to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

Γιατί η ενεργειακή κρίση πλήττει περισσότερο την Ελλάδα

Την ώρα δηλαδή που η υπόλοιπη Ευρώπη, προσαρμοζόμενη στις συνθήκες της κρίσης, παρενέβαινε ρυθμιστικά στην ενεργειακή αγορά, η ελληνική κυβέρνηση την άφηνε ανεξέλεγκτη.


Η Ευρώπη έχει μπροστά της έναν βαρύ και δύσκολο χειμώνα. Ο πόλεμος Ρωσίας – Ουκρανίας ρίχνει βαριές σκιές στην ενεργειακή επάρκεια και προκαλεί φόβους για τον ενεργειακό εφοδιασμό των ευρωπαϊκών κρατών σε φυσικό αέριο τον επόμενο χειμώνα.

Οι πρόσφατες τεράστιες αυξήσεις στην τιμή του αερίου, έως και 20 φορές σε σχέση με τις περσινές, οι οποίες οφείλονται στην απειλή μείωσης της προσφοράς του από τη Ρωσία, θέτουν σε κίνδυνο την ευρωπαϊκή οικονομία.

Καθώς, σύμφωνα με το νόμο προσφοράς και ζήτησης, η απειλή μείωσης της προσφοράς σε φυσικό αέριο, εκτοξεύει στα ύψη τις τιμές του στις αγορές.

Πρόκειται για μια πρωτόγνωρη ενεργειακή κρίση που οφείλεται στον πόλεμο Ρωσίας – Ουκρανίας και είναι το αποτέλεσμα των αντιποίνων της Ρωσίας για την πολιτική κυρώσεων που της επέβαλε η Ευρώπη, ως αποτέλεσμα της εισβολής στην Ουκρανία.

Η Ενωμένη Ευρώπη, προκειμένου να προστατέψει τα κράτη και τους πολίτες από αυτή την πρωτόγνωρη ενεργειακή κρίση, σκέπτεται να επιβάλει πλαφόν στην χονδρεμπορική τιμή ρεύματος για να συγκρατήσει τις τιμές.

Εκτός από την πολύ σοβαρή ενεργειακή κρίση που μας απειλεί για τον επόμενο χειμώνα και που έχει τις αιτίες της στον πόλεμο Ρωσίας – Ουκρανίας, η Ευρώπη κτυπήθηκε και από ακόμη μια ενεργειακή κρίση που δημιούργησαν οι ενεργειακές αγορές. Μια κρίση που ήταν προγενέστερη από τη σημερινή. Και που εκδηλώθηκε για πρώτη φορά πέρσι το καλοκαίρι, πολύ πριν δηλαδή να ξεσπάσει ο πόλεμος στην Ουκρανία.

Αυτή η ενεργειακή κρίση που μας απασχόλησε το χειμώνα και την άνοιξη που μας πέρασε, είχε ως αιτία την αύξηση της ζήτησης σε φυσικό αέριο στις διεθνείς αγορές, ως αποτέλεσμα των διεθνών συμφωνιών για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης και την καταπολέμηση του φαινομένου του θερμοκηπίου.

Η διεθνής αυτή πολιτική οδήγησε τα ευρωπαϊκά κράτη σε απανθρακοποίηση, σε απεξάρτηση δηλαδή των οικονομιών τους από τον άνθρακα. Η εφαρμογή αυτής της πολιτικής στην Ευρώπη, είχε ως αποτέλεσμα την αντίστοιχη αύξηση της ζήτησης σε φυσικό αέριο. Το οποίο, αν και ορυκτός άνθρακας και αυτό, έχει πιο καθαρή μορφή από τον λιγνίτη και γι’ αυτό θεωρήθηκε κατάλληλο, ως ενδιάμεση λύση, μέχρι να επιτευχθεί η πλήρης μετάβαση σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

Η διατάραξη του ισοζυγίου προσφοράς και ζήτησης στις διεθνείς ενεργειακές αγορές, με δεδομένη την σταθερή, τότε ακόμη, προσφορά του φυσικού αερίου, προκάλεσε ήδη πριν ξεσπάσει ο πόλεμος στην Ουκρανία μεγάλες αυξήσεις στις τιμές του.

Τα λεγόμενα καρτέλ, οι επιχειρήσεις δηλαδή που μονοπωλιακά ελέγχουν τη μεταφορά του φυσικού αερίου από τη Ρωσία και τη διάθεσή της στην Ευρώπη, εκμεταλλευόμενες την αύξηση της ζήτησης, ανέβασαν τις τιμές, επιδιώκοντας μεγαλύτερη κερδοφορία.

Το φαινόμενο αυτό της αύξησης των τιμών του φυσικού αερίου διεθνώς λόγω της αύξησης της ζήτησής του, συναντά σήμερα την απειλή της δραστικής μείωσης της προσφοράς του φυσικού αερίου στην Ευρώπη τον χειμώνα, εξ αιτίας του πολέμου στην Ουκρανία.

