to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

Χρυσή Αυγή: από την εκλογική ανάδυση στην πολιτική (και ποινική) καταδίκη

Η εγκληματική δράση της Χρυσής Αυγής ως νεοναζιστικής οργάνωσης χρονολογείται ουσιαστικά από τη δεκαετία του 1990


Η εγκληματική δράση της Χρυσής Αυγής ως νεοναζιστικής οργάνωσης χρονολογείται ουσιαστικά από τη δεκαετία του 1990. Η εκλογική υπόστασή της όμως ως πολιτικού κόμματος με ουσιαστική εκλογική απήχηση έχει την αφετηρία της στις δημοτικές εκλογές της Αθήνας το 2010, όταν έλαβε 5,3% επιτυγχάνοντας την είσοδο του Ν. Μιχαλολιάκου στο Δημοτικό Συμβούλιο. Αποτυπώθηκε τότε ως ένα φαινόμενο σχεδόν αποκλειστικά συνδεδεμένο με το ζήτημα των μεταναστών, όπως προκύπτει και από τον εντοπισμό της εκλογικής της επιρροής κυρίως σε Πατήσια-Κυψέλη, με επίκεντρο τη συνοικία του Αγ. Παντελεήμονα και με τον πυρήνα εκείνων των πρώτων ψηφοφόρων της να προέρχεται κυρίως από την τότε εκλογική βάση του ΛΑΟΣ του Γ. Καρατζαφέρη.

Παρόλα αυτά, το εν λόγω εκλογικό αποτέλεσμα γρήγορα αποδείχθηκε ότι συνιστούσε ένα πρόδρομο σύμπτωμα της οικονομικής (και σύντομα κοινωνικής) κρίσης, προτού καν αυτή μετατραπεί σε πολιτική, με τη δυναμική της Χρ. Αυγής να προσλαμβάνει ευρύτερες διαστάσεις το 2012 (με ποσοστά περίπου 7% και πάνω από 420.000 ψήφους), συνιστώντας μία από τις πιο τρανταχτές ρωγμές του διπλού εκλογικού σεισμού εκείνης της χρονιάς.

 

Εκλογικά ρεύματα

Όπως φαίνεται και από την γεωγραφία εκείνων των πρώτων καταγραφών, η δυναμική της Χρυσής Αυγής συγκροτούταν από τρία διακριτά σχεδόν εκλογικά ρεύματα: ένα ιδεολογικό ακροδεξιό με ιστορικό βάθος (π.χ. Λακωνία και συνολικά Πελοπόννησος ή αργότερα η Μακεδονία), ένα πιο πρόσφατο περισσότερο αποϊδεολογικοποιημένο (σε περιοχές όπως η Στ. Ελλάδα), αλλά και ένα τρίτο με πιο έντονα τα χαρακτηριστικά της κοινωνικής διαμαρτυρίας απέναντι στην οικονομική κρίση, στρεφόμενο τιμωρητικά έναντι του παραδοσιακού πολιτικού συστήματος. Το τρίτο ήταν ιδιαίτερα εμφανές σε περιοχές της πρωτεύουσας, όπως η Δυτική Αττική και ακόμα περισσότερο η Β’ Πειραιά, περιφέρεια με βαρομετρική σημασία, αφού άλλωστε στην πορεία συνδέθηκε και με τα κυριότερα περιστατικά της εγκληματικής δράσης της οργάνωσης. Ειδικά στο Πέραμα, στην καρδιά της ναυπηγοεπισκευαστικής ζώνης, ο έλεγχος της οποίας αποτέλεσε κρίσιμο στόχο για την οργάνωση, η Χρυσή Αυγή σε όλες τις αναμετρήσεις σημείωνε σταθερά το υψηλότερο ποσοστό της στο Λεκανοπέδιο, ενώ το ανώτερό της στην Αττική εντοπιζόταν στον Δ. Ασπροπύργου.

Τα παραπάνω ρεύματα αντιστοιχούσαν σε γενικές γραμμές στα ισάριθμα κόμματα από διαρροές των οποίων συντίθετο η αρχική εκλογική βάση της Χρυσής Αυγής: περίπου κατά 40% από τη ΝΔ, κατά 20% από το ΛΑΟΣ, αλλά και κατά 20%-25% από το ΠΑΣΟΚ. Η πολιτική μάλιστα προέλευση από τα τρία αυτά κόμματα που συγκρότησαν την κυβέρνηση Λ. Παπαδήμου, τοποθετούσαν τη Χρυσή Αυγή σχεδόν αυτόματα στο (ούτως ή άλλως ετερόκλητο) αντιμνημονιακό μπλοκ, παρά τη συχνά επαμφοτερίζουσα στάση της σε πολλά –ακόμα και κομβικά- επιμέρους αιτήματά του.

