to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

Άρης Στυλιανού: Το νομοσχέδιο Κεραμέως δεν πρέπει να κατατεθεί - Συνέντευξη στο left.gr

«Για την έκρυθμη κατάσταση που έχει δημιουργηθεί στο ΑΠΘ, υπονομεύοντας την εύρυθμη λειτουργία του, ευθύνεται κατά κύριο λόγο η ιδεοληψία της κυβερνητικής πολιτικής: κλιμακώνοντας μια στρατηγική έντασης και σύγκρουσης, οι κυβερνώντες προσπαθούν να χειραγωγήσουν την κοινή γνώμη και να εγκαταστήσουν πάση θυσία την πανεπιστημιακή αστυνομία μέσα στα ελληνικά πανεπιστήμια» επισημαίνει ο Άρης Στυλιανού Αναπληρωτής Καθηγητής Φιλοσοφίας και Πρόεδρος Τμήματος Πολιτικών Επιστημών ΑΠΘ στην αποκλειστική συντέντευξη που έδωσε στο left.gr


Το left.gr συνάντησε τον Πρόεδρο του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ Άρη Στυλιανού για μια συζήτηση βγαλμένη μέσα από την επικαιρότητα. Το ΑΠΘ έχει βρεθεί στο μάτι του κυκλώνα για την υπόθεση της «βιβλιοθήκης» του Τμήματος Βιολογίας και έχει μετατραπεί σε ένα εργαστήρι για την αστυνομική παρουσία σε ακαδημαϊκούς χώρους. Ταυτόχρονα έχει τεθεί σε διαβούλευση το μεγάλης έκτασης νομοσχέδιο του Υπ. Παιδείας για τα Πανεπιστήμια το οποίο έχει προκαλέσει σοκ στο σύνολο της ακαδημαϊκής κοινότητας και τους φοιτητικούς συλλόγους με τρόπο πρωτοφανή ενώ σχεδιάζεται να ψηφιστεί το καλοκαίρι όταν τα ΑΕΙ θα βρίσκονται εκτός λειτουργίας. Ας δούμε αναλυτικά όσα μας είπε ο κ. Στυλιανού:

Κύριε Στυλιανού, σας συναντάω σε μια συνθήκη όπου ακόμα ένας νόμος-πλαίσιο προτείνεται από το Υπ. Παιδείας για το Πανεπιστήμιο, αλλά και σε μια ειδική περίσταση για το Πανεπιστήμιό σας με τη διαβόητη υπόθεση της βιβλιοθήκης του Τμήματος Βιολογίας και από αυτό θα ήθελα να ξεκινήσουμε. Πώς βιώνετε στο ΑΠΘ αυτά τα γεγονότα;

Το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης είναι το μεγαλύτερο ΑΕΙ της χώρας και έχει να επιδείξει πλήθος ακαδημαϊκών, διδακτικών και ερευνητικών επιτευγμάτων σε εθνικό και σε διεθνές επίπεδο. Δυστυχώς, εδώ και αρκετούς μήνες βρίσκεται σε κατάσταση πολιορκίας, με την καθημερινή πλέον παρουσία ένοπλων αστυνομικών και ασφαλιτών, με αρκετές διμοιρίες ΜΑΤ και άλλων ειδικών δυνάμεων να επιχειρούν να επιβάλουν το δόγμα «νόμος και τάξη» της κυβέρνησης Μητσοτάκη.

Για την έκρυθμη κατάσταση που έχει δημιουργηθεί στο ΑΠΘ, υπονομεύοντας την εύρυθμη λειτουργία του, ευθύνεται κατά κύριο λόγο η ιδεοληψία της κυβερνητικής πολιτικής: κλιμακώνοντας μια στρατηγική έντασης και σύγκρουσης, οι κυβερνώντες προσπαθούν να χειραγωγήσουν την κοινή γνώμη και να εγκαταστήσουν πάση θυσία την πανεπιστημιακή αστυνομία μέσα στα ελληνικά πανεπιστήμια.

Η κυβέρνηση της ΝΔ, δυστυχώς με αρωγό της τις πρυτανικές αρχές, έχει επιλέξει το ΑΠΘ ως πεδίο εφαρμογής όλων των αυταρχικών ρυθμίσεων του νόμου Κεραμέως-Χρυσοχοΐδη (4777/21). Ήδη από τον Φεβρουάριο-Μάρτιο του 2021 η ακαδημαϊκή μας κοινότητα έζησε μαύρες μέρες, όταν για πρώτη φορά μεταπολιτευτικά πάνοπλες αστυνομικές δυνάμεις εισέβαλαν στην καρδιά του πανεπιστημίου, χτυπώντας και συλλαμβάνοντας φοιτητές και φοιτήτριες που διαμαρτύρονταν. Το σκηνικό αυτό επαναλήφθηκε τον Μάιο του 2022, με αναίτιες βάναυσες επιθέσεις των ΜΑΤ εναντίον φοιτητ(ρι)ών και με ρίψη χημικών μέσα στο κτίριο της Σχολής Θετικών Επιστημών (ΣΘΕ) σε ώρα μαθήματος.

