to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

10:23 | 20.05.2021

Πολιτική

Γ. Ραγκούσης για συνεπιμέλεια: Γιατί εκτελείτε συμβόλαια δεσμεύσεων του κ. Μητσοτάκη απέναντι σε μικρές ολιγαρχίες;

​Ενώ το πρόβλημα βρίσκεται στο δικαστηριακό μέρος του 14% των μη συναινετικών δικαστηρίων, εσείς πάτε και παρεμβαίνετε στη νομοθεσία χάρη στην οποία έχουμε 90% συναινετικά διαζύγια στην Ελλάδα.


“Με 2 σταγόνες δηλητήριο καταστρέφεται ένα βαρέλι σπουδαίο κρασί. Αυτές οι 2 λέξεις δηλητήριο είναι το «εξίσου και το 1/3» που καταστρέφουν τον πυρήνα του προοδευτικού οικογενειακού μας δικαίου."

  • ​Φαντάζομαι ότι, όχι μόνο για την κυρία Κεφαλογιάννη και την κυρία Γιαννάκου, αλλά για όλους μας, το λιγότερο που οφείλετε να κάνετε από αυτό εδώ το Βήμα είναι να ζητήσετε συγγνώμη, κύριε Τσιάρα, αν έχετε στοιχειώδη πολιτική ευθιξία και αν ακόμη βαδίζετε με γνώμονα τη λογική και την υπευθυνότητα. 
  •  ​Πού υπάρχει τώρα η μεγάλη διαφωνία και οι μεγάλες αντιδράσεις με το δικό σας σχέδιο νόμου; 

Όχι στο αν υπάρχει το πρόβλημα λοιπόν, αλλά στη λύση που πάτε να δώσετε. 

  • ​ Και γιατί είναι εξαιρετικά αρνητική και απαράδεκτη η λύση που πάτε να δώσετε; 

Γιατί, ενώ το πρόβλημα το δημιουργούν κάποιες δικαστηριακές αποφάσεις οι οποίες αδικούν πατεράδες, κάποιες φορές και μανάδες, εσείς δεν παραμένετε σ’ αυτό το σκέλος. 

  • ​Εσείς πάτε και παρεμβαίνετε στο νομοθετικό σκέλος που είναι ο νόμος του 1983. Δηλαδή κάνετε το ουσιώδες, το μέγιστο παράπτωμα. 
  • ​Ενώ το πρόβλημα βρίσκεται στο δικαστηριακό μέρος του 14% των μη συναινετικών δικαστηρίων, εσείς πάτε και παρεμβαίνετε στη νομοθεσία χάρη στην οποία έχουμε 90% συναινετικά διαζύγια στην Ελλάδα. 
  • ​ Όμως, ο Υπουργός Δικαιοσύνης που έχει τη νομοθετική πρωτοβουλία τολμάει να έρχεται στη Βουλή και να λέει: 

«Δεν μπορούμε να ιδρύσουμε Οικογενειακό Δικαστήριο;» 

Δεν θέλετε να ιδρύσετε γιατί αν θέλατε, αν υπήρχε η πολιτική βούληση βεβαίως και θα ιδρύατε. 

  • ​Ξέρετε γιατί τα κάνετε όλα αυτά, κύριε Τσιάρα; 

Γιατί εκτελείτε συμβόλαια δεσμεύσεων που έχει αναλάβει προσωπικά ο κ. Μητσοτάκης απέναντι σε αυτές τις μικρές ολιγαρχίες, τις ισχυρές ολιγαρχίες, που ξέρετε πολύ καλά ποιες είναι, έχουν καταγγελθεί με όλα αυτά που είπε και η κυρία Γιαννάκου τις προηγούμενες μέρες για τα λεφτά που έχουν επενδυθεί σ’ αυτήν την υπόθεση αυτού του νομοσχεδίου, που έχει γίνει για κάποιους πεδίο οικονομικής επένδυσης για να πετύχουν αυτά που φέρνετε εσείς εδώ. 

