to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

Χρονοβόρα ταξίδια πολιτισμού

Τι ωραίο θα ήταν, όμως, να εξασφαλίζουμε σε ατομικό αλλά και σε κοινωνικό επίπεδο την απόλαυση που χαρίζουν η γνώση, η τέχνη και η σπουδή, μακριά από τη βιασύνη της μαζικής κατανάλωσης των «τελευταίων αφίξεων» σε υλικά και άυλα αγαθά


Πόσους αιώνες πρέπει να ταξιδέψει ένα καπέλο για να φτάσει από τη Σαγκάη στο Παρίσι; Πολλούς. Νομίζω γύρω στους δέκα. Χίλια χρόνια! Το περίτεχνο καπέλο που αγάπησαν οι γυναίκες στης Σαγκάης, με τα χρόνια, φορέθηκε και σε μια κοντινή πόλη. Και σε μια επαρχία στη συνέχεια, πιο 'κεί. Κι έκανε αιώνες να περάσει τα σύνορα της αχανούς Κίνας για να πάει, μέσω Ινδίας ίσως, στο Αφγανιστάν κι από 'κεί στην Περσία.

Ζώντας στην Ελλάδα της παρατεταμένης κρίσης, βιώνοντας καθημερινά την αδυναμία κάλυψης βασικών μας αναγκών, παρακολουθούμε την ανεπίκαιρη προσπάθεια των διαμορφωτών του γούστου και των αναγκών μας να επιβάλλουν το παιχνίδι τους. Γρήγορη παραγωγή, γρήγορη κατανάλωση, μεγάλο κέρδος

Παντού άρεσε το καπέλο. Και σε κάθε τόπο κάτι άλλαζε στην εμφάνισή του. Κάτι πρόσθεταν ή αφαιρούσαν οι καλφάδες, που το έφτιαχναν σύμφωνα με τις ανάγκες, το κλίμα και την κουλτούρα του κάθε τόπου. Έτσι, συνεχίζοντας το μακραίωνο ταξίδι του, κατέληξε στο Παρίσι αλλαγμένο, προσαρμοσμένο, αλλά κρατώντας πάντα την αρχική του γραμμή και γοητεία.

Στην πόλη της μόδας το παρέλαβαν οι μαιτρ του είδους και, αφού έβαλαν και τη δική τους πινελιά, το παρέδωσαν στον δυτικό κόσμο ως μόδα, που δεν επιδέχεται πια αλλαγές και προσαρμογές. Και στο Παρίσι και στο Βερολίνο και στη Νέα Υόρκη το ίδιο καπέλο θα φοριόταν.

Πώς γίνεται να ξεκινά ένα τραγούδι από το Χαλέπι της Συρίας με λόγια αραβικά και τον μουσικό τρόπο που κληροδότησαν οι Έλληνες και οι Πέρσες στην ανθρωπότητα και να γίνεται στη Μικρά Ασία ρωμαίικο τραγούδι; Να στρέφεται ελαφρώς στα καθ' ημάς η μουσική και ο στίχος να μιλά σε κάποια μάτια λέγοντάς τους «Σαν πας στα ξένα / πάρε και μένα / πάρε και μένα για συντροφιά». Από τη Μικρασία να κατεβαίνει στη Κρήτη, να γίνεται «Χαλεπιανός μανές» και να ντύνεται με απαράμιλλου κάλλους στίχους, όπως: «...κι αν εμου πούνε για χαρές / εγώ δε τσι γνωρίζω / τα βάσανά μου χαίρομαι / τσι πίκρες μου γλεντίζω...». Τέλος από την Κρήτη ανεβαίνει στο Αιγαίο και δίνει υλικό στα τραγούδια του, με πιο χαρακτηριστικό το απεραθίτικο «Έρι έρι».

