to top
  • βρείτε μας στο Twitter
  • βρείτε μας στο Facebook
  • βρείτε μας στο YouTube
  • στείλτε μας email
  • εγγραφείτε στο RSS feed
  • international version

Άνθρωποι μονάχοι στην έρημη πόλη

Ντράπηκα γιατί έχω συνειδητοποιήσει στο μεταξύ ότι: μετά το αρχικό σοκ των πρώτων χρόνων από το πρώτο μνημόνιο το 2010 έχουν πλέον τόσο πολύ ενσωματωθεί στην καθημερινότητα των Αθηναίων οι άστεγοι, που οι περισσότεροι πλέον τους προσπερνάνε. Όχι γιατί δεν έχουν συμπόνοια, ανθρωπιά ή δεν θα ήθελαν κάτι να κάνουν. Τους προσπερνάνε γιατί αισθάνονται ότι δεν μπορούν να κάνουν το οτιδήποτε. Αισθάνονται, άλλωστε, το ίδιο συναίσθημα ανικανότητας αντίδρασης και για την ίδια τους τη ζωή...


Η Πλατεία Μαβίλη είναι από τις πλέον in και trendy πλατείες στην Αθήνα. Βρίσκεται δίπλα στην αμερικανική πρεσβεία σε μια μάλλον μεσοαστική περιοχή.

Στο κέντρο της πλατείας υπάρχει μια προτομή του Λορέντζου Μαβίλη και στην στήλη επάνω έχει χαραχθεί ένα ποίημα του Μιλτιάδη Μαλακάση. Κατά πάσα βεβαιότητα, ακόμα και αν έχετε επισκεφτεί την πλατεία αρκετές φορές μάλλον δεν το έχετε διαβάσει, το παραθέτω λοιπόν:

Μνήμη ιερή! Όσον ο θάνατος με τη ζωή παλεύει,

τόξο λαμπρό σελάγιζε στον αξεθύμαστο ουρανό.

Ψηλότερα, στον έβδομο, κανένας δε θ΄ανέβη.

Παρά όποιος, απαρόμοιαστος, χάρισμα θεϊκό,

το στοχασμό του πρόσφερε σε θαυμασμό και χλεύη

και το αίμα του για δύστυχων ανθρώπων λυτρωμό.

Το ποίημα γράφτηκε για ξεχασμένα πλέον σήμερα γεγονότα και πράγματα. Γύρω από το άγαλμα, συνήθως, υπάρχουν πλήθη ανθρώπων καλοντυμένων και περιποιημένων που πίνουν το ποτό τους και συνομιλούν με τους φίλους τους.

Το ζεστό δεκαπενταυγουστιάτικο βράδυ απ’ όπου βλέπετε τις φωτογραφίες, η πλατεία ήταν σχεδόν έρημη. Αλλά όχι εντελώς. Ένας μοναχικός κύριος, ανάμεσα σε δεκάδες άδεια τραπέζια και καρέκλες, κάτι έκανε στο tablet του. Λίγο πιο κει μια άστεγη γυναίκα κοιμόταν στο παγκάκι της πλατείας μ’ ένα πιάτο μισογεμάτο φαΐ δίπλα στις παντόφλες της. Δεν είχα χρόνο, τράβηξα δυο φωτογραφίες -είχα συνάντηση για ένα ποτό στο δίπλα μαγαζί.

Κάποια ώρα αργότερα ξαναπέρασα από την πλατεία. Η άστεγη γυναίκα είχε αντικατασταθεί στο ίδιο παγκάκι από ένα γέροντα, άστεγο επίσης. Ήταν σκεπασμένος με μια κουβέρτα, παρά την αφόρητη ζέστη. Κοντοστάθηκα και τράβηξα δυο φωτογραφίες. Από τη γωνία που ήμουνα δεν έβλεπα το πρόσωπό του. Μετά προχώρησα προσπερνώντας τον…

…και τότε συνειδητοποίησα ότι δεν κοιμόταν. Είχε ανοικτά τα μάτια του και το πρόσωπό του ήταν εξαιρετικά λυπημένο. Η έκφραση του μου έχει χαραχθεί στη μνήμη. Ταράχθηκα. Απέστρεψα το πρόσωπό μου και αισθάνθηκα ένα βαθύ αίσθημα ντροπής. Με είχε δει να τον φωτογραφίζω;

Για ποιο λόγο ντράπηκα ενώ θεωρώ από την αρχή της οικονομικής κρίσης τη φωτογράφιση άστεγων απολύτως αναγκαία ως κοινωνική καταγραφή και καταγγελία ταυτόχρονα; Ντράπηκα γιατί έχω συνειδητοποιήσει στο μεταξύ ότι: μετά το αρχικό σοκ των πρώτων χρόνων από το πρώτο μνημόνιο το 2010 έχουν πλέον τόσο πολύ ενσωματωθεί στην καθημερινότητα των Αθηναίων οι άστεγοι, που οι περισσότεροι πλέον τους προσπερνάνε. Όχι γιατί δεν έχουν συμπόνοια, ανθρωπιά ή δεν θα ήθελαν κάτι να κάνουν. Τους προσπερνάνε γιατί αισθάνονται ότι δεν μπορούν να κάνουν το οτιδήποτε. Αισθάνονται, άλλωστε, το ίδιο συναίσθημα ανικανότητας αντίδρασης και για την ίδια τους τη ζωή...

2024 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο [email protected]
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)