to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

Δανία: Η «κατάσχεση των υπαρχόντων» των προσφύγων

Ο νόμος, οι πραγματικότητες, οι αντιδράσεις


«ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ ΣΤΗ ΔΑΝΙΑ». ΣΚΙΤΣΟ ΤΟΥ VASCO GARGALO (ΠΗΓΗ:HTTP://WWW.CARTOONMOVEMENT.COM)

Την περασμένη Τρίτη, με μεγάλη πλειοψηφία, το κοινοβούλιο της Δανίας ψήφισε τον νόμο L87, ο οποίος εισάγει μια σειρά περιοριστικά μέτρα για τους αιτούντες άσυλο στη χώρα. Πιο γνωστό, η κατάσχεση των τιμαλφών των προσφύγων που αιτούνται άσυλο, εφόσον η αξία τους υπερβαίνει τις 10.000 κορώνες (1.200 ευρώ). Το μέτρο δέχτηκε σοβαρή κριτική, εντός και εκτός Δανίας, και συγκρίνεται ευθέως με τις πρακτικές των ναζί, κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, συγκεκριμένα την κατάσχεση των υπαρχόντων των Εβραίων.

Πριν προχωρήσουμε, ας θυμίσω ότι η κυβέρνηση της Δανίας που προέκυψε από τις εκλογές του Ιουνίου του 2015 σχηματίστηκε από το τρίτο σε δύναμη –δεξιό– κόμμα (Venstre) του τωρινού πρωθυπουργού Λαρς Λούκε Ράσμουσεν, με τη στήριξη του Κόμματος των Δανών (DPP), ενός ξενοφοβικού και ακροδεξιού κόμματος, το οποίο και έχει επιβάλει πλήρως την ατζέντα του, καθώς τα ποσοστά του ανεβαίνουν συνεχώς, στις διαδοχικές εκλογικές μάχες. Το συγκεκριμένο νομοσχέδιο όμως ψηφίστηκε ακόμα και από τους Σοσιαλδημοκράτες (με τρεις απώλειες), οι οποίοι όλο και περισσότερο παρασύρονται (;) σε ένα ακροδεξιό και ξενοφοβικό κρεσέντο, όπως φάνηκε και στη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου. Οι μόνοι που εναντιώθηκαν σε κοινοβουλευτικό επίπεδο ήταν η Κοκκινοπράσινη Συμμαχία (Enhedslisten) και τα μικρότερα πρώην σοσιαλιστικά –και νυν νεοφιλελεύθερα κόμματα– όπως το SF, Radikale Venstre και Alternativet, που όμως έχουν περιορισμένη κοινοβουλευτική δύναμη. Η Κοκκινοπράσινη Συμμαχία θεωρεί, όπως δήλωσε, τους περιορισμούς στην οικογενειακή επανένωση ως απαράδεκτο μέτρο κατά των προσφύγων, οι οποίοι βάσει νόμου δικαιούνται πλήρη δικαιώματα στην ασφάλεια των συγγενών τους. Όπως υποστηρίζει και το Δανέζικο Ινστιτούτο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, «υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις» και νομικό προηγούμενο του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ότι αυτό το μέρος του νομοσχεδίου δεν είναι σύμφωνο με τηνΕυρωπαϊκή Σύμβαση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα.

Η επιχειρηματολογία της κυβέρνησης, με την οποία έχουν συνταχθεί και οι απανταχού φιλελεύθεροι και συντηρητικοί, είναι πως στους αιτούντες άσυλο εφαρμόζεται ό,τι ακριβώς ισχύει και για τους Δανούς πολίτες: προκειμένου να λάβουν το επίδομα απορίας (το λεγόμενο και προνοιακό επίδομα: kontanthjaelp), τα περιουσιακά τους στοιχεία δεν πρέπει να υπερβαίνουν ένα συγκεκριμένο όριο (1.200 ευρώ). Αυτό, αν και μπορεί να ακούγεται καταρχάς σαν «δίκαιη» λύση, είναι η μισή αλήθεια, καθώς αγνοούνται μια σειρά παράγοντες. Η πραγματικότητα είναι αρκετά πιο σύνθετη· θα προσπαθήσω να τη σκιαγραφήσω, εξηγώντας το τι συμβαίνει στη δανέζικη κοινωνία, η οποία, μέχρι πρότινος, θεωρούνταν ανεκτική και φιλελεύθερη.

