to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

9:28 | 04.05.2020

πηγή: Εποχή

Πολιτική

Δημ. Παπαγιαννάκος: Τώρα χρειάζεται μια μεσο-μακροπρόθεσμη δέσμη μέτρων από τον ΣΥΡΙΖΑ

Συνέντευξη με τον τέως γενικό γραμματέα συντονισμού της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, Δημήτρη Παπαγιαννάκο.


Ολόκληρη η συνέντευξη που πήρε ο Παύλος Κλαυδιανός για την Εποχή:

Τώρα γνωρίζουμε, περίπου, το σχέδιο επαναλειτουργίας της οικονομίας. Βέβαια, εφόσον μπαίνουν περιορισμοί, επαναλειτουργία δεν σημαίνει, σε πολλούς κλάδους, πλήρης λειτουργία. Πόσο εκτιμάς ότι θα μας χρειαστεί για πλήρη λειτουργία και ποιες οι συνέπειες;
Σύμφωνα με το σχέδιο που παρουσίασε η κυβέρνηση, θα έχουμε σταδιακή επαναλειτουργία της οικονομίας που θα υπόκειται σε πολλούς περιορισμούς, θα είναι υπό αίρεση ανάλογα με το πώς εξελίσσεται η πανδημία και δεν θα αφορά όλους τους κλάδους καθώς, για παράδειγμα, το καλοκαίρι δεν θα γίνουν πολιτιστικές εκδηλώσεις. Με αυτά δεδομένα, νομίζω ότι δεν είναι εύλογο να περιμένει κανείς πλήρη επαναλειτουργία της οικονομίας νωρίτερα από το φθινόπωρο ή τις αρχές του χειμώνα, οπότε κι ενδέχεται να βρεθούμε μπροστά σε νέο κύμα αύξησης των κρουσμάτων. Τούτα, αν δεν δράσουμε έγκαιρα και αποτελεσματικά, προμηνύουν βαθιά ύφεση και μεγάλη αύξηση της ανεργίας.

