to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

Επίκληση του Διεθνούς Δικαίου a la carte;

Το εάν η Ελλάδα γίνεται αντιληπτή διεθνώς ως υπόδειγμα σεβασμού των οικουμενικών ανθρωπιστικών αρχών ή ως χώρα - φύλακας της Ευρώπης- φρούριο έχει συνέπειες που υπερβαίνουν το ίδιο το προσφυγικό - μεταναστευτικό ζήτημα. Με άλλα λόγια, ό,τι κάνουμε ως χώρα στο παρόν θα το βρούμε μπροστά μας, θετικά ή αρνητικά, στο μέλλον


H πολιτική της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας στο προσφυγικό - μεταναστευτικό φαίνεται να κινείται σε δύο άξονες που ικανοποιούν δύο διαφορετικές αφηγήσεις εντός των κόλπων της, οι οποίες, ωστόσο, έχουν έναν κοινό παρονομαστή. Ο πρώτος άξονας αντιμετωπίζει το ζήτημα καθαρά ως ζήτημα όχι απλά δημόσιας τάξης, αλλά εθνικής ασφάλειας. Αντιλαμβάνεται τις προσφυγικές και μεταναστευτικές ροές σαν οπλικά συστήματα μιας ασύμμετρης απειλής, ενός υβριδικού πολέμου. Έτσι, οι «απόπειρες παράνομης εισόδου» ταυτίζονται εννοιολογικά με μια εχθρική εισβολή και προσβολή της εδαφικής κυριαρχίας. Ως τέτοιες, οφείλουν να αποκρουστούν με στρατιωτικά μέσα. Αυτήν την αφήγηση είδαμε να ξεδιπλώνεται τον Φεβρουάριο, όταν η συγκέντρωση χιλιάδων προσφύγων και μεταναστών από τις τουρκικές αρχές στα -εν πάση περιπτώσει ανέκαθεν φυλασσόμενα- ελληνοτουρκικά σύνορα στον Έβρο βαφτίστηκε -με μια υπερβολή που ομολογουμένως άγγιξε τη γελοιότητα- ως το «έπος του Έβρου», το οποίο, εννοείται, είχε νικηφόρα έκβαση, αφού ο «εχθρός» αποκρούστηκε. Τη συντηρεί, όμως, και η ίδια η κυβέρνηση, όπως προκύπτει τόσο από τη σχετική ρητορική όσο και από τον «απόρρητο φάκελο του Πενταγώνου» για την αποτροπή ενός δεύτερου γύρου «υβριδικής απειλής», ο οποίος είναι τόσο «απόρρητος», ώστε διέρρευσε στον φιλοκυβερνητικό Τύπο πρόσφατα.

Χωρίς να υποτιμάται καθόλου ο υπαρκτός σχεδιασμός της Τουρκίας να εκμεταλλευτεί το δράμα και τον ανθρώπινο πόνο των εκατομμυρίων προσφύγων και μεταναστών που διαβιούν εντός της επικράτειάς της για τους δικούς της, διόλου ανθρωπιστικούς, σκοπούς, δεν είναι δύσκολο να αντιληφθεί κανείς ότι μια τέτοια προσέγγιση του ζητήματος έχει έναν βραχυπρόθεσμο, καθαρά επικοινωνιακό χαρακτήρα, που δεν αντιστοιχεί ούτε στην πραγματική κλίμακα του προσφυγικού-μεταναστευτικού, ούτε σε μια ολοκληρωμένη διαχείριση του ζητήματος σε βάθος χρόνου.

Στα όρια του συνταγματικώς ανεκτού

Ο δεύτερος άξονας επιχειρεί να απεμπλακεί από τις υποχρεώσεις που έχει αναλάβει η χώρα ως ευρωπαϊκό κράτος και μέλος της διεθνούς κοινότητας εκμεταλλευόμενος μια διασταλτική ερμηνεία του δικαίου της εξαίρεσης. Δηλαδή, με την επίκληση μιας έκτακτης ανάγκης, η βαρύτητα της οποίας δικαιολογεί την αναστολή ακόμα και θεμελιωδών κανόνων του Συνταγματικού, Ευρωπαϊκού και Διεθνούς Δικαίου. Ένα πρώτο δείγμα αυτής της προσέγγισης είδαμε στο προοίμιο της Πράξεως Νομοθετικού Περιεχομένου με την οποία προβλεπόταν η αναστολή υποβολής αιτήσεων ασύλου τον Μάρτιο για έναν μήνα και η άμεση επαναπροώθηση όσων περνούσαν τα σύνορα στις χώρες προέλευσης χωρίς να καταγραφεί το αίτημά τους, με αιτιολογική βάση την «εξαιρετικά επείγουσα και απρόβλεπτη ανάγκη αντιμετώπισης ασύμμετρης απειλής κατά της ασφάλειας της χώρας που υπερβαίνει τη δικαιολογητική βάση του Διεθνούς και Ενωσιακού Δικαίου για τη διαδικασία παροχής ασύλου». Μιας ΠΝΠ που άγγιζε τα όρια του συνταγματικώς ανεκτού, λόγος για τον οποίο, άλλωστε, δεν πήρε παράταση.