Ο βασικός πυλώνας και η λογική του συγκεκριμένου νομοσχεδίου δεν έγκειται αμιγώς στο οικονομικό του σκέλος και την κατάσχεση των υπαρχόντων των προσφύγων (άλλωστε, αυτό θα αποφέρει ψίχουλα από ταμειακής άποψης), αλλά στο να εντυπωθεί σε όλους τους ενδιαφερόμενους πως η Δανία δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι επιλογή για να κάνει κάποιος αίτηση ασύλου. Ένα δεύτερο στοιχείο, που αποτελεί πυρήνα του συγκεκριμένου νομοσχεδίου, είναι η μη δυνατότητα επανένωσης οικογενειών για έως και τρία χρόνια (προηγουμένως ήταν έως ένα χρόνο). Όπως καταλαβαίνουμε, οι πρόσφυγες και οι μετανάστες σε πολλές περιπτώσεις ταξιδεύουν χώρια, έχοντας ως αποτέλεσμα να μένουν χώρια γυναίκες και παιδιά για μεγάλες περιόδους σε εμπόλεμες ζώνες, με ό,τι μπορεί να σημαίνει αυτό.

Επίσης, το νομικό καθεστώς για τους αιτούντες άσυλο καθίσταται ακόμα σκληρότερο, σε σχέση με το υπάρχον ήδη σκληρό, με την κυβέρνηση να ανταπαντά πως εξισώνει τους πρόσφυγες, στο κομμάτι των οικονομικών, με τους Δανούς πολίτες, την ίδια στιγμή που τους αφήνει εντελώς «γυμνούς» σε νομικό επίπεδο, με σκληρές ποινές, ενώ διαβιούν σε πολύ δύσκολες συνθήκες. Με λίγα λόγια, δημιουργείται ένα ειδικό νομικό καθεστώς για τους πρόσφυγες, οι οποίοι καθίστανται εξαιρετικά ευάλωτοι στην εκμετάλλευση και την αδικία. Σε πολλές περιπτώσεις, μάλιστα, δεν έχουν καν το δικαίωμα να εργαστούν, ενώ οι σκηνές που τους «φιλοξενούν» είναι τοποθετημένες στη Βορειοδυτική Γιουτλάνδη, μια από τα πιο κρύες και υγρές περιοχές της χώρας.

Πώς αντιδρά η κοινωνία στον συγκεκριμένο νόμο; Ενώ υπάρχουν θεσμικές αντιδράσεις εκ μέρους του Δανέζικου Ινστιτούτου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ή σε κινηματικό και πρωτοβουλιακό επίπεδο εκ μέρους της Πρωτοβουλίας Venligboerne για παροχή βοήθειας ή ενημέρωση σχετικά με προσφυγικά ζητήματα ανά τη Δανία, του DK network και του Medmenneskesmuglerne (τα δύο τελευταία ασχολούνται κυρίως με το ζήτημα της μεταφοράς και μετακίνησης προσφύγων), εντούτοις, συνολικότερα η κοινωνία φαίνεται να παραμένει αδρανής. Βέβαια, τα πράγματα, όπως πάντα δεν είναι συμπαγή: τη στιγμή που έγραφα το άρθρο, έγινε γνωστή δημοσκόπηση που δείχνει απώλειες των σοσιαλιστών για τη στάση τους στο προσφυγικό και ενίσχυση των μικρών κομμάτων που αντέδρασαν.

Αξίζει, εδώ, να πούμε δυο λόγια για τη διαδικασία εμπέδωσης της ξενοφοβίας στη κοινωνία και τους παράγοντες που συντελούν σ’ αυτό. Η Δανία, από την εποχή της εισβολής στο Αφγανιστάν το 2001, έχει συμμετάσχει σε όλους τους πολέμους στη Μέση Ανατολή, ως μόνιμος σύμμαχος των ΗΠΑ (Δανία και ΗΠΑ έχουν πολύ καλές σχέσεις και αρκετά κοινά, ενώ η Γροιλανδία ως αποικία της Δανίας, αποτελεί προνομιακό πεδίο για την αμερικανική εξωτερική πολιτική). Η συμμετοχή σε αυτούς τους πολέμους έχει γαλουχήσει μια ολόκληρη γενιά, ταυτίζοντας κάποια κράτη ως τρομοκράτες ή εν δυνάμει τρομοκράτες και απειλή για τη Δανία. Στοιχείο που ενισχύει την τάση αυτή είναι η λιτότητα και η αποψίλωση του κοινωνικού κράτους.