Οι έως τώρα προβλέψεις, διεθνώς, συνεχώς αλλάζουν προς το χειρότερο. Τι υποδηλώνει αυτό; Ειδικά για την ελληνική οικονομία τι προβλέπεις και πού στηρίζεις τις όποιες εκτιμήσεις σου; Κυβέρνηση και Τράπεζα Ελλάδος υποεκτιμούν την ύφεση και κυρίως προβλέπουν ισόποση, τουλάχιστον, ανάκαμψη το 2021.
Πράγματι οι προβλέψεις, κυρίως της Τράπεζας της Ελλάδος, είναι αβάσιμα υπεραισιόδοξες και αυτοδιορθώνονται προς το χειρότερο. Αυτό νομίζω ότι οφείλεται εν μέρει σε ευσεβείς πόθους κι εν μέρει σε μια συνειδητή προσπάθεια αφενός να τονωθεί κατά το δυνατόν η ψυχολογία της αγοράς κι αφετέρου να δικαιολογηθεί η αδράνεια της κυβέρνησης όσον αφορά την ανάσχεση της ύφεσης, η λογική δηλαδή του «βλέποντας και κάνοντας». Υπάρχει μεγάλη συζήτηση διεθνώς για το αν η ύφεση θα είναι τύπου V ή U ή W ή ακόμη χειρότερα L. Ωστόσο, οι προβλέψεις είναι εξαιρετικά δύσκολες και αβέβαιες διότι, μεταξύ άλλων, το μέγεθος και η διάρκεια της ύφεσης εξαρτώνται αφενός από την οικονομική πολιτική για την αντιμετώπισή της και αφετέρου από το πόσο γρήγορα θα βρεθούν αποτελεσματικά φάρμακα κι εμβόλιο. Όσον αφορά την Ελλάδα, πιστεύω ότι δεν δικαιολογείται αισιοδοξία για τους ακόλουθους κυρίως λόγους:
(α) Προβλέψεις του ΔΝΤ για ύφεση στην Ελλάδα 10% το 2020 και ανάκαμψη 5% το 2021. Ακόμη κι αυτές, όμως, θεωρούνται υπεραισιόδοξες από έγκριτους αρθρογράφους, πχ των Financial Times. Ακόμη χειρότερα, υπάρχουν οργανισμοί, όπως ο ΟΟΣΑ, που υποστηρίζουν πειστικά ότι η Ελλάδα θα είναι πρωταθλήτρια της ύφεσης στην Ευρώπη.
(β) Η ελληνική οικονομία είναι ιδιαίτερα ευάλωτη σε οικονομικά σοκ κυρίως για δύο λόγους: (α) Διότι προέρχεται από παρατεταμένη ύφεση όπου χάθηκε το 26% του ΑΕΠ και η ανεργία οδηγήθηκε στα εφιαλτικά ποσοστά, του 28%, με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν πληγές που εξακολουθούν να είναι ανοιχτές όπως πχ η υπερχρέωση νοικοκυριών κι επιχειρήσεων, και ο αυξημένος όγκος κόκκινων τραπεζικών δανείων.
(γ) Διότι είναι μεγάλη η συμβολή στο ελληνικό ΑΕΠ κλάδων όπως ο τουρισμός, η ποντοπόρος ναυτιλία, ο επισιτισμός που πλήττονται υπέρμετρα.
(δ) Η αντιαναπτυξιακή οικονομική πολιτική της κυβέρνησης ΝΔ πριν την πανδημία αλλά και όταν αυτή ξέσπασε. Παρόλο που η κυβέρνηση δεν το παραδέχεται, η αλήθεια είναι ότι τόσο η αναδιανομή προς τα πολύ ισχυρά εισοδηματικά στρώματα, κυρίως μέσω φοροελαφρύνσεων, όσο και η επίθεση στα εργασιακά δικαιώματα, που οδηγεί σε μειώσεις μισθών, είναι άκρως αντιαναπτυξιακές παρεμβάσεις διότι ενισχύουν τις εισοδηματικές ανισότητες. Το ίδιο αντιαναπτυξιακές ήταν και οι επιλογές της κυβέρνησης πριν την πανδημία, αντί να διασφαλίσει ένα επιχειρηματικό περιβάλλον με σαφείς κανόνες και διαφάνεια, έσπευσε να χαλαρώσει τους ελεγκτικούς μηχανισμούς (όταν δεν έθετε σε ασυλία ή δεν διευκόλυνε το οικονομικό έγκλημα) και να προχωρήσει σε σκανδαλώδεις εξυπηρετήσεις των φίλων της, μη διστάζοντας προς τούτο ακόμη και να ανασχεδιάσει τα μεγάλα έργα και το ΕΣΠΑ με αποτέλεσμα μεγάλες καθυστερήσεις που συνεχίζουν να κοστίζουν στην ελληνική οικονομία. Τέτοιες αντιαναπτυξιακές κυβερνητικές επιλογές της είχαν ως αποτέλεσμα ο ρυθμός ανάπτυξης από το 2,8% που τον παρέδωσε ο ΣΥΡΙΖΑ το δεύτερο τρίμηνο να προσγειωθεί στο 1% το τελευταίο τρίμηνο του 2019. Και σαν να μην έφταναν αυτά, όταν ξέσπασε η πανδημία, η κυβέρνηση όχι μόνο αρνήθηκε να λάβει επαρκή μέτρα για να στηρίξει τους πολίτες και την οικονομία αλλά, επιπλέον, θεώρησε την πανδημία ως ευκαιρία για να εντείνει την αντιδραστική αναδιάρθρωση των εργασιακών σχέσεων και τις εξυπηρετήσεις φίλων.
(ε) Το χαμηλότατο επίπεδο του πολιτικού μας συστήματος – με ευθύνη του κυρίαρχου σήμερα μπλοκ εξουσίας – όπου για τις προκλήσεις που έχουμε μπροστά μας αδυνατεί ακόμη και να συζητήσει δημόσια με την απαιτούμενη σοβαρότητα, πόσο μάλλον να διαμορφώσει αξιόπιστες πολιτικές.
(στ) Την απογοητευτική στάση των ηγεσιών των κρατών – μελών του Ευρωπαϊκού Βορρά που, μιά ακόμη φορά, αποδεικνύονται μέχρι στιγμής κατώτεροι των περιστάσεων, αρνούμενοι να αποφασίσουν τις αναγκαίες παρεμβάσεις για να στηριχτούν οι ευρωπαϊκές οικονομίες. Και το αρνούνται αυτό τόσο σε ποσοτικό επίπεδο όσο και σε ποιοτικό καθώς φαίνεται ότι προκρίνουν τον δανεισμό ήδη υπερδανεισμένων κρατών.

