«Βραδυφλεγείς βόμβες αποδεικνύονται όμως τα προβλήματα που σχετίζονται με το ασαφές και αντιφατικό θεσμικό καθεστώς, τα οποία δημιουργούν ένα ρευστό και αβέβαιο περιβάλλον λειτουργίας στα ιδρύματα. Δυο και πλέον χρόνια από την εφαρμογή των νόμων 4009/2011 και 4078/12 και ούτε έχουν διευκρινιστεί ακόμη οι αρμοδιότητες των νέων οργάνων, των Συμβουλίων, ούτε και έχουν οριοθετηθεί οι σχέσεις τους με τις Πρυτανικές Αρχές και τις Συγκλήτους. Με αποτέλεσμα τα πανεπιστήμια να λειτουργούν σε καθεστώς ασάφειας και να διοικούνται σε συνθήκες ανταγωνισμού και συχνά συγκρούσεων μεταξύ των οργάνων διοίκησής τους. Τα όσα συνέβησαν κατά τις κοσμητορικές εκλογές στο ΕΚΠΑ, με την απόρριψη από πλευράς Συμβουλίου της μοναδικής υποψήφιας, δεν είναι παρά η κορυφή του παγόβουνου», συνέχισε ο κ. Μυλόπουλος.
«Το υπουργείο, αντί να παίρνει θέση και να δίνει λύσεις αναζητά,, ως άλλος Πόντιος Πιλάτος, σε νομικούς παράγοντες την ερμηνεία των χρησμών του θεσμικού πλαισίου, το οποίο αδυνατούν να ερμηνεύσουν ακόμη και οι ίδιοι οι συντάκτες του. Φτάσαμε λοιπόν στο τραγελαφικό σημείο η κυβέρνηση να αναζητεί τώρα την ερμηνεία των νόμων που η ίδια ψήφισε. Ή αλλιώς, φτάσαμε στο σημείο ο ίδιος ο νομοθέτης να προσφεύγει σε ερμηνείες τρίτων προκειμένου να αντιληφθεί ποια είναι η βούλησή του... Το πρόβλημα των σχέσεων των Πρυτανικών Αρχών με τα Συμβούλια δεν είναι προσωπικό, ούτε είναι πρόβλημα κακών σχέσεων μεταξύ τους. Είναι καθαρά ένα πρόβλημα καθορισμού και οριοθέτησης αρμοδιοτήτων. Και αυτό οφείλεται στο κακό θεσμικό πλαίσιο, ο πλήρης καθορισμός και η αλλαγή του οποίου αποτελούν ευθύνη και υποχρέωση της πολιτείας. Η λογική του... διαίρει και βασίλευε δεν μπορεί να είναι η επίσημη εκπαιδευτική πολιτική, ειδικά σε εποχή οικονομικής κρίσης», πρόσθεσε ο Πρύτανης του ΑΠΘ.
«Είναι γνωστό άλλωστε από τη διεθνή εμπειρία ότι οι χώρες που σε περίοδο κρίσης δεν επένδυσαν στην Παιδεία, δεν ανέκαμψαν ποτέ...», κατέληξε στη δήλωσή του ο κ. Μυλόπουλος.