to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

Φεστιβάλ Αθηνών - η αναγέννηση

Το Φεστιβάλ Αθηνών βρίσκει την ταυτότητα του, προσελκύει όλο και περισσότερο κόσμο ( διαφορετικών ηλικιών), και αναμφίβολα αποτελεί πλέον το μεγαλύτερο πολιτιστικό γεγονός της πόλης.


Έπειτα από μία περίοδο παρατεταμένης κρίσης, που ξεκίνησε με την αποχώρηση του Γιώργου Λούκου από τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή του Φεστιβάλ Αθηνών, και συνεχίστηκε με την ανακοίνωση του «βελγικού προγράμματος» του Γιαν Φαμπρ –του πιο βραχύβιου διευθυντή στην ιστορία του θεσμού– που παραλίγο να οδηγήσει σε εμφύλιο τον ελληνικό καλλιτεχνικό κόσμο (και τουλάχιστον κατάφερε προσωρινά να συσπειρώσει μεγάλη μερίδα αυτού), το Φεστιβάλ Αθηνών φαίνεται να βρίσκει πλέον τον βηματισμό του.

Τόσο ο νέος καλλιτεχνικός διευθυντής, Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος, γνωστός, μεταξύ άλλων, για την επιτυχημένη λειτουργία του θεάτρου του του Νέου Κόσμου, και άρα γνώστη της ελληνικής πραγματικότητας και οι συνεργάτες του (Δήμητρα Κονδυλάκη, Τζορτζίνα Κακουδάκη κ.α.), όσο και το νέο διοικητικό συμβούλιο, τα τελευταία τρία χρόνια, χωρίς τυμπανοκρουσίες ανανέωσαν έναν θεσμό, που είχε φτάσει σε ένα σημείο είτε σκλήρωσης είτε καμπής.

Οι νομοθετικές και άλλες ρυθμίσεις που έγιναν για να αποσαφηνιστεί το οργανόγραμμα και η λειτουργία του Φεστιβάλ και οι αρμοδιότητες των στελεχών του, όπως και οι λύσεις που δόθηκαν για τα θέματα των (εποχικά) εργαζόμενων σ’ αυτό, αναμφίβολα δημιούργησαν εκείνο το πλαίσιο που επέτρεψε στην καλλιτεχνική διεύθυνση να αφιερωθεί αποκλειστικά στο καλλιτεχνικό και πολιτιστικό της έργο.

Μπορεί να μην συμφωνεί κανείς με όλες τις καλλιτεχνικές επιλογές του Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου και των συνεργατών του, μπορεί να μην συμφωνεί με όλες τις μετακλήσεις σχημάτων του εξωτερικού (το αντίθετο θα συνέβαινε σε καφκικό εφιάλτη), όμως όλοι όσοι ενδιαφέρονται πραγματικά για την τύχη του Φεστιβάλ θα συμφωνήσουν πως ορισμένες στρατηγικές κινήσεις που πραγματοποιήθηκαν έδωσαν νέα πνοή στον θεσμό.

Από τη μία, το άνοιγμα στην πόλη, με παραστάσεις, δρώμενα και επιτελέσεις σε εξωθεατρικούς χώρους, συχνά άγνωστους στο ευρύ κοινό, από την άλλη το άνοιγμα στον Πειραιά, σε συνεργασία με το Δημοτικό Θέατρο της πόλης, προσέδωσαν αμέσως έναν άλλο αέρα στο Φεστιβάλ. Συγχρόνως η απόφαση της διεύθυνσης οι καλλιτέχνες που παρουσιάζουν έργο τους τη μία χρονιά να μην έχουν τη δυνατότητα να καταθέσουν πρόταση την επόμενη, έσπασε το κακό προηγούμενο, που ήθελε το φεστιβάλ «οικογενειακή υπόθεση», και έδωσε τη δυνατότητα σε νέους ή λιγότερο προβεβλημένους καλλιτέχνες να δείξουν τη δουλειά τους, και μάλιστα να την εξελίξουν με τη χρηματοδότηση που τους εξασφαλίζει η διοργάνωση (η παραγωγή είναι ίσως ένα από τα πιο δυσεύρετα πράγματα στη χώρα μας). Εξίσου ωφέλιμη υπήρξε και η απόφαση της διεύθυνσης οι ηθοποιοί που μετέχουν στο Φεστιβάλ, να μετέχουν σε μία παραγωγή και όχι σε δυο και τρεις, δίνοντας την ευκαιρία και σε άλλους να επιδείξουν την τέχνη τους στο ευρύ κοινό και με τα μέσα που προσφέρει ο θεσμός.

