to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

Η απόφαση του ΣτΕ για το μισθολόγιο των ΑΕΙ

Πριν λίγες μέρες (7/10/2022) εκδόθηκε η απόφαση 1912/2022 της Ολομέλειας του ΣτΕ σε συνέχεια προδικαστικού ερωτήματος που είχε υποβληθεί από το Διοικητικό Πρωτοδικείο Πειραιά. Με την απόφαση αυτή κρίθηκαν αντισυνταγματικές οι διατάξεις των άρθρων 128-131 καθώς και του άρθρου 155 του ν.4472 με τις οποίες το 2017 θεσπίστηκε νέο ειδικό μισθολόγιο για τους πανεπιστημιακούς, το οποίο ισχύει ως σήμερα.


Καθώς η απόφαση αυτή έχει ήδη αρχίσει να σχολιάζεται στη δημόσια σφαίρα και δεδομένου ότι συνδέεται άρρηκτα με τις δραστικές περικοπές του 2012 αλλά και με τη διαπίστωση ότι οι Έλληνες πανεπιστημιακοί είναι ανάμεσα στους πιο κακοπληρωμένους στην ΕΕ, θεωρούμε σκόπιμο να επισημάνουμε τα εξής :

1. Ο ν.4472/2017 δεν ήταν αυτός που επέφερε μειώσεις στα πανεπιστημιακά μισθολόγια. Αντιθέτως, επέφερε αυξήσεις στις μεικτές αποδοχές ενώ στις περισσότερες περιπτώσεις οι καθαρές αποδοχές έμειναν στα ίδια περίπου επίπεδα. Είναι ελάχιστες οι περιπτώσεις όπου προκλήθηκαν κάποιες μικρές μειώσεις όπως π.χ. σε πρωτοβάθμιους καθηγητές με πάρα πολλά χρόνια υπηρεσίας λόγω της αντικατάστασης του χρονοεπιδόματος από τα μισθολογικά κλιμάκια (βλ. και σημείο 7).

2. Οι μειώσεις των αποδοχών των πανεπιστημιακών ανάγονται στις μνημονιακές περικοπές του 2012 (ν.4093/2012 ή αλλιώς «Μεσοπρόθεσμο 2013-2016»). Οι μειώσεις εκείνες ήταν πάρα πολύ μεγάλες, τόσο για πανεπιστημιακούς αλλά και για όλα τα άλλα ειδικά μισθολόγια όπως επίσης και για το σύνολο των εργαζομένων στον δημόσιο τομέα.

3. Οι μειώσεις που υπέστησαν οι πανεπιστημιακοί στα μισθολόγια τους το 2012 κρίθηκαν αρχικά αντισυνταγματικές ήδη από το 2014 με παλαιότερη απόφαση του ΣτΕ, την απόφαση 4741/2014. Είναι αδιαμφισβήτητα εκείνες οι μειώσεις του 2012, και μόνον εκείνες, που ευθύνονται για τη δυσαρμονία που διαπιστώνει το ΣτΕ με τις δύο αποφάσεις του.

4. Η προσφυγή κατά του ν.4472/2017 δεν έγινε επειδή επέφερε περικοπές αλλά επειδή δεν αποκατέστησε τις αποδοχές σε επίπεδα που συνάδουν με την αρχή της ιδιαίτερης μισθολογικής μεταχείρισης που υπαγορεύει το λειτούργημα του πανεπιστημιακού, δηλαδή σε επίπεδα αντίστοιχα με αυτά που ίσχυαν προ των περικοπών του 2012. Σύμφωνα με το ΣτΕ οι διατάξεις του ειδικού μισθολογίου του 2017 δεν είναι αντισυνταγματικές επειδή επέφεραν περικοπές αλλά διότι «..αντίκεινται στο άρθρο 16 του Συντάγματος και την απορρέουσα από αυτό αρχή της ιδιαίτερης μισθολογικής μεταχείρισής τους» (ΣτΕ Ολομ. 1912/2022).

5. Η προσφυγή κατά του ν.4472/2017 συνδέεται με το γεγονός ότι η προηγούμενη απόφαση του ΣτΕ (4741/2014) είχε καταστεί ανεδαφική αφού με τον ν.4472/2017 η Βουλή ψήφισε νέο ειδικό μισθολόγιο. Ουσιαστικά, με την τελευταία του απόφαση, το ΣτΕ κρίνει ότι το ειδικό μισθολόγιο του 2017 ναι μεν δεν επέφερε περικοπές, όμως δεν αποκατέστησε τις αποδοχές σε ύψος που να ικανοποιεί την απορρέουσα από το άρθρο 16 του Συντάγματος αρχή της ιδιαίτερης μισθολογικής μεταχείρισης.

6. Είναι γνωστό ότι η ψήφιση νέων ειδικών μισθολογίων, αλλά και νέου ενιαίου μισθολογίου για τους δημοσίους υπαλλήλους, ήταν μνημονιακή υποχρέωση της περιόδου 2016-2018. Στο σημερινό βέβαια πλαίσιο είναι σαφές ότι οι πολιτικές αποφάσεις δεν περιορίζονται πλέον ούτε από μνημονιακές υποχρεώσεις ούτε από καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας. Πολλώ δε μάλλον όταν οι τότε επικρατούσες, εξαιρετικά δυσμενείς, δημοσιονομικές συνθήκες αποτελούσαν παράμετρο στάθμισης των αποφάσεων του ΣτΕ σε σχέση με το χρονικό εύρος των αναδρομικών (βλ. και σημείο 8).