Στην επιχειρούμενη κλιμάκωση της βίας συνέβαλαν πρόθυμα οι γνωστοί-άγνωστοι κουκουλοφόροι, που βανδάλισαν το ισόγειο του κτιρίου της ΣΘΕ (Βιολογίας), όπου προβλέπεται να κατασκευαστούν νέες αίθουσες και βιβλιοθήκη. Είναι απορίας άξιο γιατί η Αστυνομία δεν καταφέρνει ποτέ να συλλάβει αυτούς τους λίγους προβοκάτορες που πλήττουν το δημόσιο Πανεπιστήμιο, ενώ καταστέλλει με υπέρμετρο ζήλο τις φοιτητικές συλλογικότητες που κινητοποιούνται ειρηνικά.

Εσείς και οι συνάδελφοι σας τι γνώμη έχετε για την αστυνομική παρουσία στο ΑΠΘ;

Η μεγάλη πλειονότητα των καθηγητών, των φοιτητών και των εργαζομένων στο ΑΠΘ απορρίπτει τη διαρκή παρουσία της Αστυνομίας στην Πανεπιστημιούπολη και απαιτεί την άμεση επιστροφή στην κανονική ακαδημαϊκή ζωή. Αγωνίζεται για επαρκή και μόνιμη φύλαξη των κτιρίων από υπαλλήλους που θα λογοδοτούν στις πανεπιστημιακές αρχές. Η πρυτανεία του ΑΠΘ οφείλει να ξεκινήσει άμεσα δημόσια διαβούλευση για την εξεύρεση μιας συναινετικής λύσης για την ολοκλήρωση των εργασιών στη ΣΘΕ. Προς αυτή την κατεύθυνση μπορεί να συμβάλει ουσιωδώς και ο Σύλλογος των Καθηγητών (ΕΣΔΕΠ) που έχει επεξεργαστεί σχετικές προτάσεις.

Η κυβερνητική στρατηγική της έντασης θα ηττηθεί. Η ακαδημαϊκή κοινότητα θα βρει λύσεις με διάλογο και συνεννόηση, τιμώντας τη φιλελεύθερη, προοδευτική και δημοκρατική παράδοση του ΑΠΘ, ώστε αυτό να συνεχίσει να είναι το ακαδημαϊκό, ποιοτικό και εξωστρεφές δημόσιο Πανεπιστήμιο που έχει ανάγκη σήμερα η ελληνική κοινωνία.

Διαβάζω στο βιογραφικό σας ότι διδάσκετε στο ΑΠΘ από το 1995 και αν προσθέσω και τα χρόνια των σπουδών μιλάμε για μια ζωή σε ακαδημαϊκούς χώρους. Έχετε σκεφτεί πόσες μεταρρυθμίσεις έχουν προκύψει αυτά τα χρόνια και, αλήθεια, έχουν κάποια σχέση όλες αυτές με τα πραγματικά προβλήματα που συναντάτε εσείς ως διδάσκων και ως ερευνητής, αλλά και οι φοιτητές σας;

Στην Ελλάδα παραδοσιακά η ανώτατη εκπαίδευση διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην παραγωγή και αναπαραγωγή της κοινωνίας. Έχουμε ένα αξιόλογο σύστημα δημόσιας εκπαίδευσης, το οποίο μεταπολεμικά τουλάχιστον προήγαγε την κοινωνική κινητικότητα. Χάρη στο δημόσιο σχολείο και πανεπιστήμιο, τα παιδιά οικογενειών που ανήκαν στα κατώτερα οικονομικοκοινωνικά στρώματα μπόρεσαν να μορφωθούν σφαιρικά, να εργαστούν ως επιστήμονες και να ανέλθουν κοινωνικά, βελτιώνοντας τα εισοδήματά τους και κατακτώντας μεγαλύτερο κύρος.

Σήμερα, αποτελεί τεράστιο στοίχημα η δημόσια εκπαίδευση να συνεχίσει να είναι αποτελεσματική και να βελτιώνεται ποιοτικά. Υπάρχουν πολύ καλά σχολεία και πανεπιστήμια στη χώρα μας. Αλλά υπάρχουν και πολλά προβλήματα που πρέπει να αντιμετωπιστούν άμεσα. Η εκπαίδευση σήμερα βρίσκεται σε κρίσιμο σταυροδρόμι και πρέπει να ενισχυθεί από όλες και όλους μας.

