to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

«Ερωτευμένες γυναίκες, απαγορευμένο πάθος»: Οι νέες ταινίες στους κινηματογράφους

Από την Εφημερίδα των Συντακτών


Το «Carol» του Τοντ Χέινς, με την Κέιτ Μπλάνσετ και τη Ρούνι Μάρα, είναι μια ταινία τέλεια για τα μάτια, το μυαλό και την καρδιά. Και μια αισιόδοξη, ευτυχώς, πολιτική δήλωση.

Carol   ★★★★★

Carol

(ΗΠΑ, Μεγ. Βρετανία, Γαλλία, 2015, 118’)

  • σκηνοθεσία: Τοντ Χέινς
  • ηθοποιοί: Κέιτ Μπλάνσετ, Ρούνι Μάρα, Κάιλ Τσάντλερ, Σάρα Πόλσον, Τζέικ Λέισι, Κόρι Μάικλ Σμιθ

Και να πώς ένας σκηνοθέτης, ανέκαθεν γεμάτος δημιουργική φαντασία, εικαστική ένταση, queer θεματολογία, κάνει μια προφανή επιλογή υλικού -τη μεταφορά στην οθόνη του μυθιστορήματος της Πατρίσια Χάισμιθ «The Price of Salt»- αλλά καταλήγει με μια ταινία κάθε άλλο παρά προφανή: λες κι ο Τοντ Χέινς μεγάλωσε, ωρίμασε κι ενώ παραμένει ζωγράφος του σινεμά, έγινε πιο σοφός άνθρωπος και σκηνοθέτης, γι’ αυτό και πιο αφαιρετικός, πιο ευαίσθητος, πιο δυνατός.

Το «Carol» δεν είναι μόνο μια από τις δικές του καλύτερες ταινίες, αλλά μια από τις καλύτερες ταινίες της χρονιάς και πολύ παραπάνω.

Η ιστορία είναι τόσο απλή όσο σύνθετες είναι οι προεκτάσεις της. Στη Νέα Υόρκη του ’50, μια ώριμη, μεγαλοαστή, όμορφη, παντρεμένη μητέρα, η Κάρολ, ερωτεύεται ένα κορίτσι, την Τερέζ, πωλήτρια σε πολυκατάστημα και πρόθυμη να νιώσει τα πάντα.

Η σχέση τους όσο πιέζεται από την κοινωνική υποκρισία και τις νόρμες της εποχής –λίγες μόλις δεκαετίες πριν, άλλωστε, ο ομοφυλικός έρωτας δεν ήταν μόνο περιθωριοποιημένος, αλλά παράνομος– τόσο ανακαλύπτει την απλή δική της αλήθεια, δυο γυναικών που θέλουν να περάσουν τη ζωή τους μαζί.

Παρότι λόγω εποχής, γυναικείας οπτικής, γεύσης μελοδράματος και αντικομφορμισμού, η ταινία μοιάζει με τη λογική συνέχεια του «Far From Heaven» και της «Μίλντρεντ Πιρς», το «Carol» υπερβαίνει και τα δύο. Στην πιο εγκεφαλική ταινία του Τοντ Χέινς, τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται, όλα χρειάζονται ξεσκέπασμα με προσοχή, με σεβασμό για να μη σπάσουν.

Το περιβάλλον της ιστορίας, όπως το επιλέγει ο Χέινς, είναι η Νέα Υόρκη του ’50, πανέμορφη αλλά ζωισμένη, πολύβουη, βρόμικη, βιαστική, μακριά από τις διαφημίσεις της εποχής, πιο κοντά σ’ ένα νουάρ με υπέροχο χρώμα. Κι ο χρόνος είναι Χριστούγεννα: η πιο παραδοσιακά οικογενειακή γιορτή που χαμογελά ειρωνικά σε όποιον δεν είναι κατάλληλα εξοπλισμένος. Κάτω από τη ρομαντική, αέρινη μουσική του Κάρτερ Μπεργουέλ, ο διευθυντής φωτογραφίας Εντουαρντ Λάκμαν διαλέγει φιλμ 16mm και τα κίτρινα και καφέ χρώματα της ανάμνησης.