Όλοι έχουμε στο μυαλό μια εικόνα της Δανίας ως εύρωστης χώρας με ισχυρό δίχτυ κοινωνικής προστασίας και παρεχόμενες υπηρεσίες υψηλού επιπέδου προς τους πολίτες. Ωστόσο, η κατάσταση αλλάζει διαρκώς τα τελευταία χρόνια, καθώς βρίσκεται σε εξέλιξη μια διαδικασία συνεχούς ξηλώματος του κοινωνικού κράτους, που εμπεδώνει το δόγμα της λιτότητας και την ηγεμονία του νεοφιλελευθερισμού. Χαρακτηριστικά, ο νέος προϋπολογισμός προβλέπει περικοπές 1,7 δισ. ευρώ στην παιδεία σε βάθος τριετίας, αλλαγές στις συμβάσεις εργασίας με μεγαλύτερη ευελιξία, αυξήσεις ωραρίων και μειώσεις μισθών στα μικρά και μεσαία μισθολογικά κλιμάκια, περικοπή προνοιακών επιδομάτων με ταυτόχρονη φοροελάφρυνση-θεσμοθετημένη φοροαποφυγή μεγάλων τραπεζικών ομίλων και πολυεθνικών. Σημαντικό οικονομικό δεδομένο είναι πως τα νοικοκυριά της χώρας έχουν το υψηλότερο ιδιωτικό χρέος παγκοσμίως ως ποσοστό του ΑΕΠ, ενώ στην αρχή της κρίσης, η κυβέρνηση διέσωσε τις τράπεζες από τη χρεωκοπία μετά το κανόνι της Ιρλανδίας και την τρομακτική έκθεση των εγχώριων τραπεζικών ιδρυμάτων — σε σημείο που, την επαύριο της ιρλανδικής χρεωκοπίας, υπήρχε σοβαρό ζήτημα ρευστότητας για τις δανέζικες τράπεζες.[1]Αυτή η επιθετική και γρήγορη διαδικασία συρρίκνωσης του κοινωνικού κράτους που υποβαθμίζει την καθημερινότητα και γεμίζει με αβεβαιότητα το μέλλον έχει τρομάξει τους Δανούς, αναζητώντας-φωτογραφίζοντας (ως) ενόχους και εξιλαστήρια θύματα στους πρόσφυγες, κλείνοντας τα σύνορα και την κοινωνία τους. Χτίζεται μια Δανία-φρούριο, με ξενοφοβικές αντιλήψεις, μη ανεκτική στη διαφορετικότητα, μέσα σε μια-Ευρώπη φρούριο.

 Η λογική αυτή μάλιστα φαίνεται να επεκτείνεται σε Γερμανία και Ελβετία, ενώ και στη Βρετανία είδαμε εικόνες όπου οι πρόσφυγες έχουν πόρτες βαμμένες κόκκινες και φορούν βραχιολάκια για να ξεχωρίζουν δήθεν για την απονομή των συσσιτίων. Ενδεικτικό, επίσης, είναι το ότι Βέλγοι αξιωματούχοι είπαν στον Έλληνα υπουργό Μετανάστευσης πως δεν τους ενδιαφέρει αν θα πνιγούν οι πρόσφυγες και πως πρέπει πάση θυσία να τους απωθήσει, αλλιώς η Ελλάδα θα εκπαραθυρωθεί από τη συνθήκη Σένγκεν. Απ’ ότι φαίνεται, η Ευρώπη ξεχνάει και εισέρχεται σε ένα πολύ σκοτεινό μονοπάτι.

[1] Οι τράπεζες έφτασαν το 2008 να δανείζουν με την εξωπραγματική αναλογία 1 προς 34, τουτέστιν για κάθε 1 κορώνα αποθεματικού, δάνειζαν 34, με κίνδυνο να μην ανοίξουν οι τράπεζες και τα ΑΤΜ μετά τη χρεωκοπία της Ιρλανδίας, μιας και δεν θα υπήρχε χρήμα. Χρειάστηκε παρέμβαση του κράτους για τη διάσωση των τραπεζών.

* Ο Δημήτρης Τσέκερης είναι μηχανολόγος-μηχανικός. Ζει και εργάζεται στην Κοπεγχάγη από το 2011.

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)