Εν τω μεταξύ, όμως, η κυβέρνηση ήδη επιχειρεί να καταστήσει την εξαίρεση νέα ευρωπαϊκή κανονικότητα. Ειδικότερα, μέσω της λεγόμενης «πρωτοβουλίας για συμπερίληψη ρήτρας έκτακτης ανάγκης στο Ευρωπαϊκό Σύμφωνο Μετανάστευσης και Ασύλου», την οποία συνυπογράφουν, πλην της ελληνικής, η κυπριακή και η βουλγαρική κυβέρνηση, η Ελλάδα ζητά από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να θεσπιστεί μια ρήτρα διαφυγής ανάλογη αυτής που υπάρχει στο Σύμφωνο Σταθερότητας, η οποία θα επιτρέπει στα κράτη «πρώτης γραμμής», σε «εξαιρετικές περιστάσεις» (που δεν ορίζονται), να λαμβάνουν «έκτακτα μέτρα» (που ούτε αυτά ορίζονται), χωρίς να θεωρείται ότι παραβιάζουν το κοινοτικό κεκτημένο. Η λογική πίσω από την πρωτοβουλία είναι ότι, από τη στιγμή που τα κράτη αυτά έχουν αναλάβει την «προστασία των ευρωπαϊκών συνόρων», δεν θα πρέπει να υφίστανται κριτική για τον τρόπο που επιλέγουν να τα προστατεύσουν ακόμα κι αν αυτός παραβιάζει τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ε.Ε. ή τη Σύμβαση της Γενεύης για τους Πρόσφυγες. Και όλα αυτά στο όνομα της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης.

Προσχώρηση στη λέσχη της Ευρώπης - φρούριο

Ο κοινός παρονομαστής των δύο αυτών αξόνων είναι η προσχώρηση της χώρας στη λέσχη των «σκληρών» της Ευρώπης - φρούριο και η de facto εγκατάλειψη μιας πολιτικής που, με όπλο τη νομικά δεσμευτική στις ευρωπαϊκές συνθήκες αρχή της αλληλεγγύης, διεκδικούσε να αναλάβουν όλα τα κράτη - μέλη το μερίδιο της ευθύνης που τους αναλογεί. Δηλαδή, να εγκαταλείψουν τη λογική της ανάθεσης του ελέγχου των ροών και της εξέτασης των αιτημάτων ασύλου αποκλειστικά στις χώρες πρώτης υποδοχής και να προχωρήσουν στη δημιουργία ενός Κοινού Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασύλου που θα περιλαμβάνει έναν μηχανισμό αναλογικής μετεγκατάστασης των αιτούντων άσυλο σε όλα τα κράτη - μέλη πάνω στη βάση της δίκαιης κατανομής της ευθύνης και με σεβασμό στους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου για τους πρόσφυγες και για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αντ’ αυτού, η κυβέρνηση δείχνει να αποδέχεται με υπερηφάνεια τον ρόλο της «ασπίδας των ευρωπαϊκών συνόρων» και να αρκείται στις επαινετικές δηλώσεις των Ευρωπαίων αξιωματούχων κατά τις ολιγόωρες επισκέψεις τους στην «πρώτη γραμμή της μάχης», χωρίς να αντιλαμβάνεται πόσο υποτιμητικός για την Ελλάδα είναι αυτός ο ρόλος.

Επίκληση του δικαίου κατά το δοκούν

Η Ελλάδα ανέλαβε τον Μάιο την προεδρία της Επιτροπής Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης, του πρώτου μεταπολεμικού ευρωπαϊκού οργανισμού, ο οποίος ιδρύθηκε ακριβώς πάνω στη φιλοσοφία ότι η ισχύς του δικαίου, η δημοκρατία και η προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων είναι η καλύτερη εγγύηση για την ευρωπαϊκή ειρήνη και ασφάλεια. Ενός οργανισμού, στον οποίο, ειρήσθω εν παρόδω, μετέχει και η Τουρκία, σε αντίθεση με την Ε.Ε. Εξάλλου, η χώρα μας πάγια επικαλείται -και ορθώς- το Διεθνές Δίκαιο και τους κανόνες της Ε.Ε. έναντι της αναθεωρητικής πολιτικής της Τουρκίας, η οποία, από την πλευρά της, προβάλλει συνήθως το αντεπιχείρημα των «ειδικών συνθηκών» που δικαιολογούν αποκλίσεις από, λόγου χάρη, το Δίκαιο της Θάλασσας. Καλό είναι να έχουμε υπόψη μας ότι μια χώρα όπως η Ελλάδα, δίχως τη στρατιωτική και οικονομική δύναμη που επιτρέπει, σύμφωνα με τον θουκιδίδειο κανόνα, στους ισχυρούς να ερμηνεύουν το δίκαιο όπως τους επιτρέπει η ισχύς τους, δεν έχει την πολυτέλεια να επικαλείται τη διεθνή νομιμότητα κατά το δοκούν. Το εάν η Ελλάδα γίνεται αντιληπτή διεθνώς ως υπόδειγμα σεβασμού των οικουμενικών ανθρωπιστικών αρχών ή ως χώρα φύλακας της Ευρώπης - φρούριο έχει συνέπειες που υπερβαίνουν το ίδιο το προσφυγικό - μεταναστευτικό ζήτημα. Με άλλα λόγια, ό,τι κάνουμε ως χώρα στο παρόν θα το βρούμε μπροστά μας, θετικά ή αρνητικά, στο μέλλον.

* Ο Γιάννης Γούναρης είναι δικηγόρος, διδάκτορας Νομικής

tags: άρθρα

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)