  • ​Το λιγότερο που όφειλε να κάνει απέναντι στην ελληνική κοινωνία, κύριε Τσιάρα, ο κ. Μητσοτάκης και απέναντί σας να σας το πω, εγώ θέλω να είμαι πάρα πολύ έντιμος απέναντί σας και άσκησα δριμύτατη προσωπικά κριτική στην αρχή, τώρα στο τέλος θέλω να σας πω το εξής και απέναντί σας έχει υποχρέωση ο κ. Μητσοτάκης να έρθει εδώ να υπερασπιστεί, να εξηγήσει και να δικαιολογήσει αυτό το νομοθέτημα. 
  • ​Λοιπόν, εμείς δεν μπορούμε άλλο να ανεχτούμε το Κοινοβούλιο να παραμένει ακρωτηριασμένο και οι Βουλευτές να μην μπορούν να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις και τα καθήκοντα τους.
  • ​Και επειδή τώρα υπάρχουν τα παραδείγματα τα εξαίρετα της κυρίας Γιαννάκου ή της κυρίας Κεφαλογιάννη νομίζετε ότι δεν ξέρει το σύμπαν ότι υπάρχουν κι άλλοι συνάδελφοι Βουλευτές που σε άλλα νομοσχέδια με αυτήν τη διαδικασία δεν τους αφήνετε να εκδηλωθούν, να πουν τη γνώμη τους, να λειτουργήσει η δημοκρατία.
    ​ 

Σημεία ομιλίας του Κοινοβουλευτικού Εκπροσώπου του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία Γ. Ραγκούση στην Ολομέλεια για το  Νομοσχέδιο  -Τσιάρα για την αναγκαστική Συνεπιμέλεια.

Δεν μπορώ παρά να ξεκινήσω από κάτι το οποίο εγώ δεν γνώριζα. Φαντάζομαι και πολλοί συνάδελφοι το ακούσαμε σήμερα εδώ. 

Πραγματικά -θα το πω ευθέως, κύριε Τσιάρα- είναι από αυτά που κανείς δεν μπορεί να πιστέψει στα αυτιά του, ότι δηλαδή σε συνέντευξη που δώσατε καταφερθήκατε εναντίον συναδέλφων σας Βουλευτριών της Νέας Δημοκρατίας, λέγοντας ότι η κυρία Γιαννάκου και η κυρία Κεφαλογιάννη, ορμώμενες από προσωπικά βιώματα, τοποθετήθηκαν αρνητικά για το νομοσχέδιό σας.  

Εγώ έχω παρακολουθήσει τις ομιλίες και της κυρίας Γιαννάκου και της κυρίας Κεφαλογιάννη, όπως και των περισσότερων συναδελφισσών και συναδέλφων και δεν είδα πουθενά να υποστηρίζουν τις απόψεις τους σε προσωπικά βιώματα, ούτε καν υπαινιγμό δεν αντιλήφθηκα.  

Φαντάζομαι ότι, όχι μόνο για την κυρία Κεφαλογιάννη και την κυρία Γιαννάκου, αλλά για όλους μας, το λιγότερο που οφείλετε να κάνετε από αυτό εδώ το Βήμα είναι να ζητήσετε συγγνώμη, κύριε Τσιάρα, αν έχετε στοιχειώδη πολιτική ευθιξία και αν ακόμη βαδίζετε με γνώμονα τη λογική και την υπευθυνότητα.  

Καλά, δύο γυναίκες Βουλεύτριες της Νέας Δημοκρατίας από προσωπικά βιώματα σας λένε «όχι». 

Για τους άντρες, τους μπαμπάδες όλων των κομμάτων της αντιπολίτευσης -δεν ξέρω αν είναι και από τη Νέα Δημοκρατία κάποιοι- που λέμε «όχι» πώς το εξηγείτε με βάση το δικό σας σπουδαίο σκεπτικό;  

Και τον κ. Βούτση άκουσα και την κυρία Γιαννάκου άκουσα και την κυρία Κεφαλογιάννη άκουσα. 

Και ακούστε και εσείς, κύριε Τσιάρα, αυτό που σας ξαναλέω. Το λιγότερο που οφείλετε να κάνετε είναι να ζητήσετε «συγγνώμη». 

