to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

H αβάσταχτη κενολογία του πραγματικού λαϊκισμού

Οι λέξεις προδίδουν. Ο «λαϊκισμός», λέξη φορτισμένη εξ αρχής αρνητικά, προδίδει το αντίθετο εκείνου το οποίο υποτίθεται ότι επιδιώκει καταγγελτικά, δηλαδή την αφύπνιση του «λαού» απέναντι στη δημαγωγία.


Προδίδει βαθύτατη αποστροφή προς το «λαό», στην πιο απαξιωτική από τις εκδοχές της έννοιας «λαός»: Αυτή της μάζας των αδαών και ανεπίδεκτων παιδείας, πολιτικής και άλλης, του κοινωνικού πολτού των ανίκανων και αναρμόδιων να έχουν λόγο και ρόλο στα κοινά – των αναγκαστικά, ωστόσο, και ενοχλητικά παρόντων στον κόσμο του οποίου την ηγεμόνευση ασκεί αυτόκλητα η ελίτ των προικισμένων.

Η λέξη δεν είναι καινούρια. Στο λεξιλόγιο της κυρίαρχης οικονομικο-πολιτικής ελίτ αφυπνίστηκε όταν η κρίση άρχισε να παράγει πολιτικά αποτελέσματα, όταν η πολιτική της δομικής λιτότητας προκάλεσε «αυτοανάφλεκτα» την αμφισβήτησή της στο πολιτικό πεδίο. Στα καθ’ ημάς, είχε προηγηθεί, όπως καλά θυμόμαστε, η «θεωρία των δύο άκρων», στην οποία είχε καταφύγει το «πολιτικό κέντρο» εκπόρευσης της στοχευμένης φτωχοποίησης για να δυσφημίσει την κοινωνική δυσαρέσκεια και αμφισβήτηση που το περικύκλωναν. Λεκτική απόδοση της «θεωρίας των δύο άκρων» είναι σήμερα ο «λαϊκισμός».

Καθώς στον ευρωπαϊκό ορίζοντα συσσωρεύονται τα σύννεφα της αβεβαιότητας, με ορατό τον κίνδυνο της ρήξης, με τις κάλπες στην Ολλανδία, τη Γαλλία και τη Γερμανία ανοιχτές, με την ανησυχητική έξαρση του ευρωσκεπτικισμού και την επαπειλούμενη έλευση μιας υπολογίσιμης ακροδεξιάς στο πολιτικό προσκήνιο, στη Γηραιά Ήπειρο η αντιλαϊκιστική ρητορεία παρουσιάζει έξαρση, επικουρούμενη από τις ανησυχίες στις οποίες έχει εμβάλει την ευρωπαϊκή τάξη πραγμάτων η εκλογή Τραμπ.

Αμφισβητώντας τη δημοκρατική νομιμοποίηση

Η καταγγελία του «λαϊκισμού» έχει συγκεκριμένη στόχευση: Να συμπεριλάβει, συλλήβδην και αδιακρίτως, στην κατηγορία της ανυποληψίας τις πολιτικές και τους πολιτικούς που αμφισβητούν (ή «αμφισβητούν») την κυρίαρχη ευταξία. Αλλά και συγκεκριμένη εκπόρευση: την κυρίαρχη οικονομική και πολιτική ελίτ. Που για να συσκοτίσει τους λόγους οι οποίοι επιβάλλουν τη σαφή διάκριση ανάμεσα σε διαμετρικά αντίθετες πολιτικές επιδιώξεις, συγχέει πολύ διαφορετικά κριτήρια: Τον διαυγή πολιτικό λόγο με τη δημαγωγία, την ειλικρινή υπεράσπιση των πραγματικών θυμάτων της κρίσης με τις απατηλές υποσχέσεις, την τεκμηριωμένη καταγγελία των ωφελούμενων από την κρίση με τις απλουστευτικές πολιτικές προτάσεις, την άρνηση παραίτησης από την προσπάθεια με την προσκόλληση στους κυβερνητικούς θώκους. Η επιδίωξή τους δεν κρύβεται: Θέλουν να αμφισβητηθεί η ειλικρίνεια και η δημοκρατική νομιμοποίηση πολιτικών φαινομένων όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, κομμάτων και κινημάτων της αριστεράς που αντιμάχονται την κυρίαρχη λιτότητα, ταυτίζοντάς τα με τις εκφάνσεις της ακροδεξιάς στη Γαλλία, την Ολλανδία, τη Γερμανία…

Αποκαλύπτονται, άθελά τους, ως αυτό που πραγματικά είναι: Εκπρόσωποι του γνήσιου λαϊκισμού. Που διεκδικούν το μονοπώλιο της εκπροσώπησης του «αληθινού λαού», ενός ιδεολογήματος το οποίο προσαρμόζουν στα εκάστοτε συμφέροντά τους. Ο πραγματικός λαϊκισμός, τον οποίο εκπροσωπούν, είναι διχαστικός. Απόδειξη ο κοινωνικός αυτοματισμός τον οποίο καλλιέργησαν συστηματικά στην Ελλάδα η «κυβέρνηση τεχνοκρατών» του κ. Παπαδήμου και η συγκυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου, αντιπαραθέτοντας την μια κοινωνική ομάδα εναντίον της άλλης.

