος, όπου θα διωχθούν», τονίζει η ίδια.

   Όπως συμπληρώνει, και στην Ευρώπη πολλές χώρες «δεν δέχονται τους νόμους». «Θα έπρεπε να υπάρξει συμφωνία για το διαμοιρασμό της ευθύνης μεταξύ των χωρών για τη φιλοξενία των προσφύγων και πολλές χώρες δεν κάνουν αυτό που θα έπρεπε. Έτσι, υπάρχουν χώρες όπως η Ελλάδα, που εξαιτίας της γεωγραφίας τους φιλοξενούν τεράστια αναλογία προσφύγων και δεν έχουν την υποστήριξη που θα έπρεπε σύμφωνα με την ευρωπαϊκή νομοθεσία. Για μένα αυτό είναι παραβίαση του νόμου», εξηγεί.

   Η οργάνωση IRAP έχει στρέψει το ενδιαφέρον της κυρίως στην οικογενειακή επανένωση, για να συνδεθούν και πάλι οι οικογένειες που χωρίστηκαν από τον πόλεμο. «Θέλουμε να βεβαιωθούμε ότι οι οικογένειες μπορούν να είναι μαζί, ότι δεν διαχωρίζονται επίτηδες στα σύνορα ή κατά λάθος στο ταξίδι τους και επίσης ότι όταν κάποιος τα καταφέρει και βρει έναν ασφαλή προορισμό, να μπορεί να έχει και την οικογένειά του μαζί», παρατηρεί η Χέλερ.

   Για την ίδια, στοίχημα αποτελεί και η υποστήριξη γυναικών από χώρες της Μέσης Ανατολής, στις οποίες δεν έχουν δικαίωμα επιμέλειας των παιδιών τους. «Συχνά για να αποδράσουν από τον βίαιο σύζυγό τους πρέπει να φύγουν χωρίς τα παιδιά τους. Και έτσι έρχονται στις ΗΠΑ, μια χώρα όπου μπορούν να έχουν το δικαίωμα κηδεμονίας, και προσπαθούμε να φέρουμε τα παιδιά τους απομακρύνοντάς τα από το βίαιο περιβάλλον ώστε να είναι μαζί με τη μητέρα τους», λέει και προσθέτει: «Αυτό είναι που σκέφτομαι πολύ έντονα, την ιδέα ότι μόνο επειδή είσαι γυναίκα πρέπει να διαλέξεις μεταξύ του να έχεις τα παιδιά σου μαζί σου ή να έχεις τη δική σου προσωπική ασφάλεια».

   *Για το έργο της η Μπέκα Χέλερ έχει λάβει πλήθος διακρίσεων και υποτροφιών, μεταξύ των οποίων το ετήσιο βραβείο «Citizen Diplomat of the Year» του περιοδικού «Foreign Policy», το οποίο απονέμεται σε ηγέτες, πολιτικούς και ακτιβιστές με μεγάλη συμβολή στις διεθνείς σχέσεις. Επίσης, είχε ονομαστεί «Πρεσβευτής της Συνόδου Κορυφής των Γυναικών» από το Politico και μία από τους διαμορφωτές αλλαγής «30 κάτω των 30» του δημοσιογραφικού οργανισμού «Christian Science Monitor».

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)