Τέλος, κατά ένα 15-20%, σχεδόν σταθερά, η εκλογική της δύναμη αποτελούταν από νεότερους ψηφοφόρους ηλικίας κάτω των 25 ετών, πολλοί από τους οποίους ψήφιζαν για πρώτη φορά μετά το 2012, στην πλειοψηφία τους (2 προς 1) άνδρες, με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο (δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης). Χαρακτηριστικά στους άνδρες κάτω των 25 ετών, η Χρυσή Αυγή έλαβε 9% ακόμα και στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές τους 2019.

 

Το πρώτο εκλογικό ρήγμα

Ωστόσο, ακόμα και η εγκληματική δράση της οργάνωσης, με κορυφαίο παράδειγμα τη δολοφονία του Π. Φύσσα στο Κερατσίνι (18.9.2013), και οι συνακόλουθες διώξεις της ηγετικής της ομάδας, δεν φάνηκε να την οδηγεί σε άμεσο εκλογική συρρίκνωση. Αντιθέτως, η κορυφαία εκλογική της καταγραφή σημειώθηκε στις Ευρωεκλογές του 2014, με ποσοστό 9,4% και την περαιτέρω διεύρυνση του εκλογικού της ακροατηρίου (540.000 ψήφοι), που αποδείχθηκε ιδιαίτερα συντεταγμένο και στις αυτοδιοικητικές εκλογές εκείνων των ημερών. Έτσι, το πρώτο σημαντικό ρήγμα στην εκλογική της επιρροή επήλθε τον Ιανουάριο του 2015. Αν και το τελικό ποσοστό της παρέμεινε στα επίπεδα του 6,3%, ενόψει της επερχόμενης κυβερνητικής αλλαγής παρατηρήθηκε μία διπλή διαρροή αφενός δεξιού-αντιαριστερού και αφετέρου αντιμνημονιακού χαρακτήρα, τροφοδοτώντας αντίστοιχα τη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ σε σχεδόν ισοδύναμα ποσοστά και ενισχύοντας εκλογικά το ακροδεξιό και ξενοφοβικό της αποτύπωμα. Χαρακτηριστική ήταν η άνοδος των ποσοστών της το Σεπτέμβριο του 2015 (όπου η συνολική της δύναμη επανήλθε στο 7%) κατά 2 περίπου μονάδες στο Βόρειο και Νότιο Αιγαίο, με αφορμή το ξέσπασμα του προσφυγικού, όταν μέχρι τότε στον νησιωτικό χώρο κατέγραφε τις χαμηλότερες επιδόσεις της.

Πρέπει παρόλα αυτά να σημειωθεί ότι στο Δημοψήφισμα που μεσολάβησε τον Ιούλιο του 2015, όταν το σύνολο των εκλογικών δυνάμεων του αντιμνημονιακού μπλόκ αθροίστηκε, στους προαναφερθέντες δήμους Ασπροπύργου και Περάματος καταγράφηκαν οι δύο κορυφαίες επιδόσεις του «όχι» σε Αττική και Λεκανοπέδιο αντίστοιχα (79,2% και 76,6%), στοιχείο που αποτελεί ένδειξη ότι η κοινωνική δυσαρέσκεια την οποία γέννησε η οικονομική κρίση, τροφοδοτώντας και την Χρυσή Αυγή, σε αρκετές περιπτώσεις υπερέβαινε τον παραδοσιακό ιδεολογικό διαχωρισμό Αριστερά-Δεξιά.

Το νέο διαιρετικό τοπίο

Εντούτοις, ό,τι δεν συνέβη με την έξαρση της εγκληματικής δράσης της Χρυσής Αυγής το 2013, συνέβη με την έναρξη και εξέλιξη της δίκης της, οδηγώντας στον περιορισμό των δυναμικών κινήσεών και την δράση των ταγμάτων εφόδου, αλλά και τη γενικότερη αλλαγή της μορφής της πολιτικής διαμάχης. Άλλωστε, η υποχώρηση των αντιμνημονιακών κηρυγμάτων (αλλά και η αποτελεσματική δημοσιονομική διαχείριση από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ), σε συνδυασμό και με την υπογραφή της Συμφωνίας των Πρεσπών, μετέστρεψε οριστικά τον κομματικό ανταγωνισμό από τη διαχωριστική γραμμή του Μνημόνιο-Αντιμνημόνιο σε αντιθέσεις εγγύτερες στην παραδοσιακή διαίρεση Αριστεράς-Δεξιάς.