Η εκπαιδευτική πολιτική στη χώρα μας είναι αρκετά ταλαιπωρημένη από διάφορες κυβερνήσεις κατά τις τελευταίες δεκαετίες. Μετά τη δεκαετία του 1960 και την πρώτη περίοδο της Μεταπολίτευσης, θα λέγαμε ότι η μεγάλη εκπαιδευτική μεταρρύθμιση που είχε ανάγκη η Ελλάδα δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Αντίθετα, σχεδόν κάθε υπουργός Παιδείας επιχειρούσε και επιχειρεί να θεσπίσει αποσπασματικές αλλαγές, κυρίως στον τρόπο εισαγωγής στο Πανεπιστήμιο, χωρίς να εκσυγχρονίζει ριζικά όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, ξεκινώντας από τις χαμηλότερες και προχωρώντας προς τις υψηλότερες. Παρά τις καθυστερήσεις και τις παλινωδίες, ωστόσο, μπορούμε να πούμε ότι, βάσει των αποτελεσμάτων, η εκπαίδευσή μας στέκεται πολύ ικανοποιητικά μέσα στο σύγχρονο ανταγωνιστικό πλαίσιο.

Ειδικά η ανώτατη εκπαίδευση, παρά τη χρόνια υποχρηματοδότησή της και τους λιγοστούς πόρους, παρά τα προβλήματα και τις αδυναμίες που υπάρχουν, προσφέρει μόρφωση και επιστημοσύνη που μπορεί να σταθεί άνετα σε πανευρωπαϊκή και σε παγκόσμια κλίμακα, στο παγκοσμιοποιημένο διεθνές περιβάλλον. Αυτό αποδεικνύεται από τις εξαιρετικές κατατάξεις που επιτυγχάνουν τα ελληνικά πανεπιστήμια στις διεθνείς ταξινομήσεις, καθώς και από το γεγονός ότι οι πτυχιούχοι μας είναι περιζήτητοι και διαπρέπουν στο εξωτερικό, στα μεγαλύτερα και καλύτερα πανεπιστήμια του κόσμου.

Οι εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις του 1965 και του 1976 ήταν πολύ σημαντικές. Όπως επίσης και του 1982, ειδικά για τα πανεπιστήμια, με τον νόμο-πλαίσιο 1268/82, που άλλαξε σε μεγάλο βαθμό τη λειτουργία της ανώτατης εκπαίδευσης. Τα τελευταία χρόνια, κατά τη γνώμη μου, έγιναν ανεπιτυχείς προσπάθειες (αντι)μεταρρύθμισης, με κορυφαία εκείνη του «νόμου Διαμαντοπούλου», που αντί για μεταρρύθμιση έφερε απορρύθμιση.

Και σήμερα; Βλέπετε ότι υπάρχει κάποιο σχέδιο για την αναβάθμιση ειδικά της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης;

Δυστυχώς δεν υπάρχει στρατηγικός σχεδιασμός μακράς πνοής κεντρικά, από το Υπουργείο Παιδείας. Όπως προαναφέρθηκε, κάθε νέος υπουργός νομοθετεί αποσπασματικά και χωρίς μακροχρόνιο σχέδιο. Το αποτέλεσμα είναι να δημιουργείται συχνά κομφούζιο, να προκαλείται αμηχανία και εκνευρισμός στους μαθητές και στους φοιτητές, αλλά και στους γονείς τους. Χρειαζόμαστε μια καλά σχεδιασμένη και προετοιμασμένη εκπαιδευτική πολιτική, που να έχει ορίζοντα δεκαετίας.

Συνεπώς, είναι απαραίτητο να υπάρξει συνεννόηση και συναίνεση, και όχι αιφνιδιαστικές καταθέσεις εκτρωματικών νομοσχεδίων, όπως το πολύ πρόσφατο της κυρίας Κεραμέως. Οι νομοθετικές ρυθμίσεις ορίζουν ένα θεσμικό πλαίσιο και δίνουν ένα περίγραμμα κανόνων, αλλά το ουσιώδες περιεχόμενο της εκπαίδευσης καθορίζεται από το αξιακό φορτίο της παιδείας, δηλαδή της καλλιέργειας, της μόρφωσης, της δημοκρατικής ευαισθησίας, της διαμόρφωσης ελεύθερων πολιτών.

