to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

14:48 | 01.09.2020

Αλ.Π.

Πολιτισμός

«Έξω απ’ το άσυλο ξυπνώ»: Τα ρεμπέτικα της Μόριας

«Έξω απ’ το άσυλο ξυπνώ / προτού ακόμα βγει το φως / Σφιχτά στα χέρια μου κρατώ / το νούμερο έχω 100 / Πρωί πρωί απ’ τις 7:00 / μαζεύονται όλοι στην ουρά»: Ιστορίες προσφύγων από τη Μόρια και τη Μυτιλήνη «μεταγράφονται» στη γλώσσα του ρεμπέτικου, εκείνη που χρησιμοποιήθηκε και 100 χρόνια πριν, από κάποιους άλλους πρόσφυγες, για να εκφράσουν τις πίκρες αλλά και τις ελπίδες τους


Πολλά - αλλά ποτέ δεν είναι αρκετά - έχουν γραφτεί για το προσφυγικό και το συνεχιζόμενο δράμα των ανθρώπων που βρίσκονται στοιβαγμένοι στη Μόρια, τη ΒΙΑΛ, το καμπ της Σάμου, της Λέρου, της Κω. Η έκδοση που ακολουθεί, ωστόσο, ξεχωρίζει γιατί μετατρέπει στη φόρμα του ρεμπέτικου «προσωπικά στιγμιότυπα από τη ζωή στη Μόρια και την γειτονική Μυτιλήνη», που συλλέχτηκαν με ιδιαίτερη προσοχή και αποδόθηκαν στην ελληνική γλώσσα, όπως γράφεται στον πρόλογο της. 

Ο επίσημος σύνδεσμος που σας καλούμε να χρησιμοποιήσετε είναι: https://futuringmigration.files.wordpress.com/2020/12/rembetikoweb.pdf

Αντιγράφουμε από τον πρόλογο της ιδιαίτερης έκδοσης την πρώτη παράγραφο:

«Λέσβος η προσφυγοπούλα και η ανταρτομάνα, στέκεται δίπλα στη γραμμή που χάραξαν οι μακελάρηδες.

Του κόσμου οι αρχόντοι προσπαθούν να μας πείσουν πώς δύο κόσμοι σε ανατολή και δύση συγκρούονται, την ίδια στιγμή που οι ίδιοι επενδύουν στην ισοπέδωση της μνήμης. Τα σύνορα δεν είναι ίδια για όλες. Τα σύνορα είναι
μονάχα για τους λαούς, ενώ οι αφέντες μπορούν να κυκλοφορούν ελεύθερα, όσο έχουν τη δύναμη να αγοράζουν.
Οι ταξιδιώτες ξέρουν καλά πώς μετά από ένα σύνορο ακολουθεί ένα άλλο, και ακόμα ένα, μέχρι να πειστούν όλες πως δεν υπάρχει ελεύθερη γη. Ματαιόδοξοι άρχοντες... Ο άνθρωπος δεν θα σταματήσει να κινείται, όπως πότε δεν θα σταματήσει να κινείται και η γη κάτω από τα πόδια μας»

Και για την ίδια την έκδοση, τις ιστορίες που περιέχει, την επιλογή της φόρμας του ρεμπέτικου:

«Οι ιστορίες που ακολουθούν περιγράφουν προσωπικά στιγμιότυπα από τη ζωή στη Μόρια και την γειτονική πόλη Μυτιλήνη. Συλλέχτηκαν με ιδιαίτερη προσοχή και αποδόθηκαν στην Ελληνική γλώσσα, χρησιμοποιώντας ως φόρμα το ρεμπέτικο τραγούδι. Πολλά από τα πρόσωπα που μας εμπιστεύτηκαν τις ιστορίες τους ακροβατούν στα όρια του νόμου και της ηθικής, όπως τουλάχιστον αυτές οι έννοιες διαμορφώνονται από τους ισχυρούς του κόσμου. Τα τραγούδια προβάλλουν τις δυσκολίες της ζωής, την ευφυΐα χάρην της επιβίωσης, τη μοναξιά, τους εθισμούς, μα πάνω από όλα την καρδιά που συνεχίζει να χτυπάει.

