to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

Γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ θα διαχειρίζονταν πολύ καλύτερα την πανδημία

Το ερώτημα αν υπάρχει εναλλακτική πρόταση για τη διαχείριση της υγειονομικής κρίσης έρχεται και επανέρχεται στο δημόσιο διάλογο.


Το ερώτημα αν υπάρχει εναλλακτική πρόταση για τη διαχείριση της υγειονομικής κρίσης έρχεται και επανέρχεται στο δημόσιο διάλογο.

Άλλοτε σαν επικοινωνιακό τρολ που προσπαθεί να δημιουργήσει εντυπώσεις υποστήριξης της σημερινής κυβέρνησης και άλλοτε ως διερεύνηση μιας σοβαρής εναλλακτικής πολιτικής πρότασης που θα μπορούσε να οδηγήσει τη χώρα σε λιγότερες απώλειες τόσο σε ανθρώπινα θύματα, όσο όμως και στην οικονομία.


Το ερώτημα έχει ενδιαφέρον, καθώς εξειδικεύεται ως εξής:

Τι θα ήταν διαφορετικό, αν την πανδημία δεν την είχε διαχειριστεί η κυβέρνηση Μητσοτάκη, αλλά μια κυβέρνηση Τσίπρα;

Η συζήτηση παραπέμπει στη διερεύνηση των πολιτικών χαρακτηριστικών που οδήγησαν στις συγκεκριμένες επιλογές διαχείρισης της πανδημίας από την κυβέρνηση Μητσοτάκη, σε σύγκριση με τα πολιτικά χαρακτηριστικά της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, όπως τα γνωρίσαμε το διάστημα 2015 – 2019.

Κατ’ αρχήν, η κυβέρνηση της ΝΔ ποτέ δεν πίστεψε στον δημόσιο χαρακτήρα της Υγείας και γι’ αυτό και επέλεξε συνειδητά να μην τον ενισχύσει ενόψει της πανδημίας.

Μια ματιά στο κυβερνητικό πρόγραμμα της ΝΔ αποκαλύπτει με αδιάψευστο τρόπο ότι αν δεν είχε μεσολαβήσει η πανδημία, η κυβέρνηση Μητσοτάκη θα είχε προχωρήσει στην πολιτική επιλογή της ιδιωτικοποίησης του ΕΣΥ, μέσω Συμπράξεων Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα, (ΣΔΙΤ).

Αυτή η πολιτική επιλογή της κατάργησης του δημόσιου ΕΣΥ και της δημιουργίας ενός νέου και ιδιωτικοποιημένου Συστήματος Υγείας, ήταν η αιτία για την οποία η κυβέρνηση της ΝΔ, αν και γνώριζε από την άνοιξη του 2020 ακόμη για το επερχόμενο δεύτερο κύμα της πανδημίας, συνειδητά δεν έπραξε ό,τι μπορούσε για να στελεχώσει το ΕΣΥ και να το ενισχύσει με τον κατάλληλο εξοπλισμό και τις κατάλληλες υποδομές.

Στη νεοφιλελεύθερη λογική της κυβέρνησης της ΝΔ το δημόσιο ΕΣΥ κοστίζει πολύ στο κράτος, ενώ ως δημόσιο σύστημα είναι αντιπαραγωγικό και ελάχιστα αποδοτικό.

Γι’ αυτό άλλωστε και στα άμεσα σχέδια της κυβέρνησης ήταν η ιδιωτικοποίηση του ΕΣΥ. Τους χάλασε όμως τον σχεδιασμό η πανδημία. Η οποία, όπως αποδείχθηκε και διεθνώς, δεν αντιμετωπίζεται παρά μόνο με ισχυρά δημόσια συστήματα υγείας.

Τόσο η συμβολή των ιδιωτών γιατρών, όσο και η συμβολή των ιδιωτικών κλινικών, αποδείχθηκε από ελάχιστη έως μηδενική στην υπόθεση της πανδημίας. Αφού ούτε οι ιδιώτες γιατροί ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα της πολιτείας, ούτε και οι ιδιωτικές κλινικές, ακόμη και όταν επιτάχθηκαν, με τον τρόπο τέλος πάντων που αυτό έγινε σε ορισμένες περιπτώσεις όπως της Θεσσαλονίκης, δεν μπόρεσαν να αξιοποιηθούν ούτε στο ελάχιστο.