Πλήθος στοιχείων χτίζουν την αναξιοπιστία της κυβέρνησης

Ο Υπουργός Οικονομικών κ. Σταϊκούρας κατηγόρησε τον ΣΥΡΙΖΑ ότι με τις μαξιμαλιστικές του προτάσσεις, όπως τις χαρακτήρισε, οδηγεί τη χώρα στο μνημόνιο. Το είχε πει πρώτος και ο κ. Μητσοτάκης. Πώς απαντούν οι προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ στην κατηγορία αυτή;
Πριν απαντήσω, είναι καλό να έχουμε ένα μέτρο της αναξιοπιστίας του κ. Μητσοτάκη και της κυβέρνησής του. Και το μέτρο αυτό προκύπτει αβίαστα αν αναλογιστεί κανείς ότι ο ίδιος και οι υπουργοί του προσπαθούν να μας πείσουν ότι το 1% του ΑΕΠ ανάπτυξη που έφερε η πολιτική τους είναι καλύτερο από το 2,8% που παρέδωσε ο ΣΥΡΙΖΑ! Ότι η αντιδραστική αναδιάρθρωση των εργασιακών σχέσεων είναι προς όφελος των εργαζομένων και της ανάπτυξης! Ότι τις τελευταίες εβδομάδες έγιναν πράγματα για την ενίσχυση του δημόσιου συστήματος υγείας που δεν είχαν γίνει επί δεκαετίες! Ή να μας πείσουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ κατέστρεψε την ελληνική οικονομία ενώ ήταν η κυβέρνησή του που κατάφερερε να βγάλει τη χώρα από τα μνημόνια, να μειώσει την ανεργία πάνω από 10 μονάδες, να ρυθμίσει το δημόσιο χρέος επιτυγχάνοντας χαμηλές αποπληρωμές για πάνω από 10 έτη διευκολύνοντας έτσι την ανασυγκρότηση της οικονομίας, που κατάφερε να αυξήσει τα ταμειακά διαθέσιμα της χώρα διασφαλίζοντας έτσι αφενός χαμηλότοκο δημόσιο δανεισμό και αφετέρου τη δυνατότητα αξιόπιστης αντιμετώπισης κρίσεων όπως η σημερινή! Το μέτρο της αναξιοπιστίας του κ. Μητσοτάκη και της κυβέρνησής του προκύπτει επίσης από το γεγονός ότι επίσης επέκριναν τον ΣΥΡΙΖΑ για μαξιμαλισμό όταν προτείναμε να ακυρωθούν οι δημοσιονομικοί περιορισμοί που απορρέουν από το Σύμφωνο Σταθερότητας, ότι δηλαδή αποφάσισαν οι ευρωπαϊκοί θεσμοί. Όσον αφορά την κριτική ότι οι προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ οδηγούν τη χώρα σε μνημόνιο, ισχύει το ακριβώς αντίθετο. Διότι οι προτάσεις μας, πέρα από την κάλυψη κοινωνικών αναγκών, αποσκοπούν να διατηρήσουν το λόγο δημόσιου χρέους προς ΑΕΠ κατά το δυνατόν χαμηλότερο, πράγμα που θα μας διασφαλίσει την απρόσκοπτη πρόσβαση στις αγορές για δημόσιο δανεισμό. Επιδιώκουμε να επιτευχθεί αυτό αφενός διατηρώντας υψηλό τον παρανομαστή του κλάσματος, δηλαδή το ΑΕΠ, εξ ού και το εμπροσθοβαρές πακέτο στήριξης των εργαζόμενων, των ευάλωτων ομάδων και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που θα ανασχέσει την ύφεση και αφετέρου με την χρήση ενός μέρους του κομματιού των ταμειακών αποθεμάτων που είναι διαθέσιμα για δημοσιονομική επέκταση. Αν η στηρίξη της κοινωνίας και της οικονομίας δεν είναι γεναία – δηλαδή εάν δεν περιβαλάμβανει πολύ «ζεστό χρήμα» αντί για νέο δανεισμό – και εμπροσθοβαρής, τότε η ύφεση θα είναι και βαθύτερη και πιο παρατετάμενη, πράγμα που θα αυξήσει τα κόστη αντιμετώπισής της. Τέτοιες εξελίξεις ενδέχεται να επιδεινώσουν πολυ το λόγο χρέους προς ΑΕΠ με αποτέλεσμα να απειληθεί η πρόσβασή μας στις αγορές, δηλαδή θα απειληθεί νέο μνημόνιο.