Μέσα σ’ αυτό το ρετρό κουκούλι, η Κέιτ Μπλάνσετ εμφανίζεται σαν εξωτικό πουλί, φορώντας υπέρκομψα ταγέρ, παλτό, φορέματα, γάντια, σε έντονα, πρωτογενή χρώματα, με το βλέμμα της κινηματογραφικής ντίβας, μια προσεκτικά επιλεγμένη πανοπλία που την εμποδίζει να ραγίσει.

Κι η Ρούνι Μάρα, στην αντίπερα όχθη, έχει την αθωότητα και τη λάμψη ενός παιδιού, μ’ ένα βλέμμα που απ’ τη μια στιγμή στην άλλη βουρκώνει ή γελά – η δική της ηρωίδα απαιτεί το μεγάλο βήμα, η δική της ερμηνεία είναι πιο χαμηλότονη, αλλά αληθινά μεγαλειώδης.

Αυτές τις δυο γυναίκες, ηθοποιούς και ηρωίδες, ο Τοντ Χέινς τις παρακολουθεί, αναπλάθοντας στα πλάνα του τούς δικούς τους φραγμούς: μέσα από παράθυρα γεμάτα σταγόνες βροχής, θαμπά από το κρύο, μέσα από μισάνοιχτες πόρτες και φευγαλέα περάσματα από διαδρόμους, εστιάζοντας όχι στο όλο, αλλά στη λεπτομέρεια: στο δέρμα, στο βλέμμα, σε κλεφτές ματιές ενός πάθους που δεν του επιτρέπεται να εκδηλωθεί, η κάμερα χαϊδεύει όσα απαγορεύονται στο χέρι.

Κι όλα μοιάζουν σκοτεινά και δυσδιάκριτα, μέχρι την ερωτική σκηνή-κλειδί στη μέση της ταινίας, που σκορπίζει φως, διαλύει κάθε εμπόδιο και ξεδιπλώνεται με όλη της την αμεσότητα, την τρυφερότητα, τη μαγεία.

Το «Carol» είναι μια ταινία τόσο βαθιά δουλεμένη που σε ξεγελά να νομίζεις ότι είναι απλή. Μια απίθανα όμορφη, mainstream λεσβιακή ερωτική ιστορία, σε πετυχημένη αντίστιξη με το «Brokeback Mountain» μιας δεκαετίας πριν, που λαμβάνει υπόψη τις αλλαγές όχι μόνο στο σινεμά, αλλά κυρίως στην κραταιά αντιμετώπιση του «διαφορετικού».

Μια γεμάτη συναίσθημα ερωτική ιστορία, που τολμά ακόμα περισσότερο: να αποβάλει την τραγικότητα και να επιβάλει την αισιοδοξία. Μια πολιτική δήλωση για όσα ακόμα μένουν κρυφά και καταπιεσμένα με τρόπο παράλογο. Μια ταινία τέλεια, για τα μάτια, το μυαλό και την καρδιά.

Από σήμερα στις αίθουσες: EMBASSY NOVACINEMA ODEON, ΓΑΛΑΞΙΑΣ ΑΜΠΕΛΟΚΗΠΟΙ, ABANA ΧΑΛΑΝΔΡΙ, GAZARTE ΓΚΑΖΙ, ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΠΑΤΗΣΙΩΝ, ΑΤΛΑΝΤΙΣ ΔΑΦΝΗ, ODEON ΓΛΥΦΑΔΑ

Ουζερί Τσιτσάνης   ★★✰✰✰

Ουζερί Τσιτσάνης

(Ελλάδα, 2015, 116’)

  • σκηνοθεσία: Μανούσος Μανουσάκης
  • ηθοποιοί: Ανδρέας Κωνσταντίνου, Χάρης Φραγκούλης, Χριστίνα Χειλά-Φαμέλη, Βασιλική Τρουφάκου, Γιάννης Στάνκογλου, Γεράσιμος Σκιαδαρέσης, Λάκης Κομνηνός, Αλμπέρτο Εσκενάζυ, Μαρία Καβουκίδου, Μιχάλης Αεράκης, Γιάννης Αϊβαζής, Ξανθή Γεωργίου, Θοδωρής Αντωνιάδης

