to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

Χωρίς αστερίσκους, χωρίς τους ρινόκερους

Οι δύο βασικές και διακριτές μήτρες της άκρας δεξιάς στη χώρα μας εντοπίζονται αφενός στην μεταξική δικτατορία και το κόμμα της 4ης Αυγούστου και αφετέρου στην περίοδο της χούντας των Συνταγματαρχών.


Οι δύο βασικές και διακριτές μήτρες της άκρας δεξιάς στη χώρα μας εντοπίζονται αφενός στην μεταξική δικτατορία και το κόμμα της 4ης Αυγούστου και αφετέρου στην περίοδο της χούντας των Συνταγματαρχών. Παρ’ ότι από την περίοδο κατάρρευσης της χούντας και έπειτα το κυρίαρχο ρεύμα της Δεξιάς ενσωμάτωσε αυτή τη μεγάλη μερίδα των ακραία συντηρητικών πολιτών, το εύφορο πεδίο είχε ήδη δημιουργηθεί. Από εκείνο το χρονικό σημείο και έπειτα, η συγκεκριμένης υφής εκλογική ζήτηση είχε ήδη σχηματιστεί (ακραία συντηρητικοί ψηφοφόροι), αναμένοντας την ανά καιρούς ανάδειξη ακροδεξιών σχηματισμών από την πλευρά της εκλογικής προσφοράς (ακροδεξιά κόμματα) ώστε να ικανοποιηθεί. Με άλλα λόγια, η σημαντικά ευμεγέθης μερίδα ακροδεξιών πολιτών, ενίοτε ασφυκτιούσε εντός των ορίων της Νέας Δημοκρατίας και ενίοτε έβρισκε διέξοδο σε πολιτικούς σχηματισμούς δεξιότερα της τελευταίας (Εθνική Παράταξις, Κόμμα Προοδευτικών, ΕΠΕΝ, ΛΑΟΣ κ.α.). Η κρίση εκπροσώπησης αλλά και οι εφαρμοζόμενες πολιτικές λιτότητας και παραχώρησης μέρους της εθνικής κυριαρχίας συνέβαλλαν αποφασιστικά στον κατακερματισμό του πολιτικού τοπίου από τις βουλευτικές εκλογές του 2012 και έπειτα, απελευθερώνοντας με πρωτοφανή ένταση τις κοινωνικές δυνάμεις του συντηρητισμού, καθώς οι σχετικές προσφερόμενες πολιτικές εκφράσεις ήταν πλέον ποικίλες (ΝΔ υπό την ηγεσία του Αντώνη Σαμαρά, ΑΝΕΛ και Χρυσή Αυγή). Η κοινωνική ακροδεξιά ήταν πλέον και πολιτικά ορατή.


Όταν, ωστόσο, ο θυμός και η οργή για την υπογραφή των μνημονίων και τις εφαρμοζόμενες πολιτικές λιτότητας καταλάγιασαν, ο εξωτερικός εχθρός έδειχνε ανίσχυρος πλέον να συγκροτήσει εκλογικά υποκείμενα. Θα έπρεπε να κατασκευαστεί. Η προσφυγική κρίση που κορυφώθηκε κατά την περίοδο της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ από κοινού με την συμφωνία των Πρεσπών αποτέλεσαν την τέλεια αφορμή, ενώ οι δικαστικές εξελίξεις στην υπόθεση της Χρυσής Αυγής καθιστούσαν τους ακραία συντηρητικούς πολίτες μετέωρους και χωρίς σαφείς διεξόδους πολιτικής έκφρασης. Η Νέα Δημοκρατία έλαβε συγκεκριμένες στρατηγικές πρωτοβουλίες σε μια προσπάθεια δημιουργίας ενός πλειοψηφικού κοινωνικού ρεύματος, ικανού να της προσφέρει μια άνετη εκλογική επικράτηση στις βουλευτικές εκλογές του 2019. Και οι παραδοσιακές στρατηγικές απέναντι στην άκρα δεξιά που έχουν δοκιμαστεί ιστορικά στην Ελλάδα είναι δύο: Η στρατηγική της ενσωμάτωσης, που εφαρμόστηκε  με την απορρόφηση της Εθνικής Παράταξης από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή μέσω της υιοθέτησης πτυχών ακραίας ατζέντας αλλά και η στρατηγική της δημιουργίας συνθηκών διάκρισης, που υλοποιήθηκε από τον Κώστα Καραμανλή απέναντι στο ΛΑΟΣ, με παράλληλη προσέγγιση του μεσαίου χώρου.