Στην κατηγορία αυτή του κ. Σταϊκούρα απάντησε ο Ευκ. Τσακαλώτος ανταποδίδοντας την προοπτική νέου μνημονίου. Προκύπτει αυτό από την έως τώρα οικονομική πολιτική αντιμετώπισης της κρίσης από την Κυβέρνηση;
Ο Ευκλείδης απάντησε στον κ. Σταϊκούρα τεκμηριωμένα και με στέρεα επιχειρήματα. Δυστυχώς, όμως, ο κ. Σταϊκούρας, συνεπικουρούμενος από τα κυρίαρχα μίντια, αρνείται συστηματικά να μπει σε έναν σοβαρό διάλογο για τόσο σημαντικά ζητήματα. Η κυβερνητική πολιτική, για την αντιμετώπιση των οικονομικών επιπτώσεων της πανδημίας, είναι άκρως ανησυχητική για λόγους που αναφέρθηκαν προηγουμένως. Ας τους συνοψίσουμε: Αφενός η κυβέρνηση αρνείται να χρησιμοποιήσει μέρος των ταμειακών διαθεσίμων για να στηρίξει εμπροσθοβαρώς την κοινωνία και την οικονομία. Υποτίθεται ότι το πράττει αυτό για να διατηρήσει όπως λέει «εφόδια» για να ενισχύσει την ανάκαμψη όταν αυτή έρθει. Ωστόσο, αυτή η κυβερνητική επιλογή της αδράνειας θα βαθύνει το μέγεθος, τη διάρκεια και άρα τα κόστη αντιμετώπισης της ύφεσης. Επομένως, ακριβώς επειδή δεν υπάρχουν λεφτόδεντρα, τώρα είναι η ώρα να χρησιμοποιήσουμε ένα μέρος από το μαξιλάρι ρευστότητας. Επιπλέον, ας έχουμε υπόψη ότι η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ αφενός δεν εξαντλεί τα αξιοποιήσιμα για δημοσιονομική επέκταση ταμειακά διαθέσιμα, αφετέρου η κοστολόγησή της δεν έχει συμπεριλάβει το σύνολο της παρέμβασης που θα αποφασιστεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Επομένως, η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ δεν εξαντλεί τα «εφόδια». Αφετέρου η κυβέρνηση θεώρησε την πανδημία ως ευκαιρία για να εφαρμόσει με επιθετικότερο τρόπο πολιτικές που είναι άκρως αντιαναπτυξιακές. Αναφέρομαι κυρίως στην αντιδραστική αναδιάρθρωση των εργασιακών σχέσεων, που δεν έχει όμοιο της σε καμία ευρωπαϊκή χώρα σήμερα. Αναφέρομαι όμως και στη χρήση του δημόσιου χρήματος όχι για παραγωγικούς σκοπούς αλλά για την εξυπηρέτηση ημετέρων. Πρόκειται για αντιαναπτυξιακές επιλογές που αν συνεχιστούν θα επιδεινώσουν την ύφεση και άρα την απειλή νέου μνημονίου.