Μεγάλη, εντυπωσιακή παραγωγή, με δεκάδες κομπάρσους, ωραία σκηνογραφική κι ενδυματολογική αναπαράσταση της εποχής, πρόσφορο θέμα –τον διωγμό των Εβραίων της Θεσσαλονίκης στην Κατοχή– και την αβανταδόρικη φόρμα μιας ερωτικής ιστορίας αποδεικνύεται χαμένη ευκαιρία στα χέρια του Μανούσου Μανουσάκη που δεν καταφέρνει να της δώσει αληθινή κι ενδιαφέρουσα κινηματογραφική ζωή.

Βασισμένη στο ομότιτλο μυθιστόρημα του Γιώργου Σκαμπαρδώνη, η ταινία εκτυλίσσεται στη Θεσσαλονίκη του 1942-43, σε μια πόλη που προσπαθεί να επιβιώσει κάτω από τη γερμανική κατοχή. Ο Βασίλης Τσιτσάνης παίζει τα τραγούδια του στο δικό του μικρό ουζερί απ’ το οποίο περνά κάθε λογής επισκέπτης, από δωσίλογους μέχρι νυχτοκαματιάρηδες.

Ο Γιώργος, ο σερβιτόρος, οργανωμένος στην Αντίσταση, γνωρίζει την όμορφη Εστρέα κι οι δυο τους ερωτεύονται με πάθος. Ομως εκείνος είναι ορθόδοξος κι εκείνη εβραία – εκτός από την απόρριψη των οικογενειών τους, το ζευγάρι έχει να αντιμετωπίσει και τον διωγμό της δικής της κοινότητας προς τα «στρατόπεδα εργασίας».

Ο Μανούσος Μανουσάκης καταπιάνεται με μια ιστορική περίοδο γεμάτη συγκρούσεις, διακρίσεις, θάνατο και πόνο, αλλά δεν αποδίδει την ουσία της, παρά μόνο την αισθητική της. Οπλίζεται μ’ ένα πολυσυλλεκτικό καστ για τους δεύτερους ρόλους του, από τον Γιάννη Στάνκογλου ώς τον (πάντα γοητευτικότατο) Αλμπέρτο Εσκενάζυ, αλλά τούς αφήνει δραματουργικά ανεκμετάλλευτους.

Επιλέγει, πανέξυπνα, τους πιο ενδιαφέροντες και ανερχόμενους νέους ηθοποιούς για πρωταγωνιστές του, αλλά, σαν να ξεχνά να τους καθοδηγήσει, ο καθένας τους παίζει όπως ο ίδιος νομίζει. Παρ' όλα αυτά, ο Ανδρέας Κωνσταντίνου είναι τόσο πολύ φωτογενής, μ’ έναν εσωτερικό ρομαντισμό, ο Χάρης Φραγκούλης ζεστός και οικείος, η πρωτοεμφανιζόμενη Χριστίνα Χειλά-Φαμέλη με τα βυζαντινά χαρακτηριστικά δίνει και τη μοναδική αληθινά δυναμική ερμηνεία.

Ο Βασίλης Τσιτσάνης του τίτλου δεν έχει σεναριακή προσωπικότητα – αν δεν ήταν και τα γνωστά κι αγαπημένα τραγούδια του, με αποκορύφωμα τη «Συννεφιασμένη Κυριακή», που ακούγονται στην ταινία, θα μπορούσε να είναι οποιοσδήποτε μυστακοφόρος οργανοπαίχτης.

Ο τρόμος της Κατοχής και του Ολοκαυτώματος μεταφέρεται με χλιαρά κλισέ, ακόμα κι αυτό το καταραμένο ρομάντζο μοιάζει τόσο διεκπεραιωτικό που παύει να σου προκαλεί ενδιαφέρον, τουλάχιστον ώς το -ομολογουμένως- συγκινητικό φινάλε (ακριβώς πριν από την απογείωση του μπουζουκιού-χειροβομβίδας-η-τέχνη-είναι-όπλο). Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το «Ουζερί Τσιτσάνης» θα κινηθεί καλά στα ταμεία κι έτσι και θα έπρεπε, όμως παραμένει κρίμα ότι τα υλικά υπήρχαν –budget, ιδέα, ανθρώπινο δυναμικό– και τελικά, την ταινία ό,τι κι αν πω την ξεχνώ, μ’ έναν πικρό αναστεναγμό.