Αυτό το νέο διαιρετικό τοπίο ήταν λογικό να οδηγήσει στην υποχώρηση της επιρροής της Χρυσής Αυγής στο 4,9% στις Ευρωεκλογές του 2019, ωθώντας τις αρχικές διαρροές της (όπως και εκείνες των ΑΝΕΛ) κατά 15% περίπου προς τη ΝΔ, ενώ ένα ισοδύναμο ρεύμα μετεστράφη προς την Ελληνική Λύση του Κ. Βελόπουλου, το μόνο ίσως πολιτικό κόμμα το οποίο έδειξε να εισπράττει προνομιακά την εκλογική διαμαρτυρία για το Μακεδονικό. Οι διαρροές άλλωστε προς τη ΝΔ αποτυπώθηκαν ακόμα πιο έντονα στις Περιφερειακές εκλογές της ίδια ημέρας, όπου το 25% των ψηφοφόρων της Χρυσής Αυγής στις Ευρωεκλογές επέλεξαν τους υποψηφίους της ΝΔ (με τη ροή αυτή μάλιστα να υπερβαίνει το 50% σε Κ. Μακεδονία, Δυτ. Μακεδονία, Ήπειρο και Θεσσαλία).

Ωστόσο, το γενικότερο πλειοψηφικό ρεύμα της ΝΔ στις Ευρωεκλογές, με το παράλληλο αντιΣΥΡΙΖΑ κλίμα που είχε διαμορφωθεί, ειδικά για το κεντροδεξιό υποσύστημα του ιδεολογικού άξονα, ήταν λογικό να οδηγήσει σχεδόν αμέσως στην διεύρυνση της διαρροής των ψήφων της Χρυσής Αυγής προς τη ΝΔ, όπως φάνηκε ήδη από τον Β’ Γύρο των Περιφερειακών εκλογών, όπου η μισή της περίπου εναπομείνασα εκλογική βάση υποστήριξε τους υποψηφίους της ΝΔ σε Δυτ. Ελλάδα, Ιόνιο και Πελοπόννησο, συμβάλλοντας στην τελική επικράτησή τους. Εν τέλει η αρχική διαρροή των Ευρωεκλογών φάνηκε να διπλασιάζεται στις βουλευτικές εκλογές του Ιουλίου, με τη ΝΔ συνολικά να αντλεί σχεδόν το 35% των ψηφοφόρων της Χρ. Αυγής του 2015 (περίπου 2% επί του συνόλου των εγκύρων), οδηγώντας την οριακά εκτός βουλής, με ποσοστό 2,93% (κατά 3.866 ψήφους λιγότερες από το φράγμα το 3%), αποτέλεσμα που συνιστά σαφώς και την εκλογική καταδίκη της. Ενδεικτικό άλλωστε της έκτασης αυτής της εκλογικής μετακίνησης, είναι το γεγονός ότι στα πρώην ισχυρότερα προπύργια της Χρυσής Αυγής εντοπίζονται και τα κυριότερα παραδείγματα όπου τα ποσοστά της ΝΔ υπερέβησαν ακόμα και εκείνα του «ναι» στο Δημοψήφισμα, με χαρακτηριστικότερη την περίπτωση του Περάματος (32,2% έναντι 23,4% αντίστοιχα).

 

Προμήνυμα

Βέβαια, η απορρόφηση της Χρυσής Αυγής από τη ΝΔ δεν πρέπει να ερμηνευθεί πολιτικά μονοσήμαντα, αλλά στο πλαίσιο μιας γενικότερης αμφίπλευρης διεύρυνσης της τελευταίας σε ένα ευρύτερο φάσμα από τις παρυφές της Κεντροαριστεράς μέχρι την Άκρα Δεξιά, αφού αντίστοιχα διπλασιασμένες σε σχέση με τις Ευρωεκλογές υπήρξαν όλες οι ροές των μικρότερων πρώην κοινοβουλευτικών κομμάτων προς αυτήν (ΑΝΕΛ, ΠΟΤΑΜΙ, ΕΚ). Αποτελεί όμως ένα προμήνυμα ότι η ΝΔ μαζί με την Ελληνική Λύση θα αποτελέσουν μάλλον και τους βασικούς διεκδικητές των εναπομείναντων ψηφοφόρων της Άκρας Δεξιάς.

Η εκλογική καταδίκη της Χρυσής Αυγής δημιούργησε έτσι τις προϋποθέσεις για τη συγκρότηση ενός ευρέος πολιτικού μετώπου (από τη ΝΔ έως την κομμουνιστική Αριστερά) εναντίον της, ενόψει της δικαστικής απόφασης, ολοκληρώνοντας την πολιτική της καταδίκη και επιζητώντας την ποινική. Και παρά το ότι οι ακροδεξιές αντιλήψεις παραμένουν ακόμα υπαρκτές στην ελληνική κοινωνία, μια οριστική καταδίκη, πέρα από την απόδοση της δικαιοσύνης, δεν γίνεται παρά να λειτουργήσει παραδειγματικά ως προς μελλοντικούς επίδοξους μιμητές την Χρυσής Αυγής.

*Ο Π. Κουστένης είναι διδάκτορας Πολιτικής Επιστήμης

tags: άρθρα

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)