Η στρατηγική που φάνηκε να επιλέγει η ΝΔ από την εκλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη και έπειτα ήταν η πρώτη (στρατηγική απορρόφησης), με την επικίνδυνη ωστόσο για την ευρεία νομιμοποίηση του ακραίου συντηρητισμού εξαίρεση ότι ο τελευταίος συμβολίζει το διακριτά φιλελεύθερο μπλοκ εντός του κόμματος. Γιατί αν ένας, έστω ρητορικά, φιλελεύθερος  πολιτικός ηγέτης υιοθετεί και εφαρμόζει ακροδεξιά ατζέντα, τότε η απενοχοποίηση του ακραίου συντηρητισμού μοιάζει μια σχεδόν βέβαιη εξέλιξη.
Η πολεμική στάση της Νέας Δημοκρατίας απέναντι στη Συμφωνία των Πρεσπών αλλά και οι υποσχέσεις για περιορισμό των προσφυγικών ροών με κάθε κόστος, δημιούργησαν προσδοκίες μεταξύ των ακραία συντηρητικών πολιτών. Ωστόσο, κατά το πρώτο 8μηνο της διακυβέρνησης της ΝΔ οι προσδοκίες αυτές δεν δείχνουν να δικαιώνονται, καθώς η Συμφωνία των Πρεσπών δεν αμφισβητήθηκε κατά κανένα τρόπο, ενώ οι εξελίξεις στα νησιά του βορειοανατολικού Αιγαίου, με την επικείμενη κατασκευή νέων κλειστών προσφυγικών δομών, συνοδεία ΜΑΤ, πυροδότησαν πρωτόγνωρες καταστάσεις βίας και ανομίας μεταξύ αστυνομικών και νησιωτών.


Η Νέα Δημοκρατία του Κυριάκου Μητσοτάκη που απενοχοποίησε τον ακραίο συντηρητισμό, με αιχμή της το προσφυγικό και το Μακεδονικό, τώρα μοιάζει να βρίσκεται σε μετεκλογικό αδιέξοδο. Η στρατηγική ενσωμάτωσης της άκρας δεξιάς δεν μοιάζει να λειτουργεί, καλλιεργώντας το έδαφος πάνω στο οποίο οι σπόροι της ξενοφοβίας και του ρατσισμού μπορούν να ανθίσουν εκ νέου με πολιτικά ορατό τρόπο. Η Ελληνική Λύση και άλλοι εν δυνάμει ακροδεξιοί σχηματισμοί, προερχόμενοι εκτός και εντός Νέας Δημοκρατίας προσδοκούν οφέλη από την αναντιστοιχία μεταξύ λόγων και πράξεων από την πλευρά της κυβέρνησης και σύντομα θα τα καρπωθούν. Το χειρότερο ωστόσο δεν μοιάζει να είναι η ένταση της πολιτικής - κοινοβουλευτικής ορατότητας της Άκρας Δεξιάς αλλά η υιοθέτηση πτυχών της ατζέντας της από σχηματισμούς αριστερότερα της παραδοσιακά συντηρητικής δεξιάς, καθώς και από ευρεία κοινωνικά ακροατήρια.