Σήμερα στις αίθουσες: CINERAMA, ODEON STARCITY, STER ESCAPE ΙΛΙΟΝ, VILLAGE MALL, VILLAGE ΡΕΝΤΗ, VILLAGE ΑΓ. ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ, VILLAGE ΦΑΛΗΡΟ, VILLAGE ΠΑΓΚΡΑΤΙ, ΑΕΛΛΩ CINEMAX, ΑΘΗΝΑΙΟΝ ΑΜΠΕΛΟΚΗΠΟΙ, ΑΘΗΝΑΙΟΝ CINEPOLIS, ΑΙΓΛΗ, ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΚΑΛΛΙΘΕΑ, ΒΑΡΚΙΖΑ, ΔΑΝΑΟΣ, ΕΛΛΗ, ΖΕΑ ΠΑΣΑΛΙΜΑΝΙ, ΙΛΙΟΝ, ΚΗΦΙΣΙΑ CINEMAX, ΛΑΜΠΡΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΑΡΑΣ ΑΙΓΑΛΕΩ, ΝΑΝΑ CINEMAX, ΟΝΑΡ, ΟΝΕΙΡΟ, ΟΣΚΑΡ, ΣΙΝΕ ΑΝΟΙΞΙΣ, ΣΙΝΕ ΧΟΛΑΡΓΟΣ, ΣΟΦΙΑ ΑΡΓΥΡΟΥΠΟΛΗ, ΣΠΟΡΤΙΝΓΚ, ΤΑΙΝΙΟΘΗΚΗ, 3 ΑΣΤΕΡΙΑ, ΤΡΙΑΝΟΝ, ΦΟΙΒΟΣ

Μιουν, ο Φρουρός του Φεγγαριού  ★★ ½ ✰✰✰

Μιουν, ο Φρουρός του ΦεγγαριούΜιουν, ο Φρουρός του Φεγγαριού | 

(Mune, le gardien de la lune, Γαλλία, 2014, 86’)

  • σκηνοθεσία: Αλεξάντρ Εμπογιάν, Μπενουά Φιλιπόν
  • με τις φωνές των: Φοίβου Ριμένα, Αφροδίτης Αντωνάκη, Θανάση Κουρλαμπά, Γιάννη Στεφόπουλου, Γιάννη Πολιτάκη, Ηλία Ζερβού, Δημήτρη Χαβρέ, Βασίλη Μήλιου, Κώστα Δαρλάση, Δημήτρη Μάριζα

Μετά από 350 χρόνια θητείας, οι φρουροί του φεγγαριού και του ήλιου πρέπει να παραδώσουν τη σκυτάλη. Η έκπληξη είναι μεγάλη όταν ο μικρούλης φαύνος Μιουν, ντροπαλός κι αδέξιος, επιλέγεται (κατά λάθος;) να προστατεύει το φεγγάρι και τα όνειρα.

Παρότι αρχικά όλα τού έρχονται στραβά, ο Μιουν κι οι φίλοι του θα ζήσουν μια μεγάλη περιπέτεια που θα τους οδηγήσει πιο κοντά στις αλήθειες του μαγευτικού σύμπαντος. Γαλλική παιδική ταινία κινουμένων σχεδίων, ένα ενδιαφέρον μείγμα ψηφιακού και χειροποίητου animation, γεμάτο παράξενα, γοητευτικά, παραμυθένια πλάσματα.

Ενα φιλμ τρυφερό, χαριτωμένο αλλά και διδακτικό (με κεντρικό νόημα την απόρριψη των άκρων), που προορίζεται για κοινό ηλικιών μικρών σαν τον Μιουν, γι’ αυτό και προβάλλεται μόνο μεταγλωττισμένη.

 

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)