Η συνάντηση των δύο διαφορετικής προέλευσης και διαφορετικών αιτίων ενεργειακών κρίσεων επιδεινώνει δραματικά την κατάσταση στην Ευρώπη, καθώς έχει αθροιστικές συνέπειες στην εκτόξευση των τιμών.

Οι περισσότερες χώρες της Ευρώπης αντιμετώπισαν την πρώτη ενεργειακή κρίση με δραστικές κρατικές παρεμβάσεις που ελάφρυναν σημαντικά  τις συνέπειές της.

Η επιβολή πλαφόν στις ανατιμήσεις, η κρατικοποίηση των ιδιωτικοποιημένων Δημόσιων Επιχειρήσεων Ηλεκτρισμού, ο δραστικός έλεγχος της κερδοσκοπίας στις ενεργειακές αγορές, η φορολόγηση των υπερκερδών των ενεργειακών επιχειρήσεων που κερδοσκοπούν και η μείωση της φορολογίας των καυσίμων και των ειδών πρώτης ανάγκης, ήταν ανάμεσα στα επιτυχή και αποτελεσματικά μέτρα που οι περισσότερες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις έλαβαν για να περιορίσουν την ακρίβεια και να προστατέψουν τους καταναλωτές.

Στην Ελλάδα η κατάσταση διαμορφώθηκε εντελώς διαφορετικά από την υπόλοιπη Ευρώπη.

Πρώτα γιατί η ξαφνική, πρόωρη και άκαιρη απολιγνιτοποίηση που αποφάσισε η ελληνική κυβέρνηση, τη στιγμή που είχε περιθώριο δεκαετίας για να μεταβεί σε αυτήν σταδιακά και ομαλά μέχρι να μεταβούμε σε ικανοποίηση της ζήτησης από ΑΠΕ, προκάλεσε αιφνίδια πολύ μεγαλύτερη εξάρτηση από το φυσικό αέριο σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη. Με αποτέλεσμα η χώρα να γίνει το ιδανικό θύμα των καρτέλ του φυσικού αερίου, καθώς οι τιμές του στην Ελλάδα εκτοξεύτηκαν πολύ περισσότερο από την Ευρώπη.

Ο δεύτερος λόγος για τον οποίο η προ του πολέμου ενεργειακή κρίση κτύπησε περισσότερο την Ελλάδα, ήταν η πολιτική της αυτορρύθμισης της αγοράς στην οποία έμεινε εμμονικά αγκυλωμένη η ελληνική κυβέρνηση.

Την ώρα δηλαδή που η υπόλοιπη Ευρώπη, προσαρμοζόμενη στις συνθήκες της κρίσης, παρενέβαινε ρυθμιστικά στην ενεργειακή αγορά, η ελληνική κυβέρνηση την άφηνε ανεξέλεγκτη.

Οχυρωμένη πίσω από ένα επιχείρημα, η αναλήθεια του οποίου αποδεικνύεται τώρα, ότι δηλαδή η κρίση ήταν διεθνής και εισαγόμενη και συνεπώς η ελληνική κυβέρνηση δεν μπορούσε να επέμβει στη διαμόρφωση των τιμών, δεν έλαβε κανένα μέτρο περιορισμού των ανατιμήσεων και ελέγχου της εγχώριας κερδοσκοπίας.

Αντίθετα, σε εποχή ενεργειακής κρίσης ιδιωτικοποίησε τη ΔΕΗ, επιμένοντας ότι οι τιμές στις αγορές θα αυτορυθμιστούν. Με αποτέλεσμα η ΔΕΗ να γίνει η πέμπτη ιδιωτική επιχείρηση παραγωγής ρεύματος στην Ελλάδα που κερδοσκοπεί σε βάρος των καταναλωτών.

Κι ακόμη, η ελληνική κυβέρνηση άφησε την αγορά ανεξέλεγκτη, επιτρέποντας τις ανατιμήσεις και την κερδοσκοπία. Εφαρμόζοντας μάλιστα διάφορες τεχνικές καθυστέρησης δεν φορολόγησε τα υπερκέρδη των παραγωγών και των παρόχων ρεύματος και επιπλέον δεν μείωσε και κανένα φόρο για να ανακουφίσει τους καταναλωτές.

Το μόνο μέτρο που επέβαλε ήταν η εκ των υστέρων, με δεδομένες δηλαδή τις ανατιμήσεις και την ακρίβεια στις αγορές, επιδότηση των καταναλωτών. Που στην πραγματικότητα βέβαια ήταν επιδότηση των κερδοσκόπων της αγοράς της ενέργειας. Αυξάνοντας τα ελλείμματα και θέτοντας για μια ακόμη φορά, όπως συνέβη και προ του 2009, σε κίνδυνο εκτροχιασμού το δημοσιονομικό ισοζύγιο.