7. Παρά τους μνημονιακούς περιορισμούς, ο ν.4472/2017 ήταν ο πρώτος που ικανοποίησε ένα πάγιο και χρονίζον αίτημα του πανεπιστημιακού κλάδου που δεν ήταν άλλο από την κατάργηση του επιδοματικού χαρακτήρα των προηγούμενων μισθολογίων. Ως το 2017 εκτός από το βασικό μισθό οι αποδοχές των ΔΕΠ περιλάμβαναν τέσσερα επιδόματα: χρονοεπίδομα, επίδομα διδακτικής προετοιμασίας, πάγια αποζημίωση βιβλιοθήκης και το ειδικό ερευνητικό επίδομα. Με το ειδικό μισθολόγιο του 2017 σημειώθηκε λοιπόν μια σημαντική νίκη: ως επίδομα παρέμεινε μόνο το επίδομα διδακτικής προετοιμασίας και όλα τα υπόλοιπα επιδόματα ενσωματώθηκαν στο βασικό μισθό. Ακόμα και το χρονοεπίδομα ενσωματώθηκε στο βασικό μισθό με την μετατροπή του σε μισθολογικό κλιμάκιο. Η ενσωμάτωση των τριών από τα τέσσερα επιδόματα είναι επωφελής διότι: α) βελτιώνεται το επίπεδο των συντάξεων καθώς διευρύνεται η βάση υπολογισμού των συντάξιμων αποδοχών, και β) σε περίπτωση αυξήσεων μεγαλώνει το απόλυτο μέγεθος της μισθολογικής αύξησης καθώς αυτές είναι ποσοστό που υπολογίζεται πάνω στον βασικό μισθό.

8. Τέλος, υπενθυμίζουμε ότι το 2018 με τις προβλέψεις του άρθρου 12 του ν.4575 η κυβέρνηση έσπευσε να συμμορφωθεί με την απόφαση 4741/2014 του ΣτΕ και κατέβαλε εφάπαξ τα ποσά που αναλογούσαν για το 2015 και 2016 σε όσες και όσους είχαν προσφύγει μετά την έκδοση της απόφασης 4741 του 2014 (πλην των ελάχιστων πανεπιστημιακών που είχαν προσφύγει νωρίτερα προκαλώντας την απόφαση 4741/2014 του ΣτΕ κατά των περικοπών του 2012 οι οποίοι έλαβαν αναδρομικά για όλη την περίοδο 2012-2016). Κατά συνέπεια, δυστυχώς, η απόφαση 4741/2014 του ΣτΕ δεν άφηνε περιθώρια αναδρομικότητας και για την περίοδο 2012-2014 για τα ΔΕΠ που προσέφυγαν μετά το 2014. Η ρύθμιση αυτή επιβεβαιώθηκε με νεώτερη απόφαση του ΣτΕ, την 798/2021, με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση ακυρώσεως της Κοινής Υπουργικής Απόφασης με την οποία καταβλήθηκαν μόνο τα ποσά για τα έτη 2015 και 2016 και όχι τα ποσά για την περίοδο από τον Οκτώβριο του 2013 ως τον Δεκέμβριο του 2014.

Στις σημερινές όμως συνθήκες, μετά δηλαδή την έξοδο όχι μόνο από την μνημονιακή επιτήρηση αλλά και από το καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας, δεν υφίστανται πλέον οι λόγοι εκείνοι που για το ΣτΕ δικαιολογούσαν τον χρονικό περιορισμό των αναδρομικών. Κατά συνέπεια, είναι παρωχημένο το σκεπτικό σύμφωνα με το οποίο, «Η νομοθετική ρύθμιση αυτή του περιορισμού των χορηγούμενων αναδρομικών ποσών […] δικαιολογείται επαρκώς από λόγους διαφύλαξης της δημοσιονομικής σταθερότητας, δηλαδή από σοβαρούς λόγους δημοσίου συμφέροντος» (ΣτΕ Ολομ. 798/2021). Το σκεπτικό αυτό έχει εκ των πραγμάτων σχετικοποιηθεί από τις εξελίξεις που οδήγησαν στην έξοδο της χώρας από τα μνημόνια και την εποπτεία.

Με αυτά τα δεδομένα, η κυβέρνηση θα πρέπει άμεσα όχι μόνο να συμμορφωθεί με την απόφαση 1912/2022 της Ολομέλειας του ΣτΕ και να προχωρήσει στην απόδοση των αναδρομικών που αναλογούν αλλά και να αποκαταστήσει την αρμονία του μισθολογίου των πανεπιστημιακών με την απορρέουσα από το άρθρο 16 του Συντάγματος αρχή της ιδιαίτερης μισθολογικής μεταχείρισης τους δεδομένου ότι πλέον δεν υφίστανται οι έκτακτοι περιοριστικοί λόγοι της προηγούμενης περιόδου. Αυτό συνεπάγεται ένα νέο ειδικό μισθολόγιο που, κατ’ ελάχιστον, θα αποκαθιστά τις αδικίες του 2012. Σήμερα δεν υπάρχουν πλέον θεσμικές δεσμεύσεις περιορισμού των μισθολογίων, σήμερα είναι περισσότερο από ποτέ αναγκαίο να αυξηθούν οι μισθοί όλων των κατηγοριών διδασκόντων στο πανεπιστήμιο. Πανεπιστήμιο με κακοπληρωμένους, σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, διδάσκοντες είναι δύσκολο να υπάρξει. Οι επιλογές και η ευθύνη βρίσκονται στα χέρια της κυβέρνησης.

*Ο Ηλίας Γεωργαντάς διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Κρήτης και ο Γιώργος Αγγελόπουλος στο ΑΠΘ.

Δημοσιεύτηκε στην ΑΥΓΗ, 

tags: άρθρα

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)