Γιατί σε τελική ανάλυση, για να σας το πω και διαφορετικά, η κυρία Γιαννάκου και η κυρία Κεφαλογιάννη -το είπε νομίζω η κυρία Αναγνωστοπούλου προηγουμένως και έχει δίκιο- με αυτό που κάνουν τιμούν την πολιτική, τιμούν το Κοινοβούλιο, τιμούν και το κόμμα τους. Το βοηθούν το κόμμα τους, δεν του κάνουν ζημιά. Στη Νέα Δημοκρατία δεν κάνουν ζημιά.  

Όταν, όμως, κύριε Τσιάρα, ένας Υπουργός δεν σταματά, δεν αυτοπεριορίζεται και, όπως την προηγούμενη φορά, έρχεται σ’ αυτό εδώ το Κοινοβούλιο και αλλάζει τον τρόπο που τοποθετείται ο επικεφαλής για την καταπολέμηση του μαύρου χρήματος στην Ελλάδα, που μέχρι τη δική σας νομοθετική επαίσχυντη πρωτοβουλία ο επικεφαλής οριζόταν με απόφαση της δικαιοσύνης, του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου, και εσείς ήρθατε εδώ για να καθιερώσετε τη δυνατότητα τη δική σας, της δικής σας Κυβέρνησης, να ορίζει τον επικεφαλής, νομίζω ότι τα συμπεράσματα βγαίνουν πια από κάθε πλευρά.

Και πολιτικά εννοώ και σε αυτά τα πολύ ιδιαίτερης πολιτισμικής αξίας, κύριε Τσιάρα, ζητήματα περί βιωμάτων. 

Ποιο είναι το μείζον πρόβλημα αυτού του νομοσχεδίου; Γιατί σε όλες του τις πλευρές δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι έχει πλήρως αποδομηθεί από τους Βουλευτές μας, από τον εισηγητή μας, από την Tομεάρχη, από όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης. 

Αλλά αν έπρεπε να διαλέξουμε μία, τη σημαντικότερη πλευρά, το σημαντικότερο πρόβλημα που υπάρχει και γεννιέται με αυτό το νομοσχέδιο, ποιο έπρεπε να είναι;  

Θα ξεκινήσω διατυπώνοντας το εξής ρητορικό ερώτημα:

Αν μπορούσαμε να υποβάλουμε ρητορικά στην ελληνική κοινωνία, όπως και σε κάθε άλλη πολιτισμένη, ανεπτυγμένη και σύγχρονη κοινωνία, το ερώτημα για το τι είναι αυτό που αποτελεί τη μεγαλύτερη επιθυμία της κοινωνίας να συμβαίνει όταν διαλύεται ένας γάμος, μια κατάσταση υπαρκτή, που προφανώς έχει παρελθόν, έχει παρόν και θα έχει και μέλλον -και όσο περνάνε τα χρόνια πιθανότατα τα διαζύγια να αυξάνονται όλο και περισσότερο- τι θα πει μια τέτοια κοινωνία, τι θα απαντήσει; 

Θα πει ότι αυτό που την ενδιαφέρει πρωτίστως είναι από αυτή τη διάλυση του γάμου να μη βλάπτεται το παιδί. 

Και επίσης θα αναγνωρίσει ότι η πιο κρίσιμη προϋπόθεση για να συμβαίνει κάτι τέτοιο είναι, αν μπορεί, η λύση του γάμου να γίνεται με συναινετικό τρόπο, ότι αυτό είναι το πιο κρίσιμο. 

Ότι αν λύνεται ένας γάμος και ένα διαζύγιο εξελίσσεται συναινετικά, αυτό είναι καθοριστικής σημασίας για την επίτευξη του μείζονος στόχου, που είναι να μην βλάπτονται τα παιδιά και οι ψυχές τους, η υγεία τους, η ψυχοσωματική τους υγεία από τη διάλυση αυτού του γάμου.  

Αν συμφωνούμε -φαντάζομαι ότι συμφωνούμε- σε αυτές τις διαπιστώσεις, τότε μπορούμε να πάμε και στο επόμενο, το οποίο είναι η διαπίστωση ότι αυτό που έχει επιτευχθεί στην ελληνική κοινωνία είναι πραγματικά σπουδαίο. 

Λέμε και ξαναλέμε πολλές φορές –το έχουν πει πολλοί συνάδελφοι και συναδέλφισσες- ότι το 86% των διαζυγίων είναι συναινετικά.   