Κι αυτό γιατί η πανδημία του κορωνοϊού απαιτεί μεγάλες επενδύσεις σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας, σε ειδικό εξοπλισμό μηχανικής υποστήριξης της αναπνοής και σε ειδικό προσωπικό για τις ΜΕΘ, που μόνο τα δημόσια νοσοκομεία μπορούν να αντέξουν.

Η συνειδητή πολιτική επιλογή της κυβέρνησης της ΝΔ να μην επενδύσει στο δημόσιο σύστημα υγείας αποδεικνύεται εκτός από το κυβερνητικό της πρόγραμμα και από τις κατά καιρούς δηλώσεις κορυφαίων κυβερνητικών στελεχών.

Ο πρώην κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας ήταν απολύτως ξεκάθαρος όταν  τον Σεπτέμβριο του 2020, πριν ακόμη εκδηλωθεί το δεύτερο κύμα της πανδημίας, μιλούσε για πεταμένα λεφτά, αν η κυβέρνηση είχε ακούσει τον ΣΥΡΙΖΑ και εξόπλιζε περισσότερες ΜΕΘ.

Στην ειλικρινή δήλωσή του παραδέχεται δύο γεγονότα:

Πρώτα αναγνωρίζει ότι ήταν συνειδητή πολιτική επιλογή της κυβέρνησης της ΝΔ η άρνησή της να εξοπλίσει περισσότερες ΜΕΘ, γιατί κοστίζουν ακριβά. Εκείνο που βέβαια δεν είπε, είναι το πόσο κοστολογείται η ανθρώπινη ζωή, σύμφωνα με αυτή τη νεοφιλελεύθερη αντίληψη…

Και δεύτερον ο υπουργός της κυβέρνησης της ΝΔ αναγνώρισε δημόσια ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, ως αριστερή πολιτική δύναμη που ορκίζεται στο δημόσιο Σύστημα Υγείας, όχι απλώς υποστηρίζει, αλλά και πρότεινε στην κυβέρνηση να εξοπλιστούν περισσότερες ΜΕΘ, ώστε το σύστημα να ανταποκριθεί πιο αποτελεσματικά στο δεύτερο κύμα της πανδημίας.

Μια πρόταση που απορρίφθηκε από την κυβέρνηση Μητσοτάκη, σύμφωνα με τον κυβερνητικό της εκπρόσωπο, ως οικονομικά ασύμφορη.

Τη στιγμή που άλλες «επενδύσεις» εκατομμυρίων Ευρώ δημόσιου χρήματος σε κομματικούς φίλους και φιλικές επιχειρήσεις για να διεξάγουν τηλε-εκπαίδευση τύπου «σκόιλ ελικικού» ή σε ΜΜΕ για να την λιβανίζουν ή ακόμη και σε λίγες, επιλεγμένες και μεγάλες επιχειρήσεις, όπως η Aegean, για να υποστηριχθούν επιλεκτικά σε σχέση με το σύνολο των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που αφέθηκαν μόνες τους να καταρρεύσουν στην κρίση, αξιολογήθηκαν ως σκόπιμες και προσοδοφόρες.

Αλλά και η φαινομενικά αφελής έως αντιεπιστημονική δήλωση του υπουργού επικρατείας της κυβέρνησης Γεραπετρίτη, ότι επειδή οι ασθενείς πεθαίνουν στις ΜΕΘ, γι’ αυτό και δεν εξοπλίστηκαν περισσότερες, τι άλλο ήταν, παρά μια αποτυχημένη προσπάθεια υπεράσπισης της κυβερνητικής πολιτικής να μην επενδύσει συνειδητά σε περισσότερες κλίνες, εξοπλισμό και προσωπικό ΜΕΘ;

Με αυτή λοιπόν τη συνειδητή πολιτική επιλογή, όπως τα ίδια τα στελέχη της κυβέρνησης Μητσοτάκη αναγνωρίζουν, φτάσαμε στο δεύτερο κύμα το Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο, οπότε είχαμε ρεκόρ θανάτων από την πανδημία, το 80% των οποίων, σύμφωνα με τα στοιχεία, συνέβησαν εκτός ΜΕΘ.

Που σημαίνει ότι η συνειδητή πολιτική επιλογή του μη εξοπλισμού περισσότερων ΜΕΘ ήταν μια εγκληματική επιλογή, καθώς υπήρξε υπεύθυνη για χιλιάδες θανάτους ασθενών που δεν είχαν, δυστυχώς, την ευκαιρία της φροντίδας σε περιβάλλον ΜΕΘ.