Η νέα πρόταση νόμου έκτασης 400 σελίδων έχει τεθεί σε διαβούλευση δύο εβδομάδων συν μία μικρή παράταση. Πώς την έχουν υποδεχθεί τα συλλογικά όργανα των Πανεπιστημίων; Θεωρείτε πως συνιστά προϊόν διαλόγου;

Το νομοσχέδιο για τα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα που τέθηκε προς διαβούλευση δεν συνιστά σε καμία περίπτωση προϊόν διαλόγου. Το Υπουργείο Παιδείας εφαρμόζει το παλιό δόγμα αποφασίζουμε και διατάζουμε, χωρίς να συνομιλεί με την ακαδημαϊκή κοινότητα. Το νέο νομοσχέδιο απαξιώνει την αρχή της δημοκρατικής οργάνωσης, απομειώνει την ακαδημαϊκότητα, περιστέλλει την ακαδημαϊκή ελευθερία και το αυτοδιοίκητο του Πανεπιστημίου, ενώ ταυτοχρόνως πολλαπλασιάζει τη γραφειοκρατία. Ακόμη κι αν υπάρχουν ρυθμίσεις που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν με στόχο την ανάπτυξη του Πανεπιστημίου, η εφαρμογή τους απαιτεί επαρκείς ανθρώπινους και υλικούς πόρους που δεν προβλέπονται επ’ ουδενί στο νομοσχέδιο.

Πολύ ανησυχητική είναι η ρύθμιση ότι η διδασκαλία σε μεταπτυχιακό επίπεδο δεν συνυπολογίζεται στις διδακτικές υποχρεώσεις των καθηγητών, ενώ η πλήρης κατάργηση κρατικής χρηματοδότησης των μεταπτυχιακών σπουδών οδηγεί στην υποχρεωτική επιβολή διδάκτρων. Το νομοσχέδιο δημιουργεί ρευστότητα στη συνολική οργάνωση της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, εισάγοντας ελαστικές εργασιακές σχέσεις, καθώς και διαφορετικά πτυχία που υπονομεύουν την αναγνώριση επαγγελματικών δικαιωμάτων των αποφοίτων. Ειδικά οι κοινωνικές και ανθρωπιστικές επιστήμες, αφου εξοβελίστηκαν από τη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, τώρα υποβαθμίζονται ακόμη περισσότερο και καλούνται να αναζητήσουν πόρους και χρηματοδότηση στην αγορά, με κριτήρια επιχειρηματικότητας.

Όμως το πλέον θεμελιώδες πρόβλημα προκύπτει με το νέο υπερσυγκεντρωτικό σύστημα Διοίκησης που δίνει υπερεξουσίες στον διορισμένο Πρύτανη, περιθωριοποιεί τους διορισμένους Αντιπρυτάνεις και μεταφέρει ενισχυμένες αρμοδιότητες σε ένα ολιγομελές όργανο, το Συμβούλιο Διοίκησης. Οι Κοσμήτορες επίσης διορίζονται, η Σύγκλητος υποβαθμίζεται, ενώ αντίθετα κρίσιμες αποφάσεις ακόμη και ακαδημαϊκού περιεχομένου, όπως τα μητρώα γνωστικών αντικειμένων και η συγκρότηση των εκλεκτορικών σωμάτων, θα επιβλέπονται από το Συμβούλιο, δηλαδή από πρόσωπα που δεν θα έχουν καμία γνώση του ακαδημαϊκού χώρου.

Ένα νομοσχέδιο όπως αυτό, που προβλέπει ριζική αναδιάρθρωση της λειτουργίας των πανεπιστημίων, προϋποθέτει καταρχάς την αναγνώριση των πραγματικών επιτευγμάτων και των προβλημάτων του ελληνικού Πανεπιστημίου, απαιτεί ουσιαστικό διάλογο με τα μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας και συναίνεση τουλάχιστον στις βασικές αρχές του.

Τα συλλογικά όργανα των Πανεπιστημίων στο σύνολό τους έχουν τοποθετηθεί αρνητικά προς το νομοσχέδιο, ζητώντας την απόσυρσή του. Η Σύνοδος των Πρυτάνεων, οι Σύγκλητοι πολλών Πανεπιστημίων, Κοσμητείες Σχολών, Συνελεύσεις Τμημάτων, Σύλλογοι των μελών ΔΕΠ και των άλλων κατηγοριών διδασκόντων, Φοιτητικοί Σύλλογοι, όλοι πλην ελαχίστων εξαιρέσεων απορρίπτουν το νομοσχέδιο της κυρίας Κεραμέως. Είναι εντυπωσιακό το γεγονός ότι υπάρχουν μεγάλες αντιδράσεις από όλους τους πολιτικούς χώρους, ακόμη και μέσα στους κόλπους της Νέας Δημοκρατίας.

Το συμπέρασμα που προκύπτει αβίαστα είναι πως το νομοσχέδιο Κεραμέως θα πρέπει να αποσυρθεί άμεσα, να μην κατατεθεί καν στη Βουλή. Αλλά, ακόμη κι αν κατατεθεί και ψηφιστεί από την κυβερνητική πλειοψηφία, είμαι πεπεισμένος ότι δεν πρόκειται να εφαρμοστεί στην πράξη, όπως συνέβη και με τον διαβόητο νόμο Διαμαντοπούλου.

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)