Θα το πω με διαφορετικά λόγια. Αυτό είναι πολύ σπουδαίο κεκτημένο για την ελληνική κοινωνία, για τον πολιτισμό μας, για όλους εμάς, για τις οικογένειές μας, για τους πατεράδες μας, τις μανάδες μας και για τα παιδιά μας, για όλους  τους Έλληνες και τις Ελληνίδες. Είναι πάρα πολύ σπουδαίο εννιά στους δέκα γάμους να λύνονται συναινετικά.  

Αυτό έπεσε από τον ουρανό; Είναι κάτι το οποίο υπήρχε ως γονίδιο στους Έλληνες και τις Ελληνίδες; 

Όχι, ούτε από τον ουρανό έπεσε ούτε γονιδιακή είναι η προέλευσή του. Είναι κατάκτηση της κοινωνίας, είναι κατάκτηση μέσα από αυτά τα χρόνια, είναι κατάκτηση μέσα από αυτές τις δεκαετίες. 

Γιατί και πώς;  Πού οφείλεται αυτό το σπουδαίο 86%; Οφείλεται σε 2 πυλώνες. 

1) Στο Οικογενειακό Δίκαιο, όπως αυτό θεσπίστηκε με τη μεγάλη Μεταρρύθμιση που πια αναγνωρίζεται από όλα τα κόμματα το 1983 με τον νόμο 1329 της κυβέρνησης του Ανδρέα Παπανδρέου. 

2) Στις δικαστικές αποφάσεις.  

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι οι κοινωνίες έχουν και τον καλό τους και τον κακό τους εαυτό και ότι το μεγάλο βάρος ευθύνης που έχουν και η νομοθετική και η εκτελεστική και η δικαστική εξουσία είναι με τις πράξεις και τις αποφάσεις τους να βγάζουν τον καλό εαυτό της κοινωνίας στην επιφάνεια και να περιθωριοποιούν τον κακό της εαυτό. 

Αυτό έχει επιτευχθεί αυτές τις δεκαετίες. Γι’ αυτό έχει έρθει αυτό το πολυπόθητο 86%, το οποίο είναι σπουδαίο, επαναλαμβάνω, είναι ανεκτίμητης αξίας και απολύτως καθοριστικό για τα παιδιά. 

Άρα, τι ξέρουμε; Ξέρουμε ότι η νομοθεσία που υπάρχει και ο τρόπος με τον οποίο λειτούργησαν οι Ελληνίδες και οι Έλληνες δικαστές όλα τα προηγούμενα χρόνια έβγαλαν αυτόν τον καλό εαυτό της ελληνικής κοινωνίας. 

Έχει κάποιος πρόβλημα με αυτό το 86%; Είμαι βέβαιος πως κανείς, ούτε εσείς. Δεν μπορούμε να φανταστούμε ότι έχει κανείς πρόβλημα ή διαφωνεί με αυτό το 86%. Πού είναι το πρόβλημα που υπάρχει; Είναι -το έχουμε αναγνωρίσει όλοι- στο 14%, εκεί που δεν υπάρχει συναινετική επίλυση ενός γάμου, εκεί που επειδή δεν υπάρχει συναινετική επίλυση ενός γάμου έχουμε συγκρούσεις, έχουμε πολλές φορές ακόμη και οικογενειακές τραγωδίες που βλάπτουν τα παιδιά. Και πιο συγκεκριμένα, το πρόβλημα βρίσκεται -και πράγματι βρίσκεται- σε ένα μέρος αυτών των δικαστικών αποφάσεων των μη συναινετικών δικαστηρίων που πάνε από κεκτημένη, άλλοι λένε, ταχύτητα, από δικαστηριακή πρακτική, λένε άλλοι, σε μια σταθερή λογική, ενδεχομένως -και σε συγκεκριμένες περιπτώσεις αυτό δεν είναι ενδεχομένως, αλλά είναι πραγματικό γεγονός- αδικώντας τον έναν γονιό, συνήθως τον πατέρα. 