Ποιος μπορεί να χωνέψει τις εικόνες στο λιμάνι της Λέσβου, όπου κάτοικος φωνάζει σε εγκυμονούσα πρόσφυγα που βρίσκεται μέσα σε λέμβο «εγώ σε γκάστρωσα μωρή;» ή την εικόνα με το παιδικό καλτσάκι που συνοδεύεται από την λεζάντα «απομεινάρι από πνιγμένο λαθροπροσφυγόπουλo»; Ποιος μπορεί να ξεχάσει τις εικόνες από την Χίο όπου εθνικιστικές εθελοντικές ομάδες δέρνουν μέλη ΜΚΟ για τους πρόσφυγες; Ποιος δεν άκουσε για τις εγκαταστάσεις με είδη πρώτης ανάγκης για πρόσφυγες που πρόσφατα λαμπάδιασαν; Ποιος δεν άκουσε πολιτικούς να ευχαριστούν τους κατοίκους των ακριτικών περιοχών που «φυλάσσουν Θερμοπύλες»; Ποιος δεν άκουσε επανειλημμένα την αισχρή χρήση του πολεμικό όρου «εισβολή» για να περιγραφούν τα βάσανα των κατατρεγμένων αυτού του κόσμου; Ποιος δημοκρατικός πολίτης δεν αισθάνθηκε ντροπή γι’ αυτή την κατρακύλα;


Σε αυτό το μαύρο τοπίο, η Αριστερά, οφείλει να θέσει συγκεκριμένα όρια στη δημόσια συζήτηση και να δώσει μάχες στο ιδεολογικοπολιτικό πεδίο τέτοιες που μακροπρόθεσμα θα της επιτρέψουν να διεκδικήσει από κοινού με τον κόσμο της εργασίας καλύτερες μέρες. Η Αριστερά δεν είναι αλληλέγγυα μόνο με τους Σύριους πρόσφυγες πολέμου αλλά με όλους τους κατατρεγμένους αυτού του κόσμου, από το Αφγανιστάν έως τη Λατινική Αμερική. Η Αριστερά δεν υπολογίζει αριθμητικά τα όρια της αλληλεγγύης της, παρουσιάζοντας σχέδια ποσοστώσεων που αφορούν τις αντοχές της χώρας ως προς τις προσφυγικές - μεταναστευτικές εισροές, αλλά είναι στο πλευρό όλων όσων ανήκουν στο 99% αυτού του κόσμου. Η Αριστερά, εν τέλει, δεν μπορεί να συμβάλλει στην νομιμοποίηση αφηγημάτων ακροδεξιάς υφής, προσβλέποντας σε αβέβαια εκλογικά οφέλη. Γιατί η Αριστερά συνεχίζει να εμπνέει έως και τις μέρες μας για έναν και μόνο λόγο: Είναι αυτή που πεισματικά στις κρίσιμες στιγμές ξέρει να βάζει πλάτη υπέρ των αδυνάμων, χωρίς να μασάει τα λόγια της. Με τις ιδέες και με την πρακτική της. Με λογισμό και μ’ όνειρο για μια κοινωνία στο μπόι του ανθρώπου. Γιατί η Αριστερά δεν έμοιασε ποτέ στους ρινόκερους. Και αυτό το πλήρωσε με κάθε δυνατό τρόπο. Κέρδισε ωστόσο και πολλά για την ίδια την ανθρωπότητα, μεταξύ των οποίων και την εδραίωση της επιλογής να μπορεί κανείς να παραμένει άνθρωπος σε εποχές βαρβαρότητας. Υπό αυτή την έννοια, τούτη τη κρίσιμη στιγμή οφείλει ο καθένας και η καθεμιά μας ξεχωριστά σε κάθε χώρο, από την οικογένεια και τους φίλους του/της έως τους χώρους εκπαίδευσης και εργασίας να το πει πιο καθαρά και πιο δυνατά: Μπορούμε να ζήσουμε μαζί με τους πρόσφυγες και τους μετανάστες αυτού του κόσμου ειρηνικά, αρμονικά και φυσικά με κανόνες δημοκρατίας, όπως άλλωστε κάναμε μέχρι σήμερα. Να ζήσουμε όλοι μαζί, χωρίς αστερίσκους.

*Άγγελος Σεριάτος, MSc Political Communication (University of Amsterdam), υποψήφιος Διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης

tags: άρθρα

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)