Δύσκολη άσκηση ο προϋπολογισμός για το 2021

Η κυβέρνηση κρατά πολλά χαρτιά κλειστά για την κοινωνική – οικονομική πολιτική της, για το «μετά». Με τα έως τώρα δεδομένα μπορούμε να διακρίνουμε τον προσανατολισμό της; Ειδικά ο προϋπολογισμός του 2021 θα έχει πολλά αρνητικά μεταφερόμενα και θεσμούς που όπως φαίνεται, από τις έως τώρα διαρροές, θα είναι «αυστηροί».
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο προϋπολογισμός του 2021 θα είναι δύσκολη άσκηση. Ωστόσο, νομίζω, το «μετά» είναι ένα πολύ ευρύτερο και βαθύτερο ζήτημα. Το ίδιο και η συζήτηση που πρέπει να γίνει στην Ελλάδα και διεθνώς. Είναι αδύνατον να μην αναστοχαστούμε σε βάθος αρχές και αξίες ενός οικονομικού συστήματος, που οδήγησε σε τριπλή κρίση (κλιματική, υγειονομική και οικονομική) η αντιμετώπιση της οποίας απαιτεί τεκτονικές αλλαγές. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τις πολιτικές δυνάμεις που τα τελευταία 40 χρόνια υπερασπίζονται με πάθος το οικονομικό αυτό σύστημα. Γι αυτό το λόγο, πιστεύω ότι αποκτά νέα επικαιρότητα και σπουδαιότητα η πολιτική πρόταση και προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ να δημιουργηθεί, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ένας συνασπισμός αριστερών, σοσιαλδημοκρατικών και οικολογικών δυνάμεων που θα στρίψουν την πολιτική της Ευρωζώνης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε προοδευτική κατεύθυνση. Αυτό, και το αντίστοιχό του σε εθνικό επίπεδο, χρειάζεται να είναι στις προτεραιότητες του ΣΥΡΙΖΑ το επόμενο διάστημα. Όσο για την «αυστηρότητα» των θεσμών, ας μην λησμονούμε ότι αυτή εξαρτάται από τον πολιτικό συσχετισμό.

Η πίεση στη μεσαία τάξη σοβαρό ζήτημα

Ασκείται πίεση από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ προς την κυβέρνηση της ΝΔ όσον αφορά την πολιτική της για τη μεσαία τάξη. Υπάρχει και η σχετική ερώτηση του Ευκλείδη. Έχουμε εδώ αθέτηση τέτοιου μεγέθους που θα βαρύνει στην οικονομία, πέρα από το εισόδημα μιας ευρείας κοινωνικής ομάδας;
Η αθέτηση των προεκλογικών υποσχέσεων της ΝΔ προς τα μεσοστρώματα ήταν οφθαλμοφανής ακόμη και πριν από την πανδημία. Φάνηκε αμέσως όταν η αναδιαπραγμάτευση των πρωτογενών πλεονασμάτων παραπέμφθηκε στις καλένδες. Όταν το μεγαλύτερο μέρος του δημοσιονομικού χώρου που κληροδότησε ο ΣΥΡΙΖΑ, η κυβέρνηση το χρησιμοποίησε για να στηριχτούν τα ισχυρότερα εισοδηματικά στρώματα. Όταν το προεκλογικό 4% του ΑΕΠ ανάπτυξη προσγειώθηκε ανώμαλα το τέταρτο τρίμηνο στο 1%. Όταν οι πολλές και καλά αμειβόμενες νέες θέσεις εργασίας όχι μόνο δεν ήρθαν αλλά αντιθέτως επιδεινώθηκαν οι συνθήκες με την υπονόμευση των συλλογικών διαπραγματεύσεων και με άλλες αντεργατικές παρεμβάσεις. Όταν η προστασία της πρώτης κατοικίας ψηφίστηκε ότι θα λήξει τον Απρίλιο. Όταν ο κ. Μητσοτάκης εξήγγειλε την ιδιωτικοποίηση του δημόσιου συστήματος υγείας με τρόπους που θα κάνουν τον ΣΥΡΙΖΑ να «ανατριχιάσει». Όταν το «επιτελικό κράτος» γρήγορα αποδείχτηκε ότι αντιμετωπίζεται ως κομματικό λάφυρο. Όταν η «αριστεία» των κυβερνώντων κατατροπώθηκε από αλλαγή νόμων για να διοριστούν εκλεχτοί του κ. Μητσοτάκη, από πλαστούς τίτλους σπουδών υπουργών και από αναξιοκρατικούς διορισμούς κομματικών στελεχών σε κρίσιμες θέσεις ευθύνης. Αυτά και πολλά άλλα απειλούσαν το διαθέσιμο εισόδημα των μεσαίων στρωμάτων πριν από την πανδημία. Η πολιτική όμως της κυβέρνησης μέσα στην πανδημία, καθώς, όπως αναφέραμε, οδηγεί σε βαθιά ύφεση μια οικονομία με ήδη υπερχρεωμένα νοικοκυριά κι επιχειρήσεις, συνιστά πλέον μια υπαρξιακού τύπου απειλή για τα μεσοστρώματα. Φαίνεται δηλαδή ότι η κυβέρνηση προωθεί επιλογές που δεν μειώνουν απλώς το εισόδημα αλλά συρρικνώνουν τα μεσοστρώματα μέσα από διαδικασίες ραγδαίας φτωχοποίησης. Αν ισχύει αυτό, χρειάζεται να το μελετήσουμε σε βάθος και να προσπαθήσουμε να το αποτρέψουμε.