Η επανάληψη, δε, στην αρχή της φεστιβαλικής περιόδου παραστάσεων της περασμένης σεζόν που έκαναν μεγάλη επιτυχία (με πολύ μικρό συγκριτικά κόστος, αφού είναι ήδη «στημένες») δίνει την ευκαιρία σε πολύ κόσμο να τις δει, όταν λόγω της περιορισμένης διάρκειας παρουσίασής τους την προηγούμενη χρονιά δεν τα είχε καταφέρει (και μπαίνουν χρήματα στο ταμείο).

Όμως αυτές δεν είναι οι μόνες καινοτομίες του Φεστιβάλ. Μια από τις πιο επιτυχημένες, η οποία ενίσχυσε σε πολύ μεγάλο βαθμό τον εκπαιδευτικό του χαρακτήρα είναι και το «Λύκειο της Επιδαύρου», ένα διεθνές θερινό σχολείο εφαρμοσμένης μελέτης του αρχαίου δράματος, όπου φοιτητές θεατρικών σπουδών και σπουδαστές δραματικών σχολών από όλον τον κόσμο έχουν την ευκαιρία να μαθητεύσουν δίπλα σε σπουδαίους δασκάλους. Στο πρόγραμμα του «Λυκείου» προστέθηκαν φέτος συζητήσεις και ανοιχτά εργαστήρια με τους σκηνοθέτες των παραστάσεων της Επιδαύρου, αλλά και ένα παράλληλο πρόγραμμα με στόχο την εκπαίδευση του διεθνούς κοινού στο αρχαίο δράμα.

Και για τους γονείς που επισκέπτονται την Επίδαυρο για να παρακολουθήσουν κάποια παράσταση, προβλέφθηκε η δημιουργική απασχόληση των παιδιών, όπου, υπό την καθοδήγηση μιας ομάδας έμπειρων θεατροπαιδαγωγών και δασκάλων μουσικοκινητικής και αισθητικής αγωγής, προσεγγίζεται το περιεχόμενο των ίδιων των έργων.

Ιδιαίτερη μέριμνα δόθηκε και στην αισθητική του προωθητικού υλικού του Φεστιβάλ, μεταξύ άλλων, στο έντυπο πρόγραμμά του και στην ιστοσελίδα του.

Στις πρωτοτυπίες της φετινής διοργάνωσης υπήρξε και το μεγάλο χορευτικό πάρτι που διοργανώθηκε, τις πρώτες μέρες της έναρξης του Φεστιβάλ, στην Πειραιώς –σε συνεργασία με το Six Dogs– (από τις έντεκα το βράδυ ως το πρωί) με ηλεκτρονική μουσική, σε τρεις σκηνές, και πλήθος κόσμου.

Δεν θα πρέπει να παραλείψουμε επ’ ουδενί να αναφέρουμε και την πολύ ενδιαφέρουσα διοργάνωση φέτος αφιερώματος στην κορυφαία ελληνίδα θεατρική συγγραφέα, Λούλα Αναγνωστάκη, που έδωσε την ευκαιρία τόσο στους καλλιτέχνες όσο και στο κοινό να ξαναδιαβάσουν το έργο της. Όλοι φαίνεται να συμφωνούν πως τέτοια αφιερώματα είναι ευχής έργο να γίνουν θεσμός για το Φεστιβάλ, καθώς το καλλιτεχνικό μέλλον και η πρωτοπορία πολύ συχνά εδράζονται στην εκ νέου ανάγνωση του παρελθόντος.

Όλα τα παραπάνω έχουν αντίκτυπο και στην προσέλευση του κοινού, που από τα πρώτα στοιχεία φέτος είναι ιδιαίτερα αυξημένη (περί το 20%), με αποτέλεσμα όλο και συχνότερα να εξαντλούνται τα εισιτήρια των εκδηλώσεων και να προστίθενται νέες ημέρες παραστάσεων.

Μπορούμε να πούμε με ασφάλεια, λοιπόν, ότι το φεστιβάλ (και το brand του) αναγεννήθηκε ή ότι εν πάση περιπτώσει πραγματοποιήθηκε επιτυχημένα η «διαδοχή»: το Φεστιβάλ πέθανε, ζήτω το Φεστιβάλ!

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)