Αυτή όμως η λογική που δημιουργεί αυτή η διαδικασία, αυτά τα παραδείγματα, αυτά τα περιστατικά είναι τα αρνητικά αποτελέσματα μιας διαδικασίας που, όμως, είπαμε ότι έχει παίξει καθοριστικό ρόλο για την επίτευξη του μείζονος, που είναι κατά 86% να έχουμε συναινετικά διαζύγια στην Ελλάδα.  

Αμφισβητεί κανείς ότι είναι πρόβλημα να είσαι πατέρας, να πηγαίνεις στο δικαστήριο, να δικαιούσαι να έχεις ένα μέρος της επιμέλειας και το δικαστήριο να μην σου τη δίνει; Όχι, είναι πρόβλημα και πρέπει να δούμε πώς θα το λύσουμε. 

Πού υπάρχει τώρα η μεγάλη διαφωνία και οι μεγάλες αντιδράσεις με το δικό σας σχέδιο νόμου; 

Όχι στο αν υπάρχει το πρόβλημα λοιπόν, αλλά στη λύση που πάτε να δώσετε. Και γιατί είναι εξαιρετικά αρνητική και απαράδεκτη η λύση που πάτε να δώσετε; 

Γιατί, ενώ το πρόβλημα το δημιουργούν κάποιες δικαστηριακές αποφάσεις οι οποίες αδικούν πατεράδες, κάποιες φορές και μανάδες, εσείς δεν παραμένετε σ’ αυτό το σκέλος. 

Εσείς πάτε και παρεμβαίνετε στο νομοθετικό σκέλος που είναι ο νόμος του 1983. Δηλαδή κάνετε το ουσιώδες, το μέγιστο παράπτωμα. 

Ενώ το πρόβλημα βρίσκεται στο δικαστηριακό μέρος του 14% των μη συναινετικών δικαστηρίων, εσείς πάτε και παρεμβαίνετε στη νομοθεσία χάρη στην οποία έχουμε 90% συναινετικά διαζύγια στην Ελλάδα. 

Και έχουμε συναινετικά διαζύγια στην Ελλάδα χάρη σ’ αυτή τη νομοθεσία γιατί κάθε νόμος κουβαλάει το μήνυμά του. Πέρα από το τι γράφει, έχει αυτό που λένε οι εκλογολόγοι, τη μηχανική του. 

Αυτό το μήνυμα έπαιξε καθοριστικό ρόλο για να πετύχει η ελληνική κοινωνία αυτό το σπουδαίο πολιτισμικό αγαθό, το 90%, εννέα στα δέκα διαζύγια να είναι συναινετικά στην Ελλάδα. 

Κι αυτό ακριβώς είναι που πάτε εσείς και πλήττετε μ’ αυτό το νομοσχέδιο. 

Την ώρα που σας λένε και σας ξαναλένε ότι μπορούσατε να παρέμβετε στο δικαστικό σκέλος. 

Κι εσείς όχι μόνο δεν παρεμβαίνετε στο δικαστικό σκέλος, κύριε Τσιάρα, αλλά εδώ τολμήσατε -και το εννοώ το τολμήσατε- με θράσος που δεν ανήκει σε κάποιον ο οποίος έχει νομοθετική πρωτοβουλία ως Υπουργός Δικαιοσύνης να ισχυριστείτε στην πρώτη σας ομιλία στην επιτροπή το εξής απίθανο: 

Δεν γίνεται -λέει- Οικογενειακό Δικαστήριο. 

Έτσι είπε ο Υπουργός Δικαιοσύνης, ο οποίος, με βάση το Σύνταγμα, έχει όλη την εξουσία και όλη τη δυνατότητα να ιδρύσει Οικογενειακό Δικαστήριο.

Κανείς δεν τον εμποδίζει. Μόνο υλικοτεχνικοί λόγοι θα μπορούσαν να ήταν αυτοί, οι οποίοι προφανώς δεν μπορεί να είναι οι λόγοι για τους οποίους δεν ιδρύουμε Οικογενειακά Δικαστήρια στην Ελλάδα. Προφανώς είναι εκείνα τα προβλήματα που πρέπει να ξεπεράσουμε για να ιδρύσουμε Οικογενειακά Δικαστήρια στην Ελλάδα. 