Πριν από πόσες χιλιάδες χρόνια ξεκίνησε από την Κίνα πάλι το Θέατρο Σκιών για να έρθει σε μας μέσω Τουρκίας και να γίνει ο δικός μας, ο αγαπημένος μας εαυτός, ο Καραγκιόζης; Πόσος χρόνος πέρασε ώς που να τον προσαρμόσουμε στα καθ' ημάς, να του συμπληρώσουμε τον θίασο των Πασάδων και Χατζηαβάτηδων με Μπαρμπα-Γιώργο, Σταύρακα, Ζακυνθινό και Μορφονιό, να τον προικίσουμε με Αγλαΐα και κολλητήρια και να τον βάλουμε να διακωμωδήσει τον πόνο μας. Έντονο το τούρκικο χρώμα του, αφού η τελευταία στάση του ήταν η Τουρκία. Εμείς τον παραλάβαμε απλώς επεξεργασμένο από εκεί για να του βάλουμε τα δικά μας χαρακτηριστικά.

Ο καραγκιόζης λοιπόν ως Θέατρο Σκιών είναι και ελληνικός και τούρκικος και πέρσικος και κινέζικος. Είναι το μεγάλο ταξίδι που έκανε για να φτάσει ώς εμάς. Είναι όλα αυτά που μας έφερε από όπου κι αν πέρασε. Από όπου τον αγάπησαν και τον φόρτωσαν με τα δικά τους καλούδια ο κάθε τόπος και λαός που συνάντησε στην πορεία του.

Η ανθρωπότητα πάσχισε να κάνει τα πράγματα πιο εύκολα για τον άνθρωπο. Γρήγορα και μαζικά. Οι πληροφορίες, οι μόδες, οι τέχνες δεν χρειάζεται πια να ταξιδέψουν από χωρίου εις χωρίον για να φτάσουν κάπου μετά από αιώνες. Τώρα σε χρόνο παρόντα, τη στιγμή της γέννησής τους σχεδόν, έχουμε τα δημιουργήματα του ανθρώπου σε κάθε γωνιά της γης. Πληροφορίες, στυλ ντυσίματος, μηχανές, εφαρμογές, γεύσεις και συμπεριφορές. Ό,τι φτάνει σε μας είναι προϊόν μελέτης βέβαια, έρευνας, έρχεται -συνήθως- να καλύψει ανάγκες, αλλά δεν φέρει εντός του τη σοφία της μακροχρόνιας χρήσης και παρατήρησης που επεμβαίνουν και πλουτίζουν το αντικείμενο, το έργο τέχνης, την αγαπημένη συνήθεια.

Δεν μας είναι οικεία τα έργα μας πια. Απλώς τα χρησιμοποιούμε. Και δεν πρόκειται μόνο για τα προϊόντα της τεχνολογίας. Αυτή η άγονη προσαρμογή προς το «νέο» έχει να κάνει με όλες τις πτυχές του βίου μας. Η σύγχρονη αγορά μάς επέβαλε να μιμούμαστε απλώς. Ο χρόνος που μας δίδεται δεν αρκεί για να κάνουμε δικό μας κάτι. Να το εναρμονίσουμε στο γούστο και τις ανάγκες μας. Αυτή τη δουλειά την ανέλαβαν χωρίς να μας ρωτήσουν οι βιομηχανίες, που αποφασίζουν για το τι χρειαζόμαστε, τι μας αρέσει και τι θα καταναλώσουμε.

Βεβαίως δεν θα περιμένουμε δέκα αιώνες, να έρθει ένα καπέλο από την Κίνα στον τόπο μας. Τι ωραίο θα ήταν, όμως, να εξασφαλίζουμε σε ατομικό αλλά και σε κοινωνικό επίπεδο την απόλαυση που χαρίζουν η γνώση, η τέχνη και η σπουδή, μακριά από τη βιασύνη της μαζικής κατανάλωσης των «τελευταίων αφίξεων» σε υλικά και άυλα αγαθά.

Ζώντας στην Ελλάδα της παρατεταμένης κρίσης, βιώνοντας καθημερινά την αδυναμία κάλυψης βασικών μας αναγκών, παρακολουθούμε την ανεπίκαιρη προσπάθεια των διαμορφωτών του γούστου και των αναγκών μας να επιβάλλουν το παιχνίδι τους. Γρήγορη παραγωγή, γρήγορη κατανάλωση, μεγάλο κέρδος.

* Ο Πάνος Σκουρολιάκος είναι μέλος της Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)