Η Moody’s στην έκθεσή της στα θετικά όπου στηρίζει την αξιολόγησή της για την ελληνική οικονομία είναι τα υψηλά αποθεματικά και η ρύθμιση του χρέους. Η κυβέρνηση φαίνεται να το αγνοεί ή να το αποκρύβει. Υπάρχει λόγος;
Αναφέρθηκα προηγουμένως στην αναξιοπιστία της κυβέρνησής που προσπαθεί να κάνει το άσπρο μαύρο. Το ίδιο ισχύει και για τα υψηλά ταμειακά αποθέματα που δημιούργησε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Δεν θέλω να αναφέρω την παντελώς άδικη κριτική που υποστήκαμε γι’ αυτά. Κριτική που διατρέχει όλο το φάσμα από την μη ύπαρξη τους έως ότι αυτά ήταν αχρείαστα. Διότι αυτή κατέπεσε ως χάρτινος πύργος που ήταν όταν η κυβέρνηση παραδέχτηκε δημόσια ότι τα χρησιμοποιεί ήδη για την, ανεπαρκή, στήριξη της οικονομίας. Και διότι η προτεραιότητα σήμερα είναι να ακυρωθεί η αναποτελεσματική χρήση τους από την κυβέρνηση.

Η δέσμη προτάσεων «μένουμε όρθιοι» του ΣΥΡΙΖΑ αξιολογήθηκε θετικά ως άμεση παρέμβαση παρά την τακτική αγνόησης ή απαξίωσής τους από το σύστημα ευρύτερα. Όμως δεν χρειάζεται μια μέσο – μακροπρόθεσμη δέσμη, με πιο ριζοσπαστικά μέτρα που θα λαμβάνει υπόψη της και τον τριπλό χαρακτήρα της κρίσης του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού, που είναι, όπως ήδη σημείωσες, κλιματική, οικονομική και υγειονομική;
Βεβαίως και χρειάζεται μεσο-μακροπρόθεσμη δέσμη μέτρων. Αν μη τι άλλο, διότι καθώς το «μένουμε όρθιοι» συνιστά μια εμπροσθοβαρή προσπάθεια ανάσχεσης της ύφεσης δεν μπορεί παρά να έχει ημερομηνία λήξης. Και η λήξη του πλησιάζει καθώς αν περάσουν εξίσου άπραγες οι επόμενες εβδομάδες θα χαθεί η δυνατότητα ανάσχεσης της ύφεσης. Γι’ αυτό και ο ΣΥΡΙΖΑ δήλωσε ότι πρόκειται για μια πρώτη αρχή. Εξ όσων γνωρίζω, εκπονείται ήδη η παραπέρα εξειδίκευσή του για παραγωγικούς κλάδους που πλήττονται ιδιαίτερα όπως ο τουρισμός, οι μεταφορές, η αγροτική παραγωγή και ο πολιτισμός, και για να προσδιοριστεί αναλυτικά η συνεισφορά αναπτυξιακών εργαλείων που δημιούργησε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ (πχ αναπτυξιακή τράπεζα, θεσμικό πλαίσιο για τις μικροπιστώσεις). Όταν ολοκληρωθούν οι επεξεργασίες αυτές θα ενσωματωθούν στις προγραμματικές θέσεις που ετοιμάζονται από την επιτροπή υπό τον Γιώργο Σταθάκη ώστε να διαμορφωθεί το πλήρες πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ. Για το αν χρειάζεται οι θέσεις μας να είναι ριζοσπαστικές νομίζω ότι απαντά η αναφορά παραπάνω ότι για να αντιμετωπιστεί η τριπλή κρίση του καπιταλισμού απαιτούνται «τεκτονικές αλλαγές».

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)