Έρχεται ο Υπουργός Δικαιοσύνης στη χώρα και λέει ότι δεν μπορούμε να ιδρύσουμε Οικογενειακό Δικαστήριο. 

Να το πει αυτό ένας δικαστής, γιατί ένας δικαστής από μόνος του δεν έχει την εξουσία να ιδρύσει Οικογενειακό Δικαστήριο. 

Να το πει ένας δικηγόρος, γιατί δεν μπορούν οι δικηγόροι από μόνοι τους να ιδρύσουν.

Όμως, ο Υπουργός Δικαιοσύνης που έχει τη νομοθετική πρωτοβουλία τολμάει να έρχεται στη Βουλή και να λέει: «Δεν μπορούμε να ιδρύσουμε οικογενειακό δικαστήριο;» Δεν θέλετε να ιδρύσετε γιατί αν θέλατε, αν υπήρχε η πολιτική βούληση βεβαίως και θα ιδρύατε. 

Σ’ αυτήν τη χώρα, κύριε Τσιάρα, πριν από εσάς και πολύ μετά από εσάς θα πετύχουμε στόχους πολύ πιο φιλόδοξους, πολύ πιο μακρινούς από την ίδρυση οικογενειακών δικαστηρίων. 

Εδώ έχουν γίνει μεταρρυθμίσεις και ανατροπές σε αυτόν τον τόπο χάρη στην πολιτική βούληση και το σθένος πολιτικών ηγεσιών, υπουργείων ή κυβερνήσεων. Διότι όλα αυτά που λέω για εσάς, αφορούν και τον κ. Μητσοτάκη και κατά πολύ ξεπερνούν το μέγεθος της ίδρυσης των οικογενειακών δικαστηρίων. 

Είπατε λοιπόν ότι δεν μπορούμε να κάνουμε δικαστήρια. Και τι κάνετε; 

Παρεμβαίνετε στη νομοθεσία του 1983. Και ποια ήταν η πεμπτουσία της νομοθεσίας του 1983, όπως όλοι έχουν πει;

 Ο παιδοκεντρικός χαρακτήρας. Πώς προέκυπτε ο χαρακτήρας αυτός στον ν. 1329/83 αν δεν κάνω λάθος; Πώς προέκυπτε; 

Ακριβώς μέσα από τη λογική της εξατομίκευσης που έθετε. Δεν έβαζε οριζόντιες διατάξεις, δεν έλεγε «1/3», δεν έλεγε «εξίσου», δεν έβαζε τέτοια καλούπια και άφηνε να εξειδικεύσει κάθε δικαστήριο πάνω σε κάθε παιδί και την προσωπικότητά του -αυτό σημαίνει παιδικοκεντρικός χαρακτήρας- την απόφαση που θα λάμβανε. 

Αναιρείται ο κεντρικός χαρακτήρας της νομοθεσίας μας του Αστικού Κώδικα και του οικογενειακού δικαίου ακριβώς γιατί εσείς ουσιαστικά παύετε την εξατομίκευση των περιπτώσεων και πάτε με μια οριζόντια λογική, όπως σας έχει καταγγελθεί, να γενικεύσετε. 

Αυτό είναι που πλήττει το συμφέρον των παιδιών. Γιατί παιδοκεντρική αντίληψη δεν σημαίνει να βάλουμε τα παιδιά μπροστά. Όχι, σημαίνει να αποδεχθούμε ότι κάθε παιδί είναι ειδική προσωπικότητα, ξεχωριστή προσωπικότητα, σπουδαία προσωπικότητα και ό,τι απόφαση πάρουμε πρέπει να προσαρμοστεί στα δικά του δεδομένα και όχι να γενικεύσουμε, όπως κάνετε εσείς. 

Και πώς γενικεύετε; Υιοθετώντας δύο λέξεις - δηλητήριο, το «εξίσου» και το «1/3». 

Και ποιο είναι το αποτέλεσμα αυτής της γενίκευσης που κάνετε με αυτές τις δύο λέξεις - δηλητήριο; Είναι ακριβώς το ίδιο αποτέλεσμα που προκύπτει όταν σ’ ένα σπουδαίο, αξιόλογο βαρέλι πεπαλαιωμένο κόκκινο κρασί ρίξουμε δύο σταγόνες δηλητήριο. 