Ο υπουργός επικρατείας, όπως και άλλα κυβερνητικά στελέχη, έχουν ένα πρόβλημα με τη στατιστική και τα μαθηματικά. Διότι η αλήθεια δεν είναι ότι το 50% όσων έχουν την ευκαιρία να νοσηλευτούν σε ΜΕΘ πεθαίνει, όπως την παρουσίασε ο υπουργός.

Αλλά αντίθετα, ότι το 50% όσων νοσηλεύονται σε ΜΕΘ σώζεται από βέβαιο θάνατο, στον οποίο θα οδηγούνταν αν δεν υπήρχε κρεβάτι στη ΜΕΘ.

Και ακόμη, η καλοκαιρινή επιλογή να ανοίξει ο τουρισμός χωρίς ελέγχους και χωρίς προϋποθέσεις στα σύνορα της χώρας, ως αποτέλεσμα της νεοφιλελεύθερης πολιτικής της κυβέρνησης να υποκύψει στις πιέσεις των μεγάλων διεθνών τουριστικών επιχειρήσεων οι οποίες το απαιτούσαν, όπως αντίστοιχα και στα συμφέροντα των αεροπορικών και ναυτιλιακών εταιρειών που πίεζαν ώστε να έχουν μεγαλύτερη πληρότητα στα ταξίδια τους, είναι άλλη μια συνειδητή πολιτική επιλογή υπεύθυνη για τη μεγάλη μετάδοση του ιού στη χώρα.

Πρόκειται για μια συνειδητή νεοφιλελεύθερη πολιτική επιλογή την οποία ποτέ δεν θα έκανε μια αριστερή κυβέρνηση όπως του ΣΥΡΙΖΑ, που στο δίλημμα μεταξύ δημόσιας υγείας και μεγάλων επιχειρηματικών συμφερόντων, χωρίς δεύτερη σκέψη, θα έπαιρνε το μέρος της προστασίας της δημόσιας υγείας.

Η οικονομία άλλωστε, μέσω του τουρισμού, επλήγη τελικά παρά την άφρονα κυβερνητική απόφαση να ανοίξουν τα σύνορα χωρίς όρους.

Και τέλος, η επιλογή της μη έγκαιρης λήψης περιοριστικών μέτρων στη Θεσσαλονίκη που, όπως με αφοπλιστική ειλικρίνεια παραδέχθηκε ο Άδωνις Γεωργιάδης, έγινε για να μη συγκρουστεί η κυβέρνηση με την εκκλησία, παρά το γεγονός ότι υπήρχαν επιστήμονες και αυτοδιοικητικοί που εισηγούνταν σχετικά, υπήρξε μια επιλογή ολέθρια για μια πόλη που θρήνησε εξ αιτίας της πολλούς νεκρούς, μεταξύ των οποίων και ιερείς και ιεράρχες.

Μια επιλογή που οφείλεται στην μικροπολιτική διαχείριση της υγειονομικής κρίσης που, για καθαρά λόγους υποστήριξης της δημοφιλίας της, επέλεξε η κυβέρνηση Μητσοτάκη να εφαρμόσει.

Αν λοιπόν στην κυβέρνηση σήμερα δεν ήταν η ΝΔ αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ, εξ αιτίας της πολιτικής του κατεύθυνσης και μόνο, η χώρα θα είχε υποφέρει πολύ λιγότερο και θα είχε υποστεί πολύ λιγότερες συνέπειες από την πανδημία.

Πρώτα γιατί η μετάδοση του ιού δεν θα είχε επεκταθεί τόσο, όσο οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές επιλογές αφενός και η μικροπολιτική διαχείριση της κρίσης από πλευράς κυβέρνησης της ΝΔ αφετέρου, προκάλεσαν.

Και δεύτερον γιατί η θωράκιση του δημόσιου ΕΣΥ με κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, από πολιτική επιλογή και μόνον θα ήταν τέτοια, ώστε τελικά να είχαμε πολύ λιγότερες απώλειες σε ανθρώπινες ζωές, σε σχέση με αυτό που συνέβη με κυβέρνηση ΝΔ.

Όλα τα άλλα που λέγονται και ακούγονται από τα ΜΜΕ δεν είναι παρά επικοινωνιακά τεχνάσματα και αποτέλεσμα μιας προπαγάνδας, στην οποία η κυβέρνηση της ΝΔ επιδίδεται με μεγάλη ενάργεια, ακριβώς για να καλύψει τις σοβαρές ευθύνες και τις ολέθριες συνέπειες της πολιτικής που ακολουθεί στη διαχείριση της κρίσης.

Ο Γιάννης Μυλόπουλος είναι καθηγητής στο ΑΠΘ

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)