Σε απόλυτη ευθυγράμμιση, ο κ. Μητσοτάκης, τότε που, προαλειφόμενος για πρόεδρος της ΝΔ, θέλησε να μειώσει τη σημασία της κατίσχυσης της Αριστεράς στις κάλπες της δημοκρατίας, είχε μιλήσει για «αδαή πλειοψηφία», δείχνοντας τους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ. Διέπραξε ό,τι πιο επικίνδυνα λαϊκιστικό: Αντιπαρέθεσε το πολιτικό σώμα, διακρίνοντας ανάμεσα σε υπεύθυνους, συνετούς πολίτες, και σε αδαείς χειραγωγούμενους.

Ο «νέος πατριωτισμός»

Στην ίδια διχαστική αντιπαράθεση εξακολουθεί να στοιχηματίζει το πολιτικό του μέλλον και ως πρόεδρος της ΝΔ ο κ. Μητσοτάκης σήμερα, καθώς η συμμόρφωσή του με τις επιταγές των δανειστών δεν του αφήνει άλλο περιθώριο κινήσεων. Ό,τι αποθησαυρίσει σε πολιτικό κεφάλαιο θα είναι από τη σύγκρουση με την κυβέρνηση της Αριστεράς και τον Αλέξη Τσίπρα. Απευθυνόμενος πρόσφατα στον ελληνισμό της διασποράς, εξέθεσε τον κορυφαίο λόγο για τον οποίο πρέπει να του ανατεθεί επειγόντως η διακυβέρνηση της χώρας: Την πάλη του κόμματός του «απέναντι στο λαϊκισμό που τα τελευταία χρόνια κυριάρχησε στην πατρίδα μας», στη «μάχη απέναντι στο λαϊκισμό και στο ψέμα», την οποία μάχη όρισε ως τον «νέο πατριωτισμό». Πατριωτισμός εναντίον αντιπατριωτισμού, λοιπόν. Αν αυτό δεν είναι η επιτομή του λαϊκισμού, τότε τι είναι;

Είναι, πιθανότατα, η κινδυνολογία. «Δυστυχώς δικαιωθήκαμε. Όσο καθυστερεί η διαπραγμάτευση, τόσο πιο δύσκολο είναι το κλείσιμο, το οποίο, ως φαίνεται, θα συνοδευτεί με περισσότερα μέτρα και επώδυνες μακροπρόθεσμες δεσμεύσεις», ήταν το πρώτο σχόλιο από το επιτελείο του κ. Μητσοτάκη για τα αποτελέσματα του Eurogroup της περασμένης Πέμπτης. Η λέξη που προδίδει σ’ αυτή τη φράση είναι η λέξη «δυστυχώς» – τόσο χαιρέκακα υποκριτική στην προσπάθειά της να κρύψει τη λαχτάρα για μια ακόμη «αριστερή παρένθεση» κοντά στις τόσες διαψευσμένες.

Έπρεπε να αρκεστούν σε αυτό το σχόλιο. Δεν το έκαμαν. Όπως το συνηθίζει, ο κ. Μητσοτάκης βιάστηκε να γεμίσει με δικά του λόγια το κενό από την αναμονή των εξελίξεων, καταθέτοντας ως πιθανό σενάριο ο πρωθυπουργός «στο τέλος, ασθμαίνοντας, θα δεχθεί τα πάντα». Μη παραλείποντας, ευκαιρίας δοθείσης, το πληκτικό, και επίμονα λαϊκιστικό, επίμετρο: «αφού ένα πράγμα τον απασχολεί μόνο, η παραμονή του στην εξουσία. Με κάθε τρόπο. Με κάθε μέσο. Ανεξαρτήτως κόστους. Ανεξαρτήτως επιπτώσεων για την ελληνική οικονομία». Χωρίς, ωστόσο, ο πρόεδρος της ΝΔ να αποκλείσει και το ενδεχόμενο της ηρωϊκής εξόδου του Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος, στο αδιέξοδο, όπως είπε, που έχει βρεθεί, μπορεί «να σκηνοθετήσει άλλη μια τεχνητή σύγκρουση και να οδηγήσει τη χώρα σε εκλογές, υψώνοντας για άλλη μια φορά το λάβαρο της αντίστασης και χτίζοντας νέα τεχνητά διλήμματα».

Δύο σχεδόν βεβαιότητες που αλληλοαναιρούνται, ισοδυναμούν με μια βέβαιη κενολογία – όταν δεν προδίδουν αβεβαιότητα για το επιθυμητό ή όχι των εκλογών. Ιδιάζον χαρακτηριστικό αυτό του λαϊκισμού εκδόσεως Κυριάκου Μητσοτάκη.

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)