to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

Χούντα, η… κορύφωση του μεταπολεμικού οικονομικού θαύματος

Οι κάθε λογής «συμφιλιώσεις» που προτείνονται από την αστική τάξη και τους οργανικούς της διανοούμενους, δεν είναι παρά πράξεις νομιμοποίησης της κυριαρχίας της.


Στην τάλαινα χώρα μας και στους καιρούς μας, το κατά Χιουμ «αληθινό μέτρο του γούστου και της ομορφιάς» της ιστοριογραφίας, φαίνεται να εμπεδώνεται από νοητικά διαμετρήματα επιστημόνων ιστορικών, οι οποίοι, ακόμα και σε πείσμα των ζώντων αυτόπτων και αυτήκοων μαρτύρων, αντιμετωπίζουν τα ιστορικά συμβάντα με αξιοσημείωτη κοπτοραπτική δεινότητα, τέτοια που να συμβάλλει τα μάλα στη στρογγυλοποίηση των ανομημάτων της αστικής τάξης. Διότι, βεβαίως, τοιουτοτρόπως διασφαλίζεται η τάξη, η ασφάλεια, καθώς και η ηθική ανύψωση του αστικού ορθολογισμού.

Τα ιστορικά γεγονότα, λοιπόν, μπορούν να είναι υποθέσεις δύο καταστάσεων, κάτι σαν τη γάτα του Σρέντιγκερ, που, κλεισμένη στο κουτί της, είναι ζωντανή και πεθαμένη ταυτόχρονα. Έτσι, η Χούντα, λόγου χάρη, μπορεί να υπάρχει στη συλλογική μνήμη ως μια υπόθεση πεντακάθαρου φασισμού, κατά την οποία στυγνοί δικτάτορες έβαλαν τη χώρα στο γύψο ενώ σύσσωμες οι αστικές δυνάμεις στάθηκαν απέναντι. Άπαντες οι εκπρόσωποι του αστισμού γίνονται τότε αντιστασιακοί, με τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης να αποτελεί τον νεότερο όλων των εξορισθέντων. Αλλά όταν το αφήγημα δεν βολεύει, η δικτατορία των Συνταγματαρχών πανεύκολα και απλούστατα μετατρέπεται σε μια ανθυπολεπτομέρεια της ιστορίας, σε «Μια παράδοξη κληρονομιά», η οποία «ξεπεράστηκε εύκολα και γρήγορα. Ίσως γιατί υπήρξε ένα μικρό διάλειμμα δίχως μεγάλη σημασία».

Για τον κ. Στάθη Ν. Καλύβα, καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Yale, γνωστό στο ευρύ κοινό, αφού συχνά πυκνά αρθρογραφεί στον Τύπο, η Χούντα είναι, επιπλέον, ένα καθεστώς, το οποίο «είτε δεν εμπόδισε τον πολιτικό και κοινωνικό εκσυγχρονισμό της χώρας είτε τον υποβοήθησε». Κατά τη διάρκειά της, «η χώρα αστικοποιήθηκε, η οικοδομική δραστηριότητα γνώρισε δόξες, το οδικό δίκτυο επεκτάθηκε, ο εξηλεκτρισμός της χώρας ολοκληρώθηκε και πραγματοποιήθηκαν μεγάλης κλίμακας ξένες επενδύσεις. Παρά τις αυταρχικές πρακτικές του καθεστώτος, πολλές τέχνες άνθησαν και η νεολαία προσέγγισε μαζικά τα δυτικά πρότυπα διασκέδασης, κατανάλωσης και ζωής».

Το εν λόγω πόνημα («Μια παράδοξη κληρονομιά», εφημ. Καθημερινή, 18/6/17) αποτελεί άρτιο και τυπικό της πολιτικής γραμμής του ακραίου κέντρου. Δίδει το διανοητικό και ακαδημαϊκό περίβλημα στην άποψη που θέλει τη Χούντα «μια εποχή μεγάλης οικονομικής ανόδου και αισιοδοξίας, με την κορύφωση ουσιαστικά του μεταπολεμικού ελληνικού οικονομικού θαύματος».

Να αντιπαρατεθεί κανείς, με σοβαρά επιχειρήματα, στον συγγραφέα είναι, προφανώς, εντελώς περιττό. Όταν η ιστορία καταντά ζήτημα γούστου, επικίνδυνου γούστου, όταν γίνεται άθυρμα των προπαγανδιστικών της χρήσεων, ο επιστημονικός αντίλογος μοιάζει πικρό αστείο.

Οι κάθε λογής «συμφιλιώσεις» που προτείνονται από την αστική τάξη και τους οργανικούς της διανοούμενους, δεν είναι παρά πράξεις νομιμοποίησης της κυριαρχίας της. Από τους μετεμφυλιακούς Τσάτσο και Π. Κανελλόπουλο και τους Παρθενώνες της Μακρονήσου, «του θαυμαστού συνδυασμού της παιδείας με τον στρατόν», ως τον Καλύβα και τη Χούντα με την «πλατιά αποδοχή» δεν είναι παρά δυο δευτερόλεπτα δρόμος.

Οι δε πολιτικοί επίγονοι των Ταγματασφαλιτών που στελέχωσαν την Μακρόνησο και στάθηκαν κατόπιν στο πλάι των Συνταγματαρχών είναι γνωστό σε ποια μεριά βρίσκονται τώρα και ποιους ακριβώς υπηρετούν. Το ίδιο και όλοι όσοι τεχνηέντως επιδεικνύουν την κοντή τους μνήμη.

tags: άρθρα

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)