Σ’ ένα βαρέλι σπουδαίο κόκκινο κρασί πολλών ετών, αν δεχτεί 2 σταγόνες δηλητήριο καταστρέφεται, είναι για πέταμα. Αυτό ακριβώς κάνετε στο Οικογενειακό Δίκαιο, αυτό ακριβώς κάνετε στην ελληνική κοινωνία με το νομοσχέδιο που φέρνετε και το οποίο περιλαμβάνει αυτές τις δύο ΛΕΞΕΙΣ- ΔΗΛΗΤΗΡΙΟ: «εξίσου» και «1/3». 

Γιατί ποιο είναι αυτό το βαρέλι κόκκινο κρασί που καταστρέφετε μ’ αυτές τις δύο λέξεις -  δηλητήριο; Είναι ακριβώς αυτό το 86% των συναινετικών διαζυγίων, είναι αυτό το «εννέα στους δέκα παίρνουν συναινετικό διαζύγιο». 

Δηλαδή -ανακεφαλαιώνοντας- εσείς τι κάνετε; Έχουμε και πατάμε πάνω σε μια σπουδαία διαδρομή της ελληνικής κοινωνίας που έχει πετύχει αυτό το αξιόλογο 86% να είναι συναινετικά τα διαζύγια που εκδίδονται στην Ελλάδα.

Έχουμε ένα πρόβλημα διαπιστωμένο -συμφωνούμε όλοι- με την αδικία που υφίστανται, κυρίως κάποιοι πατεράδες που τα δικαστήρια δεν τους έχουν δώσει το μέρος της επιμέλειας που έπρεπε να τους έχουν δώσει, και αντί να παρέμβετε στο δικαστηριακό, στο δικαστικό σκέλος, στο σκέλος της Δικαιοσύνης, με πλειάδα τρόπων που μπορείτε, εσείς παρεμβαίνετε και εκθεμελιώνετε τον βασικό πυλώνα βάσει του οποίου η ελληνική κοινωνία έχει πετύχει αυτό το σπουδαίο 86%. 

Γιατί; Γιατί αλλάζετε τον χαρακτήρα του παιδοκεντρικού νομοθετήματος του 1983. Αυτό είναι στην ουσία του και στον πυρήνα του το μεγάλο πρόβλημα που έχει το νομοθέτημά σας. 

Αυτή είναι, κύριε Τσιάρα, η μεγάλη ζημιά που κάνετε στο οικογενειακό δίκαιο και στην ελληνική κοινωνία μ’ αυτό που ζητάτε σήμερα να ψηφίσουν οι Βουλευτές. 

Και θα κλείσω, κύριε Πρόεδρε, λέγοντας ένα τελευταίο πράγμα για το νομοσχέδιο. Γιατί τα κάνετε όλα αυτά; Είναι ένα εύλογο ερώτημα. Δεν τα έχετε ακούσει από την πρώτη μέρα από τις Επιτροπές σας; Τα είπαν τόσοι Βουλευτές, σας τα είπαν και οι δικές σας οι Βουλεύτριες. Τα ξέρετε όλα αυτά.  

Ξέρετε γιατί τα κάνετε όλα αυτά, κύριε Τσιάρα; Γιατί εκτελείτε συμβόλαια δεσμεύσεων που έχει αναλάβει προσωπικά ο κ. Μητσοτάκης απέναντι σε αυτές τις μικρές ολιγαρχίες, τις ισχυρές ολιγαρχίες, που ξέρετε πολύ καλά ποιες είναι, έχουν καταγγελθεί με όλα αυτά που είπε και η κυρία Γιαννάκου τις προηγούμενες μέρες για τα λεφτά που έχουν επενδυθεί σ’ αυτήν την υπόθεση αυτού του νομοσχεδίου, που έχει γίνει για κάποιους πεδίο οικονομικής επένδυσης για να πετύχουν αυτά που φέρνετε εσείς εδώ. 