Στο βάθος όλο των τραγουδιών βρίσκεται η αισιοδοξία. Ο άνθρωπος που νικάει τη μηχανή ακόμα και αν χρειαστεί να μηχανεύσει. Η αιώνια ομορφιά της μουτζουρας στο επίσημο χαρτί. Ο λεκές στο επίσημο ρούχο. Μέσα από τα τραγούδια τους αναγνωρίζουμε τα πλέγματα εξουσίας που τους καταδιώκουν. Το κράτος, τη μαφία, τις οργανώσεις, τις θρησκείες, τους πολιτισμούς. Η αίσθηση της φυλακής κυριαρχεί στην ατμόσφαιρα. Όπως σε κάθε φυλακή, έτσι και εδώ, η τιμωρία, η εκδίκηση και ο παραλογισμός, είναι τα δομικά στοιχεία της καθημερινότητας. Η λευτεριά είναι η ποθητή κατάσταση για τις περισσότερες, αν και κάποιοι αναγνωρίζουν πως η φυλάκισή τους δεν θα σταματήσει ακόμα και αν φτάσουν στον προορισμό τους. Συνεχίζουν όμως όλες να ονειρεύονται με το ίδιο άσβεστο πάθος που ξεκίνησαν το ταξίδι τους.

Αυτό είναι το έδαφος που συλλέχτηκαν αυτά τα 22 ρεμπέτικα τραγούδια. Οι φωνές τους φαντάζουν μικρές λυχνίες μέσα στη νύχτα των γραφειοκρατών.

Η φόρμα που επιλέχθηκε για να αποδοθούν τα τραγούδια είναι το ρεμπέτικο. Οι λόγοι πολλοί. Η προσφυγιά και η μετανάστευση μπόλιασαν και εξάπλωσαν την τέχνη του 100 χρόνια πριν. Η επιμονή του να μιλάει για ανθρώπους στο περιθώριο και στα όρια του ηθικού αποδεκτού, σαν να θέλουν να τεντώσουν την ανοχή στη διαφορετικότητα, να δείξουν τις πληγές τους ψιθυρίζοντας “είμαι άνθρωπος”. Στη Λέσβο το ρεμπέτικο τραγούδι πήρε τη μορφή του παραδοσιακού. Από αυτό το νησί πέρασαν εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες το 1914 και 1922 κουβαλώντας τα τραγούδια τους. Στα καφενεία και τα πανηγύρια παίζονται τραγούδια για την προσφυγιά και την παρανομία που γράφτηκαν έναν αιώνα πίσω. Σήμερα, αθέατοι και αποκομμένες, με άλλες γλώσσες και άλλο Θεό, οι πρόσφυγες και μετανάστριες, βιώνουν τις ίδιες συνθήκες που γέννησαν τότε τα ρεμπέτικα τραγούδια. Στα πάρκα της Μυτιλήνης, στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, στις φυλακές, στις λάσπες και τα σκοτεινά στενά. Αυτή την σύνδεση επιδιώκουμε με αυτό το έργο. Αυτήν την επάνοδο των κυνηγημένων των απελπισμένων και των παρανόμων».

Στην έκδοση υπάρχει και αυτή η... εκδοχή του Μπαϊρακτάρη (του αστυνομικού διευθυντή της Αθήνας που καταδίωκε τους «κουτσαβάκηδες» στα τέλη του 19ου αιώνα), φορώντας εδώ το γιλέκο της Frontex.

Εχει δε κι ένα κάλεσμα στους σύγχρονους ρεμπέτες:

«Καλούμε τους σύγχρονους ρεμπέτες να αφήσουν πίσω τους την ιερότητα που αγγίζουν το παρελθόν και να πιάσουν βίαια και ανίερα αυτές τις ιστορίες με τα όργανά τους.Όλες οι ιστορίες είναι αληθινές, τουλάχιστον στο
βαθμό που το συλλογικό βίωμα μπορεί να είναι υπαρκτό και να διεκδικεί την αληθινότητα του για όλους τους ανθρώπους που εμπλέκονται σε αυτό».

Κι ένα ενδεικτικό από τα τραγούδια της έκδοσης:

5 σύνορα έχω να περάσω

5 σύνορα έχω να περάσω

για να πάω φυλακή

Φταίει το δικό μου κράτος

που δεν με ήθελε εκεί

Σαν το όριο περάσω

με τσιμπάνε στην ακτή

Είτε βρέξει, είτε χιονίσε

το ταξίδι προχωρεί

5 σύνορα έχω να περάσω

για να πάω φυλακή

Τα βραχιόλια μόλις φτάσω

θα ‘ναι σαν πικρή γιορτή

(...)

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)