Μια ακόμη αιτία που επιδείνωσε την ενεργειακή κρίση στην Ελλάδα, συμβάλλοντας στην εκτόξευση των τιμών, ήταν η λειτουργία του Χρηματιστηρίου Ενέργειας. Η Ελλάδα ήταν η μόνη ευρωπαϊκή χώρα στην οποία οι τιμές του Χρηματιστηρίου εξαρτήθηκαν κατά 100% από τις διεθνείς τιμές του φυσικού αερίου. Καθώς στο ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας εισήλθε το 100% των ενεργειακών πηγών. Με αποτέλεσμα οι τιμές του ρεύματος που προέρχεται από ΑΠΕ ή από υδροηλεκτρικά φράγματα ή από εγχώριο λιγνίτη, που έχουν πολύ μικρότερο κόστος, να διαμορφώνονται κατά 100% στα ίδια υψηλά επίπεδα με τις αυξημένες διεθνώς τιμές του αερίου.

Σε αντίθεση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, στα Χρηματιστήρια των οποίων εισήχθη ένα μικρό ποσοστό των πηγών, μικρότερο του 29%, επιτρέποντας στις υπόλοιπες τιμές ρεύματος να μην ακολουθήσουν την ιλιγγιώδη αύξηση των διεθνών τιμών του φυσικού αερίου, αλλά να διαμορφωθούν ελεύθερα, με επιμέρους συμβόλαια με τους καταναλωτές.

Κάτω από αυτές τις συνθήκες, οι τιμές του ρεύματος στην Ελλάδα εκτοξεύτηκαν στα ύψη και είναι από τις ακριβότερες στην Ευρώπη.

Με αποτέλεσμα τον Αύγουστο, πριν ακόμη κτυπήσει η δεύτερη, πιο σοβαρή ενεργειακή κρίση λόγω του πολέμου, η τιμή του οικιακού ρεύματος στην Ελλάδα να είναι η τρίτη ακριβότερη στην Ευρώπη, ενώ οι τιμές του ρεύματος για τις επιχειρήσεις να είναι οι πιο ακριβές από όλα τα ευρωπαϊκά κράτη.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, έχοντας στηρίξει την αδράνεια και την απραξία της στο αναληθές επιχείρημα ότι η μέχρι τώρα κρίση που δημιούργησαν οι αγορές ήταν εισαγόμενη και γι’ αυτό ανεξάρτητη από τις δικές της πρωτοβουλίες, βρίσκεται σήμερα μπροστά σε δύο αδιέξοδα που η ίδια, με τις πράξεις και τις παραλείψεις της, δημιούργησε.

Το πρώτο είναι ο βαρύς χειμώνας που έρχεται λόγω διεθνούς, πια, ενεργειακής κρίσης. Η οποία ξεκινά στην Ελλάδα από πολύ χειρότερη αφετηρία, με τις τιμές του ρεύματος να είναι ήδη πολύ ακριβότερες σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη.

Η νέα αυτή ενεργειακή κρίση που απειλεί την Ευρώπη βρίσκει τους Έλληνες ήδη καταπονημένους και καταρρακωμένους από την προηγούμενη κρίση, αυτή που προκάλεσε ή τουλάχιστον που δεν εμπόδισε η κυβέρνηση Μητσοτάκη.

Κάνοντας τον επόμενο χειμώνα πολύ πιο βαρύ στην Ελλάδα από ό,τι αλλού.

Το δεύτερο αδιέξοδο που θα προκύψει είναι αυτό της αποκάλυψης της επικοινωνιακής διαχείρισης που εφάρμοσε η κυβέρνηση στη μέχρι σήμερα ενεργειακή κρίση. Γιατί τώρα, που οι τεράστιες αυξήσεις των τιμών θα οφείλονται πράγματι στον πόλεμο Ρωσίας – Ουκρανίας, θα αποκαλυφθεί η αλήθεια για το ποιοι ευθύνονταν, με πράξεις και παραλείψεις, για τη μέχρι σήμερα ενεργειακή κρίση που προκάλεσαν οι αγορές.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη θα βρεθεί φέτος το χειμώνα μπροστά σε μια πρωτόγνωρη έκρηξη δυσαρέσκειας και οργής για τις συσσωρευμένες συνέπειες της οικονομικής και της ενεργειακής της πολιτικής.

Κι ακόμη, θα βρεθεί μπροστά στην αποκάλυψη των σκοπιμοτήτων που καθοδήγησαν τη μέχρι τώρα απραξία και αδράνειά της στη διαχείριση της ενεργειακής κρίσης. Καθώς η ελληνική κυβέρνηση θα βρεθεί αντιμέτωπη με την αλήθεια για τα συμφέροντα με τα οποία συντάσσεται, προστατεύει και εκπροσωπεί η κυβέρνηση Μητσοτάκη.

Που, όπως τώρα αποδεικνύεται, δεν ταυτίζονται ούτε με το δημόσιο συμφέρον, ούτε και με τις ανάγκες των πολιτών.

tags: άρθρα

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)