Και εν πάση περιπτώσει εάν δεν είναι έτσι, κύριε Πλεύρη, κύριε Κοινοβουλευτικέ Εκπρόσωπε, το λιγότερο που όφειλε να κάνει ο Πρωθυπουργός της χώρας από την ώρα που δίνει το «πράσινο φως» είναι να έρθει εδώ και να τοποθετηθεί. Δεν ξέρω αν είναι και αλήθεια αυτά που ειπώθηκαν εδώ το πρωί ότι υπάρχουν αναφορές που έχουν βγει στη δημοσιότητα και πως κάνατε συσκέψεις και τι ρόλο έπαιζε ο καθένας σας, κλπ. 

Το λιγότερο που όφειλε να κάνει απέναντι στην ελληνική κοινωνία, κύριε Τσιάρα, ο κ. Μητσοτάκης και απέναντί σας να σας το πω, εγώ θέλω να είμαι πάρα πολύ έντιμος απέναντί σας και άσκησα δριμύτατη προσωπικά κριτική στην αρχή, τώρα στο τέλος θέλω να σας πω το εξής και απέναντί σας έχει υποχρέωση ο κ. Μητσοτάκης να έρθει εδώ να υπερασπιστεί, να εξηγήσει και να δικαιολογήσει αυτό το νομοθέτημα. 

Δεν μπορεί να κρύβεται ο κ. Μητσοτάκης, κύριε Τσιάρα. Δεν μπορεί να έχει βρει τον κύριο Τσιάρα, τον γιατρό για να κάνει όλη τη βρώμικη δουλειά και να κάνει ότι δεν καταλαβαίνει λες και Πρωθυπουργός της χώρας είναι ο Τσιάρας. 

Αυτό που κάνετε σήμερα έχει τεράστια επίπτωση σε χιλιάδες οικογένειες μανάδες, πατεράδες, εκατοντάδες χιλιάδες παιδιά. Δεν μπορεί ο κ. Μητσοτάκης να απέχει από αυτήν τη συζήτηση. Να έχει το θάρρος να τιμήσει την ευθύνη που του έχει δώσει ο ελληνικός λαός και να έρθει εδώ να τοποθετηθεί για αυτό το νομοσχέδιο, το λιγότερο που οφείλει και ας διαφωνούμε στο τέλος - τέλος. 

Και κάτι τελευταίο, κύριε Πρόεδρε, γιατί δεν μπορώ να το παραλείψω, το είπε και η κυρία Γεροβασίλη. 

Θέλω και εγώ ως Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος να δηλώσω ακόμη μια φορά εκ μέρους μας, εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ - Προοδευτική Συμμαχία ότι εμείς σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε άλλο να ανεχτούμε αυτήν την κατάσταση με τη Δημοκρατία σε καραντίνα, με την κοινοβουλευτική λειτουργία ακρωτηριασμένη.  

Λοιπόν, εμείς δεν μπορούμε άλλο να ανεχτούμε το Κοινοβούλιο να παραμένει ακρωτηριασμένο και οι Βουλευτές να μην μπορούν να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις και τα καθήκοντα τους. 

Και επ’ αυτού να μην έχετε καμία αμφιβολία ότι δεν πρόκειται να σταματήσουμε όχι απλώς σε αναφορές και καταγγελίες. 

Δεν υπάρχει περίπτωση αυτό το πράγμα να γίνει πια ανεκτό, έχει ξεπεράσει κάθε όριο ανοχής. Και δεν μιλήσαμε στην πανδημία ούτε τους μήνες στους δύσκολους της πανδημίας, αλλά δεν μπορεί να συνεχίζεται αυτή η κατάσταση στο Κοινοβούλιο, γιατί εσείς έχετε πρόβλημα με τους δικούς σας Βουλευτές και θέλετε να κρύβετε τις αντιρρήσεις τους και τις αρνήσεις τους. 

Και επειδή τώρα υπάρχουν τα παραδείγματα τα εξαίρετα της κυρίας Γιαννάκου ή της κυρίας Κεφαλογιάννη νομίζετε ότι δεν ξέρει το σύμπαν ότι υπάρχουν κι άλλοι συνάδελφοι Βουλευτές που σε άλλα νομοσχέδια με αυτήν τη διαδικασία δεν τους αφήνετε να εκδηλωθούν, να πουν τη γνώμη τους, να λειτουργήσει η δημοκρατία.  

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)